Ποιούς, όμως, εννούμε όταν λέμε Άγιοι Πάντες;
Σήμερα, εορτάζουμε τους Άγιους Πάντες. Όσους δηλαδή αγίασε το Άγιο Πνεύμα, τους Προπάτορες και Πατριάρχες, τους Προφήτες και ιερούς Αποστόλους, τους Μάρτυρες και τους Ιεράρχες, τους Ιερομάρτυρες και Οσιομάρτυρες, τους Όσιους και Δίκαιους και όλες γενικά τις άγιες Γυναίκες και τους υπόλοιπους ανώνυμους Αγίους.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
(Ποίημα τοῦ ὁσίου Νικοδήμου τοῦ ῾Αγιορείτου)
Βλαστοὺς εὐαγγελίου καὶ καρποὺς ἀμαράντους, χοροὺς ἁγίων Πάντων εὐφημήσωμεν πάντες, ἐν ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, μιμούμενοι αὐτῶν τὰς ἀρετάς, καὶ ἀγῶνας τοὺς γενναίους, ἀπὸ ψυχῆς συμφώνως ἀνακράζοντες· δόξα τῷ στεφανώσαντι ὑμᾶς· δόξα τῷ ἁγιάσαντι· δόξα τῷ ἐν τῇ γῇ καὶ οὐρανῷ ὑμᾶς δοξάσαντι.
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
(Ποίημα τοῦ ὁσίου Νικοδήμου τοῦ ῾Αγιορείτου)
Βλαστοὺς εὐαγγελίου καὶ καρποὺς ἀμαράντους, χοροὺς ἁγίων Πάντων εὐφημήσωμεν πάντες, ἐν ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, μιμούμενοι αὐτῶν τὰς ἀρετάς, καὶ ἀγῶνας τοὺς γενναίους, ἀπὸ ψυχῆς συμφώνως ἀνακράζοντες· δόξα τῷ στεφανώσαντι ὑμᾶς· δόξα τῷ ἁγιάσαντι· δόξα τῷ ἐν τῇ γῇ καὶ οὐρανῷ ὑμᾶς δοξάσαντι.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον λόγον.
(Ποίημα Κυρίλλου πατριάρχου Κων/πόλεως)
Τῶν ἁγίων Πάντων οἶκος ὁ πάνσεπτος, οὐρανὸς ὥς τις ἄλλος ἀστράπτει αἴθριος, ἐν μέσῳ ἔχων τὸν Χριστόν, ὥς περ ἥλιον λαμπρόν, τὴν παρθένον Μαριάμ, σελήνην ὡς πλησιφαῆ, καὶ κύκλῳ καθάπερ ἄστρα, χορούς τε πάντων ἁγίων, ἀεὶ πρεσβεύοντας σωθῆναι ἡμᾶς.
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον λόγον.
(Ποίημα Κυρίλλου πατριάρχου Κων/πόλεως)
Τῶν ἁγίων Πάντων οἶκος ὁ πάνσεπτος, οὐρανὸς ὥς τις ἄλλος ἀστράπτει αἴθριος, ἐν μέσῳ ἔχων τὸν Χριστόν, ὥς περ ἥλιον λαμπρόν, τὴν παρθένον Μαριάμ, σελήνην ὡς πλησιφαῆ, καὶ κύκλῳ καθάπερ ἄστρα, χορούς τε πάντων ἁγίων, ἀεὶ πρεσβεύοντας σωθῆναι ἡμᾶς.
Κοντάκιον
Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῶν Ἁγίων σύμπαντες, τῶν ἀπ’ αἰῶνος τὴν μνήμην, Προφητῶν Δικαίων τε, καὶ Ἀποστόλων Μαρτύρων, ἅμα τε, σὺν Ἱεράρχαις καὶ τοῖς Ὁσίοις, σήμερον, ἐγκωμισάσωμεν θεοφρόνως, αὐτοὶ γὰρ σὺν τοῖς Ἀγγέλοις, ἀκαταπαύστως, ὑπὲρ ἡμῶν ἀεὶ πρεσβεύουσι.
Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῶν Ἁγίων σύμπαντες, τῶν ἀπ’ αἰῶνος τὴν μνήμην, Προφητῶν Δικαίων τε, καὶ Ἀποστόλων Μαρτύρων, ἅμα τε, σὺν Ἱεράρχαις καὶ τοῖς Ὁσίοις, σήμερον, ἐγκωμισάσωμεν θεοφρόνως, αὐτοὶ γὰρ σὺν τοῖς Ἀγγέλοις, ἀκαταπαύστως, ὑπὲρ ἡμῶν ἀεὶ πρεσβεύουσι.
Μεγαλυνάριον
Ἔνδοξοι Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, Μάρτυρες Κυρίου, καὶ πανθαύμαστοι Ἀθληταί, Προφητῶν ὁ δῆμος, Ἱεραρχῶν Ὁσίων, ποιήσατε πρεσβείαν, ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς Θεόν.
Ἔνδοξοι Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ, Μάρτυρες Κυρίου, καὶ πανθαύμαστοι Ἀθληταί, Προφητῶν ὁ δῆμος, Ἱεραρχῶν Ὁσίων, ποιήσατε πρεσβείαν, ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς Θεόν.
«Πᾶς οὔν
ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω καγώ ἐν αὐτῷ
ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς». Σέ αὐτό τό «πᾶς ὅστις»,
ἀγαπητοί χριστιανοί, πού ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριό μας,
ἀνήκουν ὅλοι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας πού σήμερα ἑορτάζουν. Ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ
προφῆτες, οἱ ἀπόστολοι, οἱ μάρτυρες, οἱ δίκαιοι, οἱ ὅσιοι, οἱ ὁμολογητές, καί
κάθε ἄνθρωπος πού διά μέσου τῶν αἰώνων βίωσαν ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ τόν Χριστό. Ὅλοι
ἐκεῖνοι πού ἄκουσαν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί τόν τήρησαν στήν ζωή τους. Ὅλοι
ἐκεῖνοι πού ἀπέκτησαν πραγματική κοινωνία μαζί Του. Ὅλοι αὐτοί ἑορτάζουν καί
ὁμολογοῦν μέ τόν τρόπο πού ἔζησαν τήν κοινωνία καί τήν ταύτισή τους μέ τόν
ἠγαπημένο Κύριο.
Οἱ Ἅγιοι εἶναι
αὐτοί πού ἔγιναν μάρτυρες τῆς δύναμης τοῦ Ἀναστάντος. Διότι πρίν ἀπό τήν ἔλευση
τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, σημειώνει ὁ Ἅγιος Ἰουστίνος ὁ Πόποβιτς, στόν ἐπίγειο κόσμο
μας ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι γνωρίζαμε μόνο τόν θάνατο καί ὁ θάνατος ἐμᾶς. Κάθε τί τό
ἀνθρώπινο ἦταν διαποτισμένο μέ τόν θάνατο, αἰχμαλωτισμένο καί κατανικημένο ἀπό
αὐτόν. Ὁ θάνατος μᾶς ἦταν πλησιέστερος καί ἀπό τόν ἑαυτό μας καί περισσότερο
πραγματικός ἀπό ἐμᾶς τούς ἰδίους. Ἀσυγκρίτως δυνατώτερος ἀπό κάθε ἄνθρωπο
χωριστά και ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους μαζί. Ἡ γῆ ἦταν φρικαλέα φυλακή τοῦ θανάτου
καί ἐμεῖς ἀνίσχυροι, δέσμιοι καί δοῦλοι του. Μόνο μέ τήν ἔλευση τοῦ θεανθρώπου
Χριστοῦ «ἡ ζωή ἐφανερώθη»· ἐφανερώθη «ἡ ζωή ἡ αἰώνιος» στούς
ἀπηλπισμένους θνητούς, στούς ἄθλιους δούλους τοῦ θανάτου,
ἐμᾶς.
Αὐτό κατάλαβαν οἱ Ἅγιοι. Οἱ ἄνθρωποι δηλαδή μέσα στούς
αἰῶνες πού ξύπνησαν ἀπό τήν λήθη καί ἀναζήτησαν τήν ὄντως ζωή, τόν Χριστό. Ἡ
ἀληθινή ζωή πάνω στή γῆ ἀρχίζει ἀκριβῶς ἀπό τήν Ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος, διότι
εἶναι ζωή πού δέν τελειώνει μέ τόν θάνατο. Καί μιά τέτοια ζωή ἔγινε δυνατότητα
πάνω στή γῆ μόνο μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Ἡ ζωή εἶναι ἀληθινή
μόνο ὅταν βρίσκεται «ἐν τῷ Θεῷ». Διότι αὐτή εἶναι ἡ αἰώνια ζωή καί
ἑπομένως ἡ ἀθάνατη ζωή. Μόνο μέ τήν πίστη στόν Ἀναστάντα Χριστό ὁ ἄνθρωπος ζεῖ
τό πιό ἀποφασιστικό θαῦμα τῆς ὑπάρξεώς του: τήν μετάβαση ἀπό τόν θάνατο στήν
ἀθανασία, ἀπό τό πεπερασμένο στήν αἰωνιότητα, ἀπό τόν ἅδη στόν
παράδεισο.
Οἱ Ἅγιοι εἶναι
οἱ περισσότερο τέλειοι Χριστιανοί διότι ἔχουν ἁγιασθεῖ στόν μέγιστο κατά τό
δυνατόν βαθμό μέ τήν ἄσκηση τῆς πίστεως στόν Ἀναστάντα καί αἰωνίως ζῶντα Κύριον
Ἰησοῦν. Οἱ Ἅγιοι εἶναι οἱ μοναδικοί καί ὄντως ἀθάνατοι μέσα στό ἀνθρώπινο γένος,
διότι μέ ὅλο τό εἶναι τουςζοῦν «ἐν τῷ Ἀναστάντι» καί γιά τόν Ἀναστάντα Χριστό
καί κανείς θάνατος δέν ἔχει ἐξουσία πάνω τους.
Ὁ Γέροντας
Σωφρόνιος τόνιζε ὅτι ὁ Χριστός καλεῖ τόν ἄνθρωπο μέ τίς ἐντολές τῆς ἀγάπης νά
ὑψωθεῖ στό Φῶς τῆς θείας Ἀγάπης τῶν Ὑποστάσεων, Ἀγάπης ἡ ὁποία «δέν εἶναι ἐκ τῆς
γῆς, ἀλλά ἐκ τοῦ οὐρανοῦ». Ἡ κλήση αὐτή τοῦ Κυρίου ἀπευθύνεται στήν καρδιά, «τό
πνευματικόν κέντρον τοῦ προσώπου», πού κατέχει τήν ἱκανότητα νά προσλάβει τήν
αἰωνιότητα καί «νά γνωρίζει τό ἀρχέτυπον αὐτῆς, τόν Ζῶντα
Θεόν».
Οἱ ἐντολές καί
τό κάθε ρῆμα τοῦ Κυρίου φέρουν μέσα τους τό μυστήριο τοῦ σταυροῦ, τήν ἐνέργεια
τῆς Ἁγίας Ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ἔλθει τό ρῆμα Θεοῦ στόν ἄνθρωπο καί τό
ἀποδεχθεῖ, τό μυστήριο αὐτό γίνεται ἐνεργό καί ἡ θεία ἀγάπη ὡς «πῦρ» διαπερνᾶ
τήν καρδιά του. Αὐτό τό «πῦρ» διαπέρασε ἀνά τούς αἰῶνες τήν καρδιά τόσων
ἀνθρώπων, καρποφόρησε μέσα τους καί τούς ἀναγέννησε σέ μία νέα διάσταση
ζωῆς.
Εἶναι ἀλήθεια
ὅτι ὁ ἄνθρωπος δυσκολεύεται νά προσλάβει τήν ζωή τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτό διότι ὁ
ἀγώνας γιά τήν αὐτοθέωση εἶναι μεγάλος καί ὁ ἄνθρωπος δυσκολεύεται νά ὑπερβεῖ
τόν ἑαυτό του. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος καταφέρει νά μπεῖ στήν προοπτική τῶν
εὐαγγελικῶν ἐντολῶν καί νά ἀγαπήσει τίς ἐντολές αὐτές, ἀναγεννᾶται πλήρως. Ἔχει
ἄλλα αἰσθήματα, ἄλλο νοῦ, ἄλλη καρδιά. Ἡ καρδιά του εὑρύνεται ὥστε νά
περιπτυχθεῖ «ἐν ἀγάπῃ ἅπασαν τήν κτίσιν». Κατανοεῖ ὅτι σκοπός τοῦ ἐρχομοῦ του
στή ζωή αὐτή, ὅπως καί κάθε ψυχῆς, εἶναι ἡ «διαμονή μετά τοῦ Θεοῦ, ἐν Αὐτῷ καί
ἐν τῇ αἰωνιότητι Αὐτοῦ».
Ὁ Χριστός καί
ὁλόκληρο τό στερέωμα τῶν Ἁγίων πού ἑορτάζει σήμερα, μᾶς καλοῦν σ’ αὐτό τό
πανηγύρι τῆς ζωῆς. Δέν εἶναι εὔκολος δρόμος, ἀλλά ἔχει συνοδοιπόρο τόν Χριστό.
Δέν εἶναι μακρινό ὄνειρο πού ἀφορᾶ μόνο σέ μερικούς. Ἀλλά πρόκληση καί πρόσκληση
σέ μία ζωή πού «οὔκ ἔστι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου». Ἔτσι στούς ἀνθρώπους πού
ἐπέλεξαν νά ζήσουν κατ’ αὐτό τόν τρόπο εἶναι φυσική ἡ ὁμολογία πού δίνουν γιά
τόν Χριστό, ἀφοῦ μέ τήν ἐλεύθερη ὁλοκληρωτική προσφορά τους στόν Θεό γίνονται
δέκτες καί προβολεῖς τῆς θείας λαμπρότητας. Ἔτσι φυσική θά εἶναι καί ἡ ὁμολογία
πού θά δώσει ὁ Χριστός γι’ αὐτούς στόν Πατέρα Του. Οἱ Ἅγιοι ὡς ἥλιοι θά λάμψουν
στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν διότι ἑνώθηκαν μέ τό Φῶς τόν Χριστό. Θά
ἀκτινοβολήσουν, σημειώνει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, «ὡς θείου φωτός
γεννήματα». Καί ὁ Χριστός θά εἶναι Αὐτός πού θά μαρτυρεῖ περί αὐτῶν καί θά
γίνονται ἀγαπητοί στόν Πατέρα.
Ἀγαπητοί
Χριστιανοί, ἄς ἐμπνευστοῦμε ἀπό τούς βίους τόσων Ἁγίων διότι αὐτοί οἱ βίοι εἶναι
ἱερές μαρτυρίες περί τῆς θαυματουργικῆς δυνάμεως τοῦ Σωτῆρος μας.