.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
1.9.09 Τρίτη
Αρχή της Ινδίκτου (αρχή εκκλησιαστικού έτους), Συμεών του Στυλίτου,
Μνήμη των 40 παρθενομαρτύρων
2.9.09 Τετάρτη
Αγίου μάρτυρος Μάμαντος, εκ μεταθέσεως Αγίου νεομάρτυρος Πολυδώρου
6.9.09 Κυριακή
Ανάμνησις του εν Χώναις θαύματος του Αρχαγγέλου Μιχαήλ
8.9.09 Τρίτη
ΓΕΝΕΣΙΟΝ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΔΕΣΠΟΙΝΗΣ ΗΜΩΝ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
11.9.09 Παρασκευή
Ευφροσύνης και Θεοδώρας οσίων,
Ευανθίας μάρτυρος και του υιού αυτής Δημητριανού,
12.9.09 Σάββατο
Αγρυπνία (Παρασκευή προς Σάββατο 9:00 μμ – 12:30 πμ),
Απόδοσις της εορτής της Γεννήσεως της Θεοτόκου
13.9.09 Κυριακή
Προ της υψώσεως, Τα εγκαίνια του Ναού της Αναστάσεως (Νηστεία)
14.9.09 Δευτέρα
Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΥΨΩΣΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
17.9.09 Πέμπτη
Σοφίας και των θυγατέρων αυτής, Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης,
Ηρακλείτου Επισκόπου Ταμασού, Αναστασίου του εν Περιστερωνοπηγή
20.9.09 Κυριακή
Αγίου Μεγαλομάρτυρος Ευσταθίου, Θεοπίστης της συμβίας αυτού,
Αγαπίου και Θεοπίστου των υιών αυτών
23.9.09 Τετάρτη
Σύλληψις Τιμίου Προδρόμου, Ξανθίππης και Πολυξένης
24.9.09 Πέμπτη
Αγίας Μεγαλομάρτυρος Θέκλας, Αγίου Σιλουανού του Αγιορείτου,
Ανάμνησις του εν Κυθήραις θαύματος της Θεοτόκου
25.9.09 Παρασκευή
Οσίας Ευφροσύνης, Παφνουτίου μάρτυρος και πατρός αυτής
26.9.09 Σάββατο
Μετάστασις Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και Ευαγγελιστή
27.9.09 Κυριακή
Ανακομιδή λειψάνων Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου
28.9.09 Δευτέρα
Χαρίτωνος του Ομολογητού
29.9.09 Τρίτη
Οσίου Κυριακού του Αναχωρητού
.
Όρθρος - Θ. Λειτουργία: 6:30 πμ
Εσπερινός: 6:00 μμ
.
Εξομολόγηση: Μετά από συνεννόηση με τον Π. Κωνσταντίνο
Τηλ. επικοινωνίας: Π. Νεόφυτος 22 354004,
.
Π. Κωνσταντίνος 99 893332
.
(για την καλύτερη εξυπηρέτηση σας αφήστε μήνυμα SMS).
email: kstdsp@yahoo.gr
.
.
Δευτέρα 31 Αυγούστου 2009
Πέμπτη 27 Αυγούστου 2009
Ο Άγιος Φανούριος
.
4. Στοιχεία απ' την εύρεση της εικόνας
Βλέποντας την εικόνα του Αγίου Φανουρίου που βρέθηκε στη Ρόδο, εξάγουμε πολλά αξιόλογα στοιχεία που είναι τα ακόλουθα:
1. Σαν διαβάσουμε στην εικόνα το όνομα του Αγίου συμπεραίνομε αμέσως, πως είναι ελληνικής καταγωγής.
2. Επίσης συμπεραίνομε πως οι γονείς του ήταν πολύ ευσεβείς, για να του δώσουν ένα τόσο χριστιανικό όνομα.
3. Ο νέος αυτός ακόμα θα ήταν πολύ μορφωμένος για να γίνει στρατιωτικός.
4. Υπολογίζουμε ακόμα πως τα μαρτύρια του Αγίου Φανουρίου έγιναν τον β' και γ' αιώνα, όταν οι διωγμοί των χριστιανών βρίσκονταν στο αποκορύφωμά τους.
5. Ο Φανούριος ολοφάνερα αποδεικνύεται πως ήταν Μεγαλομάρτυρας απ' τα πολλά και φοβερά μαρτύρια που υπέφερε.
6. Βεβαιωνόμαστε επίσης πως ετιμάτο απ' τους πιστούς χριστιανούς απ' τα χρόνια του μαρτυρίου του σε χριστιανικούς ναούς, για να βρεθεί μάλιστα ένας τέτοιος ναός και στη Ρόδο.
7. Απ' την απεικόνιση του Αγίου φαίνεται πως ο Φανούριος μαρτύρησε σε νεαράηλικία.
5. Θαύματα του Αγίου
Ο Άγιος Φανούριος έκανε αρκετά θαύματα στους πιστούς που επικαλούνται το όνομά του κι ένα απ' αυτά είναι το ακόλουθο: Σε μια περίοδο της ιστορικής ζωής της η Κρήτη ήταν υποδουλωμένη στους Λατίνους (1204 - 1669 μ.Χ.), που είχαν δικό τους Αρχιεπίσκοπο και γι' αυτό προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να παρασύρουν τους κατοίκους του νησιού στον Καθολικισμό (Παπισμό). Έτσι οι Λατίνοι πήρανε σαν καταπιεστικό μέτρο ενάντια στην Ορθοδοξία να μην επιτρέπουν να χειροτονούνται ιερείς στην Κρήτη, οπότε οι Κρητικοί αναγκάζονταν να μεταβαίνουν στο νησί Τσιρίγο (Κύθηρα) για να χειροτονηθούν ιερείς από Ορθόδοξο Αρχιερέα, που έδρευε εκεί. Κάποια εποχή λοιπόν ξεκίνησαν απ' την Κρήτη τρεις διάκονοι για το Τσιρίγο κι αφού χειροτονήθησαν εκεί ιερείς, επέστρεφαν τρισευτυχισμένοι στο πολύπαθο τότε απ' τη σκλαβιά νησί τους. Κατά κακή τους τύχη Αγαρηνοί πειρατές τους συνέλαβαν στο πέλαγος, τους μετέφεραν στη Ρόδο, όπου τους πώλησαν σε τρεις διαφορετικούς Αγαρηνούς αφέντες. Η θέση των τριών ιερέων ήταν αξιοθρήνητη κι όμως μια γλυκειά προσμονή ήλθε να γλυκάνει το πικρό παράπονό τους. Μάθανε πως στη Ρόδο ο Άγιος Φανούριος θαυματουργούσε και σ' αυτόν στήριξαν τις ελπίδες τους κι ολοένα προσεύχονταν και τον επικαλούνταν ο καθένας τους ξεχωριστά, για να τους λυτρώσει απ' την σκληρή αιχμαλωσία στους μιαρούς Αγαρηνούς. Ζήτησε, λοιπόν, ο κάθε ιερέας, χωρίς να συνεννοηθούν μεταξύ τους, απ' τον αφέντη του, να του δώσει άδεια να μεταβεί στην εκκλησία για να προσκυνήσει την εικόνα του Αγίου Φανουρίου. Πήρανε κι οι τρεις τους μ' ευκολία την άδεια, προσκύνησαν μ' ευλάβεια την εικόνα του Αγίου βρέχοντας τη γη με τα δάκρυά τους γονατιστοί σαν προσεύχονταν και με όλη τη δύναμη της ψυχής τους παρακαλούσαν τον Άγιο Φανούριο να μεσολαβήσει για να γλυτώσουν πια απ' τα χέρια των Αγαρηνών. Αφού οι ιερείς αναχώρησαν, ανακουφισμένοι απ' τον πόνο τους, ο Άγιος Φανούριος παρουσιάστηκε τη νύχτα και στους τρεις αφέντες τους και τους διέταξε να ελευθερώσουν τους σκλάβους ιερείς τους, διαφορετικά θα τους τιμωρούσε σκληρά. Οι Αγαρηνοί όμως άρχοντες θεώρησαν την επέμβαση του Αγίου σαν κάποια μαγεία, γι' αυτό αλυσόδεσαν τους σκλάβους τους κι άρχισαν να τους βασανίζουν με χειρότερο τρόπο. Την άλλη όμως νύχτα ο Άγιος Φανούριος επέμβηκε πιο αποτελεσματικά, έλυσε τους τρεις ιερείς απ' τα δεσμά τους και τους υποσχέθηκε, πως θα τους ελευθέρωνε από τους Αγαρηνούς την άλλη μέρα. Φανερώθηκε και πάλι στους Αγαρηνούς και τους απείλησε αυτή τη φορά, πως αν δεν ελευθέρωναν το πρωί τους ιερείς, θα μεταχειριζότανε σκληρά μέτρα γι' αυτούς. Το άλλο πρωί οι Αγαρηνοί αισθάνθησαν την τιμωρία, γιατί έχασαν όλοι το φως τους και το κορμί τους έμεινε παράλυτο. Έτσι αναγκάσθησαν τότε να συμβουλευτούν τους συγγενείς τους, για να συζητήσουν το κακό που τους βρήκε. Όλοι δε οι άρχοντες αποφάσισαν να καλέσουν τους τρεις ιερείς, μήπως μπορούσαν να τους βοηθήσουν. Οι ιερείς την μόνη απάντηση που έδωσαν ήταν, πως αυτοί θα παρακαλούσαν τον Θεό τους κι Εκείνος θα αποφάσιζε. Την τρίτη νύχτα παρουσιάστηκε πάλι ο Άγιος Φανούριος στους Αγαρηνούς και τους ανακοίνωσε πως αν δεν έστελναν οι τρεις άρχοντες γραπτώς στο ναό του τη συγκατάθεση τους για την απελευθέρωση των ιερέων, δεν θα ξανάβρισκαν πια την υγεία τους. Οι Αγαρηνοί τότε θέλοντας και μη έγραψαν το γράμμα που ζήτησε ο Άγιος Φανούριος και δήλωναν απερίφραστα, πως παραχωρούσαν, στους τρεις ιερείς την ελευθερία τους. Αυτές οι δηλώσεις τους κατατέθηκαν στον ιερό ναό του Αγίου. Πριν ακόμα επιστρέψει η αντιπροσωπεία των Αγαρηνών απ' το ναό, οι τυφλοί και παράλυτοι άπιστοι έγιναν εντελώς καλά με το θέλημα του Αγίου. Οι πλούσιοι Αγαρηνοί έδωσαν στους τρεις ιερείς όλα τα έξοδα του ταξιδιού τους κι αυτοί πριν αναχωρήσουν κατέφυγαν στην εκκλησία, και αφού ευχαρίστησαν τον Άγιο για την απελευθέρωσή τους, αντέγραψαν πιστά την εικόνα του Αγίου Φανουρίου και την πήραν στην Κρήτη, όπου την τιμούσαν κάθε χρόνο με δοξολογίες και λιτανείες.
Ο Άγιος Φανούριος είναι αναμφίβολα μια άγια, σημαντική νεανική μορφή, που ξεχωρίζει με τον δικό του τρόπο ανάμεσα στους άλλους Αγίους της χριστιανοσύνης, γιατί δεν τιμάται απλώς σε μια μόνον ημερομηνία, αλλά η πίστη των χριστιανών κάνει συχνά τη γνωστή φανουρόπιτα.
Ο Άγιος Φανούριος, που έζησε στα Ρωμαϊκά χρόνια, συγκρούσθηκε τότε θαρρετά με τον κόσμο της ειδωλολατρίας, γιατί το χριστιανικό πνεύμα του θεανθρώπου, δεν του επέτρεπε ν' αρνηθεί τις αναμφισβήτητα ενάρετες αρχές του. Έτσι τα 12 μαρτύρια που υπόφερε ο Άγιος, αποτελούν για μας ένα δυνατό κίνητρο για αντοχή και προσκόλληση στις ηθικές αξίες του χριστιανισμού, για να βγούμε νικητές από ένα αδιάκοπο αγώνα, ενάντια στην απιστία και αδικία της εποχής μας. Ο Άγιος μας δίδαξε με την πραγματική θυσία του, πως εμείς τώρα δεν παλεύουμε βέβαια με στρατοκράτες Ρωμαίους και απαίσιους Αγαρηνούς, αλλά έχομε ν' αντιμετωπίσουμε τις πιο έντεχνα στημένες παγίδες του υλισμού και αθεϊσμού, που προσπαθούν μαζικά να σαρώσουν τις τάξεις των χριστιανών. Ο Άγιος Φανούριος ακόμα μας δίδαξε, πως το στεφάνι της ενάρετης ζωής δεν κερδίζεται εύκολα, αλλά μόνον με συνεχείς δοκιμασίες, με θάρρος, υπομονή και αντοχή. Επομένως σαν αληθινοί αγωνιστές της πίστεως ας μιμηθούμε την υποδειγματική και άμεμπτη ζωή του Αγίου, για να καταξιωθούμε κάποτε κι εμείς να τιμήσουμε το χριστιανικό όνομα που φέρουμε, όπως κι αυτός επάξια το τίμησε.
Ο Άγιος Φανούριος
1. Γενικά για τη ζωή του
Για την καταγωγή και τη ζωή του Αγίου Φανουρίου δεν υπάρχει τίποτε συγκεκριμένο, επειδή όλα τα στοιχεία της ζωής του χάθηκαν σε καιρούς ανωμαλίας. Τα μόνα στοιχεία που έχομε αναφορικά με τον Άγιο είναι η εύρεση της εικόνας του, γύρω στα 1500 μ.Χ., σύμφωνα με τα συναξάρια, ή κατ' άλλους γύρω στα 1355-1369 μ.Χ. Άλλοι υποστηρίζουν πως η εικόνα του Αγίου βρέθηκε στη Ρόδο και άλλοι στην Κύπρο.
Ο Άγιος Φανούριος
1. Γενικά για τη ζωή του
Για την καταγωγή και τη ζωή του Αγίου Φανουρίου δεν υπάρχει τίποτε συγκεκριμένο, επειδή όλα τα στοιχεία της ζωής του χάθηκαν σε καιρούς ανωμαλίας. Τα μόνα στοιχεία που έχομε αναφορικά με τον Άγιο είναι η εύρεση της εικόνας του, γύρω στα 1500 μ.Χ., σύμφωνα με τα συναξάρια, ή κατ' άλλους γύρω στα 1355-1369 μ.Χ. Άλλοι υποστηρίζουν πως η εικόνα του Αγίου βρέθηκε στη Ρόδο και άλλοι στην Κύπρο.
.
2. Η εύρεση της εικόνας
Επιστρέφομε στο παρελθόν, όταν οι Αγαρηνοί εξουσίαζαν τη Ρόδο και αποφάσισαν να ξαναχτίσουν τα τείχη της πόλης, που βάρβαρα κατέστρεψαν και κατεδάφισαν στον πόλεμο λίγα χρόνια πριν. Άρχισαν λοιπόν να στέλλουν εργάτες έξω απ' το νότιο μέρος του φρουρίου και να μαζεύουν πέτρες απ' τα μισογκρεμισμένα σπίτια των κατοίκων, για να ξαναφτιάξουν τα νέα και ισχυρά τείχη της πόλης τους. Ξαφνικά μέσα στα χαλάσματα βρήκαν μια ωραιότατη, αλλά μισοχαλασμένη στη μια πλευρά εκκλησία κι εκεί μέσα βρήκαν ένα σωρό εικόνες, που απ' την πολυκαιρία δεν ξεχώριζαν τις μορφές των Αγίων καθώς και τα γράμματα, που είχανε επάνω τους. Μια μόνο καταπληκτική εικόνα ξεχώριζε απ' όλες, που ο χρόνος δεν την άγγιξε και παρίστανε ένα νέο ντυμένο σαν στρατιώτης. Ο Μητροπολίτης της Ρόδου Νείλος έτρεξε αμέσως επί τόπου και διάβασε καθαρά το όνομα του Αγίου, που λεγόταν Φανούριος. Συγκινημένος ο Σεβασμιώτατος, για τη φανέρωση του Αγίου, παρατήρησε, πως ήταν ντυμένος σαν Ρωμαίος στρατιωτικός, κρατώντας στο αριστερό χέρι του ένα σταυρό και στο δεξιό μια αναμμένη λαμπάδα. Ο αγιογράφος ακόμα ολόγυρα της εικόνας ζωγράφισε σε δώδεκα παραστάσεις τα μαρτύρια, που υπόφερε ο Άγιος και, που εξιστορούν ολοφάνερα την όλη ζωή του.
2. Η εύρεση της εικόνας
Επιστρέφομε στο παρελθόν, όταν οι Αγαρηνοί εξουσίαζαν τη Ρόδο και αποφάσισαν να ξαναχτίσουν τα τείχη της πόλης, που βάρβαρα κατέστρεψαν και κατεδάφισαν στον πόλεμο λίγα χρόνια πριν. Άρχισαν λοιπόν να στέλλουν εργάτες έξω απ' το νότιο μέρος του φρουρίου και να μαζεύουν πέτρες απ' τα μισογκρεμισμένα σπίτια των κατοίκων, για να ξαναφτιάξουν τα νέα και ισχυρά τείχη της πόλης τους. Ξαφνικά μέσα στα χαλάσματα βρήκαν μια ωραιότατη, αλλά μισοχαλασμένη στη μια πλευρά εκκλησία κι εκεί μέσα βρήκαν ένα σωρό εικόνες, που απ' την πολυκαιρία δεν ξεχώριζαν τις μορφές των Αγίων καθώς και τα γράμματα, που είχανε επάνω τους. Μια μόνο καταπληκτική εικόνα ξεχώριζε απ' όλες, που ο χρόνος δεν την άγγιξε και παρίστανε ένα νέο ντυμένο σαν στρατιώτης. Ο Μητροπολίτης της Ρόδου Νείλος έτρεξε αμέσως επί τόπου και διάβασε καθαρά το όνομα του Αγίου, που λεγόταν Φανούριος. Συγκινημένος ο Σεβασμιώτατος, για τη φανέρωση του Αγίου, παρατήρησε, πως ήταν ντυμένος σαν Ρωμαίος στρατιωτικός, κρατώντας στο αριστερό χέρι του ένα σταυρό και στο δεξιό μια αναμμένη λαμπάδα. Ο αγιογράφος ακόμα ολόγυρα της εικόνας ζωγράφισε σε δώδεκα παραστάσεις τα μαρτύρια, που υπόφερε ο Άγιος και, που εξιστορούν ολοφάνερα την όλη ζωή του.
.
Οι παραστάσεις αυτές είναι οι ακόλουθες:
Α΄. Ο Άγιος παρουσιάζεται όρθιος μπροστά στο Ρωμαίο ανακριτή του και φαίνεται ν' απολογείται με θάρρος και να υπερασπίζει την χριστιανική πίστη του.
Β΄. Οι στρατιώτες εδώ επεμβαίνουν και χτυπούν με πέτρες στο κεφάλι και στο στόμα τον Φανούριο, για ν' αναγκασθεί να υποκύψει και ν' αρνηθεί τον Κύριο.
Γ΄. Οι στρατιώτες έχουν εξαγριωθεί πια απ' την επιμονή του Φανουρίου, γι' αυτό τον έριξαν κάτω και τον χτυπούν τώρα άγρια με ξύλα και ρόπαλα, για να κάμψουν το ακμαίο ηθικό του.
Δ΄. Ο Φανούριος είναι στη φυλακή κι εκεί βασανίζεται με αποτρόπαιο τρόπο. Φαίνεται εντελώς γυμνός κι οι στρατιώτες ολόγυρα του ξεσχίζουν τις σάρκες του με αιχμηρά σιδερένια εργαλεία. Ο Άγιος υπομένει αγόγγυστα το τρομερό μαρτύριό του.
Ε΄. Ο Φανούριος βρίσκεται και πάλι στη φυλακή και προσεύχεται στον θεό, για να τον ενισχύσει ν' αντέξει μέχρι τέλους τα βασανιστήρια.
ΣΤ΄. Ο Άγιος παρουσιάζεται και πάλιν μπροστά στον Ρωμαίο ανακριτή για ν' απολογηθεί για τη στάση του. Απ' την ατάραχη έκφραση του προσώπου του φαίνεται, πως ούτε τα βασανιστήρια που υπόφερε, ούτε οι μελλοντικές απειλές του τυράννου του εκλόνισαν την πίστη και έτσι απτόητος περιμένει ακόμη χειρότερα μαρτύρια.
Ζ΄. Οι δήμιοι του Φανουρίου με μανία και σκληρότητα καίουν με αναμμένες λαμπάδες το ολόγυμνο σώμα του, που φαίνεται έτσι η ανυπέρβλητη θυσία του για τον Εσταυρωμένο. Ο Άγιος νικά και πάλιν με την αδάμαστη θέληση και καρτερία του στον Κύριο.
Η΄. Εδώ οι άγριοι βασανιστές του χρησιμοποιούν και μηχανικά μέσα για να φθάσουν στο κορύφωμα του μαρτυρίου του. Έχουν δέσει τον Άγιο πάνω σ' ένα μάγκανο κι αυτό σαν περιστρέφεται, του συντρίβει τα κόκκαλα. Υποφέρει εκείνος αγόγγυστα αλλά στο ωραίο πρόσωπό του είναι ζωγραφισμένη ανέκφραστη αγαλλίαση, γιατί υποφέρει για χάρη του Κυρίου.
Θ΄. Ο Φανούριος ρίπτεται σ' ένα λάκκο, για να γίνει βορά άγριων θηρίων κι οι δήμιοί του από πάνω παρακολουθούν να δούνε το τέλος του. Τα θηρία όμως έχουν κυριολεκτικά εξημερωθεί απ' τη χάρη του Θεού, γι' αυτό τον περιτριγυρίζουν ήσυχα σαν αρνάκια και απολαμβάνουν θαυμάσια τη συντροφιά του.
Ι΄. Οι δήμιοί του δεν ικανοποιούνται απ' το προηγούμενο αποτέλεσμα κι έτσι τον βγάζουν απ' τον λάκκο και τον καταπλακώνουν μ' ένα μεγάλο λίθο, βέβαιοι πια πως θα τον αποτελειώσουν. Τίποτε όμως δεν πετυχαίνουνε κι αυτή τη φορά.
ΙΑ΄. Η σκηνή παρουσιάζει τον Άγιο μπροστά σε βωμό, όπου οι δήμιοί του τον προτρέπουν να θυσιάσει, βάζοντας στις παλάμες του αναμμένα κάρβουνα. Ο Φανούριος βγαίνει και απ' αυτή τη δοκιμασία νικητής και αυτό διακρίνεται από ένα διάβολο, που έχει τη μορφή δράκου, που πετά στον αέρα και κλαίει για την αποτυχία του.
ΙΒ΄. Η τελευταία σκηνή είναι το τέλος του μαρτυρίου του, με τον Φανούριο ριγμένο σ' ένα μεγάλο καμίνι να στέκεται όρθιος πάνω σ' ένα σκαμνί και να τον περιζώνουν φλόγες και καπνοί. Ο Άγιος φαίνεται να προσεύχεται αδιάκοπα στον Θεό, χωρίς να εκφράζει κανένα παράπονο ή γογγυσμό κι έτσι άκαμπτος κι ανυποχώρητος πέταξε στα ουράνια, γεμάτος ικανοποίηση για όσα βάσανα υπόφερε για χάρη του Κυρίου.
Οι παραστάσεις αυτές είναι οι ακόλουθες:
Α΄. Ο Άγιος παρουσιάζεται όρθιος μπροστά στο Ρωμαίο ανακριτή του και φαίνεται ν' απολογείται με θάρρος και να υπερασπίζει την χριστιανική πίστη του.
Β΄. Οι στρατιώτες εδώ επεμβαίνουν και χτυπούν με πέτρες στο κεφάλι και στο στόμα τον Φανούριο, για ν' αναγκασθεί να υποκύψει και ν' αρνηθεί τον Κύριο.
Γ΄. Οι στρατιώτες έχουν εξαγριωθεί πια απ' την επιμονή του Φανουρίου, γι' αυτό τον έριξαν κάτω και τον χτυπούν τώρα άγρια με ξύλα και ρόπαλα, για να κάμψουν το ακμαίο ηθικό του.
Δ΄. Ο Φανούριος είναι στη φυλακή κι εκεί βασανίζεται με αποτρόπαιο τρόπο. Φαίνεται εντελώς γυμνός κι οι στρατιώτες ολόγυρα του ξεσχίζουν τις σάρκες του με αιχμηρά σιδερένια εργαλεία. Ο Άγιος υπομένει αγόγγυστα το τρομερό μαρτύριό του.
Ε΄. Ο Φανούριος βρίσκεται και πάλι στη φυλακή και προσεύχεται στον θεό, για να τον ενισχύσει ν' αντέξει μέχρι τέλους τα βασανιστήρια.
ΣΤ΄. Ο Άγιος παρουσιάζεται και πάλιν μπροστά στον Ρωμαίο ανακριτή για ν' απολογηθεί για τη στάση του. Απ' την ατάραχη έκφραση του προσώπου του φαίνεται, πως ούτε τα βασανιστήρια που υπόφερε, ούτε οι μελλοντικές απειλές του τυράννου του εκλόνισαν την πίστη και έτσι απτόητος περιμένει ακόμη χειρότερα μαρτύρια.
Ζ΄. Οι δήμιοι του Φανουρίου με μανία και σκληρότητα καίουν με αναμμένες λαμπάδες το ολόγυμνο σώμα του, που φαίνεται έτσι η ανυπέρβλητη θυσία του για τον Εσταυρωμένο. Ο Άγιος νικά και πάλιν με την αδάμαστη θέληση και καρτερία του στον Κύριο.
Η΄. Εδώ οι άγριοι βασανιστές του χρησιμοποιούν και μηχανικά μέσα για να φθάσουν στο κορύφωμα του μαρτυρίου του. Έχουν δέσει τον Άγιο πάνω σ' ένα μάγκανο κι αυτό σαν περιστρέφεται, του συντρίβει τα κόκκαλα. Υποφέρει εκείνος αγόγγυστα αλλά στο ωραίο πρόσωπό του είναι ζωγραφισμένη ανέκφραστη αγαλλίαση, γιατί υποφέρει για χάρη του Κυρίου.
Θ΄. Ο Φανούριος ρίπτεται σ' ένα λάκκο, για να γίνει βορά άγριων θηρίων κι οι δήμιοί του από πάνω παρακολουθούν να δούνε το τέλος του. Τα θηρία όμως έχουν κυριολεκτικά εξημερωθεί απ' τη χάρη του Θεού, γι' αυτό τον περιτριγυρίζουν ήσυχα σαν αρνάκια και απολαμβάνουν θαυμάσια τη συντροφιά του.
Ι΄. Οι δήμιοί του δεν ικανοποιούνται απ' το προηγούμενο αποτέλεσμα κι έτσι τον βγάζουν απ' τον λάκκο και τον καταπλακώνουν μ' ένα μεγάλο λίθο, βέβαιοι πια πως θα τον αποτελειώσουν. Τίποτε όμως δεν πετυχαίνουνε κι αυτή τη φορά.
ΙΑ΄. Η σκηνή παρουσιάζει τον Άγιο μπροστά σε βωμό, όπου οι δήμιοί του τον προτρέπουν να θυσιάσει, βάζοντας στις παλάμες του αναμμένα κάρβουνα. Ο Φανούριος βγαίνει και απ' αυτή τη δοκιμασία νικητής και αυτό διακρίνεται από ένα διάβολο, που έχει τη μορφή δράκου, που πετά στον αέρα και κλαίει για την αποτυχία του.
ΙΒ΄. Η τελευταία σκηνή είναι το τέλος του μαρτυρίου του, με τον Φανούριο ριγμένο σ' ένα μεγάλο καμίνι να στέκεται όρθιος πάνω σ' ένα σκαμνί και να τον περιζώνουν φλόγες και καπνοί. Ο Άγιος φαίνεται να προσεύχεται αδιάκοπα στον Θεό, χωρίς να εκφράζει κανένα παράπονο ή γογγυσμό κι έτσι άκαμπτος κι ανυποχώρητος πέταξε στα ουράνια, γεμάτος ικανοποίηση για όσα βάσανα υπόφερε για χάρη του Κυρίου.
.
3. Το χτίσιμο του ναού
Ο Μητροπολίτης τότε του νησιού, ο Νείλος, όταν μελέτησε επισταμένα την εικόνα που βρέθηκε, αποφάνθηκε, πως ο Φανούριος ήταν ένας απ' τους σπουδαιότερους μεγαλομάρτυρες της Πίστεώς μας. Αμέσως έστειλε αντιπροσωπεία στον ηγεμόνα του νησιού και τον παρακαλούσε να του δώσει άδεια για ν' ανακαινίσει την εκκλησία. Όταν όμως ο ηγεμόνας αρνήθηκε, τότε ο Μητροπολίτης μετέβη ο ίδιος προσωπικά στην Κωνσταντινούπολη και κατόρθωσε να εξασφαλίσει απ' τον Σουλτάνο την άδεια που ζητούσε. Επέστρεψε σύντομα στη Ρόδο κι αναστήλωσε το ναό ακριβώς στην παλιά θέση του, έξω από τα τείχη του. Ο ναός σώζεται ως τα σήμερα και αποτελεί από τότε ιερό προσκύνημα όλων των Χριστιανών.
3. Το χτίσιμο του ναού
Ο Μητροπολίτης τότε του νησιού, ο Νείλος, όταν μελέτησε επισταμένα την εικόνα που βρέθηκε, αποφάνθηκε, πως ο Φανούριος ήταν ένας απ' τους σπουδαιότερους μεγαλομάρτυρες της Πίστεώς μας. Αμέσως έστειλε αντιπροσωπεία στον ηγεμόνα του νησιού και τον παρακαλούσε να του δώσει άδεια για ν' ανακαινίσει την εκκλησία. Όταν όμως ο ηγεμόνας αρνήθηκε, τότε ο Μητροπολίτης μετέβη ο ίδιος προσωπικά στην Κωνσταντινούπολη και κατόρθωσε να εξασφαλίσει απ' τον Σουλτάνο την άδεια που ζητούσε. Επέστρεψε σύντομα στη Ρόδο κι αναστήλωσε το ναό ακριβώς στην παλιά θέση του, έξω από τα τείχη του. Ο ναός σώζεται ως τα σήμερα και αποτελεί από τότε ιερό προσκύνημα όλων των Χριστιανών.
4. Στοιχεία απ' την εύρεση της εικόνας
Βλέποντας την εικόνα του Αγίου Φανουρίου που βρέθηκε στη Ρόδο, εξάγουμε πολλά αξιόλογα στοιχεία που είναι τα ακόλουθα:
1. Σαν διαβάσουμε στην εικόνα το όνομα του Αγίου συμπεραίνομε αμέσως, πως είναι ελληνικής καταγωγής.
2. Επίσης συμπεραίνομε πως οι γονείς του ήταν πολύ ευσεβείς, για να του δώσουν ένα τόσο χριστιανικό όνομα.
3. Ο νέος αυτός ακόμα θα ήταν πολύ μορφωμένος για να γίνει στρατιωτικός.
4. Υπολογίζουμε ακόμα πως τα μαρτύρια του Αγίου Φανουρίου έγιναν τον β' και γ' αιώνα, όταν οι διωγμοί των χριστιανών βρίσκονταν στο αποκορύφωμά τους.
5. Ο Φανούριος ολοφάνερα αποδεικνύεται πως ήταν Μεγαλομάρτυρας απ' τα πολλά και φοβερά μαρτύρια που υπέφερε.
6. Βεβαιωνόμαστε επίσης πως ετιμάτο απ' τους πιστούς χριστιανούς απ' τα χρόνια του μαρτυρίου του σε χριστιανικούς ναούς, για να βρεθεί μάλιστα ένας τέτοιος ναός και στη Ρόδο.
7. Απ' την απεικόνιση του Αγίου φαίνεται πως ο Φανούριος μαρτύρησε σε νεαράηλικία.
5. Θαύματα του Αγίου
Ο Άγιος Φανούριος έκανε αρκετά θαύματα στους πιστούς που επικαλούνται το όνομά του κι ένα απ' αυτά είναι το ακόλουθο: Σε μια περίοδο της ιστορικής ζωής της η Κρήτη ήταν υποδουλωμένη στους Λατίνους (1204 - 1669 μ.Χ.), που είχαν δικό τους Αρχιεπίσκοπο και γι' αυτό προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να παρασύρουν τους κατοίκους του νησιού στον Καθολικισμό (Παπισμό). Έτσι οι Λατίνοι πήρανε σαν καταπιεστικό μέτρο ενάντια στην Ορθοδοξία να μην επιτρέπουν να χειροτονούνται ιερείς στην Κρήτη, οπότε οι Κρητικοί αναγκάζονταν να μεταβαίνουν στο νησί Τσιρίγο (Κύθηρα) για να χειροτονηθούν ιερείς από Ορθόδοξο Αρχιερέα, που έδρευε εκεί. Κάποια εποχή λοιπόν ξεκίνησαν απ' την Κρήτη τρεις διάκονοι για το Τσιρίγο κι αφού χειροτονήθησαν εκεί ιερείς, επέστρεφαν τρισευτυχισμένοι στο πολύπαθο τότε απ' τη σκλαβιά νησί τους. Κατά κακή τους τύχη Αγαρηνοί πειρατές τους συνέλαβαν στο πέλαγος, τους μετέφεραν στη Ρόδο, όπου τους πώλησαν σε τρεις διαφορετικούς Αγαρηνούς αφέντες. Η θέση των τριών ιερέων ήταν αξιοθρήνητη κι όμως μια γλυκειά προσμονή ήλθε να γλυκάνει το πικρό παράπονό τους. Μάθανε πως στη Ρόδο ο Άγιος Φανούριος θαυματουργούσε και σ' αυτόν στήριξαν τις ελπίδες τους κι ολοένα προσεύχονταν και τον επικαλούνταν ο καθένας τους ξεχωριστά, για να τους λυτρώσει απ' την σκληρή αιχμαλωσία στους μιαρούς Αγαρηνούς. Ζήτησε, λοιπόν, ο κάθε ιερέας, χωρίς να συνεννοηθούν μεταξύ τους, απ' τον αφέντη του, να του δώσει άδεια να μεταβεί στην εκκλησία για να προσκυνήσει την εικόνα του Αγίου Φανουρίου. Πήρανε κι οι τρεις τους μ' ευκολία την άδεια, προσκύνησαν μ' ευλάβεια την εικόνα του Αγίου βρέχοντας τη γη με τα δάκρυά τους γονατιστοί σαν προσεύχονταν και με όλη τη δύναμη της ψυχής τους παρακαλούσαν τον Άγιο Φανούριο να μεσολαβήσει για να γλυτώσουν πια απ' τα χέρια των Αγαρηνών. Αφού οι ιερείς αναχώρησαν, ανακουφισμένοι απ' τον πόνο τους, ο Άγιος Φανούριος παρουσιάστηκε τη νύχτα και στους τρεις αφέντες τους και τους διέταξε να ελευθερώσουν τους σκλάβους ιερείς τους, διαφορετικά θα τους τιμωρούσε σκληρά. Οι Αγαρηνοί όμως άρχοντες θεώρησαν την επέμβαση του Αγίου σαν κάποια μαγεία, γι' αυτό αλυσόδεσαν τους σκλάβους τους κι άρχισαν να τους βασανίζουν με χειρότερο τρόπο. Την άλλη όμως νύχτα ο Άγιος Φανούριος επέμβηκε πιο αποτελεσματικά, έλυσε τους τρεις ιερείς απ' τα δεσμά τους και τους υποσχέθηκε, πως θα τους ελευθέρωνε από τους Αγαρηνούς την άλλη μέρα. Φανερώθηκε και πάλι στους Αγαρηνούς και τους απείλησε αυτή τη φορά, πως αν δεν ελευθέρωναν το πρωί τους ιερείς, θα μεταχειριζότανε σκληρά μέτρα γι' αυτούς. Το άλλο πρωί οι Αγαρηνοί αισθάνθησαν την τιμωρία, γιατί έχασαν όλοι το φως τους και το κορμί τους έμεινε παράλυτο. Έτσι αναγκάσθησαν τότε να συμβουλευτούν τους συγγενείς τους, για να συζητήσουν το κακό που τους βρήκε. Όλοι δε οι άρχοντες αποφάσισαν να καλέσουν τους τρεις ιερείς, μήπως μπορούσαν να τους βοηθήσουν. Οι ιερείς την μόνη απάντηση που έδωσαν ήταν, πως αυτοί θα παρακαλούσαν τον Θεό τους κι Εκείνος θα αποφάσιζε. Την τρίτη νύχτα παρουσιάστηκε πάλι ο Άγιος Φανούριος στους Αγαρηνούς και τους ανακοίνωσε πως αν δεν έστελναν οι τρεις άρχοντες γραπτώς στο ναό του τη συγκατάθεση τους για την απελευθέρωση των ιερέων, δεν θα ξανάβρισκαν πια την υγεία τους. Οι Αγαρηνοί τότε θέλοντας και μη έγραψαν το γράμμα που ζήτησε ο Άγιος Φανούριος και δήλωναν απερίφραστα, πως παραχωρούσαν, στους τρεις ιερείς την ελευθερία τους. Αυτές οι δηλώσεις τους κατατέθηκαν στον ιερό ναό του Αγίου. Πριν ακόμα επιστρέψει η αντιπροσωπεία των Αγαρηνών απ' το ναό, οι τυφλοί και παράλυτοι άπιστοι έγιναν εντελώς καλά με το θέλημα του Αγίου. Οι πλούσιοι Αγαρηνοί έδωσαν στους τρεις ιερείς όλα τα έξοδα του ταξιδιού τους κι αυτοί πριν αναχωρήσουν κατέφυγαν στην εκκλησία, και αφού ευχαρίστησαν τον Άγιο για την απελευθέρωσή τους, αντέγραψαν πιστά την εικόνα του Αγίου Φανουρίου και την πήραν στην Κρήτη, όπου την τιμούσαν κάθε χρόνο με δοξολογίες και λιτανείες.
.
6. Η πίτα του Αγίου Φανουρίου
Η μεγάλη τιμή που τρέφουν οι χριστιανοί στον Άγιο Φανούριο, έγινε αιτία να δημιουργηθεί στο λαό το παραδοσιακό έθιμο της πίττας του Αγίου ή καλύτερα της φανουρόπιτας. Η πίτα συνήθως είναι μικρή και στρογγυλή και γίνεται από καθαρό αλεύρι, ζάχαρη, κανέλλα, λάδι κι αφού όλα αυτά τα υλικά ανακατευθούν, ζυμώνονται, μπαίνουν σε στρογγυλή φόρμα και η πίττα ψήνεται σε μέτρια θερμοκρασία στο φούρνο. Η πίτα γίνεται για να φανερώσει ο Άγιος σε κάποιον ένα χαμένο αντικείμενο, κάποια δουλειά αν ένας είναι άεργος, κάποια χαμένη υπόθεση, την υγειά σε κάποιο άρρωστο και άλλα παρόμοια.
Η Εκκλησία μας γιορτάζει τη μνήμη του στις 27 Αυγούστου.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ Ήχος δ΄. Βασίλειον διάδημα
Ουράνιον εφύμνιον εν γη τελείται λαμπρώς, επίγειον πανήγυριν νυν εορτάζει φαιδρώς Αγγέλων πολίτευμα, άνωθεν υμνωδίαις, ευφημούσι τους άθλους, κάτωθεν Εκκλησία την ουράνιον δόξαν. ην εύρες πόνοις και άθλοις τοις σοις, Φανούριε ένδοξε.
ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ Ήχος γ΄. Η Παρθένος σήμερον
Ιερείς διέσωσας αιχμαλωσίας αθέου και δεσμά συνέθλασας δυνάμει Θεία, Θεόφρον, ήσχυνας τυράννων θράση γενναιοφρόνως, ηύφρανας Αγγέλων τάξεις Μεγαλομάρτυς, δια τούτο σε τιμώμεν, θείε οπλίτα, Φανούριε ένδοξε.
ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ
Τους ασπαζομένους την σην σεπτήν εικόνα εν πίστει και αιτούντας σην αρωγήν, Μάρτυς, κληρονόμους της Θείας Βασιλείας, Φανούριε, λιταίς σου πάντας ανάδειξον.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΙΔΡΥΜΑ «Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ»
6. Η πίτα του Αγίου Φανουρίου
Η μεγάλη τιμή που τρέφουν οι χριστιανοί στον Άγιο Φανούριο, έγινε αιτία να δημιουργηθεί στο λαό το παραδοσιακό έθιμο της πίττας του Αγίου ή καλύτερα της φανουρόπιτας. Η πίτα συνήθως είναι μικρή και στρογγυλή και γίνεται από καθαρό αλεύρι, ζάχαρη, κανέλλα, λάδι κι αφού όλα αυτά τα υλικά ανακατευθούν, ζυμώνονται, μπαίνουν σε στρογγυλή φόρμα και η πίττα ψήνεται σε μέτρια θερμοκρασία στο φούρνο. Η πίτα γίνεται για να φανερώσει ο Άγιος σε κάποιον ένα χαμένο αντικείμενο, κάποια δουλειά αν ένας είναι άεργος, κάποια χαμένη υπόθεση, την υγειά σε κάποιο άρρωστο και άλλα παρόμοια.
Η Εκκλησία μας γιορτάζει τη μνήμη του στις 27 Αυγούστου.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ Ήχος δ΄. Βασίλειον διάδημα
Ουράνιον εφύμνιον εν γη τελείται λαμπρώς, επίγειον πανήγυριν νυν εορτάζει φαιδρώς Αγγέλων πολίτευμα, άνωθεν υμνωδίαις, ευφημούσι τους άθλους, κάτωθεν Εκκλησία την ουράνιον δόξαν. ην εύρες πόνοις και άθλοις τοις σοις, Φανούριε ένδοξε.
ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ Ήχος γ΄. Η Παρθένος σήμερον
Ιερείς διέσωσας αιχμαλωσίας αθέου και δεσμά συνέθλασας δυνάμει Θεία, Θεόφρον, ήσχυνας τυράννων θράση γενναιοφρόνως, ηύφρανας Αγγέλων τάξεις Μεγαλομάρτυς, δια τούτο σε τιμώμεν, θείε οπλίτα, Φανούριε ένδοξε.
ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ
Τους ασπαζομένους την σην σεπτήν εικόνα εν πίστει και αιτούντας σην αρωγήν, Μάρτυς, κληρονόμους της Θείας Βασιλείας, Φανούριε, λιταίς σου πάντας ανάδειξον.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΙΔΡΥΜΑ «Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΑΡΝΑΒΑΣ»
.
Τετάρτη 26 Αυγούστου 2009
Οι επτά σωματικές πράξεις της Μετάνοιας !
.
Απόσπασμα από το βιβλίο "Άσκηση' του Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού
.
Στην πρακτική των Πατέρων, που αναλύουμε αναφέρονται επτά σωματικές πράξεις στις οποίες στηρίζονται οι τρόποι και τα έργα της μετάνοιας. Ως πρώτη πράξη στη μετάνοια οι Πατέρες τοποθετούν την η σ υ χ ί α. Είναι η απερίσπαστη διαγωγή. Η απομάκρυνση από τα αίτια, που δημιουργούν τις αφορμές της πτώσης και της ήττας, ειδικά σε όσους είναι ασθενείς χαρακτήρες, αλλά και από αυτόν τον "ὡς λέοντα περιπατοῡντα καί ζητοῡντα νά μάς καταπιή" (' Πέτρ. ε' 8). Με την ησυχία απέχει ο αγωνιστής από τη μάταιη και άσκοπη μέριμνα και του επιτρέπεται αν θέλει να στρέψει τη σκέψη και ασχολία του προς το Θεό, απ΄όπου φωτιζόμενος από τη θεία Χάρη ανακαλύπτει τον εαυτό του, που είναι απαραίτητο καθήκον. Δεύτερη πράξη θεωρείται η ν η σ τ ε ί α. Με αυτήν καταβάλλεται και δεσμεύεται ένας από τους γίγαντες της διαστροφής - η γαστριμαργία - ο ακαταγώνιστος σύμμαχος της φύσης και του διαβόλου. Με αυτήν αιχμαλωτίζει ο τελευταίος τα πλείστα των θυμάτων του. Το πόσο απαραίτητη είναι αυτή η πράξη το απέδειξε ο Κύριος μας, όταν ανέλαβε με την παρουσία του την ανάπλασή μας, μετά το θείο βάπτισμα στον Ιορδάνη. Ποιος τώρα μπορεί να αμφισβητήσει το βάθρο αυτό της μετανοίας, της ανάπλασης, της ανάστασης, της σωτηρίας; Εάν ο αναμάρτητος και απαθής νηστεύει - και μάλιστα παρατεταμένα - ποιος θα προφασιστεί αδυναμία ή άρνηση; Αφήνω και την άσκηση της δίψας που οι έμπειροι της εγκρατείας προβάλλουν ως άριστο άθλημα κατά των παράλογων ορέξεων. Την α γ ρ υ π ν ί α, ως τρίτη πράξη, συνιστούν οι Πατέρες. Είναι το αποτελεσματικότερο μέσο φωτισμού του νου και γεννήτρια της προσευχής. Ο κόρος της υπνηλίας υποβιβάζει άμεσα τη διαύγεια του νου. Μειώνεται η διανοητική ικανότητα της λογικής φύσης να συγκρίνει, διακρίνει, επιλέξει και εφαρμόσει όσα η νόμιμη άσκηση απαιτεί. Η αγρυπνία, ως μέσο της φίλης των Πατέρων μας φιλοπονίας, πάντοτε προηγείτο στους ασκητικούς αγώνες. Και είναι γνωστή η υπερβολική άσκηση των Πατέρων στην αγρυπνία. Επέμεναν στα πολλαπλά οφέλη αυτής της αρετής, επειδή συντελούσε άριστα στη διανοητική εργασία από την οποία εξαρτώνται όλα εφ΄όσον "νοῡς ορᾶ καί νοῦς ακούει" και εκλέγει και εκτελεί. Τέταρτη και πέμπτη πράξη τοποθετούν οι Πατέρες την π ρ ο σ ε υ χ ή και την ψ α λ μ ω δ ί α. Πράγματι διαιρούσαν την εργασία της προσευχής σε δύο τρόπους, που επικρατούν στην τόσο σημαντική αυτή παναρετή. Στο όνομα της προσευχής χάραξαν την έννοια της εσωστρέφειας και ειδικά της "κατά μόνας" προς το Θεό συνομιλίας. Εκεί ο καθένας επιρρίπτει τον εαυτό του μπροστά στη θεία ευσπλαχνία και αγαθότητα και με επίμονη εξομολόγηση, δέηση, ικεσία, παράκληση ή και ευχαριστία αναφέρει τον πόνο και τον πόθο του προς "τόν δυνάμενον σῴζειν" Χριστό, το Θεό μας. Η ψ α λ μ ω δ ί α χρησιμοποιείται στις ομαδικές συναθροίσεις των πιστών. Με την υμνολογία επιτελείται εορταστικότερα η κοινή προσευχή και αυτό είναι περισσότερο αποδεκτό και εφαρμόσιμο από το λαό. Έκτη πράξη θεωρούν οι Πατέρες την α ν ά γ ν ω σ η και μελέτη λόγων και παραγγελμάτων που μας κατευθύνουν στην εν Χριστώ πνευματική μας ζωή. Ο λόγος τους Κυρίου μας "ὁ ἔχων τάς ἐντολάς μου" αυτό σημαίνει: Να μάθει και να κατανοήσει τις εντολές μου το θέλημά μου και μετά να γίνει τηρητής (τηρών αυτάς). Και αυτός "ἐστιν ό ἀγαπῶν με". Στο Μωσαϊκό νόμο απαιτητικότερα διέταζε ο Θεός τη μελέτη του θελήματός του και την ενασχόληση με αυτό για να μη παραλείπεται, ως καθήκον, η ακριβής τήρηση και εφαρμογή του. "Ἐν τῷ νόμῳ αὐτοῦ μελετήσει ἡμέρας καί νυκτός" (Ψαλμ α' 2). Μια από τις σπουδαιότερες φροντίδες αυτού που θέλει να απαλλαγεί από τη λύσσα του "ὠρυομένου ὡς λέοντος" εναντίον μας, κατά τον Παύλο, είναι το να "μή ἀγνοώμεν τά νοήματα αὐτοῦ" (πρβλ Β' Πετρ. α' 21). Επειδή οι φίλοι και δούλοι του Θεού «οὐκ ἰδίῳ θελήματι ἀλλά Πνεύματι Ἁγίῳ φερόμενοι ἐλάλησαν καί ἔγραψαν» (πρβλ Β’ Πετρ. α’ 21), είναι πλέον καθήκον η μελέτη και έρευνα των λόγων και των συγγραφών τους προς πλήρη διαφώτιση και μάθηση του αόρατου πολέμου που ασίγαστα διεξάγουμε. Έβδομη πράξη θεωρούν οι Πατέρες την ε π ε ρ ώ τ η σ η τ ω ν ε μ π ε ί ρ ω ν για κάθε λόγο και πράξη. Με αυτόν τον τρόπο επισφραγίζεται το ταπεινό φρόνημα. Απουσιάζει ή αυταρέσκεια και η απειρία. "Τοῖς ταπεινοῖς" δίνει ο Κύριος το φωτισμό και τη Χάρη του. Το τέλος όλης αυτής της προσπάθειας και ετοιμασίας είναι η υπομονή, ώστε "μήτε θαρρεῖν, μήτε ἀπογιγνώσκειν" απ' όσα συνήθως συμβαίνουν είτε χαροποιά είτε επίπονα.
.
Την Μακαρίζουν όλες οι Γενεές
.
Η Μαρία και η Μάρθα
.
Στη Βηθανία η αδελφή του Λαζάρου Μάρθα υποδέχεται στο σπίτι της τον Κύριο, ο οποίος, αφού κάθισε, άρχισε να διδάσκει στους ανθρώπους που παρευρίσκονταν εκεί. Η αδελφή της Μάρθας, η Μαρία, αφοσιώθηκε τόσο πολύ στη διδασκαλία του Κυρίου, ώστε συνεπαρμένη κάθισε κοντά του και ως ταπεινή μαθήτρια άκουγε με προσήλωση τα θεσπέσια λόγια του. Τόσο πολύ απορροφήθηκε, ώστε δεν θέλησε να χάσει ούτε λέξη. Την ώρα όμως που η Μαρία αποταμίευε στην ψυχή της ουράνιους θησαυρούς, η Μάρθα προετοίμαζε για το τραπέζι ό,τι καλύτερο μπορούσε. Ήταν πνιγμένη στις πολλές δουλειές της, διότι φρόντιζε να ετοιμάσει πολλά και ωραία φαγητά για να περιποιηθεί τον Διδάσκαλο. Ήταν βέβαια ικανή και επιμελής στη μαγειρική και στο νοικοκυριό, με κάποια όμως υπερβολή. Γι’ αυτό και κάποια στιγμή πλησίασε τον Κύριο και με τολμηρό τρόπο του είπε το παράπονό της:
— Κύριε, δεν σε νοιάζει που η αδελφή μου με άφησε μονάχη να ετοιμάσω το τραπέζι; Πες της λοιπόν να με βοηθήσει.
Τότε ο Κύριος της αποκρίθηκε:
— Μάρθα, Μάρθα, αγωνιάς, αναστατώνεσαι, κουράζεσαι να ετοιμάσεις πολλά και ποικίλα φαγητά. Ένα όμως είναι το χρήσιμο, η ακρόαση της διδασκαλίας μου. Αυτό διάλεξε η Μαρία, την πνευματική τροφή, η οποία δεν θα της αφαιρεθεί ποτέ.
Ο Κύριος δηλαδή αντί να επιπλήξει τη Μαρία, όπως θα το επιθυμούσε η Μάρθα, παίρνει την αφορμή και επιπλήξει την ίδια. Εδώ όμως κάποιος θα απορήσει: Δηλαδή ο Κύριος καταδικάζει τη διακονία της Μάρθας; Όχι, ασφαλώς! Κάτι άλλο θέλει να δείξει. Είναι σαν να λέει στη Μάρθα: Δεν ήλθα στο σπίτι σας για να απολαύσω πολλά και ωραία φαγητά, άλλα για να σας προσφέρω μεγάλες και ουράνιες αλήθειες. Είναι καλή η προσφορά και η διακονία, θ πρέπει όμως και να συνοδεύεται από ενδιαφέρον για τα ανώτερα, για την πνευματική τροφή. Δεν απορρίπτει λοιπόν ο Κύριος τη διακονία της Μάρθας, άλλα επαινεί περισσότερο την επιλογή της Μαρίας.
Διότι η Μαρία αξιοποίησε μία μοναδική ευκαιρία. Ήλθε στο σπίτι της ο Χριστός. Δεν ήξερε αν θα είχε άλλοτε μια τέτοια ευκαιρία. Και αφοσιώθηκε στο να ξεδιψά στα νάματα των θείων αληθειών. Το έργο της Μάρθας ήταν χρησιμότατο, της Μαρίας όμως υψηλότερο. Γι’ αυτό ο Κύριος επιπλήττει τη Μάρθα, διότι έχανε το χρόνο της σε υπερβολικές προετοιμασίες, ενώ το καλύτερο που είχε να κάνει την ώρα εκείνη ήταν να αφιερώσει λιγότερο χρόνο στα της μαγειρικής για να επικοινωνήσει με τον Κύριο και να εντρυφήσει στις θείες αλήθειες.
Τούτο σημαίνει ότι πρέπει να ιεραρχούμε σωστά τα πράγματα. Μεγαλύτερη προσφορά μας προς τον Θεό είναι να λαχταρούμε και να ποθούμε τον θείο λόγο του, και μετά το να διακονούμε στα έργα της αγάπης. Βέβαια όλοι μας είμαστε υποχρεωμένοι καθημερινά να επιτελούμε και τα βιοτικά μας έργα, διαφορετικά δεν μπορούμε να ζήσουμε. Όλα αυτά θα τα κάνουμε, και μάλιστα σωστά, με επιμέλεια και προθυμία, όλα προς δόξαν Θεού. Όχι όμως με υπερβολή. Να μη δίνουμε την καρδιά μας σ’ αυτά παραμελώντας όμως έτσι την ψυχή μας.
Μακαρία η Θεοτόκος
.
Στη συνέχεια καθώς μιλούσε ο Κύριος στα πλήθη, κάποια γυναίκα ενθουσιασμένη από τη διδασκαλία του φώναξε με χαρά στον θείο Διδάσκαλο:
— Μακαρία είναι η κοιλία που σε βάστασε, η μητέρα που σε γέννησε και σε έθρεψε.
Και ο Κύριος της απάντησε:
— Πράγματι μακαρία είναι η μητέρα μου! Μακάριοι είναι εκείνοι που ακούν τον λόγο του Θεού και τον εφαρμόζουν στη ζωή τους. Γι’ αυτό ακριβώς και αυτή που με γέννησε και με θήλασε, αξιώθηκε την τιμή αυτή, διότι φύλαξε πάντοτε το λόγο του Θεού.
Με τους λόγους του αυτούς ο Κύριος μακαρίζει διπλά τη μητέρα του. Διότι, επιβεβαιώνοντας τον μακαρισμό της γυναίκας εκείνης, μακαρίζει την Θεοτόκο όχι μόνο διότι αξιώθηκε να γίνει μητέρα του, άλλα και διότι περισσότερο από κάθε άλλον άνθρωπο φύλαξε μέσα της το λόγο του Θεού και τον τήρησε στη ζωή της. Γι’ αυτό γενεές γενεών μακαρίζουμε την Θεοτόκο, όπως η ίδια η Παναγία μας προφήτευσε: «ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί.» (Λουκ. α’ 48). Τη μακαρίζουμε όχι μόνο διότι αξιώθηκε να γίνει Θεοτόκος, Μητέρα δηλαδή του Θεού μας, άλλα και διότι, φυλάσσοντας σ’ όλη τη ζωή της τον λόγο του Θεού, ακτινοβόλησε με την υπέρλαμπρη αρετή της κι έγινε τιμιωτέρα και ενδοξοτέρα των αγγέλων. Η αγιότητά της αποδείχθηκε κρυστάλλινη σ’ όλη της τη ζωή. Διότι ήταν η ταπεινή δούλη του Κυρίου, το υπόδειγμα της υπακοής στο θέλημα του Θεού. Ήταν η Κεχαριτωμένη. Είχε όλες τις αρετές επάνω της, όλα τα υπερφυσικά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος σε ύψιστο βαθμό. Άφθαστο και ασύγκριτο ήταν το πνευματικό της κάλλος και η ψυχική της ωραιότητα.
Και έγινε το παράδειγμα για όλους μας. Παράδειγμα ταπεινώσεως και υπακοής και αγνότητας. Και μας καλεί με την αγία ζωή της να τη μιμηθούμε μελετώντας και εφαρμόζοντας τον λόγο του Θεού και να την ακολουθήσουμε στον βίο της αρετής και της χάριτος.
.
.
Η Μαρία και η Μάρθα
.
Στη Βηθανία η αδελφή του Λαζάρου Μάρθα υποδέχεται στο σπίτι της τον Κύριο, ο οποίος, αφού κάθισε, άρχισε να διδάσκει στους ανθρώπους που παρευρίσκονταν εκεί. Η αδελφή της Μάρθας, η Μαρία, αφοσιώθηκε τόσο πολύ στη διδασκαλία του Κυρίου, ώστε συνεπαρμένη κάθισε κοντά του και ως ταπεινή μαθήτρια άκουγε με προσήλωση τα θεσπέσια λόγια του. Τόσο πολύ απορροφήθηκε, ώστε δεν θέλησε να χάσει ούτε λέξη. Την ώρα όμως που η Μαρία αποταμίευε στην ψυχή της ουράνιους θησαυρούς, η Μάρθα προετοίμαζε για το τραπέζι ό,τι καλύτερο μπορούσε. Ήταν πνιγμένη στις πολλές δουλειές της, διότι φρόντιζε να ετοιμάσει πολλά και ωραία φαγητά για να περιποιηθεί τον Διδάσκαλο. Ήταν βέβαια ικανή και επιμελής στη μαγειρική και στο νοικοκυριό, με κάποια όμως υπερβολή. Γι’ αυτό και κάποια στιγμή πλησίασε τον Κύριο και με τολμηρό τρόπο του είπε το παράπονό της:
— Κύριε, δεν σε νοιάζει που η αδελφή μου με άφησε μονάχη να ετοιμάσω το τραπέζι; Πες της λοιπόν να με βοηθήσει.
Τότε ο Κύριος της αποκρίθηκε:
— Μάρθα, Μάρθα, αγωνιάς, αναστατώνεσαι, κουράζεσαι να ετοιμάσεις πολλά και ποικίλα φαγητά. Ένα όμως είναι το χρήσιμο, η ακρόαση της διδασκαλίας μου. Αυτό διάλεξε η Μαρία, την πνευματική τροφή, η οποία δεν θα της αφαιρεθεί ποτέ.
Ο Κύριος δηλαδή αντί να επιπλήξει τη Μαρία, όπως θα το επιθυμούσε η Μάρθα, παίρνει την αφορμή και επιπλήξει την ίδια. Εδώ όμως κάποιος θα απορήσει: Δηλαδή ο Κύριος καταδικάζει τη διακονία της Μάρθας; Όχι, ασφαλώς! Κάτι άλλο θέλει να δείξει. Είναι σαν να λέει στη Μάρθα: Δεν ήλθα στο σπίτι σας για να απολαύσω πολλά και ωραία φαγητά, άλλα για να σας προσφέρω μεγάλες και ουράνιες αλήθειες. Είναι καλή η προσφορά και η διακονία, θ πρέπει όμως και να συνοδεύεται από ενδιαφέρον για τα ανώτερα, για την πνευματική τροφή. Δεν απορρίπτει λοιπόν ο Κύριος τη διακονία της Μάρθας, άλλα επαινεί περισσότερο την επιλογή της Μαρίας.
Διότι η Μαρία αξιοποίησε μία μοναδική ευκαιρία. Ήλθε στο σπίτι της ο Χριστός. Δεν ήξερε αν θα είχε άλλοτε μια τέτοια ευκαιρία. Και αφοσιώθηκε στο να ξεδιψά στα νάματα των θείων αληθειών. Το έργο της Μάρθας ήταν χρησιμότατο, της Μαρίας όμως υψηλότερο. Γι’ αυτό ο Κύριος επιπλήττει τη Μάρθα, διότι έχανε το χρόνο της σε υπερβολικές προετοιμασίες, ενώ το καλύτερο που είχε να κάνει την ώρα εκείνη ήταν να αφιερώσει λιγότερο χρόνο στα της μαγειρικής για να επικοινωνήσει με τον Κύριο και να εντρυφήσει στις θείες αλήθειες.
Τούτο σημαίνει ότι πρέπει να ιεραρχούμε σωστά τα πράγματα. Μεγαλύτερη προσφορά μας προς τον Θεό είναι να λαχταρούμε και να ποθούμε τον θείο λόγο του, και μετά το να διακονούμε στα έργα της αγάπης. Βέβαια όλοι μας είμαστε υποχρεωμένοι καθημερινά να επιτελούμε και τα βιοτικά μας έργα, διαφορετικά δεν μπορούμε να ζήσουμε. Όλα αυτά θα τα κάνουμε, και μάλιστα σωστά, με επιμέλεια και προθυμία, όλα προς δόξαν Θεού. Όχι όμως με υπερβολή. Να μη δίνουμε την καρδιά μας σ’ αυτά παραμελώντας όμως έτσι την ψυχή μας.
Μακαρία η Θεοτόκος
.
Στη συνέχεια καθώς μιλούσε ο Κύριος στα πλήθη, κάποια γυναίκα ενθουσιασμένη από τη διδασκαλία του φώναξε με χαρά στον θείο Διδάσκαλο:
— Μακαρία είναι η κοιλία που σε βάστασε, η μητέρα που σε γέννησε και σε έθρεψε.
Και ο Κύριος της απάντησε:
— Πράγματι μακαρία είναι η μητέρα μου! Μακάριοι είναι εκείνοι που ακούν τον λόγο του Θεού και τον εφαρμόζουν στη ζωή τους. Γι’ αυτό ακριβώς και αυτή που με γέννησε και με θήλασε, αξιώθηκε την τιμή αυτή, διότι φύλαξε πάντοτε το λόγο του Θεού.
Με τους λόγους του αυτούς ο Κύριος μακαρίζει διπλά τη μητέρα του. Διότι, επιβεβαιώνοντας τον μακαρισμό της γυναίκας εκείνης, μακαρίζει την Θεοτόκο όχι μόνο διότι αξιώθηκε να γίνει μητέρα του, άλλα και διότι περισσότερο από κάθε άλλον άνθρωπο φύλαξε μέσα της το λόγο του Θεού και τον τήρησε στη ζωή της. Γι’ αυτό γενεές γενεών μακαρίζουμε την Θεοτόκο, όπως η ίδια η Παναγία μας προφήτευσε: «ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί.» (Λουκ. α’ 48). Τη μακαρίζουμε όχι μόνο διότι αξιώθηκε να γίνει Θεοτόκος, Μητέρα δηλαδή του Θεού μας, άλλα και διότι, φυλάσσοντας σ’ όλη τη ζωή της τον λόγο του Θεού, ακτινοβόλησε με την υπέρλαμπρη αρετή της κι έγινε τιμιωτέρα και ενδοξοτέρα των αγγέλων. Η αγιότητά της αποδείχθηκε κρυστάλλινη σ’ όλη της τη ζωή. Διότι ήταν η ταπεινή δούλη του Κυρίου, το υπόδειγμα της υπακοής στο θέλημα του Θεού. Ήταν η Κεχαριτωμένη. Είχε όλες τις αρετές επάνω της, όλα τα υπερφυσικά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος σε ύψιστο βαθμό. Άφθαστο και ασύγκριτο ήταν το πνευματικό της κάλλος και η ψυχική της ωραιότητα.
Και έγινε το παράδειγμα για όλους μας. Παράδειγμα ταπεινώσεως και υπακοής και αγνότητας. Και μας καλεί με την αγία ζωή της να τη μιμηθούμε μελετώντας και εφαρμόζοντας τον λόγο του Θεού και να την ακολουθήσουμε στον βίο της αρετής και της χάριτος.
.
.
Δευτέρα 24 Αυγούστου 2009
Η προσωπικότητα του αγίου Κοσμά του Αιτωλού
.
Στην φρικτή και σκοτεινή σκλαβιά της Τουρκοκρατίας, υπήρχαν μερικά φώτα που έδιναν ελπίδα στο υπόδουλο γένος. Αναμφιβόλως η Εκκλησία με την ζωή της, την διδασκαλία της, τα μυστήρια και την λατρεία της, με τα σχολεία, τόσο τα γνωστά όσο και τα λεγόμενα κρυφά, με τα οποία προσέφερε συμπληρωματικές γνώσεις, υπήρξε ένα λαμπρό και μεγάλο φως που σκόρπιζε τα σκότη.
Ασφαλώς ένα τέτοιο μεγάλο φως, που εκπορεύθηκε μέσα από τα σπλάχνα της Εκκλησίας, υπήρξε και ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο οποίος περιόδευσε σχεδόν όλην την Ελληνική επικράτεια, παρηγορώντας και ενισχύοντας ποικιλοτρόπως τους υποδούλους Ρωμηούς, με διδαχές, με θαύματα, με την λατρεία, με την ίδρυση σχολείων, κυρίως με την αγιασμένη ύπαρξή του.
Και το έκανε αυτό μέσα σε ποικίλες δυσκολίες και πολλά εμπόδια. Δεν ήταν μόνο οι Τούρκοι που εμπόδιζαν το έργο του, αλλά και οι Εβραίοι και οι ποικίλοι συμφεροντολόγοι, επειδή πλήττονταν τα συμφέροντά τους. Γι’ αυτό και διέδιδαν πολλά σε βάρος του.Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πρώτη διασωθείσα διδαχή του δίδει μερικά σημεία από την βιογραφία του, επειδή ήθελε τρόπον τινά να συστηθή. Έλεγε:
“Πρέπει δε να ηξεύρετε και η ευγένειά σας δια λόγου μου. Το ηξεύρω πώς άλλοι σάς λέγουν άλλα και άλλοι άλλα. Όμως, ανίσως θέλετε να μάθετε την πάσαν αλήθειαν, εγώ σάς την λέγω. Η πατρίδα μου η ψεύτικη, η γήϊνος, η ματαία, είναι από του Αγίου Άρτης την επαρχίαν, από το Απόκουρο.Ο πατέρας μου, η μητέρα μου, το γένος μου ευσεβείς ορθόδοξοι Χριστιανοί. Είμαι λοιπόν και εγώ, αδελφοί μου, άνθρωπος αμαρτωλός, χειρότερος από όλον τον κόσμον. Είμαι όμως δούλος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, του εσταυρωμένου και Θεού. Όχι πώς είμαι εγώ άξιος να είμαι δούλος του Χριστού, αλλά ο Χριστός μου με καταδέχεται δια την ευσπλαχνίαν του”
(Ιωάννου Μενούνου: Κοσμά του Αιτωλού διδαχές, εκδόσεις Τήνος σελ. 116)
Τα λόγια αυτά του αγίου Κοσμά θεωρώ ότι είναι σημαντικά και θα μου επιτραπή ένας μικρός σχολιασμός.
Πρώτον. Τονίζει ότι κατάγεται από το Απόκουρο. Όπως λέγουν οι ιστορικοί, ο όρος αυτός που κυριαρχούσε καθ’ όλην την περίοδο της Τουρκοκρατίας, μέχρι σήμερα, ίσως έχει ετυμολογική συγγένεια με τους αρχαίους “Κουρήτας” όπως ακριβώς λέγει ο Στράβων: “Ο εύηνος άρχεται εκ Βωμιέων των εν Οφιεύσιν, Αιτωλικού έθνους καθάπερ και οι Ευρυτάνες και Αγραίοι και Κουρήτες και άλλοι”. Μάλιστα, ο Στράβων λέγει ότι οι Κουρήτες κατείχαν όλην την Αιτωλία, αλλά, όταν η Αιτωλία κατακτήθηκε από τον Αιτωλό τον Ενδυμίωνα, οι Κουρήτες υπεχώρησαν στην Ακαρνανία (βλ. Μεγάλη Ελληνική εγκυκλοπαίδεια Δρανδάκη, τόμος Ε’ σελ. 154-165). Επομένως, ήταν Έλληνας κατά την καταγωγή ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός.
Δεύτερον. Χαρακτηρίζει την γενέτειρά του, στην οποία είδε το φως της ζωής, ως επαρχία του Αγίου Άρτης. Δηλαδή, εκφράζεται με εκκλησιαστική γλώσσα. Πράγματι, η Ιερά Μητρόπολη και Αρχιεπισκοπή Ναυπάκτου μέχρι τον 13ο αιώνα ξεκινούσε από την Ναύπακτο, η οποία ήταν έδρα της, και έφθανε μέχρι την Χιμάρα της σημερινής Αλβανίας. Όμως, από τα μέσα του 14ου αιώνος μέχρι σχεδόν την Επανάσταση του 1821 χαρακτηρίζεται ως Μητρόπολη Ναυπάκτου και Άρτης. Κάποια περίοδο, προσωρινά, ήταν και η Άρτα έδρα της Μητροπόλεως, κυρίως όμως έδρα ήταν η Ναύπακτος (βλ. Θρησκευτική και ηθική εγκυκλοπαίδεια, τόμος 9 στ. 325-328). Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι ο άγιος Κοσμάς θεωρεί την επαρχία στην οποία γεννήθηκε μέσα από την εκκλησιαστική διάσταση. Άλλωστε τότε η Εκκλησία αποτελούσε κυρίως την πηγή και την υπόσταση του Έθνους, δεν ήταν το περιεχόμενο του Έθνους, αλλά το περιέχον το Έθνος. Όπως ο Πατριάρχης για ολόκληρη την Ρωμηοσύνη έτσι και ο Μητροπολίτης για κάθε επαρχία ήταν εθνάρχης.
Τρίτον. Ονομάζει την πατρίδα του, στην οποία γεννήθηκε, “ψεύτικη, γήινη, ματαία”. Έχει σαφή γνώση της προελεύσεώς του, της πορείας του και της καταλήξεώς του. Δεν αυτονομεί την σωματική και βιολογική υπόστασή του, αλλά την βλέπει μέσα από την λεγομένη πνευματική υπόσταση. Δεν αισθάνεται ότι έρχεται από το μηδέν και καταλήγει στο μηδέν, αλλά έχει σαφή γνώση ότι το πολίτευμά του βρίσκεται στον ουρανό, εκεί κατευθύνεται και εκεί θα καταλήξη. Έτσι, το ψεύτικο αντιπαραβάλλεται προς το αληθινό, το γήινο με το ουράνιο και το μάταιο με το αιώνιο και μη πεπερασμένο.
Όλοι οι άγιοι αισθάνονται ότι έχουν μια συγκεκριμένη πατρίδα, την οποία αγαπούν, αλλά μαγεύονται από την αιώνια πατρίδα, βλέπουν τον τόπο μέσα από τον τρόπο ζωής, και τον χρόνο μέσα από το αιώνιο. Το χωρίο του Αποστόλου Παύλου: “υμών γαρ το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει, εξ ου και σωτήρα απεκδεχόμεθα Κύριον Ιησούν Χριστόν” (Φιλ. γ’, 20) τους διακατέχει κυριολεκτικά. Ακριβώς δε το χωρίο αυτό δείχνει δύο πραγματικότητες. Η μία εντοπίζεται στο “εν ουρανοίς”, που σημαίνει ότι η πηγή του δικαίου του χριστιανικού πολιτεύματος δεν βρίσκεται στους ανθρώπους, αλλά στον Θεό. Και η άλλη πραγματικότητα συνδέεται με το “εξ ου σωτήρα απεκδεχόμεθα” που σημαίνει ότι η πραγμάτωση του δικαίου, η απόλαυση των δικαιωμάτων των Χριστιανών δεν είναι ιστορική υπόθεση, αλλά εσχατολογική (βλ. Ιωάννου Ζηζιούλα, Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τόμ. Στ’).
Βεβαίως, αγαπούμε την πατρίδα και θυσιαζόμαστε γι’ αυτήν, αλλά όμως δεν την απολυτοποιούμε. Σεβόμαστε το πολίτευμα μιας χώρας, αλλά μας εμπνέει το “εν ουρανοίς” πολίτευμα, όπως λέγεται στην προς Διόγνητον επιστολή: οι Χριστιανοί “πατρίδας οικούσιν ιδίας, αλλ’ ως πάροικοι· μετέχουσι πάντων ως πολίται, και πάνθ’ υπομένουσιν ως ξένοι· πάσα ξένη πατρίς εστιν αυτών, και πάσα πατρίς ξένη”.
Τέταρτον. Ο άγιος Κοσμάς αισθάνεται ότι το γένος του, οι γονείς του δεν είναι μόνον Έλληνες, αλλά και ευσεβείς ορθόδοξοι Χριστιανοί. Η Ορθοδοξία δεν είναι κάτι το παρέμβλητο που εξεδίωξε τον ελληνισμό, αλλά εκείνη που συνέχισε την αρχαία ελληνική σκέψη και νοηματοδότησε ακόμη περισσότερο τον ελληνισμό. Οι Πατέρες της Εκκλησίας συνέχισαν δημιουργικά την σκέψη των αρχαίων Ελλήνων, αφού απάντησαν, μέσα από το περιεχόμενο της αποκαλύψεως, στα οντολογικά, κοσμολογικά και ανθρωπολογικά προβλήματα που είχαν θέσει εκείνοι. Έτσι ακριβώς, δεν μπορεί σήμερα να εννοηθή Ελληνισμός έξω από την Ορθοδοξία, γιατί αποδυναμωμένος από το ορθόδοξο πνεύμα θα είναι ένας παγανισμός και εντελώς οπισθοδρομικός, παρωχημένος.
Πέμπτον. Ο άγιος Κοσμάς έχει βαθειά συναίσθηση ότι είναι ο μεγαλύτερος αμαρτωλός, αλλά ταυτόχρονα ότι είναι δούλος Ιησού Χριστού, αφού Εκείνος με την ευσπλαχνία Του τον καταδέχεται να είναι δούλος Του και να τον υπηρετή. Φαίνεται εδώ η βαθειά του πίστη, ταπείνωση και γενικά το ορθόδοξο ήθος, που συνδέεται με την αυτογνωσία, την ταπείνωση, αλλά και την τιμή να έχη κύριο όχι έναν άνθρωπο, έναν δυνάστη, αλλά τον εύσπλαχνο και γλυκύτατο Χριστό. Αυτό το ορθόδοξο ήθος ήταν μια πυρηνική βόμβα που τίναζε κάθε υπαρξιακή σκλαβιά, που τον έκανε να αισθάνεται ελεύθερος πολιορκημένος, γιατί είναι δυνατόν να αισθάνεται κανείς ελεύθερος, ζώντας σε υπόδουλες πατρίδες, καθώς επίσης να αισθάνεται δούλος ζώντας σε ελεύθερες πατρίδες. Η ελευθερία είναι κυρίως μια υπαρξιακή υπόθεση.
Όσα ανέφερα με συντομία προηγουμένως ήταν το ρεύμα ζωής που περνούσε μέσα από την προσωπικότητα του αγίου Κοσμά του Αιτωλού και τον κατέστησε ένα μεγάλο φώς, έναν προβολέα του ελληνορθοδόξου πνεύματος μέσα στο σκοτάδι της σκλαβιάς. Αυτό ήταν εκείνο που τον κατέστησε έναν γνήσιο επαναστάτη, εναντίον κάθε καθεστηκυίας τάξεως, υπαρξιακής, αισθητικής, βιολογικής και κοινωνικής.
Η πνευματική ελευθερία δεν δεσμεύεται ούτε υποδουλώνεται ποτέ. Αυτήν προσφέρει η Εκκλησία με την ζωή της. Αυτήν έχουμε σήμερα ανάγκη, αφού διάφοροι τυραννίσκοι και δυνάστες, οι οποίοι παρουσιάζονται με χαμόγελα και επίπλαστες ευγένειες, επιδιώκουν να μας υποδουλώσουν και ως Έθνη και ως ανθρώπους. Χρειαζόμαστε αυτήν την παράδοση που προσωποποιείται στα πρόσωπα των αγίων, και συγκεκριμένα εδώ στην μορφή και την προσωπικότητα του αγίου Κοσμά του Αιτωλού.
Γι’ αυτό αισθανόμαστε την ανάγκη να παρακαλέσουμε: “άγιε Κοσμά, πατριώτη μας και πρόγονέ μας, τόσο στην ελληνική καταγωγή όσο και στην ορθόδοξη πίστη, πρέσβευε για όλους εμάς, γι’ αυτόν τον λαό που σε αγαπάει και αναμένει λύτρωση από κάθε σκλαβιά, πνευματική, ψυχολογική, πολιτιστική, στείλε την ευλογία σου σ’ αυτόν τον λαό που πεινά και διψά για ειρήνη, για αγάπη, για ελευθερία, για ανθρωπιά, για νόημα ζωής”. “Άγιε Ιερομάρτυς Κοσμά πρέσβευε προς Κύριον ελεηθήναι τας ψυχάς ημών”.
Ασφαλώς ένα τέτοιο μεγάλο φως, που εκπορεύθηκε μέσα από τα σπλάχνα της Εκκλησίας, υπήρξε και ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο οποίος περιόδευσε σχεδόν όλην την Ελληνική επικράτεια, παρηγορώντας και ενισχύοντας ποικιλοτρόπως τους υποδούλους Ρωμηούς, με διδαχές, με θαύματα, με την λατρεία, με την ίδρυση σχολείων, κυρίως με την αγιασμένη ύπαρξή του.
Και το έκανε αυτό μέσα σε ποικίλες δυσκολίες και πολλά εμπόδια. Δεν ήταν μόνο οι Τούρκοι που εμπόδιζαν το έργο του, αλλά και οι Εβραίοι και οι ποικίλοι συμφεροντολόγοι, επειδή πλήττονταν τα συμφέροντά τους. Γι’ αυτό και διέδιδαν πολλά σε βάρος του.Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πρώτη διασωθείσα διδαχή του δίδει μερικά σημεία από την βιογραφία του, επειδή ήθελε τρόπον τινά να συστηθή. Έλεγε:
“Πρέπει δε να ηξεύρετε και η ευγένειά σας δια λόγου μου. Το ηξεύρω πώς άλλοι σάς λέγουν άλλα και άλλοι άλλα. Όμως, ανίσως θέλετε να μάθετε την πάσαν αλήθειαν, εγώ σάς την λέγω. Η πατρίδα μου η ψεύτικη, η γήϊνος, η ματαία, είναι από του Αγίου Άρτης την επαρχίαν, από το Απόκουρο.Ο πατέρας μου, η μητέρα μου, το γένος μου ευσεβείς ορθόδοξοι Χριστιανοί. Είμαι λοιπόν και εγώ, αδελφοί μου, άνθρωπος αμαρτωλός, χειρότερος από όλον τον κόσμον. Είμαι όμως δούλος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, του εσταυρωμένου και Θεού. Όχι πώς είμαι εγώ άξιος να είμαι δούλος του Χριστού, αλλά ο Χριστός μου με καταδέχεται δια την ευσπλαχνίαν του”
(Ιωάννου Μενούνου: Κοσμά του Αιτωλού διδαχές, εκδόσεις Τήνος σελ. 116)
Τα λόγια αυτά του αγίου Κοσμά θεωρώ ότι είναι σημαντικά και θα μου επιτραπή ένας μικρός σχολιασμός.
Πρώτον. Τονίζει ότι κατάγεται από το Απόκουρο. Όπως λέγουν οι ιστορικοί, ο όρος αυτός που κυριαρχούσε καθ’ όλην την περίοδο της Τουρκοκρατίας, μέχρι σήμερα, ίσως έχει ετυμολογική συγγένεια με τους αρχαίους “Κουρήτας” όπως ακριβώς λέγει ο Στράβων: “Ο εύηνος άρχεται εκ Βωμιέων των εν Οφιεύσιν, Αιτωλικού έθνους καθάπερ και οι Ευρυτάνες και Αγραίοι και Κουρήτες και άλλοι”. Μάλιστα, ο Στράβων λέγει ότι οι Κουρήτες κατείχαν όλην την Αιτωλία, αλλά, όταν η Αιτωλία κατακτήθηκε από τον Αιτωλό τον Ενδυμίωνα, οι Κουρήτες υπεχώρησαν στην Ακαρνανία (βλ. Μεγάλη Ελληνική εγκυκλοπαίδεια Δρανδάκη, τόμος Ε’ σελ. 154-165). Επομένως, ήταν Έλληνας κατά την καταγωγή ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός.
Δεύτερον. Χαρακτηρίζει την γενέτειρά του, στην οποία είδε το φως της ζωής, ως επαρχία του Αγίου Άρτης. Δηλαδή, εκφράζεται με εκκλησιαστική γλώσσα. Πράγματι, η Ιερά Μητρόπολη και Αρχιεπισκοπή Ναυπάκτου μέχρι τον 13ο αιώνα ξεκινούσε από την Ναύπακτο, η οποία ήταν έδρα της, και έφθανε μέχρι την Χιμάρα της σημερινής Αλβανίας. Όμως, από τα μέσα του 14ου αιώνος μέχρι σχεδόν την Επανάσταση του 1821 χαρακτηρίζεται ως Μητρόπολη Ναυπάκτου και Άρτης. Κάποια περίοδο, προσωρινά, ήταν και η Άρτα έδρα της Μητροπόλεως, κυρίως όμως έδρα ήταν η Ναύπακτος (βλ. Θρησκευτική και ηθική εγκυκλοπαίδεια, τόμος 9 στ. 325-328). Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι ο άγιος Κοσμάς θεωρεί την επαρχία στην οποία γεννήθηκε μέσα από την εκκλησιαστική διάσταση. Άλλωστε τότε η Εκκλησία αποτελούσε κυρίως την πηγή και την υπόσταση του Έθνους, δεν ήταν το περιεχόμενο του Έθνους, αλλά το περιέχον το Έθνος. Όπως ο Πατριάρχης για ολόκληρη την Ρωμηοσύνη έτσι και ο Μητροπολίτης για κάθε επαρχία ήταν εθνάρχης.
Τρίτον. Ονομάζει την πατρίδα του, στην οποία γεννήθηκε, “ψεύτικη, γήινη, ματαία”. Έχει σαφή γνώση της προελεύσεώς του, της πορείας του και της καταλήξεώς του. Δεν αυτονομεί την σωματική και βιολογική υπόστασή του, αλλά την βλέπει μέσα από την λεγομένη πνευματική υπόσταση. Δεν αισθάνεται ότι έρχεται από το μηδέν και καταλήγει στο μηδέν, αλλά έχει σαφή γνώση ότι το πολίτευμά του βρίσκεται στον ουρανό, εκεί κατευθύνεται και εκεί θα καταλήξη. Έτσι, το ψεύτικο αντιπαραβάλλεται προς το αληθινό, το γήινο με το ουράνιο και το μάταιο με το αιώνιο και μη πεπερασμένο.
Όλοι οι άγιοι αισθάνονται ότι έχουν μια συγκεκριμένη πατρίδα, την οποία αγαπούν, αλλά μαγεύονται από την αιώνια πατρίδα, βλέπουν τον τόπο μέσα από τον τρόπο ζωής, και τον χρόνο μέσα από το αιώνιο. Το χωρίο του Αποστόλου Παύλου: “υμών γαρ το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει, εξ ου και σωτήρα απεκδεχόμεθα Κύριον Ιησούν Χριστόν” (Φιλ. γ’, 20) τους διακατέχει κυριολεκτικά. Ακριβώς δε το χωρίο αυτό δείχνει δύο πραγματικότητες. Η μία εντοπίζεται στο “εν ουρανοίς”, που σημαίνει ότι η πηγή του δικαίου του χριστιανικού πολιτεύματος δεν βρίσκεται στους ανθρώπους, αλλά στον Θεό. Και η άλλη πραγματικότητα συνδέεται με το “εξ ου σωτήρα απεκδεχόμεθα” που σημαίνει ότι η πραγμάτωση του δικαίου, η απόλαυση των δικαιωμάτων των Χριστιανών δεν είναι ιστορική υπόθεση, αλλά εσχατολογική (βλ. Ιωάννου Ζηζιούλα, Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τόμ. Στ’).
Βεβαίως, αγαπούμε την πατρίδα και θυσιαζόμαστε γι’ αυτήν, αλλά όμως δεν την απολυτοποιούμε. Σεβόμαστε το πολίτευμα μιας χώρας, αλλά μας εμπνέει το “εν ουρανοίς” πολίτευμα, όπως λέγεται στην προς Διόγνητον επιστολή: οι Χριστιανοί “πατρίδας οικούσιν ιδίας, αλλ’ ως πάροικοι· μετέχουσι πάντων ως πολίται, και πάνθ’ υπομένουσιν ως ξένοι· πάσα ξένη πατρίς εστιν αυτών, και πάσα πατρίς ξένη”.
Τέταρτον. Ο άγιος Κοσμάς αισθάνεται ότι το γένος του, οι γονείς του δεν είναι μόνον Έλληνες, αλλά και ευσεβείς ορθόδοξοι Χριστιανοί. Η Ορθοδοξία δεν είναι κάτι το παρέμβλητο που εξεδίωξε τον ελληνισμό, αλλά εκείνη που συνέχισε την αρχαία ελληνική σκέψη και νοηματοδότησε ακόμη περισσότερο τον ελληνισμό. Οι Πατέρες της Εκκλησίας συνέχισαν δημιουργικά την σκέψη των αρχαίων Ελλήνων, αφού απάντησαν, μέσα από το περιεχόμενο της αποκαλύψεως, στα οντολογικά, κοσμολογικά και ανθρωπολογικά προβλήματα που είχαν θέσει εκείνοι. Έτσι ακριβώς, δεν μπορεί σήμερα να εννοηθή Ελληνισμός έξω από την Ορθοδοξία, γιατί αποδυναμωμένος από το ορθόδοξο πνεύμα θα είναι ένας παγανισμός και εντελώς οπισθοδρομικός, παρωχημένος.
Πέμπτον. Ο άγιος Κοσμάς έχει βαθειά συναίσθηση ότι είναι ο μεγαλύτερος αμαρτωλός, αλλά ταυτόχρονα ότι είναι δούλος Ιησού Χριστού, αφού Εκείνος με την ευσπλαχνία Του τον καταδέχεται να είναι δούλος Του και να τον υπηρετή. Φαίνεται εδώ η βαθειά του πίστη, ταπείνωση και γενικά το ορθόδοξο ήθος, που συνδέεται με την αυτογνωσία, την ταπείνωση, αλλά και την τιμή να έχη κύριο όχι έναν άνθρωπο, έναν δυνάστη, αλλά τον εύσπλαχνο και γλυκύτατο Χριστό. Αυτό το ορθόδοξο ήθος ήταν μια πυρηνική βόμβα που τίναζε κάθε υπαρξιακή σκλαβιά, που τον έκανε να αισθάνεται ελεύθερος πολιορκημένος, γιατί είναι δυνατόν να αισθάνεται κανείς ελεύθερος, ζώντας σε υπόδουλες πατρίδες, καθώς επίσης να αισθάνεται δούλος ζώντας σε ελεύθερες πατρίδες. Η ελευθερία είναι κυρίως μια υπαρξιακή υπόθεση.
Όσα ανέφερα με συντομία προηγουμένως ήταν το ρεύμα ζωής που περνούσε μέσα από την προσωπικότητα του αγίου Κοσμά του Αιτωλού και τον κατέστησε ένα μεγάλο φώς, έναν προβολέα του ελληνορθοδόξου πνεύματος μέσα στο σκοτάδι της σκλαβιάς. Αυτό ήταν εκείνο που τον κατέστησε έναν γνήσιο επαναστάτη, εναντίον κάθε καθεστηκυίας τάξεως, υπαρξιακής, αισθητικής, βιολογικής και κοινωνικής.
Η πνευματική ελευθερία δεν δεσμεύεται ούτε υποδουλώνεται ποτέ. Αυτήν προσφέρει η Εκκλησία με την ζωή της. Αυτήν έχουμε σήμερα ανάγκη, αφού διάφοροι τυραννίσκοι και δυνάστες, οι οποίοι παρουσιάζονται με χαμόγελα και επίπλαστες ευγένειες, επιδιώκουν να μας υποδουλώσουν και ως Έθνη και ως ανθρώπους. Χρειαζόμαστε αυτήν την παράδοση που προσωποποιείται στα πρόσωπα των αγίων, και συγκεκριμένα εδώ στην μορφή και την προσωπικότητα του αγίου Κοσμά του Αιτωλού.
Γι’ αυτό αισθανόμαστε την ανάγκη να παρακαλέσουμε: “άγιε Κοσμά, πατριώτη μας και πρόγονέ μας, τόσο στην ελληνική καταγωγή όσο και στην ορθόδοξη πίστη, πρέσβευε για όλους εμάς, γι’ αυτόν τον λαό που σε αγαπάει και αναμένει λύτρωση από κάθε σκλαβιά, πνευματική, ψυχολογική, πολιτιστική, στείλε την ευλογία σου σ’ αυτόν τον λαό που πεινά και διψά για ειρήνη, για αγάπη, για ελευθερία, για ανθρωπιά, για νόημα ζωής”. “Άγιε Ιερομάρτυς Κοσμά πρέσβευε προς Κύριον ελεηθήναι τας ψυχάς ημών”.
Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου
.
Σάββατο 22 Αυγούστου 2009
Τα μυστικά της καλής επικοινωνίας,
.
Τα μυστικά της καλής επικοινωνίας,ή όλα όσα δυσκολευόμαστε να κάνουμε για να βελτιώσουμε τις σημαντικές, προσωπικές μας σχέσεις
H βελτίωση της επικοινωνίας στις συντροφικές σχέσεις
Στη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα πολύ άνθρωποι δοκιμάζουν εντάσεις, συγκρούσεις και δυσκολίες στις σχέσεις της προσωπικής τους ζωής. Ιδιαίτερα οι συζυγικές σχέσεις διαταράσσονται σοβαρά από εξωπραγματικές προσδοκίες, σύγχυση ρόλων, προβλήματα επικοινωνίας, παρεμβάσεις τρίτων, δυσκολίες στη σεξουαλική ζωή, τη διαχείριση των οικονομικών πόρων. Ακόμα, οι τραυματικές εμπειρίες από την παιδική ηλικία και οι προηγούμενες σχέσεις, οι ανασφάλειες, οι φόβοι κ.α. δεν μας επιτρέπουν να αντιμετωπίσουμε με διαύγεια και υπομονή το σύντροφό μας. Με το πέρασμα του χρόνου, η αγάπη και ο αμοιβαίος σεβασμός δίνουν τη θέση τους στην απογοήτευση, την οργή, τις αρνητικές κριτικές, τα αισθήματα παραμέλησης και εγκατάλειψης. Η σχέση αντί να είναι πηγή χαράς και δημιουργίας, γίνεται πηγή οδύνης. Αισθανόμαστε ότι ο σύντροφός μας δεν μας καταλαβαίνει, ότι είναι αδιάφορος ή επιθετικός ή ότι έχει υπερβολικές απαιτήσεις. Όσο περισσότερο προσπαθούμε να τον πείσουμε να βελτιώσει τη συμπεριφορά του για να ικανοποιηθούν οι προσδοκίες μας, τόσο περισσότερο απογοητευόμαστε. Ο άλλος δεν φαίνεται διατεθειμένος να αλλάξει και οι δικές μας παρατηρήσεις, απαιτήσεις, ή συμβουλές, όχι μόνο δεν έχουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, αλλά δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Αν θέλουμε πραγματικά να βοηθήσουμε τη σχέση είναι προτιμότερο να στραφούμε προς τον εαυτό μας, και να προσπαθήσουμε, όσο μπορούμε, να αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε και αντιμετωπίζουμε το σύντροφό μας. Χρειάζεται να καλλιεργήσουμε την αυτογνωσία, να συνειδητοποιήσουμε τα δικά μας λάθη και τις δικές μας αδυναμίες και να πειραματιστούμε με νέους τρόπους δημιουργικής επικοινωνίας. Να αναζητήσουμε νέους τρόπους κατανόησης και ερμηνείας της συμπεριφοράς του συντρόφου, αλλά και νέους γόνιμους τρόπους για να του μεταφέρουμε τα δικά μας μηνύματα. Τις περισσότερες φορές καταλαβαίνουμε τον άλλο χρησιμοποιώντας στοιχεία που υπάρχουν στον δικό μας ψυχισμό. Ερμηνεύουμε τον άλλο μέσα από το πρίσμα των προσωπικών μας εμπειριών ή και συναισθημάτων.Η αυθεντική επικοινωνία προϋποθέτει βαθιά γνώση του εαυτού μας, αυτοέλεγχο και εσωτερική ισορροπία. Αν έχουμε συνειδητοποιήσει τα ιδιαίτερα ψυχολογικά μας χαρακτηριστικά, τότε μπορούμε να ελέγξουμε και να σεβαστούμε την προσωπικότητα του άλλου, γι΄ αυτό που είναι χωρίς να επιδιώκουμε να τον προσαρμόσουμε στα δικά μας δεδομένα.Έχω τη δυνατότητα να καταλάβω τον άλλο καλύτερα όταν μπορώ να καταπαύσω τις δικές μου ψυχικές συγκρούσεις. Όταν κραυγάζουν μέσα μου δυνατές φωνές, δεν μπορώ ν’ ακούσω τον άλλο. Όταν δεν έχω απελευθερωθεί από τα δεσμά των έντονων αναγκών μου, δεν μπορώ να καταλάβω τον άλλο. Όταν δεν έχω συμφιλιωθεί με τον εαυτό μου, δεν μπορώ να συγχωρήσω τον άλλο. Όταν δεν έχω γαληνέψει μέσα μου, δεν μπορώ να καθησυχάσω τον άλλο. Όταν δεν έχω αγαπήσει τον εαυτό μου, δεν μπορώ να αγαπήσω τον άλλο.Αληθινή κατανόηση του συντρόφου δεν σημαίνει θεωρητική ερμηνεία των σκέψεων και των αισθημάτων του, αλλά ταύτιση μαζί του, συμμετοχή στα αισθήματά του, σημαίνει να δούμε και να αισθανθούμε την πραγματικότητα με τον τρόπο που εκείνος την βλέπει και την αισθάνεται. Επικοινωνώ δημιουργικά με τον σύντροφό μου, όταν εκτιμώ και αποδέχομαι με σεβασμό τα αισθήματα του, χωρίς να εξετάζω αν είναι σωστά ή λάθος. Η άνευ όρων αποδοχή των αισθημάτων και των βιωμάτων του άλλου, δημιουργεί το κατάλληλο περιβάλλον που θα τον βοηθήσει να εξερευνήσει τον εαυτό του, να αναπτύξει και να αξιοποιήσει τις εσωτερικές δυνατότητες αλλαγής που κρύβονται μέσα του. Ενώ αντίθετα, οι προσπάθειες που καταβάλλουμε για να τον αλλάξουμε, τον κάνουν να νοιώθει ανώριμος, ανίκανος και ανίσχυρος να επιλέξει από μόνος του το σωστό, και τον οδηγούν, ακόμα και χωρίς να το θέλει, να γίνεται αμυντικός, να απορρίψει αυτό που του λέμε ή και να ορθώσει ένα συναισθηματικό αμυντικό τείχος απέναντί μας, ώστε να προφυλάξει την αξιοπρέπειά του. Όταν ο σύντροφός μας αισθάνεται ότι νοιαζόμαστε γι’ αυτόν, ότι τον αγαπάμε και τον αποδεχόμαστε με σεβασμό, είναι περισσότερο πρόθυμος να προσέξει, και ίσως να αποδεχθεί το μήνυμα που θα θέλαμε να του μεταφέρουμε. Το κλειδί στην επικοινωνία δεν είναι αυτό που λέμε, αλλά ο τρόπος που το λέμε. Το πιο σημαντικό είναι το πλαίσιο, το κλίμα, μέσα στον οποίο διαδραματίζεται η επικοινωνία. Όταν ο άλλος αισθάνεται ότι τον σέβομαι και τον αγαπώ, είναι διατεθειμένος να με ακούσει, να πάρει σοβαρά υπόψη του αυτό που του λέω ενώ όταν αισθάνεται ότι παραβιάζω τα όριά του και επιτίθεμαι στην προσωπικότητά του, γίνεται αρνητικός σε ό,τι και να του πω, θυμώνει μαζί μου και αντιδρά με βία, απαντά με σκληρά και απερίσκεπτα λόγια ή αποσύρεται συναισθηματικά για να μην πληγώνεται. Για να καταλάβω αληθινά τον άλλο πρέπει να μπορώ να αδειάσω από τον εαυτό μου, και να γεμίσω από αυτόν, να τον προσλάβω αναλλοίωτο, να τον αποδεχθώ χωρίς όρους μέσα στην αγάπη. Η ασφάλεια που θα νιώσει κοντά μου στα πλαίσια της αγάπης θα τον βοηθήσει να γίνει καλύτερος. Τα μυστικά της καλής επικοινωνίας ή όλα όσα δυσκολευόμαστε να κάνουμε για να βελτιώσουμε τις σημαντικές προσωπικές μας σχέσεις "Δεν φτάνουμε στην αγάπη βρίσκοντας ένα τέλειο άνθρωπο,αλλά μαθαίνοντας να βλέπουμε ένα ατελή άνθρωπο τέλεια".Ενώ η ερωτική εμπειρία προκύπτει αυθόρμητα, η ποιότητα στην μόνιμη συντροφική σχέση απαιτεί γνώση, ικανότητες, χρόνο και ενέργεια. Χρειάζεται εγρήγορση και επίμονη προσπάθεια για να υποστηρίζουμε συνεχώς την αγάπη στη σχέση και να υπερνικάμε τις αντιξοότητες. Θα σας αναφέρουμε παρακάτω ορισμένες προτάσεις – παραινέσεις τις οποίες όσο περισσότερο μπορούμε να εφαρμόζουμε στην πράξη της καθημερινής μας ζωής τόσο περισσότερο δίνουμε στις σχέσεις μας την ευκαιρία να βελτιωθούν:- Στη συντροφική σχέση τον κυρίαρχο λόγο δεν τον έχει η λογική ή αυτό που εσύ θεωρείς σωστό αλλά η κάλυψη των βασικών αναγκών των συντρόφων. Αυτό που είναι ή φαίνεται να είναι σωστό και δίκαιο μπορεί να λειτουργεί καταστρεπτικά στις συντροφικές σχέσεις. Κάθε νίκη που κατορθώνεις μέσα στη σχέση τραυματίζει την αγάπη. - Μην περιμένεις να σου προσφέρει τα πάντα ο σύντροφός σου. - Φρόντισε να έχεις μια κοινή δραστηριότητα με τον σύντροφό σου. Οι ευχάριστες και δημιουργικές δραστηριότητες που κάνετε μαζί, σας ενώνουν.- Μη απαιτείς ο σύντροφός σου να καλύψει όλες τις προσδοκίες σου. Προσπάθησε να αποδεχτείς ειρηνικά τις διαφορές που προκύπτουν ανάμεσα σε αυτό που θα ήθελες και την πραγματικότητα. Προσπάθησε να αποδεχθείς όσο σου είναι δυνατόν την πραγματικότητα. - Συνειδητοποίησε ότι στη ρίζα της αρνητικής συμπεριφοράς του συντρόφου σου δεν βρίσκεται η κακή πρόθεση αλλά οι ανάγκες και οι αδυναμίες του. Κάτω από μια επιφανειακή σύγκρουση, υπάρχει πάντοτε μια βαθύτερη κρυμμένη ιστορία για τον κάθε σύντροφο η οποία συχνά είναι δύσκολο να αντιμετωπισθεί. - Προστάτεψε όσο μπορείς τη συναισθηματική σου ισορροπία και την προσωπική σου ελευθερία χωρίς να συντρίβεις όμως την ισορροπία και την ελευθερία του άλλου.- Προστάτεψε όσο μπορείς την ιδιωτικότητα της σχέσης από τις παρεμβάσεις συγγενών και φίλων. - Προσπάθησε να αποχωρισθείς συναισθηματικά από την οικογένεια της παιδικής σου ηλικίας. - Μην τσακώνεσαι ποτέ μπροστά σε τρίτους. Η παρουσία των άλλων αλλοιώνει και παραμορφώνει την ιδιαιτερότητα της συντροφικής συγκρουσιακής διαδικασίας. Προσπαθώντας να κερδίσεις τον αγώνα στα μάτια των άλλων, υποβιβάζεις τον σύντροφό σου, και δεν του αποδίδεις τον οφειλόμενο σεβασμό. Αν προκύψει πρόβλημα μπροστά σε τρίτους είναι προτιμότερο να συμφωνήσεις με το σύντροφό σου να το συζητήσετε αργότερα.- Άκουσε προσεκτικά τις απόψεις και τα παράπονα του συντρόφου σου, χωρίς να τον διακόπτεις, δείξε και συγχωρητικότητα.- Αντί να εξετάζεις το σωστό και το λάθος, ρώτησε το σύντροφό σου αν έχεις καταλάβει σωστά αυτό που σκέπτεται ή αισθάνεται. Προσπάθησε να περιγράψεις με δικά σου λόγια αυτό που νομίζεις ότι είπε. Λέγοντάς του «αν έχω καταλάβει σωστά θέλεις να πεις ότι … » ή «θα ήθελα να μου μιλήσεις περισσότερο γι’ αυτό που αισθάνεσαι…» διευκρινίζουμε τις παρανοήσεις, η επικοινωνία μας γίνεται περισσότερο ακριβής, βοηθάμε τον άλλο να έρθει σε επαφή με τα συναισθήματά του, και του δείχνουμε ότι ενδιαφερόμαστε πραγματικά γι’ αυτό που συμβαίνει μέσα του. - Μην θίγεις ποτέ αγαπημένα πρόσωπα του άλλου. Ακόμη και αν τα πρόσωπα που αγαπά ή εκτιμά ο σύντροφός σου κάνουν λάθη ή επηρεάζουν αρνητικά τη σχέση σας, θα πρέπει να μιλάς γι’ αυτά τα πρόσωπα με πολύ προσοχή και σεβασμό. Κανείς δεν ανέχεται να υποτιμούν μπροστά του ανθρώπους που αγαπά. - Ανάλαβε την προσωπική σου ευθύνη, αναζήτησε και παραδέξου τη δική σου συμμετοχή-συμβολή στις ρίζες των συγκρούσεων.- Παραδέξου ότι και οι δύο είστε κατά κάποιο τρόπο αδύνατοι, φοβισμένοι και πληγωμένοι.- Συνειδητοποίησε ότι συχνά δεν είναι ο άλλος που σου προκαλεί την οδύνη. Ο άλλος είναι απλά ο καθρέπτης πάνω στον οποίο προβάλλονται τα δικά σου προβλήματα και οι δικές σου εσωτερικές συγκρούσεις και αδυναμίες.- Αντί να κατηγορείς, να κρίνεις ή να βάζεις ετικέτες στον άλλο χρησιμοποίησε προσωπικές δηλώσεις σε πρώτο πρόσωπο. Αντί να πεις "είσαι εγωίστρια, σκέφτεσαι μόνο τον εαυτό σου" είναι καλύτερα να πεις "είμαι φορτωμένος με πάρα πολλές ευθύνες και αισθάνομαι την ανάγκη να με βοηθήσεις". - Συνειδητοποίησε ότι η αδιαφορία, η αποφυγή και η συναισθηματική απόσυρση μπορούν να προκαλέσουν αρνητικές και βίαιες συμπεριφορές του συντρόφου. - Μην απομονώνεσαι συναισθηματικά κτίζοντας μέρα με τη μέρα ένα αόρατο τοίχο. - Προσπάθησε να μην καταλήγεις εύκολα σε συμπεράσματα από τα λόγια του άλλου.- Είναι προτιμότερο να συγκεντρώνεσαι στα λόγια του άλλου την ώρα που μιλάει για να καταλάβεις τις σκέψεις και τα αισθήματα του, παρά να ετοιμάζεις τα επιχειρήματα με τα οποία θα αναιρέσεις αργότερα όσα λέει.- Όταν ο άλλος σου επιτίθεται, σημαίνει ότι αισθάνεται πληγωμένος από σένα. Πίσω από τη βίαιη συμπεριφορά του, κρύβεται πόνος και απογοήτευση. Άκουσέ τον με ενσυναίσθηση.- Μη συμφωνείς πρόχειρα με όλα όσα λέει ο σύντροφός σου μόνο και μόνο, για να τελειώσει γρήγορα η συζήτηση. - Απόφυγε να μιλάς συνεχώς, και δώσε χρόνο στον άλλο για να εκφράσει τις δικές του απόψεις και συναισθήματα. Η σιωπή είναι ίσως το πιο εποικοδομητικό στοιχείο του διαλόγου, Το να ακούσεις προσεκτικά αυτό που έχει να σου πει είναι πιο σημαντικό από το να δώσεις συμβουλές. - Κοίταζε τον άλλο στα μάτια με προσοχή, και δείχνε με τις μιμικές εκφράσεις του προσώπου σου και με τη στάση και την κίνηση του σώματός σου, ότι σε ενδιαφέρουν τα όσα λέει.- Να θυμάσαι ότι Αγαπώ σημαίνει έχω τη δυνατότητα να μπαίνω κάτω από τον άλλο χωρίς να συνθλίβομαιΗ αγάπη για τους εχθρούς έτσι γίνεται το κορυφαίο επίτευγμα της αγάπης. Όπως γράφει ο Μητροπολίτης Ιωάννης Ζηζούλιας: « Καμιά μορφή αγάπης δεν είναι πιο ελεύθερη από αυτήν, και καμιά μορφή ελευθερίας δεν ταυτίζεται πιο πολύ με την αγάπη των εχθρών … η αγάπη που δεν περιμένει ανταπόδοση.. είναι αληθινά χάρις δηλαδή ελευθερία…. Μόνο όταν συμπίπτει η αγάπη με την ελευθερία έχουμε θεραπεία. Αγάπη χωρίς ελευθερία και ελευθερία χωρία αγάπη αποτελούν παθολογικές καταστάσεις που χρειάζονται θεραπεία.»
.
Πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Καλογερόπουλος
Πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Καλογερόπουλος
.
Παρασκευή 21 Αυγούστου 2009
Ο Μέγας συμπονετικός !
.
Λίγοι φίλοι είναι τόσο πιστοί στη ζωή του κάθε ανθρώπου, όσο ο ανθρώπινος πόνος. Ο πόνος μιας μάνας μάς φέρνει στη ζωή, με πόνο της δικής μας ψυχής την αποχαιρετούμε. Και στο ενδιάμεσο, ο πόνος, ο κάθε είδους πόνος, πάντα παρών. Πολλές φορές μάλιστα παρών, έστω και απών, καθώς ο φόβος και η αγωνία για τον ερχομό του σφραγίζει ακόμη και την ώρα της χαράς ή της ανάπαυσης.
Διαχρονικό και πανανθρώπινο το ερώτημα: Γιατί ο πόνος στη ζωή μας; Γιατί τόσο μεγάλη η δύναμη του, ώστε και ο θάνατος να φαντάζει πολλές φορές ως λύτρωση; και αν ο κοσμικός άνθρωπος, ο ξεκομμένος από κάθε μεταφυσική αναζήτηση, ο εμπλεγμένος μόνο στις διαδικασίες της καθημερινότητας πνίγεται από την αγωνία του ερχομού του η τα βάζει με την κακοτυχία του όταν νιώσει την επίσκεψη του ή, τέλος, μαθαίνει να υπομένει στωικά την παρουσία του, ο πιστός χριστιανός βρίσκεται αντιμέτωπος με μία θεμελιώδη αντίφαση: πως συμβιβάζεται η παρουσία του πόνου και της πάσης φύσεως οδύνης στη ζωή του άνθρωπου με την άπειρη αγάπη και φιλανθρωπία του Δημιουργού;
Από το ερώτημα αυτό ίσως να ξεκινάει η αναζήτηση της ουσίας της χριστιανικής θεολογίας. Μία σειρά από «γιατί» θα μάς φέρουν αργά η γρήγορα στην πύλη της Εδέμ, που μόλις έχει κλείσει, αφήνοντας έξω τους πρωτοπλάστους. την ώρα που η Εύα και ο Αδάμ στέκονται αμήχανοι μπροστά στο ξεκίνημα της νέας τους ζωής, ο κύκλος της οδύνης έχει ανοίξει. Κι όσο κι αν ακούγεται σκληρό και περίεργο, οι πατέρες της Εκκλησίας συμφωνούν, πως ο Θεός δεν τιμωρεί άλλα προικίζει τον άνθρωπο με τη φθορά και το θάνατο. Γιατί; Γιατί τόση σκληρότητα, θα ρωτήσουν πολλοί. Κι όμως! Όσοι κρατήσουν στην ψυχή τους ακλόνητη την πίστη σε ένα Θεό αγάπης και ελέους, θα καταφέρουν, αν όχι να καταλάβουν, τουλάχιστον να υποψιαστούν το τι πασκίζει ο Θεός να καταφέρει.
Δε θέλει ο Θεός να ξεχαστεί ο παράδεισος. Δε θέλει να δει τον άνθρωπο να συμφιλιώνεται με την αποτυχία και να θεωρεί φυσιολογικό το λάθος. δεν ευλογεί ο Θεός την αιωνιότητα του «τίποτα». Αυτού του «τίποτα» τη γεύση είχε ο καρπός του δέντρου. Και η ίδια αυτή πικρή γεύση διαπότισε, μέσα από την προπατορική αμαρτία όλη την Κτίση. Με πόνο και όχι με οργή ανακοινώνει στον Αδάμ την προπατορική συνέπεια. Πικρό το ψωμί που θα τρως, τον κύκλο του θανάτου θα κινεί. Πικρός κι ο ερχομός της ζωής για τη γυναίκα σου. Με πόνο θα γεννάει.
Όποιος ακούσει μόνο αυτά, δε θα μπορέσει να καταλάβει το σχέδιο της αγάπης του Θεού. Και είναι η πίστη εκείνη που κάνει τον άνθρωπο ικανό να ακούσει τα υπόλοιπα. Ναί, ο πόνος και ο θάνατος είναι η πιο απτή, η πιο βέβαιη πραγματικότητα. Ναί, το κορμί μας πονάει και γερνάει. Ναί, είμαστε όντα με αρχή και τέλος. Δεν είναι όμως αυτά η μοίρα μας. δεν είναι η καταδίκη μας. Είναι το υλικό να κρατηθεί ζωντανή η πυρά της μνήμης. Ο πόνος δεν αφήνει την ψυχή να ξεχάσει την ποιότητα της ζωής για την οποία ήταν πλασμένη. Η οδύνη της ψυχής και του σώματος είναι το απτό ανθρώπινο παράπονο για μία ζωή που δε μάς αξίζει και το αίτημα για κάτι που κάποτε μάς χαρίστηκε σαν δώρο και που ποτέ δε μάς αφαιρέθηκε.
Δεν πλαστήκαμε για να πεθάνουμε. δεν πλαστήκαμε για να πονάμε. Κι όμως. Όσο κι αν η νοσταλγία δεν έσβησε, όσο κι αν το αίτημα παρέμενε, έπρεπε ο Θεός να γίνει άνθρωπος, για να φανεί πως ο δρόμος της επιστροφής ήταν αδιάβατος. Έπρεπε ο Θεός να γίνει άνθρωπος, για να περπατήσει μέσα από τον πόνο και το θάνατο και να οδηγήσει το ανθρώπινο γένος «εις αναψυχήν». Πέρασαν παιδαγωγοί και συμβουλάτορες πολλοί από την ιστορία. Άλλοι ξόρκισαν τον πόνο με χίλιους δυό τρόπους. Άλλοι τον είδαν σαν βάρος ασήκωτο κι άλλοι σαν φάντασμα. Πάντα με φόβο, πάντα με πανικό, πάντα με εκείνη την ηρεμία του κατάδικου. Παιδαγωγοί δεν έλειψαν ποτέ, ούτε λείπουν.
Πάντα έλειψαν και πάντα λείπουν τα χέρια να στηρίξουν και να τραβήξουν από το τέλμα. Έπρεπε ο Θεός να γίνει άνθρωπος για να καταλάβουμε, όσο καταλάβουμε, πως πιστεύουνε σε θεό σύν-πόνιας. Έπρεπε ο Θεός να γίνει άνθρωπος για να φανεί ο πόνος και ο θάνατος σαν δρόμος και σαν σκιά. Δρόμος με τέλος όχι τον Γολγοθά, άλλα πιο πέρα κι από κει. Με τέλος το κενό μνημείο. Και σκιά ανίκανη να βλάψει αυτόν που με πίστη και γενναιότητα κρατάει το χέρι του εσταυρωμένου, το χέρι του Μεγάλου Συμπονετικού, που δεν εγκατέλειψε ούτε στιγμή το σχέδιο Του: να μάς δει να γευόμαστε τη Ζώη, ξεχείλισμα ζωής, βυθισμένη στη χαρά και την αιωνιότητα
Τα σεπτά Πάθη του Θεανθρώπου πριν λίγο καιρό, μάς υπέδειξαν την σύν-πάθεια και την σύν-πόνια που καλούμαστε να δείξουμε στον πλησίον. Αυτά είναι ο δρόμος πού οδηγεί στην Ανάσταση κάθε κυττάρου της ύπαρξης μας κάθε μέρα, κάθε στιγμή, για όλη μας τη ζωή και πέρα απ’ αυτήν. Ας είναι το συμπόσιο αυτό ένα βήμα κοντύτερα προς αυτόν τον προορισμό.
Διαχρονικό και πανανθρώπινο το ερώτημα: Γιατί ο πόνος στη ζωή μας; Γιατί τόσο μεγάλη η δύναμη του, ώστε και ο θάνατος να φαντάζει πολλές φορές ως λύτρωση; και αν ο κοσμικός άνθρωπος, ο ξεκομμένος από κάθε μεταφυσική αναζήτηση, ο εμπλεγμένος μόνο στις διαδικασίες της καθημερινότητας πνίγεται από την αγωνία του ερχομού του η τα βάζει με την κακοτυχία του όταν νιώσει την επίσκεψη του ή, τέλος, μαθαίνει να υπομένει στωικά την παρουσία του, ο πιστός χριστιανός βρίσκεται αντιμέτωπος με μία θεμελιώδη αντίφαση: πως συμβιβάζεται η παρουσία του πόνου και της πάσης φύσεως οδύνης στη ζωή του άνθρωπου με την άπειρη αγάπη και φιλανθρωπία του Δημιουργού;
Από το ερώτημα αυτό ίσως να ξεκινάει η αναζήτηση της ουσίας της χριστιανικής θεολογίας. Μία σειρά από «γιατί» θα μάς φέρουν αργά η γρήγορα στην πύλη της Εδέμ, που μόλις έχει κλείσει, αφήνοντας έξω τους πρωτοπλάστους. την ώρα που η Εύα και ο Αδάμ στέκονται αμήχανοι μπροστά στο ξεκίνημα της νέας τους ζωής, ο κύκλος της οδύνης έχει ανοίξει. Κι όσο κι αν ακούγεται σκληρό και περίεργο, οι πατέρες της Εκκλησίας συμφωνούν, πως ο Θεός δεν τιμωρεί άλλα προικίζει τον άνθρωπο με τη φθορά και το θάνατο. Γιατί; Γιατί τόση σκληρότητα, θα ρωτήσουν πολλοί. Κι όμως! Όσοι κρατήσουν στην ψυχή τους ακλόνητη την πίστη σε ένα Θεό αγάπης και ελέους, θα καταφέρουν, αν όχι να καταλάβουν, τουλάχιστον να υποψιαστούν το τι πασκίζει ο Θεός να καταφέρει.
Δε θέλει ο Θεός να ξεχαστεί ο παράδεισος. Δε θέλει να δει τον άνθρωπο να συμφιλιώνεται με την αποτυχία και να θεωρεί φυσιολογικό το λάθος. δεν ευλογεί ο Θεός την αιωνιότητα του «τίποτα». Αυτού του «τίποτα» τη γεύση είχε ο καρπός του δέντρου. Και η ίδια αυτή πικρή γεύση διαπότισε, μέσα από την προπατορική αμαρτία όλη την Κτίση. Με πόνο και όχι με οργή ανακοινώνει στον Αδάμ την προπατορική συνέπεια. Πικρό το ψωμί που θα τρως, τον κύκλο του θανάτου θα κινεί. Πικρός κι ο ερχομός της ζωής για τη γυναίκα σου. Με πόνο θα γεννάει.
Όποιος ακούσει μόνο αυτά, δε θα μπορέσει να καταλάβει το σχέδιο της αγάπης του Θεού. Και είναι η πίστη εκείνη που κάνει τον άνθρωπο ικανό να ακούσει τα υπόλοιπα. Ναί, ο πόνος και ο θάνατος είναι η πιο απτή, η πιο βέβαιη πραγματικότητα. Ναί, το κορμί μας πονάει και γερνάει. Ναί, είμαστε όντα με αρχή και τέλος. Δεν είναι όμως αυτά η μοίρα μας. δεν είναι η καταδίκη μας. Είναι το υλικό να κρατηθεί ζωντανή η πυρά της μνήμης. Ο πόνος δεν αφήνει την ψυχή να ξεχάσει την ποιότητα της ζωής για την οποία ήταν πλασμένη. Η οδύνη της ψυχής και του σώματος είναι το απτό ανθρώπινο παράπονο για μία ζωή που δε μάς αξίζει και το αίτημα για κάτι που κάποτε μάς χαρίστηκε σαν δώρο και που ποτέ δε μάς αφαιρέθηκε.
Δεν πλαστήκαμε για να πεθάνουμε. δεν πλαστήκαμε για να πονάμε. Κι όμως. Όσο κι αν η νοσταλγία δεν έσβησε, όσο κι αν το αίτημα παρέμενε, έπρεπε ο Θεός να γίνει άνθρωπος, για να φανεί πως ο δρόμος της επιστροφής ήταν αδιάβατος. Έπρεπε ο Θεός να γίνει άνθρωπος, για να περπατήσει μέσα από τον πόνο και το θάνατο και να οδηγήσει το ανθρώπινο γένος «εις αναψυχήν». Πέρασαν παιδαγωγοί και συμβουλάτορες πολλοί από την ιστορία. Άλλοι ξόρκισαν τον πόνο με χίλιους δυό τρόπους. Άλλοι τον είδαν σαν βάρος ασήκωτο κι άλλοι σαν φάντασμα. Πάντα με φόβο, πάντα με πανικό, πάντα με εκείνη την ηρεμία του κατάδικου. Παιδαγωγοί δεν έλειψαν ποτέ, ούτε λείπουν.
Πάντα έλειψαν και πάντα λείπουν τα χέρια να στηρίξουν και να τραβήξουν από το τέλμα. Έπρεπε ο Θεός να γίνει άνθρωπος για να καταλάβουμε, όσο καταλάβουμε, πως πιστεύουνε σε θεό σύν-πόνιας. Έπρεπε ο Θεός να γίνει άνθρωπος για να φανεί ο πόνος και ο θάνατος σαν δρόμος και σαν σκιά. Δρόμος με τέλος όχι τον Γολγοθά, άλλα πιο πέρα κι από κει. Με τέλος το κενό μνημείο. Και σκιά ανίκανη να βλάψει αυτόν που με πίστη και γενναιότητα κρατάει το χέρι του εσταυρωμένου, το χέρι του Μεγάλου Συμπονετικού, που δεν εγκατέλειψε ούτε στιγμή το σχέδιο Του: να μάς δει να γευόμαστε τη Ζώη, ξεχείλισμα ζωής, βυθισμένη στη χαρά και την αιωνιότητα
Τα σεπτά Πάθη του Θεανθρώπου πριν λίγο καιρό, μάς υπέδειξαν την σύν-πάθεια και την σύν-πόνια που καλούμαστε να δείξουμε στον πλησίον. Αυτά είναι ο δρόμος πού οδηγεί στην Ανάσταση κάθε κυττάρου της ύπαρξης μας κάθε μέρα, κάθε στιγμή, για όλη μας τη ζωή και πέρα απ’ αυτήν. Ας είναι το συμπόσιο αυτό ένα βήμα κοντύτερα προς αυτόν τον προορισμό.
.
Του ΗΛΙΑ ΛΙΑΜΗ, Μουσικού - Θεολόγου Προέδρου της Συνοδικής Επιτροπής Καλλιτεχνικών ΕκδηλώσεωνΠεριοδικό Πειραϊκή Εκκλησία, τ. 171, Μάιος 2006
Του ΗΛΙΑ ΛΙΑΜΗ, Μουσικού - Θεολόγου Προέδρου της Συνοδικής Επιτροπής Καλλιτεχνικών ΕκδηλώσεωνΠεριοδικό Πειραϊκή Εκκλησία, τ. 171, Μάιος 2006
.
Πηγή:http://istologio.org/?p=264
Πηγή:http://istologio.org/?p=264
.
Ο ακατανόητος δωδεκάχρονος Ιησούς
.
Οι Εχθροί της αληθείας, ψάχνουν να διαστρεβλώσουν κάθε λέξη της Αγίας Γραφής προκειμένου να βρουν αντιφάσεις εκεί που δεν υπάρχουν. Ένα τέτοιο διαστρεβλωμένο σημείο (κυρίως από Νεοπαγανιστές), είναι και το θέμα που θα δούμε σε αυτό το άρθρο.
Αν και είναι γνωστή η ιστορία του Ιησού, που δωδεκαετής χάθηκε, και οι γονείς του τον αναζητούσαν, με αποτέλεσμα να τον βρουν στον Ναό, για να τη θυμηθούμε, ας την παραθέσουμε εδώ για μία ακόμα φορά μεταφρασμένη σε απλή γλώσσα:
“Το δε παιδί αύξανε, και δυναμωνόταν στο πνεύμα, γεμίζοντας με σοφία· και χάρη Θεού ήταν επάνω του
.41 Και οι γονείς του πήγαιναν κάθε χρόνο στην Ιερουσαλήμ κατά τη γιορτή τού Πάσχα.
42 Και όταν έγινε δώδεκα χρόνων, αφού είχαν ανέβει στα Ιεροσόλυμα, σύμφωνα με τη συνήθεια της γιορτής,
43 και τελείωσαν τις ημέρες, ενώ αυτοί επέστρεφαν, το παιδί, ο Ιησούς, είχε μείνει πίσω στην Ιερουσαλήμ· και δεν κατάλαβε ο Ιωσήφ και η μητέρα του.
44 Νομίζοντας, όμως, ότι ήταν στη συνοδεία, ήρθαν μιας ημέρας δρόμο· και τον αναζητούσαν ανάμεσα στους συγγενείς και τους γνώριμους.
45 Και επειδή δεν τον βρήκαν, ξαναγύρισαν στην Ιερουσαλήμ αναζητώντας τον.
46 Και ύστερα από τρεις ημέρες τον βρήκαν μέσα στο ιερό, να κάθεται ανάμεσα στους δασκάλους, και να τους ακούει, και να τους ρωτάει.
47 Και όλοι όσοι τον άκουγαν, έμεναν εκστατικοί για τη σύνεση και τις απαντήσεις του.
48 Και όταν τον είδαν, έμειναν έκπληκτοι· και η μητέρα του είπε σ’ αυτόν: Παιδί μου, γιατί μας έκανες αυτό το πράγμα; Δες, ο πατέρας σου και εγώ σε αναζητούσαμε με οδύνη.
49 Και τους είπε: Γιατί με αναζητούσατε; Δεν ξέρετε ότι πρέπει να είμαι στα πράγματα του Πατέρα μου;50 Κι αυτοί δεν κατάλαβαν τον λόγο, που τους είπε.
51 Και κατέβηκε μαζί τους, και ήρθε στη Ναζαρέτ· και ήταν συνεχώς υποταγμένος σ’ αυτούς. Η μητέρα του, όμως, διατηρούσε όλα αυτά τα λόγια μέσα στην καρδιά της” (Λουκάς 2/β: 40-51).Το σημείο που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν οι εχθροί του Ευαγγελίου σε αυτή την αφήγηση, είναι η φράση:
“Κι αυτοί δεν κατάλαβαν τον λόγο, που τους είπε“. Λένε: «Παρ’ όλο που τελικά και οι δύο υποτίθεται ότι γνώριζαν, ότι θα γεννούσαν τον Υιό του Γιαχβέ, όταν έγινε δώδεκα ετών, ενώ τον είχαν χάσει, τον βρήκαν στο ναό, τον ρώτησαν γιατί το έκανε αυτό κι ο Ιησούς τους απάντησε: «∆εν ηξεύρετε ότι πρέπει να είμαι εις τα του πατρός μου; Και αυτοί δεν εννόησαν τον λόγον, τον οποίον ελάλησε προς αυτούς» ∆ηλαδή τόσον ο Ιωσήφ όσο και η Μαριάμ φέρονται να αγνοούν ή να έχουν ξεχάσει τα λόγια του αγγέλου».
Φυσικά τίποτα δεν είχαν ξεχάσει ούτε ο Ιωσήφ, ούτε η Παναγία. Μόνο οι εχθροί του Ευαγγελίου δεν έχουν καταλάβει περί τίνος ο λόγος σε αυτό το εδάφιο, όπως και κάθε σημερινός επίδοξος «λογικοφανής» αρνητής του Θεού. Όλοι αυτοί πέφτουν σε ένα λογικό σφάλμα: Αποδίδουν στους πρωταγωνιστές της Κ.Δ. την θεολογική γνώση που κατέχουν αυτοί σήμερα, κάτω από την ήδη διαμορφωθείσα από τις Πατερικές Διδασκαλίες μετά Χριστόν εποχή. Δηλαδή αποδίδουν στον Ιωσήφ και στην Παναγία που είχαν μεγαλώσει διδασκόμενοι την Π.Δ., όσα δίδαξε σε αυτούς ΑΡΓΟΤΕΡΑ η Κ.Δ.
Την εποχή της Παναγίας και του Ιωσήφ κανείς δεν γνώριζε ακόμη ότι ο Θεός είναι Τριαδικός. Ούτε οι Άγιοι Άγγελοι. Αυτό αποκαλύφθηκε μετά την Ενανθρώπιση και κυρίως μετά την Πεντηκοστή. Νόμιζαν ότι ο Ιησούς είναι Υιος Θεού με τη μεταφορική, κατά χάριν, έννοια. Και οι δαίμονες ονόμαζαν τον Ιησού «Υιό Θεού» με την μεταφορική έννοια του “υιοθετημένου”.
Μετά αποκαλύφθηκε ότι ο Ιησούς είναι Υιος Θεού μονογενής, με την ειδική ΜΟΝΑΔΙΚΗ έννοια. Ο Κύριος πάντα έλεγε “ο Πατέρας μου και ο Πατέρας σας”. Ποτέ δεν έλεγε “ο Πατέρας μας”. Διέκρινε ανάμεσα στην δική του ειδική σχέση και στη γενική σχέση των άλλων.
Η έννοια του «Υιού του Θεού» στην Π.Δ. είναι διαφορετική από ότι στην Κ.Δ.
Στην Π.Δ. δηλώνει τον Ισραηλιτικό λαό (Έξοδος, Κεφ. δ΄ «22 συ δε ερείς τω Φαραώ· τάδε λέγει Κύριος· υιος πρωτότοκός μου Ισραήλ·».Ο όρος αυτός απαντά κυρίως εις τον Ιερεμία και τον Ησαΐα. Στον Ησαΐα, Κεφ. α΄ λέει: «2 Άκουε ουρανέ και ενωτίζου γη, ότι Κύριος ελάλησεν· υιούς εγέννησα και ύψωσα, αυτοί δε με ηθέτησαν» Εδώ διαφαίνεται πρώτα ότι η υιοθεσία αυτή βασίζεται πάνω στη Διαθήκη του Θεού προς τον λαό αυτό.
Αλλού φαίνεται πως η υιοθεσία αυτή βασίζεται και στην δημιουργία του λαού αυτού, όπως κάθε ανθρώπου, από τον Θεό: Ησαΐας, με΄ «11 ότι ούτω λέγει Κύριος ο Θεός ο άγιος Ισραήλ ο ποιήσας τα επερχόμενα· ερωτήσατέ με περί των υιών μου και περί των θυγατέρων μου και περί των έργων των χειρών μου εντείλασθέ μοι. 12 εγώ εποίησα γην και άνθρωπον επ’ αυτής, εγώ τη χειρί μου εστερέωσα τον ουρανόν, εγώ πάσι τοις άστροις ενετειλάμην.».
Ο Εφραϊμ στον Ιερεμία, καλείται “υιος αγαπητός“: Κεφ. λη΄ «20 υιος αγαπητός Εφραϊμ εμοί, παιδίον εντρυφών». Η ιδέα αυτή θεμελιώνεται στο ότι ο Εφραϊμ είναι υπήκοος του Θεού και φυλάει τις εντολές Του. Στον Μαλαχία επίσης ο Θεός ως Δημιουργός είναι Πατέρας όλων, όπως φαίνεται στο Κεφ. β΄ «10 Ουχί πατήρ εις πάντων υμών; ουχί Θεός εις έκτισεν υμάς;»
Τέλος η υιοθεσία αυτή στηρίζεται και στο γεγονός ότι ο Θεός γνωρίζει τον λαό αυτό πολύ καλά και ότι το Όνομά Του βρίσκεται μεταξύ αυτού του λαού από την αρχή: Ησαΐας, Κεφ ξγ΄ «16 συ γαρ ει πατήρ ημών, ότι Αβραάμ ουκ έγνω ημάς, και Ισραήλ ουκ επέγνω ημάς, αλλά συ, Κύριε, πατήρ ημών·», όπως επίσης και στο ότι υπάρχει ηθική και κοινωνική βάση αυτής της σχέσης. Ο Ισραήλ κάθε μέρα εφάρμοζε μέσα στην κοινωνική ζωή την δικαιοσύνη, την φιλανθρωπία, την αγάπη του Θεού, όπως δηλώνει η Σοφία Σειράχ, Κεφ. δ΄: «10 γίνου ορφανοίς ως πατήρ και αντί ανδρός τη μητρί αυτών· και έση ως υιος Υψίστου, και αγαπήσει σε μάλλον η μήτηρ σου.», Ψαλμοί, Κεφ. πβ΄ «6 ότι εβουλεύσαντο εν ομονοία επί το αυτό, κατά σου διαθήκην διέθεντο», Λουκάς, Κεφ. στ΄«36 Γίνεσθε ουν οικτίρμονες καθώς και ο πατήρ υμών οικτίρμων εστί.»
Όπως και οι κριτές (Ψαλμός 82: 6), επίσης και ο πιστός βασιλιάς του Ισραήλ αποκαλείται υιος του Θεού, ως επίγειος βασιλιάς της Εκκλησίας, λόγω της ισχύος του επί του ιδίου λαού, του λαού του Θεού. Ας μην ξεχνάμε ότι η λέξη: “θεός” στα Εβραϊκά είναι “Ελοχίμ”, που σημαίνει ταυτόχρονα και “Ισχυρός”, και εδώ γίνεται ένα “λογοπαίγνιο”, μεταξύ του Ελοχίμ - Θεού, και του Ισχυρού (Ελοχίμ) Βασιλιά, που σαν τον Θεό μετέχει σε ισχύ, και εξασκεί αυτή την ισχύ στον ίδιο λαό με τον Θεό, σαν “πρίγκιπας” του Απόλυτου Βασιλέως Θεού.
Ας δούμε μερικά παραδείγματα γι’ αυτό: Ψαλμοί, Κεφ. β΄ «7 διαγγέλλων το πρόσταγμα Κυρίου. Κύριος είπε προς με· υιος μου ει συ, εγώ σήμερον γεγέννηκά σε», Ψαλμοί, Κεφ. πη΄ «26 και θήσομαι εν θαλάσση χείρα αυτού και εν ποταμοίς δεξιάν αυτού. 27 αυτός επικαλέσεταί με· πατήρ μου ει συ, Θεός μου και αντιλήπτωρ της σωτηρίας μου· 28 καγώ πρωτότοκον θήσομαι αυτόν, υψηλόν παρά τοις βασιλεύσι της γης». Ο βασιλιάς είναι υιος Θεού διότι 1ον ο Θεός τον έχει εκλέξει Β΄ Βασιλείων, Κεφ. ζ΄«14 εγώ έσομαι αυτώ εις πατέρα, και αυτός έσται μοι εις υιόν· και εάν έλθη η αδικία αυτού, και ελέγξω αυτόν εν ράβδω ανδρών και εν αφαίς υιών ανθρώπων·» και Ψαλμοί, Κεφ. πη΄ «28 καγώ πρωτότοκον θήσομαι αυτόν, υψηλόν παρά τοις βασιλεύσι της γης», 2ον ο βασιλιάς αντιπροσωπεύει τον Θεό εις την γη, Ψαλμοί, Κεφ. β΄ «8 αίτησαι παρ’ εμού, και δώσω σοι έθνη την κληρονομίαν σου και την κατάσχεσίν σου τα πέρατα της γης. 9 ποιμανείς αυτούς εν ράβδω σιδηρά, ως σκεύη κεραμέως συντρίψεις αυτούς», 3ον ο βασιλιάς, όπως ο Ισραηλιτικός λαός, φυλούσε τις εντολές του Θεού στην γη, Ψαλμοί, Κεφ. β΄ «7 διαγγέλλων το πρόσταγμα Κυρίου.», 4ον ο βασιλιάς αποδέχεται απόλυτη υπακοή στον Θεό, εμπιστοσύνη σε Αυτόν και αποδέχεται Αυτόν ως Σωτήρα Του: Ψαλμοί, πη΄ «27 αυτός επικαλέσεταί με· πατήρ μου ει συ, Θεός μου και αντιλήπτωρ της σωτηρίας μου·», Ψαλμοί, Κεφ. κα΄«2 Ο Θεός, ο Θεός μου, πρόσχες μοι· ίνα τι εγκατέλιπές με; μακράν από της σωτηρίας μου οι λόγοι των παραπτωμάτων μου.», Ψαλμοί, Κεφ. ιθ΄«10 Κύριε, σώσον τον βασιλέα, και επάκουσον ημών, εν η αν ημέρα επικαλεσώμεθά σε», 5ον η δύναμη, η εξουσία και η επιτυχία του βασιλιά οφείλονται στον Θεό, Ψαλμοί, Κεφ. β΄ 8, 6ον είναι ο πρωτότοκος του Θεού, Ψαλμοί, Κεφ. πη΄ 88, με την έννοια του εκλεκτού και αγαπημένου και του διακεκριμένου μεταξύ των βασιλέων της γης, Ψαλμοί, Κεφ. πη΄ 28.
Πέραν αυτού, όπως ο καθένας μπορεί να δει στα ανωτέρω εδάφια, πολλές από αυτές τις φράσεις περί “υιότητας” του βασιλιά, έχουν και ΠΡΟΦΗΤΙΚΗ εκπλήρωση, στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, κάτι όμως που στην εποχή εκείνη δεν είχε γίνει κατανοητό από τους Ιουδαίους, εφ’ όσον ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν είχε ακόμα ξεκαθαρίσει στον κόσμο, ποια ακριβώς είναι η σχέση Του με τον Θεό Πατέρα.
Η εμφάνιση των αγγέλων στον Ιωσήφ και τη Μαρία, δεν εξηγούσε προφανώς ούτε τη Φύση ούτε το ρόλο του Ιησού στη γη. Η Μαρία, δεν είχε αντιληφθεί επακριβώς κατά το μεγάλωμα του παιδιού, το ποιος ήταν στην πραγματικότητα ο ρόλος του. Το πιο φυσικό γι’ αυτούς, με βάση τα λόγια του αγγέλου που μιλούσε και για «υιό Δαυίδ», ήταν να περιμένουν ότι το παιδί θα μεγάλωνε παρουσιάζοντας δικαιώματα ως Βασιλιάς στον οίκο του Δαυίδ και όχι να ονομάζει, για πρώτη φορά, με μια μεσσιανική δήλωση ότι ο Θεός είναι Πατέρας Του κατά Φύση. Το ότι είχαν γνώση πως υπήρξε Θεϊκή ενέργεια και γέννηση εκ Πνεύματος Αγίου, δεν αποτελεί γι’ αυτούς προϋπόθεση ώστε να αντιληφθούν τον πραγματικό ρόλο του Ιησού.
Άλλωστε όσο ζούσε ο Ιησούς, ελάχιστοι κατάλαβαν Ποιος ήταν, και μάλιστα, ο ίδιος ο Ιησούς ζητούσε να κρατηθεί μυστικό. Έτσι έγινε και μετά τη Μεταμόρφωση, όπου οι Μαθητές έτυχαν εμπειρίας της θείας μεγαλειότητας και υπήρξε ομολογία του Πέτρου ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας, ο Υιος του Θεού. Εκεί τους δίνεται αυστηρή εντολή να μην πουν σε κανέναν τίποτα: Κατά Μάρκον, Κεφ. θ΄ «καταβαινόντων δε αυτών από του όρους διεστείλατο αυτοίς ίνα μηδενί διηγήσωνται α είδον, ει μη όταν ο υιος του ανθρώπου εκ νεκρών αναστή.10 και τον λόγον εκράτησαν, προς εαυτούς συζητούντες τι εστι το εκ νεκρών αναστήναι».
Σήμερα γνωρίζουμε πολύ καλά ότι, τα μηνύματα της Καινής Διαθήκης, ήταν εντελώς ξένα για τους Ιουδαίους και αυτό φαίνεται από το πως πολεμήθηκε η Καινή Διαθήκη και ο Χριστιανισμός από τους Εβραίους.
Ο Λουκάς στο Κεφ. β΄ «50 και αυτοί ου συνήκαν το ρήμα ό ελάλησεν αυτοίς», λοιπόν, επιλέγει να παρουσιάσει τη μη κατανόηση των λόγων του Ιησού, ώστε να διδάξει, αυτό που δεν είχαν καταλάβει οι Ιουδαίοι. Αυτός ήταν άλλωστε και ο σκοπός του Ευαγγελισμού της ανθρωπότητας. Θέλει να δείξει το βάθος του μυστηρίου που συνέβη τότε. Οι γονείς του Ιησού αλλά και οι ίδιοι οι μαθητές Του, έμπαιναν στο νόημα της μεσσιανικής ιδιότητας του Ιησού σταδιακά. Δεν ήσαν παντογνώστες, ούτε ήδη κατηχημένοι Χριστιανοί. Επιλογή του Ιησού ήταν, αυτά που έκανε και δίδαξε να βρουν το πλήρες νόημα τους μέσω του Σταυρού και της Ανάστασής Του.
Οι σημερινοί αρνητές του Ευαγγελίου όμως, αντί να σκέπτονται ως «Έλληνες» ενήμεροι της Καινής Διαθήκης, και να καταλάβουν τι τους λέει ο Λουκάς, φαντάζουν ως οι τότε απληροφόρητοι Ιουδαίοι της Παλαιάς Διαθήκης ως προς την σκέψη, παραμένοντας αμέτοχοι στο μήνυμα της ενανθρωπίσεως, και εφευρίσκοντας από το πουθενά «αντιφάσεις».
Αν και είναι γνωστή η ιστορία του Ιησού, που δωδεκαετής χάθηκε, και οι γονείς του τον αναζητούσαν, με αποτέλεσμα να τον βρουν στον Ναό, για να τη θυμηθούμε, ας την παραθέσουμε εδώ για μία ακόμα φορά μεταφρασμένη σε απλή γλώσσα:
“Το δε παιδί αύξανε, και δυναμωνόταν στο πνεύμα, γεμίζοντας με σοφία· και χάρη Θεού ήταν επάνω του
.41 Και οι γονείς του πήγαιναν κάθε χρόνο στην Ιερουσαλήμ κατά τη γιορτή τού Πάσχα.
42 Και όταν έγινε δώδεκα χρόνων, αφού είχαν ανέβει στα Ιεροσόλυμα, σύμφωνα με τη συνήθεια της γιορτής,
43 και τελείωσαν τις ημέρες, ενώ αυτοί επέστρεφαν, το παιδί, ο Ιησούς, είχε μείνει πίσω στην Ιερουσαλήμ· και δεν κατάλαβε ο Ιωσήφ και η μητέρα του.
44 Νομίζοντας, όμως, ότι ήταν στη συνοδεία, ήρθαν μιας ημέρας δρόμο· και τον αναζητούσαν ανάμεσα στους συγγενείς και τους γνώριμους.
45 Και επειδή δεν τον βρήκαν, ξαναγύρισαν στην Ιερουσαλήμ αναζητώντας τον.
46 Και ύστερα από τρεις ημέρες τον βρήκαν μέσα στο ιερό, να κάθεται ανάμεσα στους δασκάλους, και να τους ακούει, και να τους ρωτάει.
47 Και όλοι όσοι τον άκουγαν, έμεναν εκστατικοί για τη σύνεση και τις απαντήσεις του.
48 Και όταν τον είδαν, έμειναν έκπληκτοι· και η μητέρα του είπε σ’ αυτόν: Παιδί μου, γιατί μας έκανες αυτό το πράγμα; Δες, ο πατέρας σου και εγώ σε αναζητούσαμε με οδύνη.
49 Και τους είπε: Γιατί με αναζητούσατε; Δεν ξέρετε ότι πρέπει να είμαι στα πράγματα του Πατέρα μου;50 Κι αυτοί δεν κατάλαβαν τον λόγο, που τους είπε.
51 Και κατέβηκε μαζί τους, και ήρθε στη Ναζαρέτ· και ήταν συνεχώς υποταγμένος σ’ αυτούς. Η μητέρα του, όμως, διατηρούσε όλα αυτά τα λόγια μέσα στην καρδιά της” (Λουκάς 2/β: 40-51).Το σημείο που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν οι εχθροί του Ευαγγελίου σε αυτή την αφήγηση, είναι η φράση:
“Κι αυτοί δεν κατάλαβαν τον λόγο, που τους είπε“. Λένε: «Παρ’ όλο που τελικά και οι δύο υποτίθεται ότι γνώριζαν, ότι θα γεννούσαν τον Υιό του Γιαχβέ, όταν έγινε δώδεκα ετών, ενώ τον είχαν χάσει, τον βρήκαν στο ναό, τον ρώτησαν γιατί το έκανε αυτό κι ο Ιησούς τους απάντησε: «∆εν ηξεύρετε ότι πρέπει να είμαι εις τα του πατρός μου; Και αυτοί δεν εννόησαν τον λόγον, τον οποίον ελάλησε προς αυτούς» ∆ηλαδή τόσον ο Ιωσήφ όσο και η Μαριάμ φέρονται να αγνοούν ή να έχουν ξεχάσει τα λόγια του αγγέλου».
Φυσικά τίποτα δεν είχαν ξεχάσει ούτε ο Ιωσήφ, ούτε η Παναγία. Μόνο οι εχθροί του Ευαγγελίου δεν έχουν καταλάβει περί τίνος ο λόγος σε αυτό το εδάφιο, όπως και κάθε σημερινός επίδοξος «λογικοφανής» αρνητής του Θεού. Όλοι αυτοί πέφτουν σε ένα λογικό σφάλμα: Αποδίδουν στους πρωταγωνιστές της Κ.Δ. την θεολογική γνώση που κατέχουν αυτοί σήμερα, κάτω από την ήδη διαμορφωθείσα από τις Πατερικές Διδασκαλίες μετά Χριστόν εποχή. Δηλαδή αποδίδουν στον Ιωσήφ και στην Παναγία που είχαν μεγαλώσει διδασκόμενοι την Π.Δ., όσα δίδαξε σε αυτούς ΑΡΓΟΤΕΡΑ η Κ.Δ.
Την εποχή της Παναγίας και του Ιωσήφ κανείς δεν γνώριζε ακόμη ότι ο Θεός είναι Τριαδικός. Ούτε οι Άγιοι Άγγελοι. Αυτό αποκαλύφθηκε μετά την Ενανθρώπιση και κυρίως μετά την Πεντηκοστή. Νόμιζαν ότι ο Ιησούς είναι Υιος Θεού με τη μεταφορική, κατά χάριν, έννοια. Και οι δαίμονες ονόμαζαν τον Ιησού «Υιό Θεού» με την μεταφορική έννοια του “υιοθετημένου”.
Μετά αποκαλύφθηκε ότι ο Ιησούς είναι Υιος Θεού μονογενής, με την ειδική ΜΟΝΑΔΙΚΗ έννοια. Ο Κύριος πάντα έλεγε “ο Πατέρας μου και ο Πατέρας σας”. Ποτέ δεν έλεγε “ο Πατέρας μας”. Διέκρινε ανάμεσα στην δική του ειδική σχέση και στη γενική σχέση των άλλων.
Η έννοια του «Υιού του Θεού» στην Π.Δ. είναι διαφορετική από ότι στην Κ.Δ.
Στην Π.Δ. δηλώνει τον Ισραηλιτικό λαό (Έξοδος, Κεφ. δ΄ «22 συ δε ερείς τω Φαραώ· τάδε λέγει Κύριος· υιος πρωτότοκός μου Ισραήλ·».Ο όρος αυτός απαντά κυρίως εις τον Ιερεμία και τον Ησαΐα. Στον Ησαΐα, Κεφ. α΄ λέει: «2 Άκουε ουρανέ και ενωτίζου γη, ότι Κύριος ελάλησεν· υιούς εγέννησα και ύψωσα, αυτοί δε με ηθέτησαν» Εδώ διαφαίνεται πρώτα ότι η υιοθεσία αυτή βασίζεται πάνω στη Διαθήκη του Θεού προς τον λαό αυτό.
Αλλού φαίνεται πως η υιοθεσία αυτή βασίζεται και στην δημιουργία του λαού αυτού, όπως κάθε ανθρώπου, από τον Θεό: Ησαΐας, με΄ «11 ότι ούτω λέγει Κύριος ο Θεός ο άγιος Ισραήλ ο ποιήσας τα επερχόμενα· ερωτήσατέ με περί των υιών μου και περί των θυγατέρων μου και περί των έργων των χειρών μου εντείλασθέ μοι. 12 εγώ εποίησα γην και άνθρωπον επ’ αυτής, εγώ τη χειρί μου εστερέωσα τον ουρανόν, εγώ πάσι τοις άστροις ενετειλάμην.».
Ο Εφραϊμ στον Ιερεμία, καλείται “υιος αγαπητός“: Κεφ. λη΄ «20 υιος αγαπητός Εφραϊμ εμοί, παιδίον εντρυφών». Η ιδέα αυτή θεμελιώνεται στο ότι ο Εφραϊμ είναι υπήκοος του Θεού και φυλάει τις εντολές Του. Στον Μαλαχία επίσης ο Θεός ως Δημιουργός είναι Πατέρας όλων, όπως φαίνεται στο Κεφ. β΄ «10 Ουχί πατήρ εις πάντων υμών; ουχί Θεός εις έκτισεν υμάς;»
Τέλος η υιοθεσία αυτή στηρίζεται και στο γεγονός ότι ο Θεός γνωρίζει τον λαό αυτό πολύ καλά και ότι το Όνομά Του βρίσκεται μεταξύ αυτού του λαού από την αρχή: Ησαΐας, Κεφ ξγ΄ «16 συ γαρ ει πατήρ ημών, ότι Αβραάμ ουκ έγνω ημάς, και Ισραήλ ουκ επέγνω ημάς, αλλά συ, Κύριε, πατήρ ημών·», όπως επίσης και στο ότι υπάρχει ηθική και κοινωνική βάση αυτής της σχέσης. Ο Ισραήλ κάθε μέρα εφάρμοζε μέσα στην κοινωνική ζωή την δικαιοσύνη, την φιλανθρωπία, την αγάπη του Θεού, όπως δηλώνει η Σοφία Σειράχ, Κεφ. δ΄: «10 γίνου ορφανοίς ως πατήρ και αντί ανδρός τη μητρί αυτών· και έση ως υιος Υψίστου, και αγαπήσει σε μάλλον η μήτηρ σου.», Ψαλμοί, Κεφ. πβ΄ «6 ότι εβουλεύσαντο εν ομονοία επί το αυτό, κατά σου διαθήκην διέθεντο», Λουκάς, Κεφ. στ΄«36 Γίνεσθε ουν οικτίρμονες καθώς και ο πατήρ υμών οικτίρμων εστί.»
Όπως και οι κριτές (Ψαλμός 82: 6), επίσης και ο πιστός βασιλιάς του Ισραήλ αποκαλείται υιος του Θεού, ως επίγειος βασιλιάς της Εκκλησίας, λόγω της ισχύος του επί του ιδίου λαού, του λαού του Θεού. Ας μην ξεχνάμε ότι η λέξη: “θεός” στα Εβραϊκά είναι “Ελοχίμ”, που σημαίνει ταυτόχρονα και “Ισχυρός”, και εδώ γίνεται ένα “λογοπαίγνιο”, μεταξύ του Ελοχίμ - Θεού, και του Ισχυρού (Ελοχίμ) Βασιλιά, που σαν τον Θεό μετέχει σε ισχύ, και εξασκεί αυτή την ισχύ στον ίδιο λαό με τον Θεό, σαν “πρίγκιπας” του Απόλυτου Βασιλέως Θεού.
Ας δούμε μερικά παραδείγματα γι’ αυτό: Ψαλμοί, Κεφ. β΄ «7 διαγγέλλων το πρόσταγμα Κυρίου. Κύριος είπε προς με· υιος μου ει συ, εγώ σήμερον γεγέννηκά σε», Ψαλμοί, Κεφ. πη΄ «26 και θήσομαι εν θαλάσση χείρα αυτού και εν ποταμοίς δεξιάν αυτού. 27 αυτός επικαλέσεταί με· πατήρ μου ει συ, Θεός μου και αντιλήπτωρ της σωτηρίας μου· 28 καγώ πρωτότοκον θήσομαι αυτόν, υψηλόν παρά τοις βασιλεύσι της γης». Ο βασιλιάς είναι υιος Θεού διότι 1ον ο Θεός τον έχει εκλέξει Β΄ Βασιλείων, Κεφ. ζ΄«14 εγώ έσομαι αυτώ εις πατέρα, και αυτός έσται μοι εις υιόν· και εάν έλθη η αδικία αυτού, και ελέγξω αυτόν εν ράβδω ανδρών και εν αφαίς υιών ανθρώπων·» και Ψαλμοί, Κεφ. πη΄ «28 καγώ πρωτότοκον θήσομαι αυτόν, υψηλόν παρά τοις βασιλεύσι της γης», 2ον ο βασιλιάς αντιπροσωπεύει τον Θεό εις την γη, Ψαλμοί, Κεφ. β΄ «8 αίτησαι παρ’ εμού, και δώσω σοι έθνη την κληρονομίαν σου και την κατάσχεσίν σου τα πέρατα της γης. 9 ποιμανείς αυτούς εν ράβδω σιδηρά, ως σκεύη κεραμέως συντρίψεις αυτούς», 3ον ο βασιλιάς, όπως ο Ισραηλιτικός λαός, φυλούσε τις εντολές του Θεού στην γη, Ψαλμοί, Κεφ. β΄ «7 διαγγέλλων το πρόσταγμα Κυρίου.», 4ον ο βασιλιάς αποδέχεται απόλυτη υπακοή στον Θεό, εμπιστοσύνη σε Αυτόν και αποδέχεται Αυτόν ως Σωτήρα Του: Ψαλμοί, πη΄ «27 αυτός επικαλέσεταί με· πατήρ μου ει συ, Θεός μου και αντιλήπτωρ της σωτηρίας μου·», Ψαλμοί, Κεφ. κα΄«2 Ο Θεός, ο Θεός μου, πρόσχες μοι· ίνα τι εγκατέλιπές με; μακράν από της σωτηρίας μου οι λόγοι των παραπτωμάτων μου.», Ψαλμοί, Κεφ. ιθ΄«10 Κύριε, σώσον τον βασιλέα, και επάκουσον ημών, εν η αν ημέρα επικαλεσώμεθά σε», 5ον η δύναμη, η εξουσία και η επιτυχία του βασιλιά οφείλονται στον Θεό, Ψαλμοί, Κεφ. β΄ 8, 6ον είναι ο πρωτότοκος του Θεού, Ψαλμοί, Κεφ. πη΄ 88, με την έννοια του εκλεκτού και αγαπημένου και του διακεκριμένου μεταξύ των βασιλέων της γης, Ψαλμοί, Κεφ. πη΄ 28.
Πέραν αυτού, όπως ο καθένας μπορεί να δει στα ανωτέρω εδάφια, πολλές από αυτές τις φράσεις περί “υιότητας” του βασιλιά, έχουν και ΠΡΟΦΗΤΙΚΗ εκπλήρωση, στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, κάτι όμως που στην εποχή εκείνη δεν είχε γίνει κατανοητό από τους Ιουδαίους, εφ’ όσον ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν είχε ακόμα ξεκαθαρίσει στον κόσμο, ποια ακριβώς είναι η σχέση Του με τον Θεό Πατέρα.
Η εμφάνιση των αγγέλων στον Ιωσήφ και τη Μαρία, δεν εξηγούσε προφανώς ούτε τη Φύση ούτε το ρόλο του Ιησού στη γη. Η Μαρία, δεν είχε αντιληφθεί επακριβώς κατά το μεγάλωμα του παιδιού, το ποιος ήταν στην πραγματικότητα ο ρόλος του. Το πιο φυσικό γι’ αυτούς, με βάση τα λόγια του αγγέλου που μιλούσε και για «υιό Δαυίδ», ήταν να περιμένουν ότι το παιδί θα μεγάλωνε παρουσιάζοντας δικαιώματα ως Βασιλιάς στον οίκο του Δαυίδ και όχι να ονομάζει, για πρώτη φορά, με μια μεσσιανική δήλωση ότι ο Θεός είναι Πατέρας Του κατά Φύση. Το ότι είχαν γνώση πως υπήρξε Θεϊκή ενέργεια και γέννηση εκ Πνεύματος Αγίου, δεν αποτελεί γι’ αυτούς προϋπόθεση ώστε να αντιληφθούν τον πραγματικό ρόλο του Ιησού.
Άλλωστε όσο ζούσε ο Ιησούς, ελάχιστοι κατάλαβαν Ποιος ήταν, και μάλιστα, ο ίδιος ο Ιησούς ζητούσε να κρατηθεί μυστικό. Έτσι έγινε και μετά τη Μεταμόρφωση, όπου οι Μαθητές έτυχαν εμπειρίας της θείας μεγαλειότητας και υπήρξε ομολογία του Πέτρου ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας, ο Υιος του Θεού. Εκεί τους δίνεται αυστηρή εντολή να μην πουν σε κανέναν τίποτα: Κατά Μάρκον, Κεφ. θ΄ «καταβαινόντων δε αυτών από του όρους διεστείλατο αυτοίς ίνα μηδενί διηγήσωνται α είδον, ει μη όταν ο υιος του ανθρώπου εκ νεκρών αναστή.10 και τον λόγον εκράτησαν, προς εαυτούς συζητούντες τι εστι το εκ νεκρών αναστήναι».
Σήμερα γνωρίζουμε πολύ καλά ότι, τα μηνύματα της Καινής Διαθήκης, ήταν εντελώς ξένα για τους Ιουδαίους και αυτό φαίνεται από το πως πολεμήθηκε η Καινή Διαθήκη και ο Χριστιανισμός από τους Εβραίους.
Ο Λουκάς στο Κεφ. β΄ «50 και αυτοί ου συνήκαν το ρήμα ό ελάλησεν αυτοίς», λοιπόν, επιλέγει να παρουσιάσει τη μη κατανόηση των λόγων του Ιησού, ώστε να διδάξει, αυτό που δεν είχαν καταλάβει οι Ιουδαίοι. Αυτός ήταν άλλωστε και ο σκοπός του Ευαγγελισμού της ανθρωπότητας. Θέλει να δείξει το βάθος του μυστηρίου που συνέβη τότε. Οι γονείς του Ιησού αλλά και οι ίδιοι οι μαθητές Του, έμπαιναν στο νόημα της μεσσιανικής ιδιότητας του Ιησού σταδιακά. Δεν ήσαν παντογνώστες, ούτε ήδη κατηχημένοι Χριστιανοί. Επιλογή του Ιησού ήταν, αυτά που έκανε και δίδαξε να βρουν το πλήρες νόημα τους μέσω του Σταυρού και της Ανάστασής Του.
Οι σημερινοί αρνητές του Ευαγγελίου όμως, αντί να σκέπτονται ως «Έλληνες» ενήμεροι της Καινής Διαθήκης, και να καταλάβουν τι τους λέει ο Λουκάς, φαντάζουν ως οι τότε απληροφόρητοι Ιουδαίοι της Παλαιάς Διαθήκης ως προς την σκέψη, παραμένοντας αμέτοχοι στο μήνυμα της ενανθρωπίσεως, και εφευρίσκοντας από το πουθενά «αντιφάσεις».
http://orthodoxi-pisti.blogspot.com/2009/08/blog-post_7705.htm
Τίποτα πιο γλυκύ από την προσευχή !
.
Αυτή είναι η πιο καλή μέθοδος, και ο πιο εύκολος δρόμος προς την αρετή, να μη βλέπεις μόνο τους κόπους, αλλά μαζί με τους κόπους να βλέπεις και τα έπαθλα, κι αυτά όχι μόνα τους και ανεξάρτητα.
Όταν λοιπόν πρόκειται να δώσεις ελεημοσύνη, μην υπολογίζεις τα χρήματα που θα δαπανήσεις, αλλά την αγιωσύνη που θα συλλέξεις · «Σκόρπισε, έδωσε στους φτωχούς · η αγιωσύνη του μένει για πάντα» (Ψαλμ. 111, 9) · μη βλέπεις τον πλούτο που αδειάζει, αλλά κοίτα το θησαυρό που αυξάνεται.
Αν νηστεύεις, μην υπολογίζεις την κακοπάθεια που φέρνει η νηστεία, αλλά την άνεση που φέρνει η κακοπάθεια. Αν αγρυπνήσεις στην προσευχή, να σκέφτεσαι όχι την ταλαιπωρία που προκαλεί η αγρυπνία, αλλά το θάρρος στο Θεό που χαρίζει η προσευχή.
Έτσι κάνουν και οι μισθοφόροι στρατιώτες · κοιτάζουν όχι τα τραύματα αλλά τις αμοιβές, όχι τις σφαγές αλλά τις νίκες, όχι τους νεκρούς που πέφτουν αλλά τους νικητές που στεφανώνονται. Έτσι και οι καπετάνιοι εμπρός στα κύματα κοιτάζουν τα λιμάνια, εμπρός στα ναυάγια τα κέρδη, εμπρός στις περιπέτειες της θάλασσας τα μετά το ταξίδι καλά.
Αναλογίσου πόσο μεγάλο είναι μέσα στη βαθιά νύχτα, ενώ κοιμούνται όλοι οι άνθρωποι και τα θηρία και τα ζώα, ενώ επικρατεί βαθύτατη ησυχία, μονάχα εσύ να σηκωθείς και με θάρρος να συνομιλείς με τον Κύριο που δεσπόζει σε όλα. Αλλά είναι γλυκός ο ύπνος; Τίποτα δεν είναι πιο γλυκό από την προσευχή. Αν συνομιλήσεις ιδιαιτέρως μαζί του, πολλά θα καταφέρεις, γιατί κανείς δε θα σε ενοχλεί μήτε θα σε αποσπά από τη δέηση · έχεις (τότε) και την ώρα σύμμαχο στο να πετύχεις αυτά που θέλεις.
Αλλά στριφογυρίζεις ξαπλωμένος πάνω σε μαλακό στρώμα, και βαριέσαι να σηκωθείς; Σκέψου τους σημερινούς μάρτυρες, που είναι ξαπλωμένοι πάνω σε σιδερένια σχάρα και δεν έχουν από κάτω στρώμα αλλά κάρβουνα στρωμένα. Εδώ θέλω να τελειώσω την ομιλία, ώστε να φύγετε έχοντας πρόσφατη και νωπή την ανάμνηση της σχάρας και αυτή να θυμάστε και τη νύχτα και την ημέρα. Και αν μας κρατούν μύρια δεσμά, θα μπορέσουμε όλα εύκολα να τα σπάσουμε και να σηκωθούμε για προσευχή, έχοντας στο νου μας πάντα αυτή τη σχάρα. Και όχι μόνο εκείνη τη σχάρα, αλλά και τις άλλες τιμωρίες των μαρτύρων να ζωγραφίζουμε στον πίνακα της καρδιάς μας.
Όταν λοιπόν πρόκειται να δώσεις ελεημοσύνη, μην υπολογίζεις τα χρήματα που θα δαπανήσεις, αλλά την αγιωσύνη που θα συλλέξεις · «Σκόρπισε, έδωσε στους φτωχούς · η αγιωσύνη του μένει για πάντα» (Ψαλμ. 111, 9) · μη βλέπεις τον πλούτο που αδειάζει, αλλά κοίτα το θησαυρό που αυξάνεται.
Αν νηστεύεις, μην υπολογίζεις την κακοπάθεια που φέρνει η νηστεία, αλλά την άνεση που φέρνει η κακοπάθεια. Αν αγρυπνήσεις στην προσευχή, να σκέφτεσαι όχι την ταλαιπωρία που προκαλεί η αγρυπνία, αλλά το θάρρος στο Θεό που χαρίζει η προσευχή.
Έτσι κάνουν και οι μισθοφόροι στρατιώτες · κοιτάζουν όχι τα τραύματα αλλά τις αμοιβές, όχι τις σφαγές αλλά τις νίκες, όχι τους νεκρούς που πέφτουν αλλά τους νικητές που στεφανώνονται. Έτσι και οι καπετάνιοι εμπρός στα κύματα κοιτάζουν τα λιμάνια, εμπρός στα ναυάγια τα κέρδη, εμπρός στις περιπέτειες της θάλασσας τα μετά το ταξίδι καλά.
Αναλογίσου πόσο μεγάλο είναι μέσα στη βαθιά νύχτα, ενώ κοιμούνται όλοι οι άνθρωποι και τα θηρία και τα ζώα, ενώ επικρατεί βαθύτατη ησυχία, μονάχα εσύ να σηκωθείς και με θάρρος να συνομιλείς με τον Κύριο που δεσπόζει σε όλα. Αλλά είναι γλυκός ο ύπνος; Τίποτα δεν είναι πιο γλυκό από την προσευχή. Αν συνομιλήσεις ιδιαιτέρως μαζί του, πολλά θα καταφέρεις, γιατί κανείς δε θα σε ενοχλεί μήτε θα σε αποσπά από τη δέηση · έχεις (τότε) και την ώρα σύμμαχο στο να πετύχεις αυτά που θέλεις.
Αλλά στριφογυρίζεις ξαπλωμένος πάνω σε μαλακό στρώμα, και βαριέσαι να σηκωθείς; Σκέψου τους σημερινούς μάρτυρες, που είναι ξαπλωμένοι πάνω σε σιδερένια σχάρα και δεν έχουν από κάτω στρώμα αλλά κάρβουνα στρωμένα. Εδώ θέλω να τελειώσω την ομιλία, ώστε να φύγετε έχοντας πρόσφατη και νωπή την ανάμνηση της σχάρας και αυτή να θυμάστε και τη νύχτα και την ημέρα. Και αν μας κρατούν μύρια δεσμά, θα μπορέσουμε όλα εύκολα να τα σπάσουμε και να σηκωθούμε για προσευχή, έχοντας στο νου μας πάντα αυτή τη σχάρα. Και όχι μόνο εκείνη τη σχάρα, αλλά και τις άλλες τιμωρίες των μαρτύρων να ζωγραφίζουμε στον πίνακα της καρδιάς μας.
(ιερός Χρυσόστομος, Εις τους αγίους πάντες ,
από το περιοδικό «Χριστιανική Σπίθα»)
.
Τρίτη 18 Αυγούστου 2009
.
Ήταν το καλοκαίρι του 1974…
Τα τουρκικά στρατεύματα εισβάλλουν στην Κύπρο. Και σκορπούν το θάνατο. Στην Μόρφου συμβαίνει ένα συνταρακτικό γεγονός. Τούρκοι στρατιώτες συλλαμβάνουν 15 χριστιανούς. Τους φέρνουν στην αυλή του σπιτιού ενός Ελληνοκυπρίου δασκάλου. Και τους καταδικάζουν σε θάνατο. Ετοιμάζουν τα όπλα. Και στρέφουν τους αιχμαλώτους (άνδρες, γυναίκες, μικρά παιδιά) στον τοίχο. Θρήνος, κλαυθμός, οδυρμός. Τραγικές στιγμές για τους μελλοθανάτους. Περιμένουν μέσα σε κλίμα φόβου και αγωνίας τον Τούρκο αξιωματικό να έλθει και να διατάξει «πυρ».
Στρέφουν τότε το νου τους και την καρδιά τους στην Ελπίδα των Απελπισμένων. Και προσεύχονται όλοι τους θερμά για το τελευταίο τους ταξίδι και ιδιαίτερα ο δάσκαλος: «Θεέ μου, συγχώρεσέ μας και δέξου μας κοντά Σου. Μνήσθητι ημών, Κύριε, εν τη Βασιλεία Σου». Ο Τούρκος αξιωματικός έρχεται. Κοιτάζει τους στρατιώτες του με τα όπλα, κοιτάζει βλοσυρός και τους μελλοθάνατους. Ρίχνει μια ματιά προς τα πάνω. Μια κληματαριά απλώνεται και σκεπάζει την αυλή. Ζητάει ένα τσαμπί σταφύλι, για να παρατείνει έτσι σκόπιμα την αγωνία των αιχμαλώτων. Παίρνει το τσαμπί. Μα, ενώ ετοιμάζεται να το φάει, ακούγεται δυνατή η φωνή του δασκάλου:
Μην το φας! Προχτές το ράντισα με φάρμακο. Είναι ισχυρό δηλητήριο! Θα πεθάνεις! Ο αξιωματικός μένει άναυδος. Και γεμάτος κατάπληξη ρωτάει: Καλά, αφού ξέρεις, ότι σε λίγο θα δώσω διαταγή να σας σκοτώσουν, γιατί δεν με άφησες να το φάω και έτσι να με εκδικηθείς;
Του απάντησε ο δάσκαλος, με ειρήνη και γαλήνη: Είμαι χριστιανός. Και τώρα που πρόκειται να φύγω από τον κόσμο αυτό και να παρουσιασθώ ενώπιον του Θεού, δεν θα ήθελα να βαρύνω την ψυχή μου με μια αμαρτία τόσο βαρειά.
Ο Τούρκος αξιωματικός συγκλονίζεται, για μια ακόμα φορά. Στρέφεται και λέει στους στρατιώτες του: Αν έβρισκα έναν τέτοιο Τούρκο, θα έδινα και τη ζωή μου ακόμα! Μαζέψτε τα όπλα και αφήστε τους ελεύθερους όλους! Χρειάζονται σχόλια; Η δύναμη της χριστιανικής αγάπης, είναι ισχυρότερη από τα όπλα. Τα νικάει όλα.
Τα τουρκικά στρατεύματα εισβάλλουν στην Κύπρο. Και σκορπούν το θάνατο. Στην Μόρφου συμβαίνει ένα συνταρακτικό γεγονός. Τούρκοι στρατιώτες συλλαμβάνουν 15 χριστιανούς. Τους φέρνουν στην αυλή του σπιτιού ενός Ελληνοκυπρίου δασκάλου. Και τους καταδικάζουν σε θάνατο. Ετοιμάζουν τα όπλα. Και στρέφουν τους αιχμαλώτους (άνδρες, γυναίκες, μικρά παιδιά) στον τοίχο. Θρήνος, κλαυθμός, οδυρμός. Τραγικές στιγμές για τους μελλοθανάτους. Περιμένουν μέσα σε κλίμα φόβου και αγωνίας τον Τούρκο αξιωματικό να έλθει και να διατάξει «πυρ».
Στρέφουν τότε το νου τους και την καρδιά τους στην Ελπίδα των Απελπισμένων. Και προσεύχονται όλοι τους θερμά για το τελευταίο τους ταξίδι και ιδιαίτερα ο δάσκαλος: «Θεέ μου, συγχώρεσέ μας και δέξου μας κοντά Σου. Μνήσθητι ημών, Κύριε, εν τη Βασιλεία Σου». Ο Τούρκος αξιωματικός έρχεται. Κοιτάζει τους στρατιώτες του με τα όπλα, κοιτάζει βλοσυρός και τους μελλοθάνατους. Ρίχνει μια ματιά προς τα πάνω. Μια κληματαριά απλώνεται και σκεπάζει την αυλή. Ζητάει ένα τσαμπί σταφύλι, για να παρατείνει έτσι σκόπιμα την αγωνία των αιχμαλώτων. Παίρνει το τσαμπί. Μα, ενώ ετοιμάζεται να το φάει, ακούγεται δυνατή η φωνή του δασκάλου:
Μην το φας! Προχτές το ράντισα με φάρμακο. Είναι ισχυρό δηλητήριο! Θα πεθάνεις! Ο αξιωματικός μένει άναυδος. Και γεμάτος κατάπληξη ρωτάει: Καλά, αφού ξέρεις, ότι σε λίγο θα δώσω διαταγή να σας σκοτώσουν, γιατί δεν με άφησες να το φάω και έτσι να με εκδικηθείς;
Του απάντησε ο δάσκαλος, με ειρήνη και γαλήνη: Είμαι χριστιανός. Και τώρα που πρόκειται να φύγω από τον κόσμο αυτό και να παρουσιασθώ ενώπιον του Θεού, δεν θα ήθελα να βαρύνω την ψυχή μου με μια αμαρτία τόσο βαρειά.
Ο Τούρκος αξιωματικός συγκλονίζεται, για μια ακόμα φορά. Στρέφεται και λέει στους στρατιώτες του: Αν έβρισκα έναν τέτοιο Τούρκο, θα έδινα και τη ζωή μου ακόμα! Μαζέψτε τα όπλα και αφήστε τους ελεύθερους όλους! Χρειάζονται σχόλια; Η δύναμη της χριστιανικής αγάπης, είναι ισχυρότερη από τα όπλα. Τα νικάει όλα.
.
Αρχιμ. Γρηγόριος Λίχας Ι. Μ. Προφήτου Ηλίου Πρεβέζης.
Αρχιμ. Γρηγόριος Λίχας Ι. Μ. Προφήτου Ηλίου Πρεβέζης.
Περιοδικό ΔΙΑΛΟΓΟΣ
ΙΟΥΛΙΟΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2005, ΤΕΥΧΟΣ 40
.
.
Οι απλές χαρές του καλοκαιριού !
.
"Βλογημένος ο άνθρωπος που μπορεί, τώρα το καλοκαίρι, να ξεμακρύνει για λίγο από την ταραχή της πολιτείας. Αν του αρέσει η θάλασσα, ας πάει σε κανένα νησί, που δεν είναι ακόμα χαλασμένοι οι νησιώτες, ή σε κανένα ψαραδοχώρι. Να μην κουβαλήσει όμως μαζί του την πολιτεία, όπως κάνουνε πολλοί, που από τη μια θέλουνε να αφήσουνε την ταραχή πίσω τους, κι από την άλλη κουβαλάνε μαζί τους όλα τα περίπλοκα και κουραστικά καθέκαστα της πολιτείας. Πάρε μαζί σου όσο λιγώτερα πράγματα μπορείς.
Γιατί, το πιο μεγάλο κέρδος που θα ‘χεις πηγαίνοντας σ’ ένα τέτοιο μέρος, θα ‘ναι η φχαρίστηση που νιώθει ο άνθρωπος σαν του λείψουνε πολλά πράγματα, που τα έχει στην πολιτεία τόσο εύκολα, και που εκεί πέρα θα του φαίνεται σαν κάποια μεγάλη απόλαυση και χαρά το πιο παραμικρό πράγμα. Δυστυχισμένοι οι άνθρωποι που δεν τους λείπει τίποτα, και δεν έχουνε την ελπίδα να λαχταρήσουνε κάποιο πράγμα, είτε φαγητό είναι, είτε ξεκούρασμα, είτε ομιλία, είτε ζεστασιά, είτε δροσιά. Και καλότυχοι αληθινά όσοι δεν τα έχουνε όλα εύκολα, και για τούτο γίνουνται για δαύτους ολοένα νέα και δροσερά όλα τα πράγματα.
Λοιπόν, μην πάρεις πολλά πράγματα μαζί σου, για να μην πάρεις και την ατονία και την ανοστιά, που δίνει στον άνθρωπο η εύκολη απόλαυση. Τότε θα καταλάβεις πόσο πολύτιμα είναι και τα πιο τιποτένια πράγματα. Η μοναξιά θα δώσει αξία στην απλή παρέα, η πείνα στο μαύρο ψωμί, η κούραση στο σκληρό στρωσίδι. Η πύρα του ήλιου κ’ η αρμύρα της θάλασσας θα ψήσει το πετσί σου, θα στύψει το κορμί σου και την πληγιασμένη ψυχή σου, και θα νοιώσεις πως ζεις αληθινά, όπως ζούνε τα άλλα τα πλάσματα που απομείνανε στον φυσικό τρόπο της ζωής τους. Θα καταλάβεις στο κορμί σου και στην ψυχή σου αληθινή υγεία, και κάποια ζωντάνια που την είχες ξεχάσει΄ κι αυτό που έλεγες υγεία στην πολιτεία, θα σου φανεί τότε σαν αρρώστεια.
Θα ξεκουραστείς από την απλοποίηση της ζωής σου, αν βέβαια δεν είσαι ολότελα χαλασμένος, ώστε νά ‘χεις την ιδέα πως η ευτυχία είναι το νά ‘σαι μπερδεμένος μέσα σε χίλια δυο σκοινιά, και νά ‘χεις στο μυαλό σου άλλες τόσες έγνοιες.
Σαν αρχίσεις να ξεχωρίζεις σιγά-σιγά τον εαυτό σου, που είτανε πρωτύτερα πολύ μακρυά, σαν ίσκιος, και να κάνεις συντροφιά μαζί του, χωρίς να στεναχωριέσαι. Δεν θέλω να πω πως θα πιάσεις να μιλάς με τη θάλασσα, με τα δέντρα, με τα πουλιά, με τις πέτρες, και να τα λες αδέλφια σου, όπως έκανε ο άγιος Φραντζέσκος, αλλά θα σου φαίνεται πως δεν πέφτεις από την κουτή σου την αξιοπρέπεια σαν ξαπλώσεις στο χώμα και κοιτάζεις ώρες τα μαμούνια, είτε, σαν κάθεσαι στην θαλασσόπετρα και σεριανίζεις τα ψαράκια, τα καβούρια και τ’ άλλα τα ζωντανά τ’ αρμυρού νερού, δίχως να κουράζεσαι και να βαρυέσαι."
Γιατί, το πιο μεγάλο κέρδος που θα ‘χεις πηγαίνοντας σ’ ένα τέτοιο μέρος, θα ‘ναι η φχαρίστηση που νιώθει ο άνθρωπος σαν του λείψουνε πολλά πράγματα, που τα έχει στην πολιτεία τόσο εύκολα, και που εκεί πέρα θα του φαίνεται σαν κάποια μεγάλη απόλαυση και χαρά το πιο παραμικρό πράγμα. Δυστυχισμένοι οι άνθρωποι που δεν τους λείπει τίποτα, και δεν έχουνε την ελπίδα να λαχταρήσουνε κάποιο πράγμα, είτε φαγητό είναι, είτε ξεκούρασμα, είτε ομιλία, είτε ζεστασιά, είτε δροσιά. Και καλότυχοι αληθινά όσοι δεν τα έχουνε όλα εύκολα, και για τούτο γίνουνται για δαύτους ολοένα νέα και δροσερά όλα τα πράγματα.
Λοιπόν, μην πάρεις πολλά πράγματα μαζί σου, για να μην πάρεις και την ατονία και την ανοστιά, που δίνει στον άνθρωπο η εύκολη απόλαυση. Τότε θα καταλάβεις πόσο πολύτιμα είναι και τα πιο τιποτένια πράγματα. Η μοναξιά θα δώσει αξία στην απλή παρέα, η πείνα στο μαύρο ψωμί, η κούραση στο σκληρό στρωσίδι. Η πύρα του ήλιου κ’ η αρμύρα της θάλασσας θα ψήσει το πετσί σου, θα στύψει το κορμί σου και την πληγιασμένη ψυχή σου, και θα νοιώσεις πως ζεις αληθινά, όπως ζούνε τα άλλα τα πλάσματα που απομείνανε στον φυσικό τρόπο της ζωής τους. Θα καταλάβεις στο κορμί σου και στην ψυχή σου αληθινή υγεία, και κάποια ζωντάνια που την είχες ξεχάσει΄ κι αυτό που έλεγες υγεία στην πολιτεία, θα σου φανεί τότε σαν αρρώστεια.
Θα ξεκουραστείς από την απλοποίηση της ζωής σου, αν βέβαια δεν είσαι ολότελα χαλασμένος, ώστε νά ‘χεις την ιδέα πως η ευτυχία είναι το νά ‘σαι μπερδεμένος μέσα σε χίλια δυο σκοινιά, και νά ‘χεις στο μυαλό σου άλλες τόσες έγνοιες.
Σαν αρχίσεις να ξεχωρίζεις σιγά-σιγά τον εαυτό σου, που είτανε πρωτύτερα πολύ μακρυά, σαν ίσκιος, και να κάνεις συντροφιά μαζί του, χωρίς να στεναχωριέσαι. Δεν θέλω να πω πως θα πιάσεις να μιλάς με τη θάλασσα, με τα δέντρα, με τα πουλιά, με τις πέτρες, και να τα λες αδέλφια σου, όπως έκανε ο άγιος Φραντζέσκος, αλλά θα σου φαίνεται πως δεν πέφτεις από την κουτή σου την αξιοπρέπεια σαν ξαπλώσεις στο χώμα και κοιτάζεις ώρες τα μαμούνια, είτε, σαν κάθεσαι στην θαλασσόπετρα και σεριανίζεις τα ψαράκια, τα καβούρια και τ’ άλλα τα ζωντανά τ’ αρμυρού νερού, δίχως να κουράζεσαι και να βαρυέσαι."
.
(Πηγή: “Ευλογημένο Καταφύγιο”, εκδ. «Ακρίτας» , Φώτη Κόντογλου)
(Πηγή: “Ευλογημένο Καταφύγιο”, εκδ. «Ακρίτας» , Φώτη Κόντογλου)
.
Σάββατο 15 Αυγούστου 2009
15αυγουστος Της Παναγιάς !
.
«Επί σοι Χαίρει, Κεχαριτωμένη. Πάσα η κτίσις»
. Η Κοίμησις της Θεοτόκου
. (Ελληνική Δημιουργία, τ. 37, 1949)
.
«Ως εμψύχω Θεού κιβωτώ ψαυέτω μηδαμώς χειρ αμυήτων. χείλη δε πιστών τη Θεοτόκω ασιγήτως φωνήν του αγγέλου αναμέλποντα, εν αγαλλιάσει βοάτω: Όντως ανωτέρα πάντων υπάρχεις, Παρθένε αγνή». «Εσένα που είσαι ζωντανή κιβωτός του Θεού, ας μη σε αγγίζει ολότελα χέρι άπιστο, αλλά χείλια πιστά ας ψάλλουνε δίχως να σωπάσουνε τη φωνή του αγγέλου (ο υμνωδός θέλει να πει τη φωνή του αρχαγγέλου Γαβριήλ, που είπε «ευλογημένη συ εν γυναιξί») κι ας κράζουνε: «Αληθινά, είσαι ανώτερη απ’ όλα Παρθένε αγνή».
Αλλοίμονο! Αμύητοι, άπιστοι, ακατάνυχτοι, είμαστε οι πιο πολλοί σήμερα, τώρα που έπρεπε να προσπέσουμε με δάκρυα καυτερά στην Παναγία και να πούμε μαζί με το Θεόδωρο Δούκα το Λάσκαρη, που σύνθεσε με συντριμένη καρδιά τον παρακλητικό κανόνα: «Εκύκλωσαν αι του βίου με ζάλαι ώσπερ μέλισσαι κηρίον, Παρθένε». «Σαν τα μελίσσια που τριγυρίζουνε γύρω στην κερήθρα, έτσι κ’ εμένα με ζώσανε οι ζαλάδες της ζωής και πέσανε απάνω στην καρδιά μου και την κατατρυπάνε με τις φαρμακερές σαγίτες τους. Άμποτε, Παναγiα μου, να σε βρω βοηθό, να με γλύτώσεις από τα βάσανα». Μα ποιος από μας γυρεύει βοήθεια από την Παναγία, από τον Χριστό κι' από τους αγίους; Γυρεύουμε βoήθεια από το κάθε τι, παρεκτώς από το Θεό. Αλλά τι βοήθεια μπορούνε να δώσουνε στον άνθρωπο τα είδωλα τα λεγόμενα «επιστήμη» και «τέχνη»; Ο άγιος Ισαάκ ο αναχωρητής λέγει: «Σ' όλους τους δρόμους που πορεύονται oι άνθρωποι σε τούτον τον κόσμο δεv βρίσκουνε σε κανένα την ειρήνη, ως που vα σιμώσουμε στην ελπίδα του Θεού. Mα αλλοίμονοΙ οι πιο πολλοί άvθρωποι είναι «οι μη έχοντες ελπίδα» όπως λέγει ο Παύλος. Όποιος δεν έχει την πίστη μέσα στην καρδιά του, τι ελπίδα μπορεί νάχει; Όπου ν' ακουμπήσει όλα είναι σάπια. Γι' αυτό κι' ο υμνογράφος που είπαμε, λέγει στην Παναγία: «Απορήσας εκ πάντων, οδυνηρώς κράζω σοι. Πρόφθασον, θερμή προστασία, και την βοήθειαν δός μοι τω δούλω σου τω ταπεινώ και αθλίω». «Όλα, λ.έγει τα δοκίμασα, μα κανένα πράγμα δε μπόρεσε vα με ξαλαφρώσει. Για τούτο φωνάζω Εσένα με θρήνο πικρόν, και λέγω: Πρόφταξε και δόσε τη βοήθεια σου σε μένα τον ταπεινό κι' άθλιο δούλο σου».
Η Παναγία είναι η ελπίδα των απελπισμένων, η χαρά των πικραμένων, το ραβδί των τυφλών, η άγκυρα των θαλασσοδαρμένων, η μάνα των ορφανεμένων. Η θρησκεία του Χριστού είναι πονεμένη θρησκεία, ο ίδιος ο Χριστός καρφώθηκε απάνω στο ξύλο: κ' η μητέρα του η Παναγία πέρασε κάθε λύπη σε τούτον τον κόσμο. Γι' αυτό καταφεύγουμε σε Κεiνη που την είπανε οι πατεράδες μας: «Καταφυγή»,«Σκέπη του κόσμου», «Γοργοεπήκοο», «Γρηγορούσα»,«Οξεία αντίληψη»,«Ελεούσα», «Οδηγήτρια», «Παρηγορίτισσα» και χίλια άλλα ονόματα, που δεν βγήκανε έτσι απλά από τα στόματα, αλλά από τις καρδιές που πιστεύανε και που πονούσανε. Μονάχα στην Ελλάδα προσκυνιέται η Παναγία με τον πρεπούμενο τρόπο ήγουν με δάκρυα με πόνο και με ταπεινή αγάπη. Γιατί η Ελλάδα είναι τόπος πονεμένος,χαροκαμένος, βασανισμένος από κάθε λογής βάσανο. Κι' από τούτη την αιτία το έθνος μας στα σκληρά τα χρόνια βρίσκει παρηγοριά και στήριγμα στα αγιασμένα μυστήρια της ορθόδοξης θρησκείας μας, και παραπάνω από όλα στο Σταυρωμένο το Χριστό και στη χαροκαμένη μητέρα του, που πέρασε την καρδιά της σπαθί δίκοπο. Σε άλλες χώρες τραγουδάνε την Παναγία με τραγούδια κοσμικά, σαν νάναι καμιά φιληνάδα τους, μα εμείς την υμνολογούμε με κατάνυξη βαθειά, θαρρετά μα με συστολή, με αγάπη μα και με σέβας,σαν μητέρα μας μα και σαν μητέρα του Θεού μας. Ανοίγουμε την καρδιά μας να τη δει τι έχει μέσα και να μας συμπονέσει. Η Παναγία είναι η πικραμένη χαρά της Ορθοδοξίας, «το χαροποιόν πένθος», «η χαρμολύπη» μας, «ο ποταμός ο γλυκερός του ελέους», «ο χρυσοπλοκώτατος πύργος και η δωδεκάτειχος πόλις». Η υμνωδία της εκκλησίας μας είναι ένας παράδεισος, ένα μυστικό περιβόλι που μοσκοβολά από λογής λογής μυρίπνοα άνθη, και τα πιο μυρουδικά, τα πιο εξαίσια, είναι αφιερωμένα στην Παναγία. Όλος ο κόσμος θλίβεται μαζί της και μαζί της χαίρεται με μια χαρά πνευματική:«Επί Σοι χαίρει, Κεχαριτωμένη, πάσα η κτίσις, αγγέλων το σύστημα και ανθρώπων το γένος, ηγιασμένε ναέ και παράδεισε λογικέ, παρθενικόν καύχημα, εξ ης Θεός εσαρκώθη και παιδίον γέγονεν ο προ αιώνων υπάρχων Θεός ημών». Απορείς τι να πρωτοδιαλέξεις απ' αυτή την υμνολογία της Θεοτόκου! Θαρρείς πως ο αγέρας, τα βουνά, oι θάλασσες της Ελλάδας, τα χωριά oι πολιτείες, γεμίσαvε ευωδία πνευματική απ' αυτό «το χρυσούν θυμιατήριον», απ' αυτή «την μανναδόχον στάμνον που έχει μέσα «μύρον το ακένωτον». Οι γυναίκες μας είναι στολισμένες με τόνομά της, τα βουνά μας, οι κάμποι, τα νησιά, τ' ακροθαλάσσια είναι αγιασμένα από τα ξωκκλήσια της, τα καράβια μας έχουν γραμμένο απάνω στη μάσκα και στην πρύμη το γλυκύτατο τόνομά της. Αληθινά στην Ελλάδα μας «επί Σοι χαίρει, Κεχαριτωμένη, πάσα η κτισις», «Για Σένα, χαίρεται όλη η πλάση. Σήμερα που κοιμήθηκες, θαρείς πως η χαρά γίνηκε πιο μεγάλη, η θλίψη άλλαξε σε αγαλλίαση, η ελπίδα ζωήρεψε αντί να αποσκιάσει και πλημμύρησε τις καρδιές μας.
Σήμερα τ'αγέρι φυσά γλυκύτερα στα κουρασμένα πρόσωπά μας, τα δέντρα σαν να γενήκανε πιο χλωρά, τ' αυγουστιάτικο κύμα σαν να αρμενίζει πιο δροσερό μέσα στο πέλαγο και αφρίζει φουσκωμένο από χαρά μεγάλη, το κάθε τι πανήγυρίζει κι' αγάλλεται.. Ω! Τι θάνατος λοιπόν είναι αυτός, που γέμισε την οικουμένη και τις καρδές μας με τη χαρα της αθανασίας! Και καλώτατα ψέλνει ο υμνωδός σήμερα: «Εν τη γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας, εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε. Μετέστης προς την ζωήν, μήτηρ υπάρχουσα της ζωής, και ταις πρεσβείαις ταις σαις λυτρουμένη εκ θανάτου τας ψυχάς ημών». Αληθινά λέγει και σ'ένα άλλο τροπάρι: «Τη αθανάτω σου κοιμήσει, Θεοτόκε, μήτερ της ζωής...».
Αλλά το ξαναλέγω. Τι να πει κανένας πρώτα και τι ύστερα, από τα τόσα πνευματικά υμνολογήματα που προσφέρανε οι ορθόδοξες καρδιές στην Παναγία, στο «Ρόδον το αμάραντον», που μοσκοβόλησε και άγιασε την καταβασανισμένη την Ελλάδα! Την υμνολογήσανε με τα λόγια, με την ψαλμωδία, με τη ζωγραφική, με το σκαλισμένο ξύλο, με τ' ασήμι, με το μάλαμα, με το κηρομάστιχο, με κάθε τίμιο κι' αγιασμέvο πράγμα που μπορεί να χρησιμέψει στον άνθρωπο για vα μπορέσει vα δείξει την αγάπη του, το σέβας του, τη χαρά του, την πίκρα του, κι' ότιι άλλο αγνό αίσθημα έχει μέσα στα φύλλα της καρδιάς του. Το να πιάσει κανένας να τα ιστορήσει καταλεπτώς, θα ήτανε σαν νάθελε vα μετρήσει τον άμμο της θάλασσας; Για τούτο ανθολογάμε λιγοστά λουλούδια από της υμνωδίας το αγιόκλημα «εις οσμήν ευωδίας πνευματικής»
Πρώτα απ' όλα ας μεταγράψουμε λίγα λόγια από τις Καταβασίες του Ακαθίστου ύμνου «Ανοίξω το στόμα μου», που είναι το βυζαντινώτατο, όλη η Κωνσταντιούπολη πνευματικά πανηγυρίζουσα. Στοχασθείτε καλά εκείνη την εξαίσια γ' ωδή που λέγει: «Τους σους υμνολόγους Θεοτόκε, ως ζώσα και άφθονος πηγή, θίασον συγκροτήσαντας πνευματικόν, στερέωσον και εν τη θεία δόξη σου στεφάνων δόξης αξίωσον».
Ουράνια απηχήματα!:«Τους υμνολόγους σου, Θεοτόκε, που συγκροτήσανε έναν πνευματικό θίασο, στερέωσέ τους, Εσύ που είσαι ζωντανή ως άφθονη πηγή. Kαι με τη θεία δόξα σου, αξίωσέ τους να φοσέσουνε της δόξας τα στέφανα», Αμή η θ'. ωδή που λέγει: «Άπας γηγενής σκιρτάτω τω πνεύματι λαμπαδουχούμενος· πανηγυριζέτω δε αΰλων νόων φύσις, γεραίρουσα τα ιερά θαυμάσια της θεομήτορος, και βοάτω, Χαίροις, παμμακάριστε Θεοτόκε, αγνή, αειπάρθενε.» Αμή εκείvα τα πανηγυρικά αυτόμελα που ψέλνουνε στον εσπερινό της Κοιμήσεως, με μέλος θριαμβευτικό και με πνευματική μεγαλοπρέπεια! Ποιος χριστιανός Πίνδαρος τα σύνθεσε, Πίνδαρος αγιασμένος! «Ω του παραδόξου θαύματος! η πηγή της ζωής εν μνημείω τίθεται, και κλίμαξ προς oυραvόv ο τάφος γίνεται! Ευφραίνου Γεθσημανή, της Θεοτόκου το άγιον τέμενος. Βοήσωμεν οι πιστοί, τον Γαβριήλ κεκτημένοι ταξίαρχον: Κεχαριτωμένη, χαίρε, μετά σου ο Κύριος, ο παρέχων τω κόσμω διά Σου το μέγα έλεος.» Ποταμός μέγας και βουερός αναβρύζει και μας δροσίζει, και πίνουνε νερό δροσερό ψυχές ξερές και διψασμένες! Κύτταξε πάθος και μεράκι που ξελοχίζει από καιγόμενη καρδιά! Ο υμνωδός, αντί να κλάψει για την Παναγία που είναι μπροστά του ξαπλωμένη απάνω στην κλίνη της, τυλιγμένη με το μαφόρι της με κλεισμένα τα μάτια της που δίνανε παρηγοριά στην ανθρωπότητα, με σταυρωμένα τα άχραντα χέρια της, που βαστάξανε τον Χριστό και τον αναθρέψανε, πεθαμένη σαν τον κάθε άνθρωπο, αντίς λέγω να κλάψει, αφού πρώτα απορεί πώς η πηγή της ζωής κείτεται στο μνήμα, μονομιάς κράζει με δάκρυα στα μάτια, πλην δάκρυα χαράς: «Ευφραίνου Γεθσημανή, που έχεις θησαυρισμένο το άγιο σκήνωμα της Θεοτόκου.» Κ' ύστερα στρέφει στους χριστιανούς που είναι μέσα στην εκκλησία και τους λέγει με τον ίδιο πνευματικό οίστρο. «Ας κράξουμε όλοι μαζί στην Παναγία, έχοντας για πρωτοψάλτη τον αρχάγγελο Γαβριήλ, που τη χαιρέτισε με τα ίδια λόγια κατά τη χαρoύμενη, μέρα του Ευαγγελισμού κι' ας πούμε: «Κεχαριτωμένη, χαίρε, μαζί σου είναι ο Κύριος, που δωρίζει στον κόσμο με εσένα, το μέγα έλεος». Θάνατος δεν υπάρχει εδώ πέρα που είναι η μητέρα της Ζωής;. Κι' ούτε μοιρολόγια και ξόδια θρηνητερά, παρά χαρά ανεκλάλητη, γάμος πνευματικός, τράπεζα αγιασμένη που έχει απιθωμένον απάνω της τον άρτο της ζωής και το κρασί της αθανασ!ας, και π!νουνε οι χριστιανοί και μεθάνε ένα μεθύσι άγιο, αγνό, άμωμο και δεν βρίσκονται πια μπροστά σένα λείψανο που το κηδεύουνε, αλλά βρίσκονται στη Ναζαρέτ, στό σπίτι το χαρούμενο και το μοσκοβολημένο από την παρθενική ευωδία της Παναγίας, τότε που ήτανε δεκάξη χρονών, κατά κείνη την ημέρα πώγινε ο Ευαγγελισμός, και κράζουνε γηθόσυνα οι λιγόζωοι οι άνθρωποι σα νάναι αθάνατοι, μαζί με τον αρχάγγελο Γαβριήλ : «Κεχαριτωμένη, χαίρε, μετά σου ο Κύριος!» Η Κοίμησις γίνεται Ευαγγελισμός, η θλίψη μεταλλάζεται σε χαρά!
Ναι, Δεν υπάρχει αληθινή χαρά, παρά μονάχα στο Χριστό κι' αυτή η χαρά είναι ένα αμάραντο λουλούδι, πώχει τη ρίζα του στον πόνο. Οι άλλες οι χαρές είναι χαρές ψεύτικες, χωρίς ρίζα. «Η γυνή όταν τίκτη, λύπην έχει, ότι ήλθεν η ώρα αυτής. Όταν δε γεννήση το παιδίον, ουκέτι μνημονεύει της θλίψεως, διά την χαράν ότι εγεννήθη άνθρωπος εις τον κόσμον. Kαι υμείς ουν λύπην μεν νυν έχετε· πάλιν δε όψομαι υμάς, και χαρήσεται υμών η καρδία και την χαράν υμών oυδείς αίρει αφ' υμών». Τα μάτια μου είναι θολωμένα από τα δάκρυα τωρα που γράφω αυτά τα λόγια του Χριστού μας. Αυτά τα λίγα λόγια τα φύλαξε η ανθρωπότητα στην καρδιά της και μ' αυτά κλαίγει και μ' αυτά χαίρεται. Αυτά τα λόγια γενήκανε θεμέλιο της Ορθοδοξίας, και μεταλλαχτήκανε σε λογής λογής αγιασμένα αισθήματα και βγήκανε από τις καιόμενες καρδιές των αγίων ανθρώτων και ευωδιάσανε τον κόσμο. Από τον έναν γινήκανε ύμνοι,από τον άλλον εικονίσματα, σε άλλον γινήκανε προσευχή, σε άλλον ψαλμός, σε άλλον εκκλησιά με κουμπέδες και με αγιατράπεζα, σε άλλον θυσία του μάταιου κόσμου και βουβή κατάνυξη. Αυτά τα λόγια του Χριστού σταθήκανε πηγή και έμπνευση και για το θρηνητικό αηδόνι της έρημος, θέλω να πω για τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, σε όσα έγραψε για το «Χαροποιόν πένθος»: «Όποιος κλαίγει, λέγει αυτος ο άγιος, και πικραίνεται για τον Θεό, εκείνος αξιώνεται να δει στην ψυχή του την oυράνια και θεία παρηγοριά. Κι' αυτή η ουράνια παρηγοριά είναι κάποια ανακούφιση και θεϊκή αλάφρωση, που παρηγορά την πονεμένη και πικραμένη ψυχή, οπού θλίβεται γιατί χωρίσθηκε από τον Θεό με τις αμαρτίες της. Και τούτη η χαριτωμένη βοήθεια αλλάζει τα πονεμένα δάκρυα της ψυχής, που είναι καταφαρμακωμένη, σε κάποια παρηγοριά θαυμαστή. Όποιος πορεύεται μ' αυτή τη λύπη του Θεού, αυτός ακατάπαυστα γιορτάζει κάθε μέρα κι' αγάλλεται η ψυχή του. Τούτο το άγιο και θεάρεστο κλάψιμο είναι μια λύπη αλησμόνητη της ψυχής, μια όρεξη πσνεμένης καρδιάς, που γυρεύει με μεγάλη θέρμη τον Θεό οπού τον επιθυμά πάντα της. Κράτα λοιπόν καλά τη χαριτωμένη και την ήμερη και την άγια λύπη, που κάνει την ψυχή σου vα θλiβεται αντάμα και να χαίρεται. Εγώ, λογιάζοντας καλά την ενέργεια τούτη της άγιας κατάνυξης, ξεσταίνουμαι και θαυμάζω, πώς ετούτο που λέγεται κλάψιμο και λύπη, και που φαίνεται πολύ πικρό κι' αβάσταχτο, έχει μέσα του πλεγμένη και σμιγμένη τη χαρά, και την ευφροσύνη, όπως είναι σμιγμένο το κερί με το μέλι στην μελόπητα. Και σέρνει εκείνους που την αξιωθήκανε με πόθο μεγάλον και με πολλήν αγάπη, και φοβούνται να μην την χάσουνε, και την φυλάγουνε περισσότερο απ' όσο φυλάγουνε οι άλλοι άνθρωποι τ' ακριβά πετράδια και τ' ασημοχρύσαφα. Είναι μια ήμερη χαρά κ' ένα θεϊκό χάρισμα. με το οποίο στολίζει ο Θεός τους φίλους του, και κάνει να έχουνε μιαν αληθιvή χαρά και όρεξη για τον Θεό, πούναι συντροφιασμένη με κάποια θεραπευτική λύπη οπού δεν έχει μέσα της καμιά σαρκική αγάπη, παρά μονάχα μια παρηγοριά αγγελική και ουράνια. Με την οποία παρηγορά ο Θεός κρυφά εκείνους που συντρίβουνε με πόνο και με ταπείνωση την καρδιά τους.» Άμποτε να την αξιωθούμε κ' εμείς, με τη χάρη της Παναγίας που γιορτάζουμε σήμερα. Αμήν.
«Ως εμψύχω Θεού κιβωτώ ψαυέτω μηδαμώς χειρ αμυήτων. χείλη δε πιστών τη Θεοτόκω ασιγήτως φωνήν του αγγέλου αναμέλποντα, εν αγαλλιάσει βοάτω: Όντως ανωτέρα πάντων υπάρχεις, Παρθένε αγνή». «Εσένα που είσαι ζωντανή κιβωτός του Θεού, ας μη σε αγγίζει ολότελα χέρι άπιστο, αλλά χείλια πιστά ας ψάλλουνε δίχως να σωπάσουνε τη φωνή του αγγέλου (ο υμνωδός θέλει να πει τη φωνή του αρχαγγέλου Γαβριήλ, που είπε «ευλογημένη συ εν γυναιξί») κι ας κράζουνε: «Αληθινά, είσαι ανώτερη απ’ όλα Παρθένε αγνή».
Αλλοίμονο! Αμύητοι, άπιστοι, ακατάνυχτοι, είμαστε οι πιο πολλοί σήμερα, τώρα που έπρεπε να προσπέσουμε με δάκρυα καυτερά στην Παναγία και να πούμε μαζί με το Θεόδωρο Δούκα το Λάσκαρη, που σύνθεσε με συντριμένη καρδιά τον παρακλητικό κανόνα: «Εκύκλωσαν αι του βίου με ζάλαι ώσπερ μέλισσαι κηρίον, Παρθένε». «Σαν τα μελίσσια που τριγυρίζουνε γύρω στην κερήθρα, έτσι κ’ εμένα με ζώσανε οι ζαλάδες της ζωής και πέσανε απάνω στην καρδιά μου και την κατατρυπάνε με τις φαρμακερές σαγίτες τους. Άμποτε, Παναγiα μου, να σε βρω βοηθό, να με γλύτώσεις από τα βάσανα». Μα ποιος από μας γυρεύει βοήθεια από την Παναγία, από τον Χριστό κι' από τους αγίους; Γυρεύουμε βoήθεια από το κάθε τι, παρεκτώς από το Θεό. Αλλά τι βοήθεια μπορούνε να δώσουνε στον άνθρωπο τα είδωλα τα λεγόμενα «επιστήμη» και «τέχνη»; Ο άγιος Ισαάκ ο αναχωρητής λέγει: «Σ' όλους τους δρόμους που πορεύονται oι άνθρωποι σε τούτον τον κόσμο δεv βρίσκουνε σε κανένα την ειρήνη, ως που vα σιμώσουμε στην ελπίδα του Θεού. Mα αλλοίμονοΙ οι πιο πολλοί άvθρωποι είναι «οι μη έχοντες ελπίδα» όπως λέγει ο Παύλος. Όποιος δεν έχει την πίστη μέσα στην καρδιά του, τι ελπίδα μπορεί νάχει; Όπου ν' ακουμπήσει όλα είναι σάπια. Γι' αυτό κι' ο υμνογράφος που είπαμε, λέγει στην Παναγία: «Απορήσας εκ πάντων, οδυνηρώς κράζω σοι. Πρόφθασον, θερμή προστασία, και την βοήθειαν δός μοι τω δούλω σου τω ταπεινώ και αθλίω». «Όλα, λ.έγει τα δοκίμασα, μα κανένα πράγμα δε μπόρεσε vα με ξαλαφρώσει. Για τούτο φωνάζω Εσένα με θρήνο πικρόν, και λέγω: Πρόφταξε και δόσε τη βοήθεια σου σε μένα τον ταπεινό κι' άθλιο δούλο σου».
Η Παναγία είναι η ελπίδα των απελπισμένων, η χαρά των πικραμένων, το ραβδί των τυφλών, η άγκυρα των θαλασσοδαρμένων, η μάνα των ορφανεμένων. Η θρησκεία του Χριστού είναι πονεμένη θρησκεία, ο ίδιος ο Χριστός καρφώθηκε απάνω στο ξύλο: κ' η μητέρα του η Παναγία πέρασε κάθε λύπη σε τούτον τον κόσμο. Γι' αυτό καταφεύγουμε σε Κεiνη που την είπανε οι πατεράδες μας: «Καταφυγή»,«Σκέπη του κόσμου», «Γοργοεπήκοο», «Γρηγορούσα»,«Οξεία αντίληψη»,«Ελεούσα», «Οδηγήτρια», «Παρηγορίτισσα» και χίλια άλλα ονόματα, που δεν βγήκανε έτσι απλά από τα στόματα, αλλά από τις καρδιές που πιστεύανε και που πονούσανε. Μονάχα στην Ελλάδα προσκυνιέται η Παναγία με τον πρεπούμενο τρόπο ήγουν με δάκρυα με πόνο και με ταπεινή αγάπη. Γιατί η Ελλάδα είναι τόπος πονεμένος,χαροκαμένος, βασανισμένος από κάθε λογής βάσανο. Κι' από τούτη την αιτία το έθνος μας στα σκληρά τα χρόνια βρίσκει παρηγοριά και στήριγμα στα αγιασμένα μυστήρια της ορθόδοξης θρησκείας μας, και παραπάνω από όλα στο Σταυρωμένο το Χριστό και στη χαροκαμένη μητέρα του, που πέρασε την καρδιά της σπαθί δίκοπο. Σε άλλες χώρες τραγουδάνε την Παναγία με τραγούδια κοσμικά, σαν νάναι καμιά φιληνάδα τους, μα εμείς την υμνολογούμε με κατάνυξη βαθειά, θαρρετά μα με συστολή, με αγάπη μα και με σέβας,σαν μητέρα μας μα και σαν μητέρα του Θεού μας. Ανοίγουμε την καρδιά μας να τη δει τι έχει μέσα και να μας συμπονέσει. Η Παναγία είναι η πικραμένη χαρά της Ορθοδοξίας, «το χαροποιόν πένθος», «η χαρμολύπη» μας, «ο ποταμός ο γλυκερός του ελέους», «ο χρυσοπλοκώτατος πύργος και η δωδεκάτειχος πόλις». Η υμνωδία της εκκλησίας μας είναι ένας παράδεισος, ένα μυστικό περιβόλι που μοσκοβολά από λογής λογής μυρίπνοα άνθη, και τα πιο μυρουδικά, τα πιο εξαίσια, είναι αφιερωμένα στην Παναγία. Όλος ο κόσμος θλίβεται μαζί της και μαζί της χαίρεται με μια χαρά πνευματική:«Επί Σοι χαίρει, Κεχαριτωμένη, πάσα η κτίσις, αγγέλων το σύστημα και ανθρώπων το γένος, ηγιασμένε ναέ και παράδεισε λογικέ, παρθενικόν καύχημα, εξ ης Θεός εσαρκώθη και παιδίον γέγονεν ο προ αιώνων υπάρχων Θεός ημών». Απορείς τι να πρωτοδιαλέξεις απ' αυτή την υμνολογία της Θεοτόκου! Θαρρείς πως ο αγέρας, τα βουνά, oι θάλασσες της Ελλάδας, τα χωριά oι πολιτείες, γεμίσαvε ευωδία πνευματική απ' αυτό «το χρυσούν θυμιατήριον», απ' αυτή «την μανναδόχον στάμνον που έχει μέσα «μύρον το ακένωτον». Οι γυναίκες μας είναι στολισμένες με τόνομά της, τα βουνά μας, οι κάμποι, τα νησιά, τ' ακροθαλάσσια είναι αγιασμένα από τα ξωκκλήσια της, τα καράβια μας έχουν γραμμένο απάνω στη μάσκα και στην πρύμη το γλυκύτατο τόνομά της. Αληθινά στην Ελλάδα μας «επί Σοι χαίρει, Κεχαριτωμένη, πάσα η κτισις», «Για Σένα, χαίρεται όλη η πλάση. Σήμερα που κοιμήθηκες, θαρείς πως η χαρά γίνηκε πιο μεγάλη, η θλίψη άλλαξε σε αγαλλίαση, η ελπίδα ζωήρεψε αντί να αποσκιάσει και πλημμύρησε τις καρδιές μας.
Σήμερα τ'αγέρι φυσά γλυκύτερα στα κουρασμένα πρόσωπά μας, τα δέντρα σαν να γενήκανε πιο χλωρά, τ' αυγουστιάτικο κύμα σαν να αρμενίζει πιο δροσερό μέσα στο πέλαγο και αφρίζει φουσκωμένο από χαρά μεγάλη, το κάθε τι πανήγυρίζει κι' αγάλλεται.. Ω! Τι θάνατος λοιπόν είναι αυτός, που γέμισε την οικουμένη και τις καρδές μας με τη χαρα της αθανασίας! Και καλώτατα ψέλνει ο υμνωδός σήμερα: «Εν τη γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας, εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε. Μετέστης προς την ζωήν, μήτηρ υπάρχουσα της ζωής, και ταις πρεσβείαις ταις σαις λυτρουμένη εκ θανάτου τας ψυχάς ημών». Αληθινά λέγει και σ'ένα άλλο τροπάρι: «Τη αθανάτω σου κοιμήσει, Θεοτόκε, μήτερ της ζωής...».
Αλλά το ξαναλέγω. Τι να πει κανένας πρώτα και τι ύστερα, από τα τόσα πνευματικά υμνολογήματα που προσφέρανε οι ορθόδοξες καρδιές στην Παναγία, στο «Ρόδον το αμάραντον», που μοσκοβόλησε και άγιασε την καταβασανισμένη την Ελλάδα! Την υμνολογήσανε με τα λόγια, με την ψαλμωδία, με τη ζωγραφική, με το σκαλισμένο ξύλο, με τ' ασήμι, με το μάλαμα, με το κηρομάστιχο, με κάθε τίμιο κι' αγιασμέvο πράγμα που μπορεί να χρησιμέψει στον άνθρωπο για vα μπορέσει vα δείξει την αγάπη του, το σέβας του, τη χαρά του, την πίκρα του, κι' ότιι άλλο αγνό αίσθημα έχει μέσα στα φύλλα της καρδιάς του. Το να πιάσει κανένας να τα ιστορήσει καταλεπτώς, θα ήτανε σαν νάθελε vα μετρήσει τον άμμο της θάλασσας; Για τούτο ανθολογάμε λιγοστά λουλούδια από της υμνωδίας το αγιόκλημα «εις οσμήν ευωδίας πνευματικής»
Πρώτα απ' όλα ας μεταγράψουμε λίγα λόγια από τις Καταβασίες του Ακαθίστου ύμνου «Ανοίξω το στόμα μου», που είναι το βυζαντινώτατο, όλη η Κωνσταντιούπολη πνευματικά πανηγυρίζουσα. Στοχασθείτε καλά εκείνη την εξαίσια γ' ωδή που λέγει: «Τους σους υμνολόγους Θεοτόκε, ως ζώσα και άφθονος πηγή, θίασον συγκροτήσαντας πνευματικόν, στερέωσον και εν τη θεία δόξη σου στεφάνων δόξης αξίωσον».
Ουράνια απηχήματα!:«Τους υμνολόγους σου, Θεοτόκε, που συγκροτήσανε έναν πνευματικό θίασο, στερέωσέ τους, Εσύ που είσαι ζωντανή ως άφθονη πηγή. Kαι με τη θεία δόξα σου, αξίωσέ τους να φοσέσουνε της δόξας τα στέφανα», Αμή η θ'. ωδή που λέγει: «Άπας γηγενής σκιρτάτω τω πνεύματι λαμπαδουχούμενος· πανηγυριζέτω δε αΰλων νόων φύσις, γεραίρουσα τα ιερά θαυμάσια της θεομήτορος, και βοάτω, Χαίροις, παμμακάριστε Θεοτόκε, αγνή, αειπάρθενε.» Αμή εκείvα τα πανηγυρικά αυτόμελα που ψέλνουνε στον εσπερινό της Κοιμήσεως, με μέλος θριαμβευτικό και με πνευματική μεγαλοπρέπεια! Ποιος χριστιανός Πίνδαρος τα σύνθεσε, Πίνδαρος αγιασμένος! «Ω του παραδόξου θαύματος! η πηγή της ζωής εν μνημείω τίθεται, και κλίμαξ προς oυραvόv ο τάφος γίνεται! Ευφραίνου Γεθσημανή, της Θεοτόκου το άγιον τέμενος. Βοήσωμεν οι πιστοί, τον Γαβριήλ κεκτημένοι ταξίαρχον: Κεχαριτωμένη, χαίρε, μετά σου ο Κύριος, ο παρέχων τω κόσμω διά Σου το μέγα έλεος.» Ποταμός μέγας και βουερός αναβρύζει και μας δροσίζει, και πίνουνε νερό δροσερό ψυχές ξερές και διψασμένες! Κύτταξε πάθος και μεράκι που ξελοχίζει από καιγόμενη καρδιά! Ο υμνωδός, αντί να κλάψει για την Παναγία που είναι μπροστά του ξαπλωμένη απάνω στην κλίνη της, τυλιγμένη με το μαφόρι της με κλεισμένα τα μάτια της που δίνανε παρηγοριά στην ανθρωπότητα, με σταυρωμένα τα άχραντα χέρια της, που βαστάξανε τον Χριστό και τον αναθρέψανε, πεθαμένη σαν τον κάθε άνθρωπο, αντίς λέγω να κλάψει, αφού πρώτα απορεί πώς η πηγή της ζωής κείτεται στο μνήμα, μονομιάς κράζει με δάκρυα στα μάτια, πλην δάκρυα χαράς: «Ευφραίνου Γεθσημανή, που έχεις θησαυρισμένο το άγιο σκήνωμα της Θεοτόκου.» Κ' ύστερα στρέφει στους χριστιανούς που είναι μέσα στην εκκλησία και τους λέγει με τον ίδιο πνευματικό οίστρο. «Ας κράξουμε όλοι μαζί στην Παναγία, έχοντας για πρωτοψάλτη τον αρχάγγελο Γαβριήλ, που τη χαιρέτισε με τα ίδια λόγια κατά τη χαρoύμενη, μέρα του Ευαγγελισμού κι' ας πούμε: «Κεχαριτωμένη, χαίρε, μαζί σου είναι ο Κύριος, που δωρίζει στον κόσμο με εσένα, το μέγα έλεος». Θάνατος δεν υπάρχει εδώ πέρα που είναι η μητέρα της Ζωής;. Κι' ούτε μοιρολόγια και ξόδια θρηνητερά, παρά χαρά ανεκλάλητη, γάμος πνευματικός, τράπεζα αγιασμένη που έχει απιθωμένον απάνω της τον άρτο της ζωής και το κρασί της αθανασ!ας, και π!νουνε οι χριστιανοί και μεθάνε ένα μεθύσι άγιο, αγνό, άμωμο και δεν βρίσκονται πια μπροστά σένα λείψανο που το κηδεύουνε, αλλά βρίσκονται στη Ναζαρέτ, στό σπίτι το χαρούμενο και το μοσκοβολημένο από την παρθενική ευωδία της Παναγίας, τότε που ήτανε δεκάξη χρονών, κατά κείνη την ημέρα πώγινε ο Ευαγγελισμός, και κράζουνε γηθόσυνα οι λιγόζωοι οι άνθρωποι σα νάναι αθάνατοι, μαζί με τον αρχάγγελο Γαβριήλ : «Κεχαριτωμένη, χαίρε, μετά σου ο Κύριος!» Η Κοίμησις γίνεται Ευαγγελισμός, η θλίψη μεταλλάζεται σε χαρά!
Ναι, Δεν υπάρχει αληθινή χαρά, παρά μονάχα στο Χριστό κι' αυτή η χαρά είναι ένα αμάραντο λουλούδι, πώχει τη ρίζα του στον πόνο. Οι άλλες οι χαρές είναι χαρές ψεύτικες, χωρίς ρίζα. «Η γυνή όταν τίκτη, λύπην έχει, ότι ήλθεν η ώρα αυτής. Όταν δε γεννήση το παιδίον, ουκέτι μνημονεύει της θλίψεως, διά την χαράν ότι εγεννήθη άνθρωπος εις τον κόσμον. Kαι υμείς ουν λύπην μεν νυν έχετε· πάλιν δε όψομαι υμάς, και χαρήσεται υμών η καρδία και την χαράν υμών oυδείς αίρει αφ' υμών». Τα μάτια μου είναι θολωμένα από τα δάκρυα τωρα που γράφω αυτά τα λόγια του Χριστού μας. Αυτά τα λίγα λόγια τα φύλαξε η ανθρωπότητα στην καρδιά της και μ' αυτά κλαίγει και μ' αυτά χαίρεται. Αυτά τα λόγια γενήκανε θεμέλιο της Ορθοδοξίας, και μεταλλαχτήκανε σε λογής λογής αγιασμένα αισθήματα και βγήκανε από τις καιόμενες καρδιές των αγίων ανθρώτων και ευωδιάσανε τον κόσμο. Από τον έναν γινήκανε ύμνοι,από τον άλλον εικονίσματα, σε άλλον γινήκανε προσευχή, σε άλλον ψαλμός, σε άλλον εκκλησιά με κουμπέδες και με αγιατράπεζα, σε άλλον θυσία του μάταιου κόσμου και βουβή κατάνυξη. Αυτά τα λόγια του Χριστού σταθήκανε πηγή και έμπνευση και για το θρηνητικό αηδόνι της έρημος, θέλω να πω για τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, σε όσα έγραψε για το «Χαροποιόν πένθος»: «Όποιος κλαίγει, λέγει αυτος ο άγιος, και πικραίνεται για τον Θεό, εκείνος αξιώνεται να δει στην ψυχή του την oυράνια και θεία παρηγοριά. Κι' αυτή η ουράνια παρηγοριά είναι κάποια ανακούφιση και θεϊκή αλάφρωση, που παρηγορά την πονεμένη και πικραμένη ψυχή, οπού θλίβεται γιατί χωρίσθηκε από τον Θεό με τις αμαρτίες της. Και τούτη η χαριτωμένη βοήθεια αλλάζει τα πονεμένα δάκρυα της ψυχής, που είναι καταφαρμακωμένη, σε κάποια παρηγοριά θαυμαστή. Όποιος πορεύεται μ' αυτή τη λύπη του Θεού, αυτός ακατάπαυστα γιορτάζει κάθε μέρα κι' αγάλλεται η ψυχή του. Τούτο το άγιο και θεάρεστο κλάψιμο είναι μια λύπη αλησμόνητη της ψυχής, μια όρεξη πσνεμένης καρδιάς, που γυρεύει με μεγάλη θέρμη τον Θεό οπού τον επιθυμά πάντα της. Κράτα λοιπόν καλά τη χαριτωμένη και την ήμερη και την άγια λύπη, που κάνει την ψυχή σου vα θλiβεται αντάμα και να χαίρεται. Εγώ, λογιάζοντας καλά την ενέργεια τούτη της άγιας κατάνυξης, ξεσταίνουμαι και θαυμάζω, πώς ετούτο που λέγεται κλάψιμο και λύπη, και που φαίνεται πολύ πικρό κι' αβάσταχτο, έχει μέσα του πλεγμένη και σμιγμένη τη χαρά, και την ευφροσύνη, όπως είναι σμιγμένο το κερί με το μέλι στην μελόπητα. Και σέρνει εκείνους που την αξιωθήκανε με πόθο μεγάλον και με πολλήν αγάπη, και φοβούνται να μην την χάσουνε, και την φυλάγουνε περισσότερο απ' όσο φυλάγουνε οι άλλοι άνθρωποι τ' ακριβά πετράδια και τ' ασημοχρύσαφα. Είναι μια ήμερη χαρά κ' ένα θεϊκό χάρισμα. με το οποίο στολίζει ο Θεός τους φίλους του, και κάνει να έχουνε μιαν αληθιvή χαρά και όρεξη για τον Θεό, πούναι συντροφιασμένη με κάποια θεραπευτική λύπη οπού δεν έχει μέσα της καμιά σαρκική αγάπη, παρά μονάχα μια παρηγοριά αγγελική και ουράνια. Με την οποία παρηγορά ο Θεός κρυφά εκείνους που συντρίβουνε με πόνο και με ταπείνωση την καρδιά τους.» Άμποτε να την αξιωθούμε κ' εμείς, με τη χάρη της Παναγίας που γιορτάζουμε σήμερα. Αμήν.
Φώτης Κόντογλου
.
Παρασκευή 14 Αυγούστου 2009
Η των απελπισμένων μόνη ελπίς...
.
Η Παναγία είναι η μόνη ελπίδα. Δεν υπάρχει άλλη για τους πολλούς απελπισμένους. Μονάκριβη μάνα. Είχε απελπιστεί από τις ικανότητες της. Δεν στεκόταν στα δεκανίκια των λόγων των άλλων. Στηριζόταν στον σταυρό του Υιού της. Ο πόνος την ομόρφαινε πιο πολύ. Στον κίνδυνο βρήκε τη λύτρωση. Επέλεξε τη σιωπή. Κυνηγήθηκε. Αγάπησε τα δύσκολα. Άντεξε στον πόνο. Άντεξε και στην ευτυχία των μαθητών του Υιού της, δίχως λάθη στις εξετάσεις. Ήξερε ν’ αναμένει.Έπαθε λοιπόν κι έμαθε. Κέρδισε κι έχει να δώσει. Ό,τι έχει είναι δικό μας. Ο πλούτος ακένωτος, ζωοδόχος πηγή, ζωηφόρος αγάπη, επιτάφιος της απόγνωσης. Να μη την καταδέχονται και νάναι τόσο καταδεκτική. Η έκφραση της μια μεγάλη σιωπή, εύλαλη. Σκουπιδοντενεκέδες περιττών λόγων καθημερινά στις εξώθυρες, γεμάτοι οι λάκκοι. Το πέμπτο ευαγγέλιο της Παναγίας είναι όλο λευκές σελίδες, είναι γραμμένο από θωπευτική σιωπή, από μελάνι παραμυθίας. Είναι μια ανοιχτή αγκαλιά, μια σεμνή παρουσία, ένα μαντήλι, ένα ρόδο, ένα κουκί θυμίαμα στο λιβανιστήρι της γιαγιάς, μια αχτίδα ήλιου στην κλειστή κάμαρη, η μόνη γυναικεία μορφή στο κελλί του ασκητή, η διακόνισσα του Άθω, η αρχόντισσα του Πρωτάτου, η θαυματουργός Γερόντισσα.Η Παναγία, η θάλασσα του Πεντζίκη, το λιμάνι της σωτηρίας, το μαφόρι της σκέπαστρο παρηγοριάς, η αρετή της τροφή μας, όλων των πεινασμένων, των φτωχών άφωτων, η φίλη των αθώων, των μαυρισμένων στο δάκρυ πονεμένων γιάτρισσα, ο ήλιος του χιονιού μας.Η Παναγία δεν είναι διόλου δυσνόητη, δεν είναι σύμβολο, δεν είναι ούτε γριά ούτε παιδούλα, ξέρει πόσο αισιόδοξη να είναι, ν' απομακρύνεται ξέρει από το προσκήνιο, εκεί που δεν θέλουν να την επικαλούνται. Δεν θέλει να δυσκολεύει κανένα, ούτε με την αγάπη της. Όσοι επέλεξαν τη χαζομάρα τους αφήνει να φάνε τα μούτρα τους.Επιτέλους ας νοιώσουμε πως η μοναξιά μας πρέπει να μάθει να στρώνει μόνη τραπέζι. Δεν γίνεται συνέχεια να ξεγλυστράμε και να θέλουμε κι έτοιμο φαγητό και στρωμένο τραπέζι κι άμισθο και χαμογελαστό υποτακτικό. Καλούμεθα νάμαστε ευγνώμονες μ’ αυτό που μας δόθηκε, η ανδρεία να μας στολίσει, η ωραιότητα της παιδικής αγνότητας να καλύψει τη γύμνια μας, σε μια εποχή που η κακομοιριά δέρνει τους καλλιτέχνες, τους επιστήμονες και μερικούς ακόμη ιερείς.Ευχαριστώ, Παναγία μου, για τον ενθουσιασμό που μου δίνεις απόψε, που είμαι απελπισμένος και η ελπίδα μου είσαι Εσύ. Ας αφήσουμε λίγο και τους άλλους, ας δούμε και το σκαρί μας, δεν είναι εγωιστικό, είναι απαραίτητο.Ελπίδα στο μέλλον, απελπισία καλή στο παρελθόν, χαρά στο νυν, μακαριότητα στο αεί. Πάντα η θυσία, θυσιάζεται ο Υιός στον Σταυρό. θυσιάζεται η μητέρα του στην αγκαλιά του άφατου πόνου. Ο πόνος με πόνο νικιέται. Η αγάπη κερδίζεται με πόλεμο. Πότε θα μας διδάξει κι εμάς η αγία Παράδοση;Μονάκριβη ελπίδα του κόσμου Υπεραγία Θεοτόκε.
Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης
.
.
Πέμπτη 13 Αυγούστου 2009
Η Κοίμηση της Θεοτόκου
.
«Τὴ 15η τοῦ αὐτοῦ μηνός, μνήμη τῆς πανσέπτου Μεταστάσεως τῆς ὑπερενδόξου Δεσποίνης ἡμῶν καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας»
Όπως είναι γνωστό, επάνω από το Σταυρό ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, έδωσε εντολή και την Παναγία μητέρα του παρέλαβε ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στο σπίτι του, όπου διέμεινε μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τη μητέρα του Σαλώμη, συγγενή της Θεοτόκου.
Όταν δεν ήλθε η στιγμή να τελειώσει την επίγεια ζωή της, άγγελος Κυρίου της το έκανε γνωστό τρεις μέρες πιο πριν ότι πρόκειται να γίνει η μετάστασή της από τη γη στον ουρανό.
Πήγε τότε ο Άγγελος και της είπε: «Αυτά λέγει ο Υιός σου: είναι καιρός να παραλάβω τη μητέρα Μου κοντά Μου. Γι’ αυτό να μην ταραχθείς, αλλά δέξου το μήνυμα με ευφροσύνη, επειδή μεταβαίνεις σε ζωή αθάνατη».
Μόλις το άκουσε η Θεοτόκος, χάρηκε πολύ και από τον πολύ πόθο της να μεταβεί στον μονογενή Υιό της, ανέβηκε με βιασύνη και προθυμία στο Όρος των Ελαιών για να προσευχηθεί, διότι είχε αυτή τη συνήθεια, να ανεβαίνει συχνά σ’ αυτό το όρος. Τότε ακολούθησε θαύμα παράδοξο. Όταν ανέβηκε εκεί η Θεοτόκος, έκλιναν την κορυφή τους τα δέντρα, σαν να ήταν έμψυχα και λογικά, και την προσκύνησαν και έτσι έδειξαν το σεβασμό τους και τίμησαν την Κυρία και Δέσποινα του κόσμου.
Αφού προσευχήθηκε αρκετά η Πανάχραντη, επέστρεψε στην οικία της. Άναψε φώτα πολλά, ευχαρίστησε τον Θεό και κάλεσε τις συγγενείς και τις γειτόνισσες. Στη συνέχεια, ετοιμάζει όλα τα απαραίτητα για τον ενταφιασμό της. Φανερώνει και στις άλλες γυναίκες τα λόγια που της είπε ο Άγγελος για της εις τους ουρανούς μετάστασή της και σαν απόδειξη των λόγων της, δείχνει το χαροποιό και νικητικό σημείο, που της έδωσε ο Άγγελος, ένα κλαδί φοίνικα.
Οι καλεσμένες γυναίκες, μόλις άκουσαν αυτό το λυπηρό μήνυμα, άρχισαν τους θρήνους και έπειτα παρακαλούσαν την Παναγία να μη τις αφήσει ορφανές. Και η Θεοτόκος τις βεβαίωσε ότι, αφού μετασταθεί στους ουρανούς, θα φυλάει όχι μόνον αυτές αλλά και όλο τον κόσμο. Με τέτοια παρηγορητικά λόγια στάματησε την υπερβολική λύπη τους.
Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ημέρα από την εμφάνιση του αγγέλου, οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε μακρινούς τόπους όπου κήρυτταν το Ευαγγέλιο. Τότε ξαφνικά νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος και περίμενε την κοίμησή της.
Μαζί με τους Αποστόλους ήρθε και ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ο Απόστολος Τιμόθεος και οι λοιποί θεόσοφοι ιεράρχες. Όλοι αυτοί, μόλις έμαθαν την αιτία για την οποία συνάχθηκαν αιφνιδίως και παραδόξως, έλεγαν στην Θεοτόκο: «όσο σε βλέπαμε, Δέσποινα, να ζεις και να μένεις στον κόσμο, παρηγορούμεθα σαν να βλέπαμε τον Υιόν σου. Επειδή όμως τώρα με τη βουλή του Υιού σου και Θεού μεταβαίνεις στα ουράνια, γι’ αυτό καθώς βλέπεις θρηνούμε και δακρύζουμε, αν και από την άλλη χαιρόμαστε για όσα θαυμαστά σου έγιναν». Τότε η Θεοτόκος τους αποκρίθηκε: «Μαθητές του Υιού μου και Θεού, μην κάνετε πένθος και λύπη τη χαρά μου».
Όταν ειπώθηκαν αυτά τα λόγια φτάνει και ο Απόστολος Παύλος. Έπεσε στα πόδια της Θεομήτορος, την προσκύνησε και την εγκωμίασε με πολλά ουράνια εγκώμια: «Χαίρε, ω Μήτερ της ζωής, διότι αν και δεν έζησα σωματικώς κοντά στον Υιό σου, βλέποντας όμως εσένα, νόμιζα ότι έβλεπα Εκείνον».
Μετά αποχαιρετά όλους, ξαπλώνει πάνω στο νεκροκρέββατο, σταύρωσε τα χέρια της, προσφέρει δεήσεις και ικεσίες στον Υιό της για τη σύσταση και την ειρήνη όλου του κόσμου, γεμίζει τους Αποστόλους και ιεράρχες από την ευλογία του Υιού της που δίνεται απ’ αυτήν στους ανθρώπους, και έτσι αφήνει στα χέρια του Υιού της και Θεού την ολόφωτη και παναγία ψυχή της.
Τότε ο κορυφαίος των Αποστόλων Πέτρος άρχισε να λέει στην Θεοτόκο επιτάφια εγκώμια, ενώ οι άλλοι Απόστολοι σήκωσαν το νεκροκρέβατο. Άλλοι προπορεύονταν βαστάζοντας λαμπάδες και ψάλλοντας ύμνους και άλλοι ακολουθούσαν ως το τάφο το σώμα της Θεομήτορος. Ακούγονταν και Άγγελοι από τον ουρανό που έψαλλαν και γέμιζαν τον αέρα οι μελωδίες τους.
Όλα αυτά μην υποφέροντας να βλέπουν και να ακούν οι άρχοντες των Ιουδαίων, παρεκίνησαν κάποιους από το λαό και τους έπεισαν να παρεμποδίσουν την πομπή. Όμως η θεία δίκη πρόφτασε και παίδεψε τους τολμήσαντας με το να τους τυφλώσει.
Έπειτα οι έφτασαν οι Απόστολοι στη Γεσθημανή, ενταφίασαν το πάναγνο σώμα της Θεοτόκου και περίμεναν εκεί τρεις μέρες ακούγοντας ακαταπαύστως σε όλο αυτό το διάστημα τους ύμνους και τις μελωδίες των αγίων Αγγέλων.
Μετά από τρεις ημέρες, άνοιξαν τον τάφο και έκπληκτοι διαπίστωσαν ότι η Παναγία αναστήθηκε σωματικά και αναλήφθηκε στους ουρανούς. Και βέβαια όλη η ανθρωπότητα, με ευγνωμοσύνη για τις πρεσβείες της στο Σωτήρα Χριστό, αναφωνεί: «Χαίρε, ω Μήτερ της ζωής».
Η υπεραγία Θεοτόκος είναι ο πραγματικός οδηγός, για όσους θέλουν ν’ ανυψώνονται προς τον Θεό. Έργο της είναι να πρεσβεύει στον Τριαδικό Θεό για όλους τους ανθρώπους. Για μας τους ορθοδόξους η Θεοτόκος είναι η «ακαταίσχυντος προστασία και η αμετάθετος προς τον ποιητή μεσιτεία».
Δίκαια μπορούμε να αποθέσουμε τις ελπίδες μας προς την υπεραγία Θεοτόκο αφού, κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, «κανένα άλλο κτίσμα στον κόσμο δεν αγάπησε ποτέ τόσο πολύ τον Ιησού Χριστό, τον Υιό του Θεού, ούτε συμμορφώθηκε τόσο στο θέλημά Του όσο η Παναγία Μητέρα του».Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η τιμή προς την Παναγία ανάγεται στον Υιό της, κατά τον άγιο Ιωάννη το Δαμασκηνό.
Πηγή xfe.gr
«ΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΣΧΑ»
.
«…Ο Χριστιανός φεύγει από τον κόσμο αυτό, πλαισιωμένος από τη Στρατευομένη Εκκλησία ενώ στην αντίπερα όχθη τον υποδέχεται η Θριαμβεύουσα Εκκλησία. Αν η έξοδος ενός απλού μέλους της Εκκλησίας από τον κόσμο τούτο είναι εκκλησιαστικό γεγονός, η Έξοδος της Πρώτης μέσα στην Εκκλησία, της Θεοτόκου, ήταν κατ’ εξοχήν εκκλησιαστικό γεγονός. Απήχησις της αλήθειας αυτής είναι ο πάνδημος εορτασμός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Η γιορτή αυτή στην Ορθοδοξία αποτελεί ένα δεύτερο Πάσχα…»
Ευθυμίου Στύλιος («Η Πρώτη»)
Απολυτίκιον
«Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας,ἓν τὴ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὗ κατέλιπες Θεοτόκε, ,Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, ,μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, ,καὶ ταὶς πρεσβείαις ταὶς σαὶς λυτρουμένη, ,ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν».
Κοντάκιον
«Τὴν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον, καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα, τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν, ὡς γὰρ ζωῆς Μητέρα, πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον».
O Οίκος
«Τείχισόν μου τὰς φρένας Σωτήρ μου, τὸ γὰρ τεῖχος τοῦ κόσμου ἀνυμνῆσαι τολμῶ, τὴν ἄχραντον Μητέρα σου, ἐν πύργῳ ῥημάτων ἐνίσχυσόν με, καὶ ἐν βάρεσιν ἐννοιῶν ὀχύρωσόν με, σὺ γὰρ βοᾷς τῶν αἰτούντων πιστῶς τὰς αἰτήσεις πληροῦν, Σὺ οὖν μοὶ δώρησαι γλώτταν, προφοράν, καὶ λογισμὸν ἀκαταίσχυντον, πᾶσα γὰρ δόσις ἑλλάμψεως παρὰ σοῦ καταπέμπεται φωταγωγέ, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον».
Τροπάρια της Εορτής
«Δεῦτε ἀνυμνήσωμεν λαοί, τὴν Παναγίαν Παρθένον ἁγνήν, ἐξ ἦς ἀρρήτως προῆλθε, σαρκωθεὶς ὁ Λόγος τοῦ Πατρός, κράζοντες καὶ λέγοντες, Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί, Μακαρία ἡ γαστήρ, ἡ χωρήσασα Χριστόν, Αὐτοῦ ταὶς ἁγίαις χερσί, τὴν ψυχὴν παραθεμένη, πρέσβευε ἄχραντε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν».
«Τὴν πάνσεπτόν σου Κοίμησιν, Παναγία Παρθένε ἁγνή, τῶν Ἀγγέλων τὰ πλήθη ἐν οὐρανῷ, καὶ ἀνθρώπων τὸ γένος ἐπὶ τῆς γῆς μακαρίζομεν, ὅτι Μήτηρ γέγονας τοῦ ποιητοῦ τῶν ἁπάντων Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, Αὐτὸν ἱκετεύουσα, ὑπὲρ ἡμῶν μὴ παύση δεόμεθα, τῶν εἰς σὲ μετὰ Θεόν, τὰς ἐλπίδας θεμένων, Θεοτόκε πανύμνητε, καὶ ἀπειρόγαμε».
«Ἤ πανάμωμος νύμφη, καὶ Μήτηρ τῆς εὐδοκίας τοῦ Πατρός, ἡ Θεῷ προορισθεῖσα εἰς ἑαυτοῦ κατοίκησιν, τῆς ἀσυγχύτου ἑνώσεως, σήμερον τὴν ἄχραντον ψυχήν, τῶ Ποιητὴ καὶ Θεῷ παρατίθεται, ἣν Ἀσωμάτων δυνάμεις, θεοπρεπῶς ὑποδέχονται, καὶ πρὸς ζωὴν μετατίθεται, ἡ ὄντως μήτηρ τῆς ζωῆς, ἡ λαμπὰς τοῦ ἀπροσίτου φωτός, ἡ σωτηρία τῶν πιστῶν, καὶ ἐλπὶς τῶν ψυχῶν ἡμῶν».
«Δεῦτε ἅπαντα τὰ πέρατα τῆς γῆς, τὴν σεπτὴν Μετάστασιν τῆς Θεομήτορος μακαρίσωμεν, ἐν χερσὶ γὰρ τοῦ Υἱοῦ, τὴν ψυχὴν τὴν ἄμωμον ἐναπέθετο, ὅθεν τὴ Ἁγία Κοιμήσει αὐτῆς, ὁ κόσμος ἀνεζωοποιήθη, ψαλμοὶς καὶ ὕμνοις, καὶ ὠδαὶς πνευματικαὶς μετὰ τῶν Ἀσωμάτων, καὶ τῶν Ἀποστόλων ἑορτάζων φαιδρώς».
«Τὴν θείαν ταύτην καὶ πάντιμον, τελοῦντες ἑορτὴν οἱ θεόφρονες, τῆς Θεομήτορος, δεῦτε τὰς χείρας κροτήσωμεν, τὸν ἐξ αὐτῆς τεχθέντα Θεὸν δοξάζοντες».
«Ἐκ σοῦ ζωὴ ἀνατέταλκε, τὰς κλεὶς τῆς παρθενίας μὴ λύσασα, πῶς οὖν τὸ ἄχραντον, ζωαρχικόν τε σου σκήνωμα, τῆς τοῦ θανάτου πείρας γέγονε μέτοχον».
«Ζωῆς ὑπάρξασα τέμενος, ζωῆς τῆς ἀϊδίου τετύχηκας, διὰ θανάτου γάρ, πρὸς τὴν ζωὴν μεταβέβηκας, ἡ τὴν ζωὴν τεκοῦσα τὴν ἐνυπόστατον».
.
«Τὴ 15η τοῦ αὐτοῦ μηνός, μνήμη τῆς πανσέπτου Μεταστάσεως τῆς ὑπερενδόξου Δεσποίνης ἡμῶν καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας»
Όπως είναι γνωστό, επάνω από το Σταυρό ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, έδωσε εντολή και την Παναγία μητέρα του παρέλαβε ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στο σπίτι του, όπου διέμεινε μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τη μητέρα του Σαλώμη, συγγενή της Θεοτόκου.
Όταν δεν ήλθε η στιγμή να τελειώσει την επίγεια ζωή της, άγγελος Κυρίου της το έκανε γνωστό τρεις μέρες πιο πριν ότι πρόκειται να γίνει η μετάστασή της από τη γη στον ουρανό.
Πήγε τότε ο Άγγελος και της είπε: «Αυτά λέγει ο Υιός σου: είναι καιρός να παραλάβω τη μητέρα Μου κοντά Μου. Γι’ αυτό να μην ταραχθείς, αλλά δέξου το μήνυμα με ευφροσύνη, επειδή μεταβαίνεις σε ζωή αθάνατη».
Μόλις το άκουσε η Θεοτόκος, χάρηκε πολύ και από τον πολύ πόθο της να μεταβεί στον μονογενή Υιό της, ανέβηκε με βιασύνη και προθυμία στο Όρος των Ελαιών για να προσευχηθεί, διότι είχε αυτή τη συνήθεια, να ανεβαίνει συχνά σ’ αυτό το όρος. Τότε ακολούθησε θαύμα παράδοξο. Όταν ανέβηκε εκεί η Θεοτόκος, έκλιναν την κορυφή τους τα δέντρα, σαν να ήταν έμψυχα και λογικά, και την προσκύνησαν και έτσι έδειξαν το σεβασμό τους και τίμησαν την Κυρία και Δέσποινα του κόσμου.
Αφού προσευχήθηκε αρκετά η Πανάχραντη, επέστρεψε στην οικία της. Άναψε φώτα πολλά, ευχαρίστησε τον Θεό και κάλεσε τις συγγενείς και τις γειτόνισσες. Στη συνέχεια, ετοιμάζει όλα τα απαραίτητα για τον ενταφιασμό της. Φανερώνει και στις άλλες γυναίκες τα λόγια που της είπε ο Άγγελος για της εις τους ουρανούς μετάστασή της και σαν απόδειξη των λόγων της, δείχνει το χαροποιό και νικητικό σημείο, που της έδωσε ο Άγγελος, ένα κλαδί φοίνικα.
Οι καλεσμένες γυναίκες, μόλις άκουσαν αυτό το λυπηρό μήνυμα, άρχισαν τους θρήνους και έπειτα παρακαλούσαν την Παναγία να μη τις αφήσει ορφανές. Και η Θεοτόκος τις βεβαίωσε ότι, αφού μετασταθεί στους ουρανούς, θα φυλάει όχι μόνον αυτές αλλά και όλο τον κόσμο. Με τέτοια παρηγορητικά λόγια στάματησε την υπερβολική λύπη τους.
Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ημέρα από την εμφάνιση του αγγέλου, οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε μακρινούς τόπους όπου κήρυτταν το Ευαγγέλιο. Τότε ξαφνικά νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος και περίμενε την κοίμησή της.
Μαζί με τους Αποστόλους ήρθε και ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ο Απόστολος Τιμόθεος και οι λοιποί θεόσοφοι ιεράρχες. Όλοι αυτοί, μόλις έμαθαν την αιτία για την οποία συνάχθηκαν αιφνιδίως και παραδόξως, έλεγαν στην Θεοτόκο: «όσο σε βλέπαμε, Δέσποινα, να ζεις και να μένεις στον κόσμο, παρηγορούμεθα σαν να βλέπαμε τον Υιόν σου. Επειδή όμως τώρα με τη βουλή του Υιού σου και Θεού μεταβαίνεις στα ουράνια, γι’ αυτό καθώς βλέπεις θρηνούμε και δακρύζουμε, αν και από την άλλη χαιρόμαστε για όσα θαυμαστά σου έγιναν». Τότε η Θεοτόκος τους αποκρίθηκε: «Μαθητές του Υιού μου και Θεού, μην κάνετε πένθος και λύπη τη χαρά μου».
Όταν ειπώθηκαν αυτά τα λόγια φτάνει και ο Απόστολος Παύλος. Έπεσε στα πόδια της Θεομήτορος, την προσκύνησε και την εγκωμίασε με πολλά ουράνια εγκώμια: «Χαίρε, ω Μήτερ της ζωής, διότι αν και δεν έζησα σωματικώς κοντά στον Υιό σου, βλέποντας όμως εσένα, νόμιζα ότι έβλεπα Εκείνον».
Μετά αποχαιρετά όλους, ξαπλώνει πάνω στο νεκροκρέββατο, σταύρωσε τα χέρια της, προσφέρει δεήσεις και ικεσίες στον Υιό της για τη σύσταση και την ειρήνη όλου του κόσμου, γεμίζει τους Αποστόλους και ιεράρχες από την ευλογία του Υιού της που δίνεται απ’ αυτήν στους ανθρώπους, και έτσι αφήνει στα χέρια του Υιού της και Θεού την ολόφωτη και παναγία ψυχή της.
Τότε ο κορυφαίος των Αποστόλων Πέτρος άρχισε να λέει στην Θεοτόκο επιτάφια εγκώμια, ενώ οι άλλοι Απόστολοι σήκωσαν το νεκροκρέβατο. Άλλοι προπορεύονταν βαστάζοντας λαμπάδες και ψάλλοντας ύμνους και άλλοι ακολουθούσαν ως το τάφο το σώμα της Θεομήτορος. Ακούγονταν και Άγγελοι από τον ουρανό που έψαλλαν και γέμιζαν τον αέρα οι μελωδίες τους.
Όλα αυτά μην υποφέροντας να βλέπουν και να ακούν οι άρχοντες των Ιουδαίων, παρεκίνησαν κάποιους από το λαό και τους έπεισαν να παρεμποδίσουν την πομπή. Όμως η θεία δίκη πρόφτασε και παίδεψε τους τολμήσαντας με το να τους τυφλώσει.
Έπειτα οι έφτασαν οι Απόστολοι στη Γεσθημανή, ενταφίασαν το πάναγνο σώμα της Θεοτόκου και περίμεναν εκεί τρεις μέρες ακούγοντας ακαταπαύστως σε όλο αυτό το διάστημα τους ύμνους και τις μελωδίες των αγίων Αγγέλων.
Μετά από τρεις ημέρες, άνοιξαν τον τάφο και έκπληκτοι διαπίστωσαν ότι η Παναγία αναστήθηκε σωματικά και αναλήφθηκε στους ουρανούς. Και βέβαια όλη η ανθρωπότητα, με ευγνωμοσύνη για τις πρεσβείες της στο Σωτήρα Χριστό, αναφωνεί: «Χαίρε, ω Μήτερ της ζωής».
Η υπεραγία Θεοτόκος είναι ο πραγματικός οδηγός, για όσους θέλουν ν’ ανυψώνονται προς τον Θεό. Έργο της είναι να πρεσβεύει στον Τριαδικό Θεό για όλους τους ανθρώπους. Για μας τους ορθοδόξους η Θεοτόκος είναι η «ακαταίσχυντος προστασία και η αμετάθετος προς τον ποιητή μεσιτεία».
Δίκαια μπορούμε να αποθέσουμε τις ελπίδες μας προς την υπεραγία Θεοτόκο αφού, κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, «κανένα άλλο κτίσμα στον κόσμο δεν αγάπησε ποτέ τόσο πολύ τον Ιησού Χριστό, τον Υιό του Θεού, ούτε συμμορφώθηκε τόσο στο θέλημά Του όσο η Παναγία Μητέρα του».Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η τιμή προς την Παναγία ανάγεται στον Υιό της, κατά τον άγιο Ιωάννη το Δαμασκηνό.
Πηγή xfe.gr
«ΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΣΧΑ»
.
«…Ο Χριστιανός φεύγει από τον κόσμο αυτό, πλαισιωμένος από τη Στρατευομένη Εκκλησία ενώ στην αντίπερα όχθη τον υποδέχεται η Θριαμβεύουσα Εκκλησία. Αν η έξοδος ενός απλού μέλους της Εκκλησίας από τον κόσμο τούτο είναι εκκλησιαστικό γεγονός, η Έξοδος της Πρώτης μέσα στην Εκκλησία, της Θεοτόκου, ήταν κατ’ εξοχήν εκκλησιαστικό γεγονός. Απήχησις της αλήθειας αυτής είναι ο πάνδημος εορτασμός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Η γιορτή αυτή στην Ορθοδοξία αποτελεί ένα δεύτερο Πάσχα…»
Ευθυμίου Στύλιος («Η Πρώτη»)
Απολυτίκιον
«Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας,ἓν τὴ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὗ κατέλιπες Θεοτόκε, ,Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, ,μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, ,καὶ ταὶς πρεσβείαις ταὶς σαὶς λυτρουμένη, ,ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν».
Κοντάκιον
«Τὴν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον, καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα, τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν, ὡς γὰρ ζωῆς Μητέρα, πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον».
O Οίκος
«Τείχισόν μου τὰς φρένας Σωτήρ μου, τὸ γὰρ τεῖχος τοῦ κόσμου ἀνυμνῆσαι τολμῶ, τὴν ἄχραντον Μητέρα σου, ἐν πύργῳ ῥημάτων ἐνίσχυσόν με, καὶ ἐν βάρεσιν ἐννοιῶν ὀχύρωσόν με, σὺ γὰρ βοᾷς τῶν αἰτούντων πιστῶς τὰς αἰτήσεις πληροῦν, Σὺ οὖν μοὶ δώρησαι γλώτταν, προφοράν, καὶ λογισμὸν ἀκαταίσχυντον, πᾶσα γὰρ δόσις ἑλλάμψεως παρὰ σοῦ καταπέμπεται φωταγωγέ, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον».
Τροπάρια της Εορτής
«Δεῦτε ἀνυμνήσωμεν λαοί, τὴν Παναγίαν Παρθένον ἁγνήν, ἐξ ἦς ἀρρήτως προῆλθε, σαρκωθεὶς ὁ Λόγος τοῦ Πατρός, κράζοντες καὶ λέγοντες, Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί, Μακαρία ἡ γαστήρ, ἡ χωρήσασα Χριστόν, Αὐτοῦ ταὶς ἁγίαις χερσί, τὴν ψυχὴν παραθεμένη, πρέσβευε ἄχραντε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν».
«Τὴν πάνσεπτόν σου Κοίμησιν, Παναγία Παρθένε ἁγνή, τῶν Ἀγγέλων τὰ πλήθη ἐν οὐρανῷ, καὶ ἀνθρώπων τὸ γένος ἐπὶ τῆς γῆς μακαρίζομεν, ὅτι Μήτηρ γέγονας τοῦ ποιητοῦ τῶν ἁπάντων Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, Αὐτὸν ἱκετεύουσα, ὑπὲρ ἡμῶν μὴ παύση δεόμεθα, τῶν εἰς σὲ μετὰ Θεόν, τὰς ἐλπίδας θεμένων, Θεοτόκε πανύμνητε, καὶ ἀπειρόγαμε».
«Ἤ πανάμωμος νύμφη, καὶ Μήτηρ τῆς εὐδοκίας τοῦ Πατρός, ἡ Θεῷ προορισθεῖσα εἰς ἑαυτοῦ κατοίκησιν, τῆς ἀσυγχύτου ἑνώσεως, σήμερον τὴν ἄχραντον ψυχήν, τῶ Ποιητὴ καὶ Θεῷ παρατίθεται, ἣν Ἀσωμάτων δυνάμεις, θεοπρεπῶς ὑποδέχονται, καὶ πρὸς ζωὴν μετατίθεται, ἡ ὄντως μήτηρ τῆς ζωῆς, ἡ λαμπὰς τοῦ ἀπροσίτου φωτός, ἡ σωτηρία τῶν πιστῶν, καὶ ἐλπὶς τῶν ψυχῶν ἡμῶν».
«Δεῦτε ἅπαντα τὰ πέρατα τῆς γῆς, τὴν σεπτὴν Μετάστασιν τῆς Θεομήτορος μακαρίσωμεν, ἐν χερσὶ γὰρ τοῦ Υἱοῦ, τὴν ψυχὴν τὴν ἄμωμον ἐναπέθετο, ὅθεν τὴ Ἁγία Κοιμήσει αὐτῆς, ὁ κόσμος ἀνεζωοποιήθη, ψαλμοὶς καὶ ὕμνοις, καὶ ὠδαὶς πνευματικαὶς μετὰ τῶν Ἀσωμάτων, καὶ τῶν Ἀποστόλων ἑορτάζων φαιδρώς».
«Τὴν θείαν ταύτην καὶ πάντιμον, τελοῦντες ἑορτὴν οἱ θεόφρονες, τῆς Θεομήτορος, δεῦτε τὰς χείρας κροτήσωμεν, τὸν ἐξ αὐτῆς τεχθέντα Θεὸν δοξάζοντες».
«Ἐκ σοῦ ζωὴ ἀνατέταλκε, τὰς κλεὶς τῆς παρθενίας μὴ λύσασα, πῶς οὖν τὸ ἄχραντον, ζωαρχικόν τε σου σκήνωμα, τῆς τοῦ θανάτου πείρας γέγονε μέτοχον».
«Ζωῆς ὑπάρξασα τέμενος, ζωῆς τῆς ἀϊδίου τετύχηκας, διὰ θανάτου γάρ, πρὸς τὴν ζωὴν μεταβέβηκας, ἡ τὴν ζωὴν τεκοῦσα τὴν ἐνυπόστατον».
.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)