Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Μακεδονίτισσας

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Μακεδονίτισσας
Άγιοι του Θεού πρεσβεύετε υπέρ ημών !

Δευτέρα 12 Μαρτίου 2012

Η αληθινή μετάνοια

...

Συμβαίνει, αγαπητοί μου, λέγει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, συχνά ο άνθρωπος στον κόσμο να φοβάται πολύ. Φοβάται μη αρρωστήσει, μη πάθει κάτι άσχημο, μη του κάνουν κακό, μη δεν επιτύχει, μη δεν προοδεύσει, μη εκτεθεί, μη δεν τιμηθεί, μη δεν αναγνωρισθεί. Για τη σωτηρία της αθάνατης ψυχής του δεν πολυνοιάζεται, δεν φοβάται, δεν αγωνιά, μόνο ελπίζει στον Πολυεύσπλαχνο Θεό, αν βέβαια πάλι νοιάζεται και ενδιαφέρεται. Δεν αγαπά πολύ τη σωτηρία του φαίνεται σήμερα ο άνθρωπος. Γιατί άραγε;

Τί είναι αυτό που τον κάνει ν’ αμαρτάνει εύκολα και να μετανοεί δύσκολα; Είναι τόσο δύσκολο ν’ αλλάξει ο άνθρωπος; Είναι υποτιμητικό να ζητήσει συγχώρεση; Είναι αναξιοπρεπές να ταπεινωθεί; Τον ομιλητή παρακαλώ καλείσθε ν’ ακούσετε ως αδελφό σας, ως συναγωνιστή και όχι σαν αυστηρό δάσκαλο. Θα προσπαθήσει ν’ απαντήσει στα βασικά και καίρια παραπάνω ερωτήματα. Θα χρησιμοποιήσει προς τούτο την απαράμιλλη Αγία Γραφή, τη θεοκίνητη Πατρολογία και τον μυροβόλο Συναξαριστή.

Το κήρυγμα της Εκκλησίας είναι, θα πρέπει πάντα να είναι, περί μετανοίας. Αυτό ήταν το κήρυγμα όλων των προφητών της Π. Διαθήκης έως του Τιμίου Προδρόμου, αυτό ήταν και του Χριστού. Η μετάνοια δημιουργεί το κατανυκτικό κλίμα της ελεύσεως της βασιλείας του Θεού, της θεωρίας του Θεού, της συναντήσεως με Αυτόν. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ο Αγιορείτης, ο διαπρύσιος κήρυκας της χάριτος και του φωτός, λέγει χαρακτηριστικά πως η αληθινή μετάνοια είναι αρχή, μέση και τέλος της εν Χριστώ πνευματικής ζωής. Όλοι μα όλοι έχουμε ανάγκη μετανοίας, γιατί ουδείς αναμάρτητος. Η πνευματική ζωή αρχίζει οπωσδήποτε με τη μετάνοια. Το έργο της δεν παύει ποτέ. Ο Μ. Βασίλειος λέγει πως όλος ο ανθρώπινος βίος είναι προς μετάνοια. Ο ατελής άνθρωπος θέλει συνεχή αγώνα για να πλησιάσει τον Παντέλειο Θεό. Ατέλεστος η τελειότητα θα πει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης. Δεν υπάρχουν νιρβάνα στην Ορθοδοξία, όπου παύεις τον αγώνα και επαναπαύεσαι μακάρια. Ο αγώνας είναι έως του τάφου, ασταμάτητος, αδιάκοπος.

Ο μεγάλος δογματικός πατήρ της Εκκλησίας μας άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει πως μετάνοια σημαίνει επάνοδο από το παρά φύση στο κατά φύση και όδευση προς το υπέρ φύση. Είναι πορεία από το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωση.

Ο Αδάμ πλάσθηκε από τον Πανάγαθο Θεό κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσή Του. Το κατ’ εικόνα του δόθηκε αμέσως. Το καθ’ ομοίωση θάπρεπε όμως να το καλλιεργήσει ελεύθερα και φιλότιμα ο ίδιος με τη συνεργία βέβαια της Θείας Χάριτος. Η κατάκτηση του καθ’ ομοίωση αποτελεί τον αγιασμό, τη χαρίτωση, την τελείωση, τη θέωση. Ο Αδάμ πριν την πτώση είχε την άνεση να συνομιλεί με τον Θεό συνέχεια. Είχε καθαρότητα, φωτεινότητα, απλότητα, ταπεινότητα. Μετά την πτώση διαταράχθηκε αυτή η σχέση η ωραία. Σκοτείνιασε ο νους του, θόλωσε, αμαυρώθηκε. Ο ακάθαρτος νους δεν μπορεί να είναι δεκτικός της θείας Χάριτος.

Η αμαρτία αποτελεί παρά φύση κίνηση, που δεν επιφέρει απλά στον Αδάμ τη στέρηση της κοινωνίας του με τον Θεό, αλλά δεν μπορεί τώρα πλέον η θεία ενέργεια νάναι καθαρτική, φωτιστική και θεοπτική. Ο παρασυρμός του Αδάμ από την Εύα και της Εύας από τον δαίμονα επέφερε τη στέρηση της θείας Χάριτος. Πώς θα επανέλθουν στο πρωτόκτιστο κάλλος; Μόνο διά της μετανοίας. Η μετάνοια η αληθινή είναι δυνατή να θεραπεύσει, να καθαρίσει, να επαναφέρει στην προπτωτική κατάσταση. Η θεόσδοτη και θεοδώρητη μετάνοια είναι ικανή να ξεσκοτεινιάσει τον νου, να καθαρίσει την καρδιά και την πνευματική όραση. Ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος τονίζει πως η μετάνοια δύναται να επαναφέρει τον μετανοούντα σε μεγαλύτερη καθαρότητα και από την πριν της αμαρτίας κατάσταση.

Κατά τον άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο ο Αδάμ με το να υπακούσει στον δαίμονα, αποδυναμώθηκε αλλά δεν καταστράφηκε τελείως. Κέντρο του τώρα γίνεται ο εαυτός του κι όχι ο Θεός του. Η βάση της αμαρτίας κατά τον μακαριστό Γέροντα Ιουστίνο Πόποβιτς είναι να γίνουμε θεοί δίχως Θεό, μόνοι μας. Η αυτοθέωση αυτή είναι αντίθεη, αντίχριστη, δαιμονιώδης. Πουλήθηκε στον δαίμονα ο Αδάμ, κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας του, και ο δαίμονας τώρα τον κάνει ότι θέλει. Τάχασε ο Θεός με τον άνθρωπο, λέγει κάπου ο Μ. Αθανάσιος, δεν περίμενε ότι θα βγούμε τόσο σκάρτοι. Ο άγιος Μακάριος συνεχίζει: Τη μέρα που ο Αδάμ έπεσε, ήλθε ο Θεός στον Παράδεισο και έκλαψε για το κατάντημά του. Προτίμησε το κακό αντί του αγαθού, τη ντροπή από τη δόξα, το σκοτάδι από το φως. Ο Αδάμ παρέσυρε όλο το ανθρώπινο γένος στην κακία.

Η συνάντηση της ψυχής με την αμαρτία γεννά τα πάθη. Η τροπή αυτή δεν έχει επιβληθεί, είναι εντελώς εκούσια, αποτέλεσμα της πλήρους ελευθερίας. Η κακία είναι ξένη στη φύση της ψυχής. Η αμαρτία διάβρωσε την ψυχή, την αποδυνάμωσε. Η συνήθεια της αμαρτίας είναι ως πορνεία με τον δαίμονα κατά τον έξοχο όσιο Μακάριο. Τα πάθη κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά είναι δαιμονοκίνητα. Η παραμονή της αμαρτίας τυφλώνει την ψυχή, τη σκοτεινιάζει, την αρρωσταίνει, την τραυματίζει, τη θανατώνει. Στην κατάσταση αυτή εμπαίζεται από τους μισάνθρωπους δαίμονες. Ο αμαρτωλός, κατά τον άγιο Γρηγό­ριο τον Παλαμά, είναι κατά ένα τρόπο δαιμονισμένος. Η ψυχή δεν ταυτίζεται με την αμαρτία και ποτέ δεν γίνεται ένα με αυτή. Η παράβαση του Αδάμ έδωσε δικαίωμα στον δαίμονα να κτυπήσει και να σκοτίσει το νου του ανθρώπου, που είναι το βασιλικό μέρος της ψυχής, ο ηγεμόνας νους που ορά τον Θεό κατά τους αγίους πατέρες.

Έτσι ο ηγεμόνας νους γίνεται δούλος της αμαρτίας. Τον κυριεύουν τότε άτοποι, ακάθαρτοι, πονηροί λογισμοί. Ασχολείται μόνο με τα κοσμικά, τα γήινα, τα φθαρτά. Λησμονά να προσεύχεται. Δεν αισθάνεται την ανάγκη. Ενίοτε τον ελέγχει η μνήμη ή η παρου­σία του Θεού τον αμαρτωλό άνθρωπο. Σκανδαλίζεται με την Εκκλησία, αγαπά πιο πολύ τον κόσμο. Τον αιχμαλωτίζει το κακό. Τότε νομίζει πως ζει. Κυκλοφορεί νεκρός, νεκρός ψυχικά.

Το κακό είναι ηθελημένο, επιλεγμένο και πραγματούμενο εκούσια από τον άνθρωπο. Η βούληση του ανθρώπου είναι κύρια υπεύθυνη για κάθε αμαρτία. Αναίτιος του κακού η θεία αυτοαγαθότητα λέγει ο Μ. Βασίλειος. Κανένα κακό έξω από την προαίρεση του ανθρώπου δεν υπάρχει, λέγει ο αββάς Ισαάκ. Ο Αδάμ είναι ο κύριος υπεύθυνος για την παράβαση ως αυτεξούσιος και τέλεια ελεύθερος. Η πτώση μόλυνε τον Αδάμ. Ο Χριστός λέγει ν’ αρνηθούμε το θέλημά μας, να το υποτάξουμε, να το νεκρώσουμε και έτσι αυξάνουμε στην αρετή.

Η αμαρτία είναι παράλογη, αφύσικη, αντίθεη και δημιουργεί αποσύνθεση της ανθρώπινης προσωπικότητος και αποσύνδεση από τον Θεό. Η αμαρτία είναι θα λέγαμε η λογική του δαίμονα, που είναι ιδιαίτερα ύποπτος, ύπουλος, πονηρός, πανούργος, τεχνίτης, πλάνος, ευφυής, έμπειρος και μεγάλος απατεώνας. Με την πτώση του ο Αδάμ παρέλαβε τη φθαρτότητα και τη θνητότητα.

Η Ενανθρώπηση του Χριστού θέωσε την ανθρώπινη φύση. Με τον Σταυρό και την Ανάσταση νίκησε τον θάνατο. Τ’ άγια Μυστήρια και ιδιαίτερα η θεία Ευχαριστία μας αθανατίζει. Από τα παραπάνω νομίζουμε πως διαφάνηκε πως η μετάνοια δεν είναι απόφαση στιγμής, προσωρινή αλλαγή δοκιμαστική, ψυχολογική ανανέωση, απλή νομική πράξη, ηθικιστική διόρθωση και επιπόλαιο πείραμα, αλλά πράξη γενναία ζωής, ακολούθηση ορθού βίου, ήθους και ύφους, εκκλησιολογικής, υγιούς, γνήσιας, ανόθευτης, ιερής και ωραίας νοηματισμένης βιοτής. Η αποτυχία του Αδάμ είναι διδακτική. Η ακραιφνής οδός της μετανοίας στηρίζεται στ’ απαραίτητα στάδια: κάθαρσης, φωτισμού και θέωσης.

Μετάνοια αληθινή σημαίνει όχι απλά απομάκρυνση της αμαρτίας αλλά μίσος της αμαρτίας και τρυφερή αγάπηση των ένθεων αρετών. Μόνος ο άνθρωπος είναι αδύναμος να το καταφέρει. Έτσι συνδράμει ουσιαστικά ο ίδιος ο Χριστός, ο Θεάνθρωπος. Όσο αγαπάμε τον Χριστό τόσο βοηθούμεθα να μισούμε την αμαρτία. Η σύνδεση του ανθρώπου με τον Χριστό δημιουργεί προσωπική αναγέννηση, απαλλαγή από τη ρίζα του κάκου, την εωσφορική υπερηφάνεια, και στολισμό της ψυχής από την υψοποιό ταπείνωση. Ο μετανοημένος πιστεύει, αγαπά και ελπίζει.

Η μετάνοια είναι βασική και μεγάλη αρετή, πάνω στην οποία οικοδομείται η πνευματική ζωή του πιστού. Ο μετανοημένος μόνο μπορεί να επικοινωνεί με τον Θεό. Πρόκειται για μεγάλο δώρο του Θεού στον άνθρωπο. Του Θεού που δεν παύει ποτέ ν’ αγαπά, να εμπνέει, να μη ξεσυνερίζεται τον αγνώμονα αμαρτωλό. Είναι μια τρανή ακόμη απόδειξη της άφατης και φιλόστοργης φιλανθρωπίας του Παναγάθου Θεού Πατέρα και Πλάστη. Δεν απομένει από το ν’ αποδεχθεί αυτόβουλα την πρόκληση και πρόσκληση προς απόλαυση των πολλών αγαθών της μετάνοιας. Η αντίδραση, η αντίθεση και η απόδραση του ανθρώπου από το ευγενές αυτό προσκλητήριο τον καταταλαιπωρεί.

Καρποί άξιοι της μετανοίας κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά είναι η εξομολόγηση, η ελεημοσύνη, η δικαιοσύνη, η αγάπη, η ταπείνωση. Οι αρετές αποτελούν αναμφισβήτητα σημαντικό έργο της εν Χριστώ ζωής και συνδράμουν στη σωτηρία του ανθρώπου. Δίχως μετάνοια κανείς δεν μπορεί να σωθεί. Ο καταπληκτικός όσιος Ιωάννης της Κλίμακος λέγει πως αρχή μετάνοιας είναι η αποχή του κακού και η αρχή της μετάνοιας είναι αρχή της σωτηρίας μας. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς πάλι λέγει πως η μετάνοια αρχίζει με την αυτομεμψία, την εξομολόγηση, την απομάκρυνση από τις κακίες. Δεν μπορεί ποτέ κανείς, λέγει, να προχωρήσει και προοδεύσει πνευματικά στα υψηλά και τέλεια αν δεν αγγίξει την αρχή των αρετών.τη μετάνοια.

Μετά τη Σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού και το Θείο βάπτισμα ο πιστός είναι υπεύθυνος ο ίδιος αν θ’ ακολουθήσει τον Χριστό ή τον δαίμονα. Ο Αδάμ προσκλήθηκε και παρακλήθηκε από τον Θεό επίμονα να μετανοήσει και να παραμείνει οικήτορας του έξοχου κήπου της Εδέμ. Δεν θέλησε όμως να πει το «ήμαρτον» καθόλου, λέγει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Ο ειλικρινά μετανοών παρουσιάζει λοιπόν διάθεση και στάση εντελώς αντίθετη από αυτή του αμετανόητου και τελικά δυστυχισμένου Αδάμ. Ο μετανοών θα πρέπει να πιστεύει στον Θεό, να έχει φόβο Θεού, ν’ απαρνηθεί ότι τον χωρίζει από τον Θεό εκούσια και να λυπηθεί για την πρότερη κατάσταση που λύπησε και τον Θεό. Λυπάται λοιπόν ο μετανοημένος ειλικρινά. Δεν άγχεται, δεν φοβάται, δεν είναι τρομοκρατημένος, θυμωμένος με τον εαυτό του, δεν είναι ταραγμένος, δεν έχει ενοχές, δεν τον κυνηγούν Ερινύες. Αν είναι έτσι δεν είναι σωστή η μετάνοιά του. Παρουσιάζεται να είναι θιγμένος ο εγωισμός του, να έχει εκτεθεί, ρεζιλευθεί και ντροπιασθεί ανεπανόρθωτα. Δεν αισθάνεται διόλου έτσι ο πραγματικά μετανοημέ­νος.

Η μετάνοια είναι βάπτισμα μετά το βάπτισμα, χάρη μετά τη χάρη. Η μετάνοια συνυφαίνεται με την εξομολόγηση και απαλλάσσεται ο εξομολογούμενος από το βάρος το κουραστικό των αμαρτιών. Η εμμονή στη μετάνοια θερμαίνει την πίστη και αυξάνει την ταπείνωση, κατά τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο. Τότε, λέγει, αληθινά ευτυχούμε γινόμενοι θεοχαρίτωτοι, αγιοπνευματικοί. Είμασθε με τον Θεό, όπως ήταν ο Αδάμ στον παράδεισο της τρυφής, προγευόμαστε την ανεκλάλητη χαρά της βασιλείας των ουρανών, διατηρώντας γνήσιο ταπεινό φρόνημα, κατάνυξη, κατά Θεόν πένθος, καρδία καθαρή, πράττοντας πρόθυμα έργα μετανοίας, ευάρεστα στον Θεό.

Είπαμε πως η μετάνοια είναι διαρκής. Ο άγιος Συμεών μάλιστα λέγει πως και αν χίλια χρόνια ζήσουμε στη γη, ποτέ δεν θα μπορέσουμε τέλεια να κατανοήσουμε τη μετάνοια, αλλά καθημερινά να βάζουμε αρχή σε αυτή και ν’ αγωνιζόμεθα. Ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος τη θεωρεί αναβαπτισμό, νέα συνθήκη με τον Θεό, ενδυνάμωση κατά της απελπισίας, λογισμός αυτοκριτικής και αυτοκατάκρισης, εμπιστοσύνη στον Θεό και απόλυτη ελπίδα, συνδιαλλαγή και αγαθοεργία, καθαρή συνείδηση, υπομονή στις θλίψεις, αντοχή στη νηστεία, νέκρωση του παλαιού εαυτού. Η μετάνοια κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά δεν εξαντλείται στο μίσος της αμαρτίας αλλά και στην αγάπη της αρετής.

Πώς θα μετανοήσει κανείς; Πώς θ’ αρχίσει; Χρειάζεται να ξαποστάσει κατ’ αρχάς, να ξελαχανιάσει από το καθημερινό τρεχαλητό, το κυνηγητό της ηδονής, να στραφεί προς τα μέσα του, να κινηθεί από τη συνεχή ετεροπαρατήρηση στην αυτοπαρατήρηση, από το κουτσομπολιό των πάντων στη συνομιλία με τον άγνωστο εαυτό του. Να σκύψει λίγο μέσα του, να σκάψει εντός του, να δει τις δυνάμεις, τις δυνατότητες, τα όρια, τις αντοχές, τα δοθέντα τάλαντα. Χρειάζεται περισυλλογή, αυστηρός αυτοέλεγχος, επιείκεια και κατανόηση των άλλων. Να βρούμε τα ποσοστά της προσωπικής μας ευθύνης. Να μη τα ρίχνουμε εύκολα και γρήγορα πάντα μόνο στους άλλους. Απλά και ειλικρινά, τίμια και δίκαια πρέπει και αξίζει να οδηγηθεί ο εαυτός μας, που συνηθίζει να ξεγλυστράει σαν χέλι, να παραδεχθεί την αμαρτωλότητά του. Να θελήσει γενναία, ηρωικά και παλληκαρίσια ν’ αναχωρήσει ανεπίστροφα από την αμαρτία. Να μη επωάζει πια μνήμες και φιλεπίστροφους λογισμούς στα πρότερα, τ’ άχαρα, τ’ αμαρτωλά, τ’ ανέντιμα της προηγούμενης ζωής.

Όλ’ αυτά φυσικά γίνονται ελεύθερα και αυτοπροαίρετα και δεν υπάρχει κανένα νόημα σε κανενός είδους εξαναγκασμό. Ποτέ δεν επιτρέπεται να εκβιάσουμε κάποιον να εξομολογηθεί. Η εξομολόγηση εμπνέεται και είναι ιερό μυστήριο και πράξη ελευθερίας. Προηγείται της μετάνοιας η επίγνωση της αμαρτίας, η συνειδητοποίηση της αμαρτωλότητος. Ακο­λουθεί η λύπη για την αμαρτία. Έπεται η εξομολόγηση, με καρδιά συντετριμμένη και πνεύμα τεταπεινωμένο, δέηση για συγχώρεση και άφεση και απόφαση υποσχετική για μόνιμη αποχή από το κακό. Ελεύθερα και αυτόβουλα επιλέγει ο αμαρτωλός τη μετάνοια και πλουτίζει από τ’ αγαθά της ειρήνης. Πάντα ιδιαίτερα με προβληματίζει ο λόγος ενός σύγχρονου, σοφού κι ενάρετου Αγιορείτου: Πολλοί εξομολογούνται, λίγοι μετανοούν!

Η μετάνοια έχει οπωσδήποτε καθαρά προσωπικό χαρακτήρα. Ο καθένας μετανοεί για τον εαυτό του. Στην εξομολόγηση ο εξομολογούμενος καταθέτει την προσωπική του ευθύνη. Δεν αναλύει πόσο κακοί είναι οι άλλοι που δεν τον καταλαβαίνουν και πόσο άστατος ο κόσμος που τον κουράζει. Η μετάνοια δεν έχει σχέση με την επιφάνεια αλλά με το βάθος. Δεν στηρίζεται τόσο στα λόγια αλλά στις πράξεις. Η ευσέβειά μας, λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, δεν μένει στα λόγια αλλά στα πράγματα. Η μετάνοια ελευθερώνει και δεν υποδουλώνει τον άνθρωπο. Όσο ο πιστός βαθαίνει στη μετάνοια τόσο περισσότερο αισθάνεται την αγάπη του Θεού και βιώνει την ελευθερία.

Μετανοεί ο χριστιανός γιατί ελπίζει ότι θα λάβει από τον Θεό τη συγχώρηση κι έτσι είναι στην πραγματικότητα. Παραδεχόμενος ειλικρινά την αμαρτωλότητά του ο άνθρωπος αναγνωρίζει και ομολογεί την αδυναμία του. Η γνώση της αδυναμίας είναι δύναμη. Η παραδοχή της ήττας είναι νίκη. Η δίχως δικαιολογίες συναίσθηση της παραβατικότητος, ανυπακοής και καταχρήσεως της ελευθερίας οδηγεί στη μετάνοια. Η έξοδος του Αδάμ από τον παράδεισο επήλθε λόγω της αμετανοησίας του. Φθάνουν μάλιστα οι άγιοι πατέρες να λέγουν ότι ο Αδάμ έχασε τον παράδεισο όχι λόγω της συγκεκριμένης αμαρτίας του αλλά λόγω των δικαιολογιών του. Αν απροφάσιστα και ντόμπρα παραδεχόταν το σφάλμα του θα τον συγχωρούσε ο Θεός και θα παρέμενε στον παράδεισο. Έτσι φθάνει ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης να λέγει τον φοβερό λόγο: Όποιος συνέχεια δικαιολογείται έχει Γέροντά του τον δαίμονα!

Ελπίζοντας στην αγάπη του Θεού ο πιστός και πιστεύοντας στη συγχώρεση αναγνωρίζει ότι ο Παντοδύναμος Θεός μπορεί να τον ελεήσει και να τον δε­χθεί ως τον άσωτο της παραβολής. Η μετάνοια όμως θα πρέπει να υπάρξει σε αυτή τη ζωή. «Ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας». Η αναβλητικότητα είναι ένα από τα πιο πονηρά παιχνίδια του δαίμονα. Ο Γέροντας Τύχων ο Ρώσος, ο Αγιορείτης, έλεγε πολύ χαριτωμένα: Η κόλαση είναι καλά στρωμένη από «θα»! Κατοικείται από ανθρώπους καλών προθέσεων και ωραίων, μακρυνών σχεδίων. Η μετάνοια επαναφέρει, επανορθώνει, ανορθώνει. Αν επιτρέπεται, όλα επιτρέπονται εκτός από την απελπισία. Ο δαίμονας επισταμένως εργάζεται να μας οδηγήσει στην απόγνωση. Αφού συνέχεια πέφτουμε στα ίδια και τα ίδια, ποιος ο λόγος να συνεχίσουμε ν’ αγωνιζόμαστε; Ο θεοφόρος άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέει: Η αμαρτία μαυρίζει, η μετάνοια ασπρίζει. Καμιά αμαρτία δεν είναι μεγαλύτερη της αγάπης του Θεού. Όλα συγχωρούνται αρκεί ο άνθρωπος έγκαιρα και έγκυρα να μετανοήσει. Ο μετανοών αμαρτωλός είναι πάντοτε συμπαθής, ο αμετανόητος πεισματάρης και θεληματάρης απομακρύνει τη θεία χάρη και βρίσκεται σε δύσκολη θέση.

Οι νηπτικοί πατέρες συνδυάζουν πάντοτε με τη μετάνοια την κατάνυξη, την οποία θεωρούν απαραίτητη όσο τ’ οξυγόνο. Ο άγιος Συμεών συνδυάζει την κατάνυξη με τα θερμά δάκρυα και την αγαθοεργία, διά των οποίων καθαίρεται ο άνθρωπος. Η κατανυκτική προσευχή έχει δάκρυα, αυτά όμως είναι άκοπα, θερμά και γλυκά. Δεν είναι αποτέλεσμα συναισθηματικών καταστάσεων και νοσηρών φαντασιών ενός στραπατσαρισμένου εγωισμού και μιας κακομοίρικης ψευδοαμαρτωλότητος και νόθας μηδαμινότητος. Όσο ο άνθρωπος αμαρτάνει σκληραίνει, πωρώνεται, δεν δακρύζει εύκολα. Όσο ο άνθρωπος μετανοεί, χύνει δάκρυα, σπάει ο πάγος, φανερώνεται η επίσκεψη της θείας χάριτος. Τέλος, δακρύζει ενθυμούμενος την αγάπη του Θεού, τις πρεσβείες των αγίων, ιδιαίτερα της Θεοτόκου. Τα δάκρυα της χάριτος καμιά σχέση δεν έχουν με τα φυσικά δάκρυα λέγει ο πάντοτε ευκατάνυκτος όσιος Εφραίμ ο Σύρος. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέγει η σκληροκαρδία θα μαλαχθεί με δάκρυα, η καρδιά θα ταπεινωθεί με δάκρυα, η ένωση με τον Θεό θα γίνει με δάκρυα, η γνώση του Θεού είναι αδύνατον να επιτευχθεί δίχως δάκρυα.

Ο πρώτος Αδάμ, κατά τον αββά Δωρόθεο, απογύμνωσε τον άνθρωπο από τις πνευματικές δυνατότητες της «κατ’ εικόνα» Θεού υπάρξεώς του, γιατί επέλεξε την υπερηφάνεια και όχι τη μετάνοια. Ο τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός Χριστός, ο δεύτερος Αδάμ, κάλυψε τη γύμνωσή του, τούδωσε τη δύναμη ν’ ανθίσταται στην αμαρτία και ν’ αγαπά την αρετή. Η μετάνοια συνδράμει σημαντικά να γνωρίσουμε τον πραγματικό εαυτό μας με την όλη νηπτική εργασία και όχι να θεωρούμε, να νομίζουμε ή να φανταζόμαστε κάτι άλλο από αυτό που είμαστε στην πραγματικότητα. Η βίωση της μετάνοιας διασφαλίζει την αυθεντικότητα των αρετών του ανθρώπου, τις οποίες αρμολογεί, συνέχει και συντηρεί η πάντα απαραίτητη, γνήσια ταπείνωση.

Οι κατά το μυστήριο της εξομολογήσεως κανόνες – επιτίμια, όταν τίθενται από τον πνευματικό, δεν έχουν ποτέ τον νομικό χαρακτήρα, εκδικήσεως του παραβάτη, τιμωρίας του αμαρτωλού, εξιλεώσεώς του προς ικανοποίηση του προσβληθέντος Θεού, όπως θεωρούν οι Λατίνοι. Τα επιτίμια είναι φάρμακα προς θεραπεία. Χρειάζεται μεγάλη διάκριση, γνώση, σοφία, τέχνη, προσοχή, προσευχή. Χρειάζεται ανάλογα η αυστηρότητα ή η επιείκεια και η κατάλληλη οικονομία. Όχι πάντα αυστηρότητα, όχι πάντα οικονομία. Ο κύριος θεραπευτής είναι ο Χριστός. Ο ιερεύς είναι διάκονος των μυστηρίων του Χριστού. Η άφεση όμως των αμαρτιών γίνεται διά του πετραχηλιού του έγκυρου, κανονικού ιερέως, που θα πρέπει να στολίζεται από εμπειρία, προς διάκριση των πνευμάτων. Θα πρέπει νάχει ο πνευματικός κοινωνία με τον Θεό ο ίδιος, για να οδηγήσει και αυτούς που τον πλησιάζουν σε Αυτόν.

Είναι σημαντική οπωσδήποτε η συνδρομή του πνευματικού πατέρα στην ανόρθωση του πνευματικού τέκνου. Η μεγάλη μάχη όμως πρέπει να πούμε δίνεται εντός του ίδιου του ανθρώπου. Θα πρέπει ν’ απομακρυνθεί από τη δουλεία των παθών, να ενισχυθεί από τις ευχές της Εκκλησίας και ν’ αγωνισθεί υπομονετικά και επίμονα για την απαλλαγή από τις αμαρτωλές ενθυμήσεις, μνήμες και προσβολές, αγαπώντας όλο και πιο πολύ τον Χριστό. Θα πρέπει να φτιάξουμε, κατά τον Γέροντα Παΐσιο, ένα εργοστάσιο καλών λογισμών. Ο πνευματικός συνδέει το τέκνο του πιο πολύ με τον Χριστό και λιγώτερο με τον εαυτό του. Προσεύχεται γι’ αυτό, ακόμη και όταν παρακούει, ίσως τότε πιο πολύ. Η υπακοή εμπνέεται, δεν επιβάλλεται. Η υπακοή δεν έχει σχέση με τη στρατιωτική πειθαρχία. Η υπακοή βοηθά στην ταπείνωση, στην εκκοπή του νοσηρού ιδίου θελήματος.

Ο ανυπάκουος, ο αυθαιρετών, αυτός που πράττει ό,τι νομίζει, ό,τι τον συμφέρει, ό,τι τον αναπαύει, έχει πρόβλημα, πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα. Έχει αρχίσει να χάνει τον προσανατολισμό του, νάχει μια μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, νάναι ένας μικρός ή μεγάλος Φαρισαίος. Η υπακοή στον πνευματικό πρέπει νά­ναι αβίαστη, ελεύθερη, πρόθυμη, φιλότιμη, ευχάριστη. Χρειάζεται αγώνας για νάναι έτσι. Η υπακοή από μόνη της δεν λέει πολλά πράγματα. Θα πρέπει να συνδυάζεται με την καθαρή προσευχή και τη συνειδητή και εμπροϋπόθετη συμμετοχή στ’ άγια μυστήρια και ιδιαίτερα της θείας Ευχαριστίας. Η υπομονή στους πειρασμούς ενδυναμώνει τον αγώνα, ωριμάζει πνευματικά και καλλιεργεί ψυχικά τον ταπεινό αγωνιστή.

Ο άνθρωπος της μετανοίας αγαπά την άσκηση, αντιμετωπίζει μ’ εγρήγορση και γνώση τις παραχωρούμενες για καλό δοκιμασίες. Ο ειλικρινά μετανοημένος δεν έχει ψυχολογικά προβλήματα μειονεξιών, διχασμών, ανικανοποίητων και ανολοκλήρωτων καταστάσεων, συναισθηματικών ασταθειών, φοβιών, καχυποψιών και λοιπών κουραστικών παρόμοιων πραγμάτων. Ο μετανοημένος άνθρωπος του Θεού αγαπά τον Θεό και τον συνάνθρωπο, ταπεινώνεται, χαίρεται μυστικά, δοξολογεί, ευχαριστεί και ευγνωμονεί τον Θεό.

Ο πνευματικός πατέρας μπορεί να μη είναι άγιος και τέλειος και κάπου να σφάλλει κιόλας, όμως πρέπει να γνωρίζει τις θεραπευτικές μεθόδους των παθών καλά, ώστε να μη ταλαιπωρεί τους προσερχόμενους με λαθεμένες διαγνώσεις και οδηγίες. Συντείνει βεβαίως ιδιαίτερα στη βοήθειά του η ειλικρίνεια και η μετάνοια του εξομολογούμενου. Έτσι πνευματικός κανείς καθίσταται κυρίως όταν τον διακρίνει αυτή η εμπειρία, που πάντοτε δεν υπάρχει με τη μεγάλη ηλικία. Ο επίσκοπος θα πρέπει να γνωρίζει επίσης πολύ καλά ποιους τοποθετεί σε αυτή τη διακονία και να είναι βαθύς γνώστης των διαχρονικής αξίας Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας μας.

Ο επιφανής π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, κάτοχος άριστος του Πηδαλίου, έλεγε: Οι Ιεροί Κανόνες δεν είναι κανόνια! Και ο σοφός π. Ιωάννης Ρωμανίδης, έλεγε: Μαχαίρι κρατά και ο ιατρός και ο κρεοπώλης… Ο σκοπός των Ιερών Κανόνων, κατά τον μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιερόθεο, είναι η βίωση της αποκαλυπτικής αλήθειας της πίστεως και η πνευματική αναγέννηση των ανθρώπων. Πνευματική αναγέννηση δεν σημαίνει απλά προσωπική πρόοδο του χαρακτήρα μας, αλλά εκκλησιοποίηση του ανθρώπου.

Οι Ιεροί Κανόνες συνδράμουν στην επαναφορά του μετανοούντος αμαρτωλού στην ευθεία, τη μεσότητα, την Ορθόδοξη πλεύση.

Το Πηδάλιο στα χέρια ενός αδιάκριτου πνευματικού πατέρα θα μπορεί να δημιουργήσει και συντρίμια. Ο προσευχόμενος, δηλαδή θεολόγος, και με διάκριση πνευματικός είναι απαραίτητο να μπορεί να διακρίνει το θεϊκό από το δαιμονικό, το αγγελικό από το ανθρώπινο, το πνευματικό από το υλικό, το ψυχικό από το σωματικό, το ψυχολογικό από το νευρολογικό, το ψυχιατρικό από το νευρικό, το αγχωτικό από το ανυπόμονο και πολλά άλλα παρόμοια. Η αδιακρισία θα δημιουργήσει σύγχυση και αυτή σοβαρή πνευματική ζημιά, που μπορεί πολύ να ταλαιπωρήσει και τον εξομολόγο και τον εξομολογούμενο.

Ο πνευματικός πρέπει να γνωρίζει τον εαυτό του, τις δυνατότητές του, τις αρμοδιότητές του και το μέτρο των καθηκόντων του. Να μη θέτει δυσβάστακτα φορτία στους ανθρώπους και λυγίσουν και αποθαρρυνθούν και απογοητευθούν. Δεν είναι για όλους πάντοτε όλα. Ιδιαίτερα εδώ χρειάζεται μία εξατομικευμένη ποιμαντική. Ακόμη σ’ ένα αρχάριο δεν πρέπει να παρουσιάζονται υψηλές καταστάσεις, που αδυνατεί τώρα ν’ ανέλθει. Η σύγχυση της ακριβούς διαγνώσεως, π.χ. ένα πρόβλημα ψυχολογικό να θεωρηθεί ως δαιμονισμός, μπορεί όπως είπαμε να δημιουργήσει μεγαλύτερες περιπλοκές, καθυστερήσεις και ταλαιπωρίες. Καλό θα ήταν ο κάθε εξομολόγος να ήταν και Γέροντας, δηλαδή πνευματικός καθοδηγητής. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι στον κόσμο μπορούν απόλυτα να μεταφερθούν τα μοναχικά πράγματα και οι νέοι ή οι οικογενειάρχες ν’ ακολουθούν ένα απαράβατο κανόνα υπακοής και στις λεπτομέρειες κατά τις προτιμήσεις του πνευματικού. Ή να χρησιμοποιεί και εκμεταλλεύεται κατά διάφορους γνωστούς τρόπους ο πνευματικός τα πρόσωπα που η χάρη του Θεού φέρνει στο άγιο πετραχήλι του. Ο πνευματικός οπωσδήποτε και ποτέ δεν είναι παντογνώστης και αλάθητος. Γι’ αυτό δεν θα πρέπει νάχει γνώμη επί παντός επιστητού. Θα πρέπει να περιορίζεται στο καθαρά πνευματικό του έργο. να μορφώσει Χριστό στις καρδιές των τέκνων του. Ο πνευματικός ο καλός σέβεται πάντοτε την ελευθερία του τέκνου του, ακόμη και όταν ελεύθερα του την προσφέρει εκείνο. Με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος αγωνίζεται να θεραπεύσει τον μετανοημένο και όχι να τον κάνει οπαδό, που θα τον φοβάται, θα τον κολακεύει, θα τον χειροκροτεί, θα τον ακολουθεί παντού και πάντοτε.

Αντιλαμβάνεσθε πόσο σπουδαία είναι η εξεύρεση ενός διακριτικού πνευματικού προς ορθή καθοδήγηση μακρυά από υπερβολές, ακρότητες, συναισθηματισμούς και νοσηρότητες. Η αγωγή που δίδει ο πνευματικός συνδράμει στο ξεκαθάρισμα πολλών πραγμάτων, στην είσοδο στην ουσία της πνευματικής ζωής, στη γνώση ότι η Εκκλησία μας δεν είναι ένας ωραίος και ιερός έστω θρησκευτικός οργανισμός, ένα σωματείο κοινωνικής αλληλεγγύης, ένας χώρος όπου περνάμε ευχάριστα, αποδεχόμενοι, συζητώντας και χαμογελώντας συνέχεια, όπου ικανοποιούνται συναισθήματα και καταξιωνόμαστε. Η Εκκλησία είναι το σώμα του ζώντος Χριστού, η κοινωνία των αγίων, η μόνη οδός θεώσεως των μετανοούντων.

Οπωσδήποτε η Εκκλησία είναι και πνευματικό θεραπευτήριο και πνευματική οικογένεια και ο σημερινός κυνηγημένος και ανέραστος άνθρωπος μέσα στις δύσκολες και μαζοποιημένες κοινωνίες έχει ανάγκη από την ανεύρεση της μοναδικότητος του ιερού προσώπου του και την αληθινή επικοινωνία. Ο πνευματικός πατέρας είναι απαραίτητος. Την ανάγκη του κόσμου θα εκπληρώσουμε όταν είμεθα καθαροί, τίμιοι, αγαθοί και ταπεινοί. Δεν μπορεί ένας να είναι πνευματικός και να μη έχει πνευματικό.

Το θαυματουργό και ιαματικό μυστήριο της μετανοίας πολλοί άνθρωποι, ακόμη και πιστοί εξομολογούμενοι, συχνά δεν το μεταχειρίζονται σωστά, ώστε τελικά να μένουν αθεράπευτοι. Η κάθε αμαρτία είναι μία μικρή επανάσταση του ανθρώπου κατά του Θεού, διαχωρίζεται από Αυτόν, απομακρύνεται, φεύγει από τη χάρη της Εκκλησίας, αποξενώνεται, τελικά νεκρώνεται. Η αμαρτία αυτοκαταστρέφει, απομονώνει και στενοχωρεί τον άνθρωπο. Η μετάνοια, όπως είπαμε, είναι μία διορθωτική πράξη, επαναφέρει, αποκαθιστά στην αρχαία ωραιότητα. Μερικοί δεν γνωρίζουν, λένε, γιατί να μετανοήσουν. Το πρόβλημα είναι σοβαρό. Έχουν αμβλυνθεί φοβερά τα κριτήρια. Η θεωρούμενη ελευθερία έχει εξασθενήσει ηθικά, τρομερά τον σύγχρονο άνθρωπο. Η μετάνοια δεν μπορεί να εξαντλείται σε μία εντελώς τυπική εξομολόγηση πριν τις μεγάλες εορτές, με το ξεμπέρδεμα των θρησκευτικών μας καθηκόντων και την κατάθεση του βάρους μας για να ξαλαφρώσουμε ψυχικά. Η μετάνοια είναι ριζική αλλαγή όλης της ζωής, αναποδογύρισμα, επανατοποθέτηση, επαναπροσανατολισμός, άρνηση και μίσος του κακού, πλήρης αλλαγή νοοτροπίας, αγάπη ολοκάρδια του αγαθού και πιστή και υπομονετική ακολούθησή του.

Η μετάνοια δεν τελειώνει σε μία εξομολόγηση με λίγα έστω δάκρυα. Η μετάνοια δεν είναι αστραπή ή φωτοβολίδα, αλλά συνεχές, επίπονο έργο ζωής. Η εξομολόγηση δεν είναι πάλι απλή διαλογική συζήτηση, λύση αποριών, τυπική εξαγόρευση δυσκολιών που έχουμε με τους άλλους, που δεν μας καταλαβαίνουν και δεν μας αγαπούν τόσο. Η εξομολόγηση δεν γίνεται από καλή συνήθεια, για το καλό, για το έθιμο, από φόβο μη μας τιμωρήσει ο Θεός και λοιπά. Η εξομολόγηση είναι βαθειά ανάγκη της μετανοημένης ψυχής, ταπεινή κατάθεση του βάρους των πλημμελημάτων.

Δεν είναι σωστό ν’ αλλάζει κανείς συνέχεια πνευματικούς. Να έχει συγχρόνως δύο πνευματικούς. Να λέγει λίγα εδώ και λίγα εκεί. Τούτο φανερώνει μεγάλη πνευματική ανωριμότητα, επιπολαιότητα και αστάθεια. Θέλει μια κάποια προετοιμασία η εξομολόγηση. Μη ζητώντας τον τέλειο και άγιο πνευματικό δεν πάμε καθόλου. Η αγιότητα δεν είναι μεταδοτική. Ο πιο άγιος πνευματικός δεν μπορεί να μας κάνει τίποτε αν δεν αγωνισθούμε. Μη νομίζουμε ότι ανεβαίνουν οι πνευματικές μετοχές μας με το να έχουμε ονομαστούς πνευματικούς, μάλλον αυξάνονται οι υποχρεώσεις μας και θα πρέπει να ελεγχόμεθα. Καλό είναι να ζητάμε το καλό και το τέλειο, όχι όμως να πάσχουμε ως ατελείς και δεινοί ευσεβιστές. Μη φοβόμαστε να παραδεχθούμε την ήττα μας, την αδυναμία μας, την αμέλειά μας.

Δεν θα κατακριθούμε γιατί πέσαμε, αλλά γιατί δεν σηκωθήκαμε. Μόνο ο δαίμονας έπεσε και δεν σηκώθηκε ποτέ. Δεν θα κολασθούμε, αδελφοί μου, γιατί αμαρτήσαμε, αλλά γιατί δεν μετανοήσαμε. Η υγιής παραδοχή της αμαρτωλότητός μας είναι πολύ σημαντική. Όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας αυτή την παραδοχή είχαν μόνιμα. Αυτό το συντετριμμένο πνεύμα πρέπει πάντοτε να υπάρχει στην καρδιά του μετανοούντος χριστιανού, πολύ περισσότερο κατά την ώρα της εξομολογήσεως. Μη αναμένουμε ανακριτικές ερωτήσεις, μη φοβόμαστε, μη δειλιάζουμε, μη ντρεπόμαστε, μη αναβάλλουμε, μη θεωρούμε αμαρτίες μόνο τον φόνο και την κλοπή. Ούτε αδιάφοροι ούτε σχολαστικοί, ούτε φοβισμένοι ούτε ξεθαρρεμένοι. Θα μπορούσε κανείς πολλά να πει επί του σοβαρού αυτού θέματος. Ας παρακαλέσουμε τον Θεό να μας φωτίζει ν’ αναχωρούμε από το εξομολογητήριο όχι με πρόσθετες αμαρτίες. Παρουσιάζοντας ακόμη και εκεί προφάσεις και δικαιολογίες για τον καλό εαυτό μας και τον κακό κόσμο….

Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης στον ωραιότατο λόγο του περί μετανοίας μεταξύ άλλων γράφει χαρακτηριστικά, εμπνευσμένα και θεοχαρίτωτα: Γνωρίζω ότι εις όσους παλαίουν κατά της αμαρτίας, ο Κύριος χαρίζει όχι μόνον την άφεσιν αλλά και την χάριν του Αγίου Πνεύματος, η οποία χαροποιεί και πληροί την ψυχήν με βαθείαν και γλυκείαν ειρήνην… Δεν υπάρχει μεγαλύτερον θαύμα από το να αγαπά τις τον αμαρτωλόν εις την πτώσιν του. Τον άγιον είναι εύκολον να αγαπάς – είναι άξιος… Χαίρει ο Κύριος επί τη μετανοία των ανθρώπων. Και όλαι αι ουράνιαι δυνάμεις αναμένουν, όπως και ημείς απολαύσωμεν της γλυκύτητος της αγάπης του Θεού και ίδωμεν το κάλλος του προσώπου Αυτού… Δόξα τω Κυρίω, ότι έδωκεν εις ημάς την μετάνοιαν, και διά της μετανοίας σωζόμεθα πάντες ημείς, άνευ εξαιρέσεως. Δεν θα σωθούν μόνο οι μη μετανοούντες… Σημείον της αφέσεως των αμαρτιών είναι ότι εμίσησαν την αμαρτίαν… Ας ταπεινωθώμεν, ίνα διά της μετανοίας αποκτήσωμεν ελεητικήν καρδίαν και τότε θα ίδωμεν την δόξαν του Κυρίου… Όστις μετανοεί αληθώς, ούτος είναι έτοιμος να υπομένη κάθε θλίψιν… Εις τον ελεήμονα ο Κύριος παρευθύς συγχωρεί τα αμαρτήματα… Θα ηυχόμην να μάθω μόνον την ταπείνωσιν και την αγάπην του Χριστού, ώστε ουδένα να προσβάλλω, αλλά να προσεύχωμαι δι’ όλους, ως δι’ εμαυτόν….

Ταπεινώς φρονώ ότι οι λόγοι αυτοί του αγίου Σιλουανού είναι συμπύκνωση όλων των προηγουμένων. Λησμονήστε, λοιπόν, αν θέλετε τα παραπάνω. Να θυμάσθε πάντα όμως ότι όποιος παλεύει κατά της αμαρτίας χαριτώνεται και ευλογείται από τον Θεό. Ν’ αγαπάμε τον αμαρτωλό και να μισούμε την αμαρτία, όπως λέγει και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Χαρά λαμβάνει ο Θεός από τη μετάνοιά μας, χαρά αληθινή αισθανόμεθα τότε κι εμείς. Απόδειξη ότι μας συγχώρεσε ο Θεός είναι το μίσος κατά της αμαρτίας. Η συγχωρητικότητα είναι χαρακτηριστικό του αληθινά μετανοημένου.

Εύχεσθε να συνεχίζουμε ελπιδοφόρα το ωραίο ταξείδι στα βαθειά νερά της μετανοίας, οδηγούμενοι στον εύδιο λιμένα της σωτηρίας μας από τον Σωτήρα και Λυτρωτή Κύριο, διά πρεσβειών πάντων των αγίων και της Θεοτόκου.

«ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ»
ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ



,

Πέμπτη 8 Μαρτίου 2012

Ο Χριστός είναι μαζί μας κάθε στιγμή !

...

Αλλά εσείς να έχετε θάρρος, γιατί εγώ τον έχω νικήσει τον κόσμο! Είπε ο Κύριος Ιησούς Χριστός, ο Νικητής του σατανά, της αμαρτίας και του θανάτου.

Έτσι μίλησε Αυτός στους αγαπημένους Αποστόλους Του και μετά την ανάστασή Του τους είπε: Κι εγώ θα είμαι μαζί σας πάντα, έως τη συντέλεια του κόσμου (Μτ. 28, 20).

Αδερφοί μου, ας θυμόμαστε αυτές τις δύο φράσεις του Χριστού: Μη φοβάστε, εγώ νίκησα τον κόσμο! Κι εγώ θα είμαι μαζί σας πάντα, έως τη συντέλεια του κόσμου. Στην ιστορία όλων των λαών δεν θυμάται κανείς να τόλμησε κάποιος να πει τέτοια λόγια. Αυτά τα λόγια δεν είναι συνηθισμένα, είναι σαν στύλοι γύρω από τους οποίους γυρίζει η ζωή ολόκληρης της ανθρωπότητας.

Εγώ νίκησα, εγώ θα είμαι μαζί σας! Ακούστε αυτά τα λόγια, ας τα επαναλαμβάνετε κάθε μέρα στον εαυτό σας και στα παιδιά σας. Ας τα χαράξετε στις καρδιές σας. Από όλες τις επιθυμίες σας, η πιο υψηλή επιθυμία περιέχεται σ' αυτά τα λόγια. Ποιον θα αγαπήσετε περισσότερο από Εκείνον που νίκησε το θάνατο, το σατανά, την αμαρτία;

Ποιον θα θέλατε εσείς να είναι μαζί σας σ' αυτόν τον αγώνα, στο θάνατο και μετά το θάνατο, αν όχι Αυτόν, τον Νικητή όλων των θλίψεων, όλων των φόβων και όλων των αδυναμιών;

Να είναι κανείς Χριστιανός, σημαίνει να δεχτεί στην καρδιά του αυτά τα λόγια του Χριστού, του Σωτήρα μας και σύμφωνα μ' αυτά να ενεργεί. Να είσαι Χριστιανός σημαίνει να είσαι νικητής της κακίας διαμέσου του Χριστού, του Νικητή. Να είσαι Χριστιανός σημαίνει να ξέρεις, να νιώθεις την παρουσία του ζωντανού και του νικηφόρου Χριστού κάθε μέρα και κάθε στιγμή.

Ο Χριστός, ο νικηφόρος, θα είναι μαζί μας και στη χαρά και στα βάσανα, για να μην χαθούμε και απελπιστούμε. Ο σοφός λαός λέει: Στο καλό να μην περηφανευτείς και στο κακό μην απελπιστείς. Ο Χριστός, ο νικηφόρος, είναι ο Οικοδεσπότης μας σε κάθε ευτυχία και ο Οδηγός μας σε κάθε θλίψη. Ας μην σας νικήσουν ούτε τα πάθη, ούτε οι άνθρωποι. Ας γίνουμε οι στρατιώτες του Ανίκητου Στρατηγού, όμοιοι μ' Αυτόν στο φως, στη δικαιοσύνη, στην καθαρότητα, στη σεμνότητα και στην αγάπη.

Σ' αυτά βρίσκεται το νόημα της χριστιανικής ζωής....

Γι' αυτό το λόγο λέμε: Μετανοιώστε, συνέλθετε, γίνετε νηφάλιοι, γονατιστέ, θυμιατίστε τον εαυτό σας και τα σπίτια σας, για να γίνετε ο λαός του Θεού και για να γίνει ο Θεός ο οδηγός σας, Αυτός που θα σας δείχνει το δρόμο. Αμήν.

ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΧΡΙΔΟΣ
ΑΦΥΠΝΙΣΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ
ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΤΗΣ ΦΥΛΑΚΗΣ
ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΣΤΟ ΛΑΟ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"
Αναδημοσίευση από Ιερό Ησυχαστήριο Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

,

Δευτέρα 5 Μαρτίου 2012

Ἑρμηνεία τῆς εὐχῆς τοῦ ἁγίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου»

...

Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, φθάσαμε καὶ στὸ τέλος τῆς Τέταρτης Ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν καὶ ἤδη κρούουμε τὴ θύρα τῆς Πέμπτης, καὶ ἀκολουθεῖ ἡ Ἕκτη, ἡ λεγόμενη βουβή. Σὲ τρεῖς δηλαδὴ ἑβδομάδες ἀπὸ σήμερα, πρῶτα ὁ Θεός, θὰ γιορτάζουμε τὴ Λαμπρή, τὴ μεγάλη γιορτὴ τοῦ Πάσχα.

Καθὼς περνοῦν οἱ μέρες γρήγορα, ἡ Ἐκκλησία παρουσιάζει ὅλα αὐτὰ τὰ πνευματικὰ ἐδέσματα μπροστά μας, φροντίζοντας κάτι νὰ προσφέρει μὲ κάθε ἀφορμὴ στὴν ψυχή μας καὶ νὰ ἱκανοποιεῖ καθέναν ἀπὸ ἐμᾶς ποὺ διψάει γιὰ κάτι διαφορετικό, ποὺ εἶναι πεινασμένος καὶ λαχταράει κάτι ἀληθινό. Δὲν πρέπει μὲ κανέναν τρόπο αὐτὴ ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ στὸ πέρασμά της νὰ μᾶς ἀφήσει ἴδιους.

Κάτι πρέπει νὰ γίνει. Εἶναι ἀδικία γιὰ τὸν ἑαυτό μας νὰ περάσει καὶ αὐτὴ ἡ περίοδος ἀνεκμετάλλευτη. Διότι αὐτὸ ἐνέχει τὸν κίνδυνο νὰ ἔλθει καὶ ἄλλη Τεσσαρακοστὴ τοῦ χρόνου καὶ ἄλλη μία τὸν ἑπόμενο χρόνο καὶ μὲ κανέναν τρόπο νὰ μὴν ἀλλάζει ἡ πορεία τῆς ζωῆς μας, νὰ μὴ μεταμορφώνεται ἡ κατάσταση τῆς ψυχῆς μας.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης καὶ ἡ Κλίμακα

Τὴν Δ´ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν ἡ Ἐκκλησία μας τὴν ἀφιερώνει σὲ ἕναν ἄγνωστο ἀλλὰ πολὺ μεγάλο ἅγιο, τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν συγγραφέα τοῦ βιβλίου τῆς Κλίμακος. Ὁ ἅγιος αὐτὸς εἶναι ἄγνωστος, διότι δὲν ὑπάρχει ἄλλη πηγὴ πληροφοριῶν γιὰ τὸ περιεχόμενο τῆς ζωῆς του παρὰ μόνον ὅ,τι περιλαμβάνεται σὲ αὐτὸ τὸ θαυμάσιο βιβλίο ποὺ ἡ Ἐκκλησία τὸ ἀξιολογεῖ τόσο ψηλά, ὥστε, κατὰ τὸ Τυπικό της, νὰ ἀποτελεῖ τὴ σπονδυλικὴ στήλη τῶν πατερικῶν ἀναγνωσμάτων κάθε χρόνο κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Βρέθηκε κάποτε αὐτὸ τὸ βιβλίο μέσα στὴ βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς τοῦ Σινᾶ καὶ ἀποκάλυψε τὸ μεγαλεῖο ἑνός, ὡς τότε, ἄγνωστου ἀλλὰ πολὺ σημαντικοῦ ἁγίου. Αὐτὸ τὸ βιβλίο ὀνομάζεται Κλίμακα,γιὰ νὰ δείχνει τὴ σταδιακή, βῆμα πρὸς βῆμα, πορεία τῆς ψυχῆς, ἀπὸ τὰ χαμηλὰ πρὸς τὰ ψηλότερα, στὸ ἐπίπεδο τῶν ἀρετῶν.

Οἱ ἀρετὲς θὰ μποροῦσαν νὰ διακρίνονται σὲ ἠθικές, σὲ πνευματικές, σὲ ἀρετὲς τῆς Θείας Χάριτος, η, ὅπως ἀποκαλοῦνται ἀπὸ τοὺς Πατέρες, σὲ μυστικὲς ἀρετές. Γιὰ ὅλες αὐτὲς τὶς ἀρετὲς ἔχει τόσα πολλὰ καὶ τόσα ὄμορφα καὶ τόσο λεπτομερεῖς, ἀνατομικές, περιγραφὲς τὸ ὑπέροχο αὐτὸ βιβλίο τῆς Κλίμακος, τὸ ὁποῖο εἶμαι βέβαιος πὼς κάποιοι ἀπὸ ἐσᾶς θὰ ἔχουν κάπως προσεγγίσει.

Πρὸ δύο περίπου ἑβδομάδων, ἐντελῶς ἀνυποψίαστος, ἦρθε νὰ ἐξομολογηθεῖ κάποιος καὶ μοῦ ἀνέφερε ὅτι διαβάζει ἕνα βιβλίο ποὺ ὀνομάζεται Κλίμακα. Περνάω, μοῦ εἶπε, ἀπὸ φοβεροὺς πειρασμοὺς καὶ δυσκολίες ἀλλὰ τί ἀπίθανο βιβλίο, τί καταπληκτικό, τί περιεκτικό, τί ἀποκαλυπτικό! Σὰν νὰ μοῦ φωτογραφίζει τὶς κρυμμένες γωνιὲς τῆς ψυχῆς. Καὶ τί παράδοξο! Τὸ πρόσωπο ποὺ μοῦ τὸ συνέστησε εἶναι βουτηγμένο σὲ ἐρεθίσματα κοσμικῆς ζωῆς. Τὸ ἐπάγγελμά του καὶ οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς του βρίσκονται σὲ ἐντελῶς ἀντιδιαμετρικὴ κατάσταση ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων στοὺς ὁποίους ἀπευθύνεται τὸ βιβλίο, δηλαδὴ στοὺς μοναχούς, καὶ μάλιστα ὄχι στοὺς κοινοβιάτες, ἀλλὰ σὲ αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι διάγουν ἡσυχαστικὸ τρόπο ζωῆς.

Προτρέπω, λοιπόν, ὅλους σας, ἂν ἔχετε τὴ δυνατότητα, νὰ τὸ προμηθευθεῖτε, νὰ ρίξετε μία ματιά. Μπορεῖ νὰ ἐνθουσιασθεῖ ἡ ψυχή μας καὶ νὰ φιλοτιμηθεῖ στὸ νὰ κινηθεῖ ἀπὸ τὴ φευγαλέα ματιὰ στὴν προσεκτικὴ ἀνάγνωση καὶ ἀπὸ κεῖ πρὸς κατευθύνσεις πνευματικὲς πραγματικὰ ἀσύλληπτες. Μπορεῖ, βέβαια, ἂν δὲν εἴμαστε καὶ ἕτοιμοι, νὰ ἀπογοητευθοῦμε. Ἂν συνειδητοποιήσουμε τὸ μεγαλεῖο της προοπτικῆς μας καὶ πάνω σε αὐτὸ προβάλλουμε τὴν πραγματικότητα τῆς ζωῆς μας χωρὶς ταπείνωση, θὰ μᾶς κυριεύσει ἀπογοήτευση. Ποῦ θὰ ἔπρεπε νὰ ἤμασταν καὶ ποῦ βρισκόμαστε!

Πόσο ψηλά, μὲ τί ὅρους, νὰ ἐκτυλίσσεται ἡ ζωή μας καὶ τί τελικῶς ἐπιλογὲς κάνουμε σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο!

Στόχος τῆς πνευματικῆς μας πορείας εἶναι ἡ ὁμοίωσή μας μὲ τὸν Θεό, ἡ ὁποία ἐπιτυγχάνεται διὰ τοῦ ἐναρέτου βίου. Ἡ ἀρετὴ εἶναι μία γενικὴ λέξη, ποὺ ἀναλύεται ὅμως σὲ ἐπὶ μέρους ἀρετές. Δὲν ἔχει νὰ κάνει τόσο μὲ τὰ βιώματα, τὶς ἐμπειρίες, ἀλλὰ μὲ κάτι κάπως πιὸ πρακτικό, κάπως πιὸ καθημερινό, ποὺ ἀποτελεῖ τὸν καρπὸ τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἡ πνευματική μας ζωὴ μπορεῖ νὰ ἔχει τὰ στοιχεῖα τῆς ἐξωτερικῆς λατρείας, μπορεῖ νὰ διακατέχεται ἀπὸ τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ πνευματικοῦ λόγου, μπορεῖ νὰ διαβάζουμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, νὰ μιλᾶμε γιὰ τὰ πνευματικά, νὰ ἔχουμε συνήθειες πνευματικὲς καὶ γνώσεις θεολογικές, ἀλλά, ἂν τὰ χέρια μας δὲν εἶναι γεμάτα ἀπὸ καρπούς, ἂν ἡ ζωή μας δὲν εἶναι στολισμένη μὲ συγκεκριμένες ἀρετές, τότε μᾶλλον ζημιὰ κάνει ἡ μαρτυρία μας καὶ μᾶλλον καταστροφὴ συμβαίνει στὴν ψυχή μας. Εἶναι ἀνάγκη, λοιπόν, νὰ ὑπάρχουν τὰ σκαλοπάτια τῶν συγκεκριμένων ἀρετῶν, ποὺ ὁδηγοῦν τὴν ψυχή μας ἀπὸ τὸ ἐπίγειο φρόνημα στὶς οὐράνιες καταστάσεις γιὰ τὶς ὁποῖες διαρκῶς μᾶς μιλάει ἡ Ἐκκλησία μὲ τόση πίστη, μὲ τόση ἀγάπη, μὲ τόση διάθεση νὰ μᾶς κάνει μετόχους αὐτῶν τῶν μεγάλων εὐλογιῶν.

Ἀπὸ ποῦ λοιπὸν νὰ μποῦμε σὲ αὐτὸ τὸ στάδιο τῶν ἀρετῶν, ἀπὸ ποιὰ πόρτα νὰ εἰσέλθουμε σὲ αὐτὸν τὸν χῶρο τοῦ πρακτικοῦ βίου, ἀπὸ ποῦ νὰ ἀρχίσουμε τὴν ἄνοδο, νὰ ἀκολουθήσουμε τὰ σκαλοπάτια ποὺ θὰ μᾶς φθάσουν στὴν κορυφή; Τί νὰ χρησιμοποιήσουμε ὡς ἀφορμή;

Ὑπάρχει μία προσευχή, ποὺ εἶμαι βέβαιος πὼς οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς τὴ γνωρίζουν. Εἶναι μία προσευχὴ ποὺ προσδιορίζει τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, τὴ λέμε μόνο σὲ αὐτὴν τὴν περίοδο. Μία προσευχὴ μετανοίας, ποὺ ἀνοίγει τοὺς ὁρίζοντές μας. Μία προσευχὴ ἡ ὁποία ὑπάρχει σὲ ὅλες ἀνεξαιρέτως τὶς ἀκολουθίες. Μάλιστα, σὲ μερικὲς ἐμφανίζεται καὶ δύο φορές. μία προσευχὴ ποὺ μόλις πρὸ ὀλίγου ἀπαγγείλαμε. Μία πολὺ παλιὰ προσευχὴ , ἡ ὁποία ὅμως πολὺ βαθειὰ περιγράφει τὴν ἀνθρώπινη ψυχὴ καὶ τὸν ἀγώνα της, τὸ μυστήριο καὶ τὴν προοπτική της. Εἶναι ἡ προσευχὴ τοῦ ὁσίου Ἐφραίμ.

Θὰ τὴν πῶ:

«Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας μή μοι δῶς.
Πνεῦμα δὲ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης, χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ.
Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα, καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου, ὅτι εὐλογητὸς εἶ, εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».

Τόσο μικρὴ ἀλλὰ τόσο περιεκτική! Μάλιστα, κατὰ τὸ τυπικὸ τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἀπαγγέλλεται ἁπλὰ ἀλλὰ συνοδεύεται ἀπὸ κινήσεις μετανοίας. Στὰ μοναστήρια, ἂν τυχὸν ἔχετε πάει, τηρεῖται ἐπακριβῶς τὸ τυπικὸ αὐτό, ὅπως ἀναγράφεται στὶς φυλλάδες καὶ στὸ Ὡρολόγιο. Λέγει ἐκεῖ ὅτι ποιοῦμε τρεῖς μετανοίας μετὰ ἀπὸ τὸν κάθε στίχο καὶ μετὰ κάνουμε δώδεκα μικρὲς καὶ ἐπαναλαμβάνουμε τὸ τελευταῖο κομμάτι καὶ μετὰ ἄλλη μία μεγάλη.

Δηλαδή, «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου...» -τελειώνουμε τὸ πρῶτο κομμάτι- καὶ κάνουμε μία στρωτὴ ἐδαφιαία μετάνοια, ἀπὸ αὐτὲς τὶς μεγάλες, τὶς βαθιές. Συνεχίζουμε: «Πνεῦμα δὲ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης...»· δεύτερη μετάνοια. «Δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμᾶ πταίσματα...»· τρίτη μετάνοια. Καὶ μετὰ σιωπηρῶς λέγοντας τὸ «Κύριε ἐλέησον» ἢ τὸ «Ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» κάνουμε δώδεκα σταυρωτὲς μικρὲς μετάνοιες. Αὐτὸ στὰ μοναστήρια. Καὶ ἐπαναλαμβάνουμε τὸ «Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαι μοὶ τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα» καὶ κάνουμε ἄλλη μία μεγάλη μετάνοια. Ὅλα αὐτά, ὥστε νὰ τὴν καταλάβει τὴν προσευχὴ ὄχι μόνον ἡ σκέψη μας, ὄχι μόνον ἡ ψυχή μας, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τὸ σῶμα μας. Νὰ τὴν καταλάβει ὁλόκληρος ὁ ἐαυτός μας. Εἶναι σημαντικὴ προσευχή. Εἶναι πόρτα καὶ ὁδὸς καὶ τέρμα γιὰ ὅποιον ἔχει πνευματικὴ εὐστροφία νὰ ἀξιοποιήσει τὸ περιεχόμενό της καὶ νὰ φιλοτιμηθεῖ στὴ ζωή του.

Ἂς κάνουμε, λοιπόν, μία σύντομη ἑρμηνεία καὶ ἀνάλυση αὐτῆς τῆς προσευχῆς, νὰ καταλήξουμε σὲ τέσσερις παρατηρήσεις ποὺ δὲν εἶναι τόσο ἐμφανεῖς, νὰ κρατήσει ὁ καθένας τὸ μήνυμά του καὶ ἔτσι νὰ τὸ πάρει συνοδὸ κατὰ τὴν ἀποψινὴ βραδιὰ στὸ σπίτι του.

Ὁ χορηγός, ὁ ὁδηγός, ὁ ὑπερασπιστής, ὁ Κύριος

«Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου...»· ἔτσι προσφωνοῦμε τὸν Θεό. Κύριε, Σὺ ποὺ εἶσαι ὁ κυρίαρχος, ὁ ὁποῖος κυβερνᾶς καὶ δεσπόζεις στὴ ζωή μου. Ἡ ἔκφραση αὐτὴ εἶναι παρμένη ἀπὸ τὸ βιβλίο Σοφία Σειράχ, στὸ ὁποῖο ἐπίσης ὑπάρχει καὶ ἄλλη μία σχετικὴ ἀναφορά: «Κύριε καὶ Θεὲ τῆς ζωῆς μου». Ὁ Κύριος εἶναι ὁ χορηγὸς τῆς ζωῆς, αὐτὸς ποὺ δίνει τὴ ζωή. Ὁ Κύριος εἶναι ὁ ὁδηγὸς τῆς ζωῆς, αὐτὸς ποὺ κατευθύνει τὴ ζωή. Ὁ Κύριος εἶναι ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς ζωῆς, ὅπως λέγει ὁ ψαλμωδός (Ψαλμ. 26,1). Ὁ Κύριος εἶναι αὐτὸς στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ ζωή μας.

Ξεκινοῦμε τὴν προσευχὴ μᾶς ὁμολογώντας μὲ ὅλα τὰ κύτταρα τῆς ὑποστάσεώς μας ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ὁ Κύριος της ψυχῆς μας. Σὰν νὰ λέμε ὅτι ἐγὼ δὲν θέλω νὰ κυβερνῶ τὴν ψυχή μου. Θέλω ὅλες τὶς λεπτομέρειες νὰ τὶς ρυθμίζει ὁ Θεός, ὅλες της τὶς γωνιὲς Αὐτὸς νὰ τὶς φωτίζει. Παντοῦ Αὐτὸς νὰ ἔχει τὸ δικαίωμά Του καὶ σὲ κάθε σημεῖο της νὰ ἐπαληθεύεται ἡ δική Του παρουσία. «Ἐν ταῖς χερσί σου οἱ κλῆροι μου» λέγει κάπου ἀλλοῦ ὁ ψαλμωδός (Ψαλμ. 30,16)· ὅτι στὰ χέρια Σου βρίσκονται οἱ τύχες τῆς ζωῆς μου. Ὅλη μας ἡ ζωή, ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ μέχρι καὶ τὸ τέλος της, τὰ γεγονότα τὰ ὁποῖα συμβαίνουν ἐνδιαμέσως, οἱ γνωριμίες ποὺ κάνουμε, οἱ ἀφορμὲς τῆς σωτηρίας ποὺ ἔχουμε, οἱ πειρασμοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους περνᾶμε, ὅλα εἶναι στοιχεῖα τὰ ὁποῖα βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὸ βλέμμα τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ ὁποῖα μποροῦμε ἐμεῖς νὰ τὰ ἀναθέσουμε σὲ Ἐκεῖνον, ὥστε Αὐτὸς νὰ φροντίσει τὸ πῶς θὰ τὰ ἀντιμετωπίσουμε, ἢ θὰ τὰ διαχειρισθοῦμε μὲ τὸν καλύτερο τρόπο.

Ξεκινοῦμε, λοιπόν, τὴν προσευχή μας μὲ αὐτὴν τὴν ὁμολογία, ὅτι ἡ ζωή μας πρῶτον δὲν μᾶς ἀνήκει -φοβερὸ πράγμα· γιὰ σκεφτεῖτε το!- καὶ δεύτερον ὅτι ἀνήκει στὸ σύνολό της, σὲ κάθε λεπτομέρειά της, σὲ κάθε φάση της καὶ ἐξ ὁλοκλήρου στὸν Θεό. Γιὰ φαντασθεῖτε τὸν ἑαυτό σας καὶ τὴ ζωή σας νὰ οἰκοδομεῖται πάνω σὲ αὐτὴν τὴν πραγματικότητα, ὅτι ἡ ζωή μου εἶναι ἕνα δῶρο σὲ ἐμένα, τὸ ὁποῖο τὸ ἐπιστρέφω αὐτοβούλως καὶ αὐτεξουσίως στὸν Δωρητή μου, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Καὶ Αὐτὸς τὴν κυβερνᾶ! Πέφτω τὰ βράδια καὶ κοιμᾶμαι. Δὲν μὲ νοιάζει τίποτα. Δὲν φοβοῦμαι οὔτε τὶς δοκιμασίες μου, οὔτε τοὺς πειρασμούς μου, οὔτε τὸ τέλος μου, οὔτε τὸ τέλος τῶν ἀγαπημένων προσώπων μου, διότι ἡ ζωή τους εἶναι καὶ ζωή μου καὶ ἡ ζωὴ ὅλων μας ἀνήκει στὸν Θεό. Ἔτσι ξεκινοῦμε. Μὲ αὐτὸ τὸ ἄνοιγμα, μὲ αὐτὸ τὸ δόσιμο, μὲ αὐτὴν τὴν ἐλευθερία. «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου».

Ἡ ἀργία

Τέσσερα πράγματα νὰ μὴν ἐπιτρέψεις νὰ συμβοῦν μέσα μου. «Πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας». Μὴν ἐπιτρέψεις νὰ ὑπάρξει μέσα μου μία κατάσταση ἀργίας, τεμπελιᾶς, ραθυμίας, ἀκηδίας, ἀδιαφορίας, ἀνορεξίας. Αὐτὸ θὰ πεῖ ἀργία. Νὰ εἶμαι ἀργός, βραδύς, χωρὶς ἐσωτερικοὺς παλμούς, χωρὶς δυναμικὸ μέσα στὴν ψυχή μου. Ἕνας μουδιασμένος, μαραμένος, χωρὶς ἐνδιαφέρον γιὰ πνευματικά. Φοβερὴ ἀρρώστια, ἰδίως τῆς ἐποχῆς μας. Πολλὲς φορὲς βλέπουμε νέα παιδιὰ ἀνόρεκτα, μᾶλλον κουρασμένα -νὰ τὴν πῶ τὴν λέξη - βαριεστημένα, χωρὶς διάθεση, χωρὶς χυμούς, χωρὶς ἐνθουσιασμό. Δὲν μποροῦμε ἔτσι νὰ προχωρήσουμε. Λέει στὸ σοφὸ βιβλίο τῆς Κλίμακος ὅτι ἡ ἀργία εἶναι περιεκτικὸν τοῦ θανάτου στοιχεῖον, εἶναι κάτι τὸ ὁποῖο θυμίζει τὸν θάνατο στὸν ἄνθρωπο. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ προχωρήσει στὴ ζωὴ ἕνας ὁ ὁποῖος διακρίνεται ἀπὸ τεμπελιά; Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ ἀκηδία, αὐτὴ ἡ περὶ τὰ πνευματικὰ ἀδιαφορία, θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ὡς ἕνα ἀπὸ τὰ ἑπτὰ θανάσιμα, ὀλέθρια γιὰ τὴν ψυχή μας, ἁμαρτήματα. Τὶς τελευταῖες ἡμέρες ἦλθε κάποιο παιδὶ ποὺ μὲ πλησίασε, γιὰ νὰ δοῦμε τί θὰ κάνουμε μὲ τὴ Θεία Κοινωνία καὶ μὲ τὴν ἐξομολόγηση.

- Τί κάνεις γιὰ τὸν Θεό, παιδί μου; ρώτησα.

- Δὲν ἔχω ὄρεξη γιὰ τίποτα, μοῦ ἀπαντᾶ. Δὲν μπορῶ.

-Λίγη προσευχὴ δὲν κάνεις; προχώρησα.

- Τίποτα. Ἕνα σταυρό, καὶ πέφτω στὸ κρεβάτι.

- Γιατί; Ποιὸς ὁ λόγος; Τί σὲ ἐμποδίζει; Τί σὲ πιέζει καὶ γίνεσαι τσιγγούνης στὸν Θεό;

-Νιώθω κουρασμένος, πάτερ.

-Τὸ πρωὶ ποὺ εἶσαι ξεκούραστος;

-Δὲν μπορῶ, βιάζομαι. Σηκώνομαι, ἀλλὰ τὸ ἀναβάλλω. Λέω ἀπὸ αὔριο. Δὲν ἔχω διάθεση. Δὲν ξέρω τί μοῦ φταίει.

Αὐτὸ εἶναι ἡ ἀκηδία. Αὐτὸ εἶναι ἡ ἀργία. Αὐτὸ θέλει βία καὶ πίεση γιὰ νὰ καταπολεμηθεῖ. «Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτὴν» (Ματθ. 11,12).

Αὐτοὶ ποὺ ξέρουν νὰ ζορίζονται, νὰ ἀσκοῦνται, νὰ ἐπιμένουν, νὰ ἀγωνίζονται, αὐτοὶ ἁρπάζουν τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὶ ποὺ ἀργοῦν, ποὺ τεμπελιάζουν, ποὺ δὲν μποροῦν, ποὺ παραδίδονται ἔτσι στὸν χαλαρὸ ἑαυτὸ τοὺς αὐτοὶ μένουν δίχως γεύσεις, δίχως καρπούς. Αὐτὸ μὲ δύο λέξεις σημαίνει, χωρὶς ἀγώνα, χωρὶς ἄσκηση, τὰ πράγματα δὲν θὰ μπορέσουν νὰ πάρουν τὴν καλὴ πορεία γιὰ τὴν ψυχή μας. Νά γιατὶ ξεκινοῦμε τὴ σαρακοστιανὴ προσευχή μας ζητώντας νὰ μὴν ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς τὴν ἀργία καὶ τὴν ἀκηδία καὶ τὴ ραθυμία στὴν ψυχή μας.

Ἡ περιέργεια

«Πνεῦμα», ἐπίσης, «περιεργίας». Ἐὰν ἡ ἀργία εἶναι τὸ νὰ χαθεῖ κάνεις μέσα στὸ τίποτα, ἡ περιέργεια εἶναι τὸ ἐντελῶς ἀντίθετο: νὰ σκορπίζεται μέσα στὸ παντοῦ, νὰ χώνεται παντοῦ καὶ πάντα. Νὰ θέλει νὰ τὰ μάθει κανεὶς ὅλα. Λέει ἕνας ἀπὸ τοὺς Πατέρες: «μισῶ τὸ χαμερπὲς πάθος τῆς περιεργίας». Αὐτὸ τὸ πάθος τῆς περιεργίας ποὺ μὲ κάνει νὰ σέρνομαι χαμηλά. Αὐτὸ θὰ πεῖ χαμερπές· σημαίνει νὰ ἕρπω χάμω. Αὐτὸ τὸ πάθος ἐνδημεῖ μεταξὺ τῶν χριστιανῶν. Διαβάζουμε πιὸ εὔκολα ἕνα κουτσομπολίστικο θρησκευτικὸ περιοδικὸ παρὰ τὴν Κλίμακα. Παρακολουθοῦμε πιὸ εὔκολα μία σκανδαλιστικὴ ἐκπομπὴ στὴν τηλεόραση παρὰ συμμετέχουμε σὲ μία ἀγρυπνία. Αὐτὴ εἶναι ἡ περιέργεια· νὰ ξέρεις, νὰ ψάχνεις τὴ ζωὴ τοῦ διπλανοῦ σου. Σὰν νὰ τὸν βλέπεις μὲ τὶς πιτζάμες τῆς ὑποστάσεώς του. Νὰ ἀνακαλύπτεις τὰ μυστικά του, χωρὶς κανέναν λόγο. Νὰ ἀφήνεις στὴν ἄκρη τὸν θησαυρὸ καὶ νὰ μπερδεύεσαι μὲ τὰ σκουπίδια.

Αὐτὸ δημιουργεῖ ἕναν σκορπισμό, μία διάχυση καὶ ἔτσι δὲν συγκροτεῖται ἡ ψυχή. Ζητοῦμε, λοιπόν, αὐτὸ τὸ πάθος, τὸ ὁποῖο, πάλι κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, ἀποψύχει τὴ θερμότητα τῆς ψυχῆς, δηλαδὴ ρίχνει τὴ θερμοκρασία της καὶ δὲν μπορεῖ νὰ θερμανθεῖ, ὥστε νὰ λειτουργήσει μὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ βάθος, νὰ μὴν ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς νὰ φωλιάσει μέσα μας.

Ἡ φιλαρχία

Τρίτο πάθος ἡ «φιλαρχία», ἡ φιλοπρωτία. Τὴν ἐρχόμενη Κυριακὴ θὰ τὸ ἀκούσουμε στὸ Εὐαγγέλιο. Κοινὴ ἀρρώστια. Ὅλοι τὴν ἔχουμε μέσα μας. Θέλουμε νὰ εἴμαστε οἱ πρῶτοι. Θέλουμε νὰ εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἀποδέκτες, ὄχι ἁπλῶς τιμῶν, ἀλλὰ τῶν καλυτέρων τιμῶν. Στὴ σύγκριση νὰ εἴμαστε ἐμεῖς ἀπὸ τὸν δεύτερο πιὸ μπροστὰ καὶ μάλιστα μὲ σαφήνεια. Αὐτὸ τὸ πρόβλημα τὸ ἔχουμε καὶ μέσα στὴν Ἐκκλησία. Τόσο συχνὰ τσακωνόμαστε ποιὸς θὰ εἶναι πρῶτος. Μὰ τί σημασία ἔχει αὐτό; Μπορεῖ νὰ εἶσαι ἱερέας καὶ νὰ ἐπιδιώκεις ἐσὺ νὰ διαβάσεις τὸ πρῶτο Εὐαγγέλιο τῆς Μεγάλης Πέμπτης καὶ ὄχι ὁ συνεφημέριός σου. Μπορεῖ νὰ εἶσαι ψάλτης καὶ νὰ διεκδικεῖς ἐσὺ νὰ ψάλεις τὰ καλὰ κομμάτια καὶ ὄχι ὁ ἄλλος, ποὺ μπορεῖ καὶ νὰ ἔχει καλύτερη φωνὴ ἢ περισσότερες γνώσεις ψαλτικῆς. Πῶς μᾶς κυβερνάει ὁ διάβολος! Μὲ ἀνόητα πράγματα!
Βλέπετε καὶ τοὺς Μαθητές, ἐνῶ ὁ Κύριος τους ἀναγγέλλει περὶ τοῦ πάθους Του, τὴν ἴδια ὥρα, ἀρχίζουν οἱ δύο, ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Ἰάκωβος, νὰ ζητοῦν πρωτοκαθεδρίες στὴ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ. Προσέξτε το τὴν ἄλλη Κυριακὴ στὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ τὸ φοβερὸ ποιὸ εἶναι; Ὅτι δὲν ἔμειναν μόνοι αὐτοὶ οἱ δύο νὰ διεκδικοῦν τὰ πρωτεῖα, ἀλλὰ ἐνοχλήθηκαν καὶ οἱ ὑπόλοιποι καὶ στράφηκαν ἐναντίον τους. Προφανῶς γιατὶ καὶ αὐτοὶ ἤθελαν ἀπὸ μέσα τους νὰ εἶναι πρῶτοι. Οἱ ἥρωες αὐτοὶ τῆς πίστεως, αὐτοὶ ποὺ διώχθηκαν καὶ μετὰ μαρτύρησαν, αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ἀρνήθηκαν, οἱ ἴδιοι ἐγκατέλειψαν, οἱ ἴδιοι τσακώθηκαν λίγο πρὸ τοῦ πάθους ποιὸς θὰ εἶναι πρῶτος. Ὁ Κύριος ὅμως τοὺς δίνει τὸ μάθημα τὴ νύχτα τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου λέγοντας ὅτι πρῶτος πρέπει νὰ εἶναι αὐτὸς ποὺ ἐπιλέγει μετὰ ἐσωτερικῆς ἐλευθερίας καὶ ἀνέσεως τὴ θέση τοῦ τελευταίου. Τί ὡραῖο πράγμα! Νὰ μπεῖς σὲ ἕναν χῶρο ποὺ θὰ διαδραματιστεῖ μία ἐκπληκτικὴ σκηνή, ὅπου ἀπὸ μέσα σου νὰ θέλεις νὰ βλέπεις καὶ νὰ ἀκοῦς. Καὶ ἐκεῖ νὰ σοῦ προτείνουν νὰ διαλέξεις ὅποια θέση θέλεις, ἀκόμη καὶ τὴν καλύτερη. Κι ἐσὺ νὰ ἐπιλέγεις εὔκολα τὴν τελευταία. Νὰ εἶσαι μέσα ἀλλὰ κρυμμένος στὴν ἄκρη. Καὶ αὐτὸ γιὰ νὰ μποῦν οἱ ἄλλοι πρὶν ἀπὸ ἐσένα, γιὰ νὰ ἀπολαύσουν αὐτοὶ πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅσο ἐσύ. Γιὰ νὰ εἶναι μεγαλύτερη χαρά σου ἀπὸ τὴν ἀπόλαυση τῆς παραστάσεως ἡ χαρά τους.

«Τὴ τιμὴ ἀλλήλους προηγούμενοι» (Ρωμ. 12,10), λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὄχι φιλοπρωτία, ὄχι πρωτοκαθεδρία. Ὄχι αὐτὸ τὸ φίλαρχο φρόνημα, νὰ εἶμαι ὁ πρῶτος, ἀλλὰ νὰ θέλω νὰ τιμήσω τὸν ἄλλο, νὰ θέλω νὰ τιμηθεῖ ὁ ἄλλος. Νὰ τοῦ ἐκχωρήσω τὰ δικαιώματα, νὰ εἶμαι ὁ διακονῶν, νὰ εἶμαι ὁ εὐτυχισμένος ἔσχατος, ὁ εὐλογημένος οὐραγός, ἀναπαυμένος στὴ θέση μου, στὴν ἄκρη τῆς οὐρᾶς. Αὐτὸς ὅμως ποὺ θὰ εἶναι μέσα στὴν ἀγκαλιά, ὅπου ὅλοι οἱ ἄλλοι θὰ εἶναι καλύτεροί μου. Τί ὡραῖο πράγμα! Νὰ χαίρομαι τὴν εὐλογία τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀρετῶν τῶν ἀδελφῶν. «Πνεῦμα», λοιπόν, «φιλαρχίας»,νὰ θέλω νὰ ὑπερέχω ἐγώ, καὶ φιλοπρωτίας,«μή μοι δῶς».

Ἡ ἀργολογία

«Πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας» καὶ τέταρτον «ἀργολογίας». Τί θὰ πεῖ ἀργολογία; Κουτσομπολιό. Ἀχρηστολογία. Ὑπάρχει κάτι ποῦ λέγεται περιαυτολογία· νὰ μιλᾶς γιὰ τὸν ἑαυτό σου. Κακὸ πράγμα! Ὑπάρχει κάτι ἄλλο ποὺ λέγεται καυχησιολογία· νὰ ἀρχίσεις νὰ καυχᾶσαι γιὰ τὸν ἑαυτό σου. Ἄλλη ἀρρώστια! Ὑπάρχει ἄλλο ἕνα πάθος ποὺ λέγεται πολυλογία· νὰ μιλᾶς ἀκατάσχετα καὶ ὁ ἄλλος νὰ μὴν μπορεῖ νὰ πάρει σειρὰ νὰ πεῖ κάτι. Καὶ ὑπάρχει καὶ αὐτὸ ποὺ λέγεται ἀργολογία, τὸ ὁποῖο σημαίνει νὰ λὲς ἀνοησίες ἢ ἄχρηστα πράγματα. Λόγια ποὺ δὲν χρειάζονται, ποὺ δὲν προσφέρουν τίποτα. Συχνὰ ὁμολογοῦμε ὅτι «πῆγα καὶ σκότωσα τὴν ὥρα μου. Εἴπαμε καὶ κανένα χαζό». Ὄχι τέτοιο πράγμα. Ἀπὸ τὸ στόμα μας «λόγος ἀργός», δηλαδὴ μὴ ζωντανός, μὴ οὐσιαστικὸς «μὴ ἐκπορευέσθω» (Ἐφεσ. 4,29), νὰ μὴν βγαίνει, μᾶς προτρέπει ἡ Ἐκκλησία μας καὶ οἱ ἅγιοί μας. Γιὰ φαντασθεῖτε πάλι τὴ ζωή μας νὰ οἰκοδομεῖται πάνω σε περιεκτικούς, οὐσιαστικοὺς λόγους. Νὰ μὴν ἔχει, λοιπόν, οὔτε τὸ ἀγκάθι τοῦ ἄχρηστου, ἀνόητου λόγου, οὔτε τοῦ περίεργου λόγου, οὔτε τοῦ κατακριτικοῦ λόγου, οὔτε τοῦ ὑπεροχικοῦ λόγου, ἀλλὰ νὰ εἶναι στόμα καθαρό, λόγος παστρικός, πεντακάθαρος. «Εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ», λέει στὴν ἐπιστολὴ τοῦ Ἰακώβου (Ἰακ. 3,1). Αὐτὸς ποὺ ἔχει καθαρὸ στόμα καὶ δὲν φταίει μὲ τὸ στόμα του αὐτὸς ἐγγίζει πλέον τὴν κατάσταση τῆς τελειότητος.

Καθώς, λοιπόν, ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μὴν ἐπιτρέψει στὴν ψυχή μας τὴν παρουσία αὐτῶν τῶν τεσσάρων ἀδυναμιῶν, στὴν οὐσία, μὲ τὴν προσευχὴ αὐτή, ζητοῦμε τὴν ὑποκατάστασή τους ἀπὸ τέσσερις ἀρετές: ἀντὶ τῆς ἀργίας, τὸ φιλότιμο καὶ τὸν ἅγιο ζῆλο. Στὴ θέση τῆς περιέργειας, τὸ ἀπερίεργον, τὸ ἀπερίσπαστον καὶ τὴ σύνεση. Ἀντὶ τῆς φιλαρχίας, τὴν ὑποχωρητικότητα καὶ τὴν εὐγενῆ συστολὴ . Καί, τέλος, ἀντὶ τῆς ἀργολογίας, τὴ σιωπὴ καὶ τὸν «ἅλατι ἠρτυμένον λόγον» (Κολ. 4,6).

Ὁ ὅσιος, ὅμως, Ἐφραὶμ στὴν περίφημη προσευχή του δὲν ζητάει μόνον τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὰ τέσσερα μεγάλα πάθη ποὺ προαναφέραμε, ἀλλὰ ζητάει ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ τὸ δῶρο τεσσάρων μεγάλων ἀρετῶν: «Πνεῦμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης». Τέσσερις ἐκπληκτικὲς ἀρετές!

Ἡ Σωφροσύνη

Πρώτη ἀρετή, ἡ σωφροσύνη. Σωφροσύνη βγαίνει ἀπὸ τὶς λέξεις σῶος καὶ φρὴν-φρενός, καὶ σημαίνει ἔχω σώας τὰς φρένας, ἀκέραιο τὸν νοῦ μου. Σωφροσύνη μὲ τὴν εἰδικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου σημαίνει ἐγκράτεια, ἁγνότητα, καθαρότητα στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχή. Μὲ τὴν εὐρύτερη ὅμως ἔννοια σωφροσύνη σημαίνει γενικευμένη ἀκεραιότητα. Τὸ νὰ μὴν ἔχει κανεὶς στὸ μυαλό του τὴν ἀρρώστια τῶν μειονεκτικῶν λογισμῶν, τῶν νοσηρῶν σκέψεων.

Στὴν ἀντίθετη περίπτωση, ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει σώας τὰ φρένας του. Νομίζει ὅτι ὅλοι τὸν κυνηγοῦν, ὅτι ὅλοι τοῦ δημιουργοῦν προβλήματα, ὅτι ὅλοι ἔχουν παράπονα. Καὶ δὲν ἔχει κανένας. Δὲν ἀσχολοῦνται μαζί του. Δὲν ἔχει σώας τὰ φρένας, λένε. Τὰ ἔχασε. Εἶναι διαταραγμένη ἡ ἰσορροπία τῆς σκέψης του. Σωφροσύνη, λοιπόν, σημαίνει καθαρότητα καὶ ἀκεραιότητα. νὰ εἶναι κανεὶς ἰσορροπημένος πνευματικά, νὰ μπορεῖ ὁ λογισμός του νὰ λειτουργεῖ μὲ σαφήνεια, χωρὶς ἀρρώστιες ψυχολογικοῦ τύπου, μειονεξία ἢ καχυποψία ἢ κυκλοθυμία κ.ο.κ.

Ἡ πρώτη, λοιπόν, ἀρετὴ εἶναι ἡ καθαρότητα, ἡ καθαρότητα τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς. Ἡ ἐποχὴ ποὺ ζοῦμε εἶναι ἡ ἐποχὴ ποὺ μολύνει αὐτὴν τὴν καθαρότητα τῆς ψυχῆς. Εὔκολα τὸ μάτι μας ἀρχίζει νὰ κλέβεται ἀπὸ ψευτοέρωτες -«ἐκ τοῦ ὁρᾶν τίκτεται τὸ ἐρᾶν»- καὶ τὸ σῶμα μας νὰ ἑλκύεται ἀπὸ λάθος ἱκανοποιήσεις καὶ κάνουμε τὶς ὀλέθριες ὑποχωρήσεις, ποὺ τὶς σκεπάζει μετὰ ὁ συμβιβασμὸς μίας δύσκολης ἐποχῆς, ἡ ὁποία ὅλα ξέρει νὰ τὰ δικαιολογεῖ. Χριστιανὸς ὅμως σημαίνει πεντακάθαρη κατάσταση. Ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γιὰ τοὺς Ἱερεῖς, καὶ γιατί ὄχι γιὰ κάθε χριστιανό, πρέπει νὰ εἶναι καθαρότερος ἀπὸ τὶς ἀκτίνες τοῦ ἡλίου. Ὄχι τὸ μυαλὸ συνέχεια στὸ πονηρό, στὸ σαρκικό, στὸ ρυπαρό, ἀλλὰ νὰ ἀναπαύεται ἡ σκέψη καὶ ἡ διάθεση σὲ ὅ,τι εἶναι καθαρό, διότι μόνον ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς ἐγγυᾶται τὴ θέα τοῦ Θεοῦ: «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί, τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. 5,8).

Ἡ πρώτη, λοιπόν, ἀρετὴ ποὺ προσευχόμαστε καὶ ζητοῦμε ὡς δῶρο ἀπὸ τὸν Θεὸ εἶναι ἡ σωφροσύνη, αὐτὴ ἡ ἀκεραιότητα ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ μὴν εἶναι σὰν ραγισμένο βάζο, οὔτε σὰν λεκιασμένο σεντόνι, ἀλλὰ σὰν σῶμα χωρὶς οὐλή, σὰν κρύσταλλο χωρὶς σημάδι, σὰν κάτι ποὺ δὲν ἔχει ποτὲ συγκολληθεῖ, ἀλλὰ διατηρεῖ τὴν ἀρχική του ἀκεραιότητα. Αὐτὴ εἶναι ἡ πρώτη ἀρετή.

Ἡ ταπεινοφροσύνη

Δεύτερη ἀρετή, ἡ ταπεινοφροσύνη. Τί ὡραία, τί μεγάλη ἀρετή! Ἀκούσαμε στὴν Ἐκκλησία μας, στὴν ἀρχὴ τοῦ Τριωδίου, τὴν παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου καὶ ἐκεῖ ἔλεγε ὁ εὐαγγελιστὴς ὅτι «ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται» (Λουκ. 18,14). Ἐπίσης, ὁ πρῶτος μακαρισμὸς ἀφιερώνεται στοὺς ταπεινούς: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 5,3). Πτωχὸς τῷ πνεύματι εἶναι αὐτὸς ποὺ εἶναι ταπεινός, αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει σὲ καμία ἰδιαίτερη ὑπόληψη τὸν ἑαυτό του. Λέγουν κάποιοι -χωρὶς κατ᾿ ἀνάγκην αὐτὸ νὰ εἶναι σωστὸ - ὅτι ἡ λέξη ταπεινὸς προέρχεται ἀπὸ τὸν τάπητα, τὸ χαλί. Ταπεινὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ δέχεται νὰ τὸν πατᾶς χωρὶς νὰ διαμαρτύρεται. Καὶ καμιὰ φορὰ εἶναι μερικὰ χαλιὰ ποὺ τὰ πατᾶς καὶ ζωντανεύουν πιὸ πολύ. Ἔτσι εἶναι ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος. Ὁ ταπεινὸς εἶναι εἰκόνα τῆς Θεοτόκου· παραδίδεται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ὑποδέχεται τὴ μεταμορφωτικὴ χάρι Τοῦ μέσα στὴν ψυχή του.

Ἡ ὑπομονή

Ἂς πλησιάσουμε τὴν τρίτη ἀρετή. «Πνεῦμα ὑπομονῆς». «Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθαι τὰς ψυχὰς ὑμῶν» (Λουκ. 21,19), λέγει ὁ Κύριος στοὺς μαθητές Του. Ἄλλη μία ἀρετὴ ποὺ τόσο χρειάζεται, ἀλλὰ τόσο τὴν ἀγνοεῖ ἡ ἐποχή μας. Στὶς μέρες μας δὲν κάνουμε ὑπομονή.

Θέλουμε τὸν Θεὸ νὰ ἀπαντήσει ἐδῶ καὶ τώρα. Καὶ Αὐτὸς δὲν ἀπαντᾶ. Ἔχει τοὺς λόγους Του. Αὐτὸ ποὺ χρειάζεται εἶναι νὰ κάνουμε ὑπομονή, γιὰ νὰ ἔλθει ἡ ὥρα τοῦ Θεοῦ στὴν ψυχή μας· ὄχι ὁ χρόνος τῆς δικῆς μας ἐπιλογῆς.

Ἄλλοτε πάλι παίρνουμε μία ἀπόφαση καὶ θέλουμε ἐδῶ καὶ τώρα νὰ καταφέρουμε τὸν στόχο μας. Χρειάζεται ἡ ὑπομονὴ τοῦ ἑαυτοῦ μας, νὰ ὑπομείνουμε τὸν ἑαυτό μας. Νὰ τὸν περιμένουμε, νὰ ἔλθει καὶ ἐκείνου ἡ ὥρα.

Τρίτη περίπτωση, ἡ ὑπομονὴ τοῦ ἀδελφοῦ μας, τοῦ διπλανοῦ μας. Ἔχουμε τὸ παιδί μας. Παίρνει ἕναν ἄλλο δρόμο, κάνει ἄλλες ἐπιλογὲς στὴ ζωή του ἀπὸ αὐτὲς ποὺ ἐμεῖς θὰ θέλαμε. Τρέμει τὸ φυλλοκάρδι μας. Τὸ καλοῦμε, τοῦ κάνουμε μία ἐπίθεση ἐλέγχου, δίνουμε καὶ μερικὲς συμβουλὲς καὶ ἀπαιτοῦμε νὰ διορθωθεῖ. Μὰ δὲ γίνεται ἔτσι. Ἐμεῖς τόσο εὔκολα διορθωνόμαστε; Ἐδῶ χρειάζεται νὰ κάνουμε ὑπομονὴ γιὰ τὸ παιδί μας. Νὰ τὸ περιμένουμε. Γι᾿ αὐτὸ λέγει «ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθαι τὰς ψυχὰς ὑμῶν». Μὲ τὴν ὑπομονή σας θὰ ἀποκτήσετε τὸν ἔλεγχο τῶν ψυχῶν σας. Μὲ τὴν ὑπομονὴ θὰ πιάσεις τὴν ψυχή σου καὶ θὰ τὴν κυβερνήσεις, θὰ κρατήσεις τὸ τιμόνι της. Ἔτσι, μὲ τὴν ὑπομονή μας, περιμένοντας τὸν Θεό, δίνοντας χρόνο στὸν ἑαυτό μας, ἀναγνωρίζοντας στὰ παιδιά μας καὶ στοὺς συνανθρώπους μας τὸ δικαίωμα τοῦ χρόνου τους, θὰ κερδίσουμε καὶ τὶς δικές τους ψυχές, θὰ ἀποκτήσουμε καὶ τὶς δικές μας. Θὰ τὶς κατακτήσουμε ἐν Χριστῷ καὶ ἐν ἀγάπῃ.

Ἡ ἀγάπη

Τέλος, ζητοῦμε «πνεῦμα ἀγάπης». Στὴν Κλίμακα τῶν ἀρετῶν, ὅπως τὴν παρουσιάζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης, ἐμφανίζεται ἡ διάκριση ὡς «ἡ μείζων τῶν ἀρετῶν». Στὸ τέλος ὑπάρχει ἕνα κεφάλαιο γιὰ τρεῖς ἀρετές: τὴν πίστη, τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν ἀγάπη. «τὰ τρία ταῦτα», ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη» (Α´ Κορ. 13,13). Ἀγάπη γενική: καὶ πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὸν ἀδελφὸ καὶ πρὸς ὅλο τὸν κόσμο. Δὲν ὑπάρχει ἀγαπῶ ἕναν, δυό, πέντε, τὴν οἰκογένειά μου, τοὺς φίλους μου καὶ δὲν ἀγαπῶ τοὺς ἄλλους. Ἀγάπη ἔχει αὐτὸς ποὺ ἀγαπᾶ ὅλη τὴν κτίση. Ἀγαπᾶ τὰ ζῶα, ἀγαπᾶ τοὺς ἐχθρούς, ἀγαπᾶ τοὺς γνωστοὺς καὶ τοὺς ἀγνώστους, ἀγαπᾶ τοὺς εὐεργέτες καὶ αὐτοὺς ποὺ τὸν ἀντιπαθοῦν, ὅπως ὁ Θεὸς «βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους». Ἀγάπη μεριζομένη καὶ μὴ καθολικὴ δὲν εἶναι ἀγάπη.

Ἡ ἀγάπη δὲν διαιρεῖ οὔτε ξεχωρίζει τοὺς ἀποδέκτες της, ἀλλὰ κομματιάζει τὴν πηγή της. Ἂν δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἀγάπη ποὺ μᾶς κάνει νὰ κομματιαζόμαστε, γιατὶ ὁ διπλανὸς εἶναι ὁ ἀδελφός, ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ περάσουμε στὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ τὴν εἰκόνα περνᾶμε στὸ πρωτότυπο. Ἀπὸ τὸν ἀδελφὸ στὸν Θεό. Τὸν ἀδελφὸ ἔβαλε ὁ Θεὸς δίπλα μας, γιὰ νὰ μᾶς θυμίζει ὅτι ἡ πόρτα τῆς σωτηρίας μας εἶναι ἡ ἄσκηση τῆς ἀγάπης. Τί φοβερὴ ἀρετή! Ἀλλὰ τί δύσκολη ποὺ μᾶς φαίνεται! Πόσο ὅμως διαφορετικὴ δὲν θὰ ἦταν ἡ κοινωνία μας, ἡ κοινωνία μας ὡς πιστῶν, ἐδῶ σε αὐτὴ τὴν ἐνορία ποὺ βρισκόμαστε ὅλοι μαζί, ἂν μπορούσαμε νὰ εἴχαμε αὐτὴν τὴν ἐλευθερία, τὴν πληρότητα, τὴ θυσιαστικότητα τῆς ἀγάπης, τὴν ὑπερβολὴ τῆς ἀγάπης! Νὰ ἀγαπᾶμε τοὺς ἄλλους ὄχι σὰν τὸν ἑαυτό μας, ἀλλὰ πιὸ πολὺ καὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας, γιατὶ ὁ ἄλλος, ὁ πλησίον, εἶναι κομμάτι μας, εἶναι ὁ καλύτερος ἐαυτός μας, εἶναι παιδὶ καὶ ἀδελφός του Χριστοῦ, εἶναι ὁ ὁρατὸς Θεὸς ἐκείνης τῆς στιγμῆς· εἶναι ἡ ἀφορμὴ γιὰ τὴν ἔξοδο ἀπὸ τὸν ἐγωισμό μας, εἶναι ἡ εὐκαιρία γιὰ τὴ συνάντηση μὲ τὸν Θεό μας.

Νά, λοιπόν, τί ζητοῦμε. Νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ὁ Θεὸς ἀπὸ «πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας» καὶ νὰ φυτέψει στὴν καρδιὰ μας «πνεῦμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης».

Τὰ «ἐμὰ πταίσματα» καὶ ἡ κατάκριση τοῦ ἀδελφοῦ

Καὶ συνεχίζει ἡ προσευχή: «Ναί, Κύριε, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου». Δῶσ᾿ μου τὴ μεγάλη εὐλογία ἀντὶ νὰ ἀσχολοῦμαι μὲ τὰ ὑποθετικὰ ἐλαττώματα καὶ τὶς ἀδυναμίες τοῦ ἀδελφοῦ μου, νὰ κοιτάξω τὰ πραγματικὰ δικά μου πταίσματα. Λέει πάλι ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, ποὺ σήμερα εἶναι ἡ μέρα του, ὅτι ἀκόμα κι ἂν ζοῦσες ἑκατὸ χρόνια καὶ κάθε μέρα ἔριχνες δάκρυα ὅσο εἶναι τὸ νερὸ τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, δὲν θὰ μποροῦσες νὰ ξεπλύνεις τὰ πραγματικά σου ἐλαττώματα, ποὺ ὅμως ποτὲ δὲν θὰ μπορέσεις νὰ διακρίνεις. Ἂς ἔχει καθένας μας τὴν αἴσθηση μίας στοιχειώδους αὐτογνωσίας, πῶς διακατεχόμεθα ἀπὸ ἀδυναμίες, ἀπὸ πάθη, ἀπὸ ἁμαρτίες τὶς ὁποῖες συνεχῶς διαπράττουμε. Ὁ καθένας μας ἔχει τὸ δικό του φορτίο τῶν παθῶν καὶ τῶν ἀδυναμιῶν. Μὲ αὐτὸ νὰ ἀσχοληθεῖ. Αὐτὸ θὰ πεῖ αὐτογνωσία. «Δώρησαί μοι, Κύριε, τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα». Νὰ ἀντικρύζω τὰ δικά μου πταίσματα καὶ νὰ μὴν κατακρίνω τὸν ἀδελφό μου καὶ νὰ μὴν τὸν καταδικάζω μέσα μου εἴτε μὲ τὸν λόγο, εἴτε μὲ τὴν ἐσωτερικὴ σκέψη καὶ κρίση μου.

Ὑπάρχει ἕνας ἅγιος ἀπὸ τοὺς πιὸ γλυκοὺς καὶ ἀγαπημένους πρόσφατους ἁγίους, ὁ ἅγιος Σάββας ὁ Νέος της Καλύμνου. Ἕνας ἅγιος, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη τὸ 1948. Πέρασε καὶ ἕνα διάστημα τῆς ζωῆς του ἐδῶ στὴν Ἀθήνα. Τὸν τιμᾶ ἰδιαίτερα ἡ Κάλυμνος. Σύγχρονος ἅγιος! Λίγο μετὰ τὸν ἅγιο Νεκτάριο. Ἕνας γλυκύτατος ἄνθρωπος. Ἕνας ἐπιεικέστατος ἅγιος. Παραμυθητικός, φιλάνθρωπος, γεμάτος συμπάθεια καὶ κατανόηση, ἐπιείκεια καὶ συγχωρητικότητα. Συνέρρεε ὁ κόσμος γιὰ ἐξομολόγηση. Ὅλα τὰ συγχωροῦσε. Γιὰ δύο ὅμως ἁμαρτίες ἦταν ἀδυσώπητος. Ἡ μία ἡ βλασφημία, καὶ τὸ καταλαβαίνουμε. Ἡ δεύτερη ἡ κατάκριση. Κατέκρινες τὸν ἀδελφό σου καὶ τοῦ τὸ ἔλεγες; Αὐστηρὸ κανόνα ἔβαζε. Ἀκοινωνησία! Νηστεύεις; Ρωτοῦσε. Μὰ ἐσὺ καταβροχθίζεις τὶς σάρκες τοῦ ἀδελφοῦ σου. Ὁ ἅγιος αὐτός, αὐτὸ τὸ ἀρνάκι, δὲν μποροῦσε νὰ δεχθεῖ τὸ πάθος τῆς κατάκρισης. Μεγάλη ἁμαρτία ποὺ ροκανίζει τὴν ἴδια τὴν ὑπόσταση τῆς κοινωνίας ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ. Ὁ ἕνας νὰ φάει τὸν ἄλλον. Νὰ τὸν κουτσομπολέψει, νὰ τὸν καταδικάσει. Μέσα στὴν ἴδια τὴν ἐνορία, στὰ σπίτια μας, στοὺς χώρους ἐργασίας μας. Σκληροὶ ἐπικριτές, ἀνυποχώρητοι θεατὲς ἐλαττωμάτων, ἐπίμονοι ἐρευνητὲς σφαλμάτων. Δυστυχῶς, ἡ ἀρρώστια αὐτὴ εἶναι καὶ παλιὰ καὶ βαθειὰ καὶ διαδεδομένη.

Νομίζω ὅτι σᾶς κούρασα. Πέρασε ἡ ὥρα. Θὰ κάνω μία σύνοψη ποὺ περιγράφει τὸ βαθύτερο ἦθος καὶ τὸν λόγο αὐτῆς τῆς προσευχῆς, μέσα ἀπὸ τέσσερις παρατηρήσεις. Ἂν προσέξουμε, παρουσιάζει μερικὰ πολὺ ἐνδιαφέροντα κρυμμένα χαρακτηριστικά.

Ἡ προσευχὴ τοῦ ὁσίου Ἐφραὶμ ἑστιάζει μέσα μας

Τὸ πρῶτο εἶναι ὅτι στὴν ἀπαρίθμηση τῶν παθῶν τῆς προσευχῆς ἀποφεύγονται τὰ θανάσιμα λεγόμενα πάθη, ὅπως τὸ μίσος, ἡ φιληδονία, ὁ θυμός, ἡ φιλαργυρία καὶ ἄλλα, καὶ ἀναφέρονται μερικὰ ποὺ μᾶλλον συνήθεις ἀνθρώπινες ἀδυναμίες εἶναι παρὰ ἔντονα διαστροφικὲς καταστάσεις. Ποιὸς ὁ λόγος ποὺ ἐπιλέγονται αὐτὰ καὶ ὄχι τὰ πρῶτα; Ἡ ἀργία, ἡ ἀργολογία δὲν βλάπτουν κανέναν ἄλλον παρὰ μόνον τὸν ἄνθρωπο ποὺ τὶς ἔχει. Καὶ εἶναι τόσο ἀνθρώπινο νὰ εἶναι κανεὶς περίεργος ἢ ἔστω νὰ ἐπιζητεῖ τὰ πρωτεῖα. Ποιός, ἀλήθεια, δὲν τὰ ἔχει κάπως μέσα του αὐτά; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι ἐδῶ προσευχόμαστε ὄχι γιὰ διαστροφὲς ποὺ μόνοι μας πρέπει νὰ καταπολεμήσουμε ἀλλὰ γιὰ ἐσωτερικὲς ἀδυναμίες ποὺ ἐνδόμυχα καλλιεργοῦμε καὶ πνίγουν τὴν ἐλευθερία μας καὶ μᾶς χρειάζεται τόσο ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ.

Ἡ προσευχὴ αὐτὴ ἔχει σὰν στόχο τὸ συμμάζεμα τοῦ ἑαυτοῦ, τὸ νὰ ἔλθει κανεὶς «εἰς ἑαυτόν». Ἐὰν ὁ σκοπός μας εἶναι ἡ στροφή μας πρὸς τὸν Θεό, τότε πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ προηγηθεῖ ἡ στροφὴ πρὸς τὰ μέσα μας: «Νοῦς μὴ σκεδαννύμενος ἐπὶ τὰ ἔξω, ἐπανεισι εἰς ἑαυτὸν καὶ δι᾿ ἑαυτοῦ πρὸς τὸν Θεόν». Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὰ τέσσερα πάθη γιὰ τὰ ὁποῖα μιλάει εἶναι πάθη ποὺ δὲν φαίνονται μεγάλα, ἀλλὰ ἔχουν καταστροφικὴ δράση μέσα μας. Εἶναι πάθη διασπορᾶς τῆς σκέψης καὶ σκορπισμοῦ τῆς καρδιᾶς, πάθη ποὺ ξοδεύουν τὸν πλοῦτο της: Ἡ ἀργία τὸν χρόνο της· ἡ περιέργεια τὴν ἀλήθειά της, τὴν στροφὴ στὸ ἕνα «οὔκ ἐστι χρεία»· ἡ φιλαρχία τὴν ἀγάπη της, τὴ σχέση της μὲ τὸν ἀδελφό· καὶ ἡ ἀργολογία τὸν λόγο της. Ὅλα μαζὶ τὴν περιουσία τῆς πνευματικῆς οὐσίας της. Καταναλώνουν τὸ δυναμικὸ τῆς ψυχῆς στὰ μὴ οὐσιώδη. Τότε γίνεται πολυπόρευτος ἡ διάνοια καὶ στὴ συνέχεια ὀλισθηρά, ὅπως λέγει ἀλλοῦ ὁ ὅσιος Ἐφραίμ. Γλιστράει, ξεφεύγει, χάνεται, καταστρέφεται.

Ἂν ὅμως συμμαζευτεῖ ὁ νοῦς, τότε μπορεῖ νὰ κάνει προσευχὴ καὶ νὰ στραφεῖ πρὸς τὸν Θεό. Βλέπετε καὶ ἀπὸ τὶς ἀρετὲς δὲν ἐπιλέγει τὴν προσευχή, τὴ μετάνοια, τὴν πίστη, τὴν ἐγκράτεια, τὴν ἐλεημοσύνη, τὴ νηστεία. Ἀλλὰ διαλέγει ἀρετὲς ποὺ ἡσυχάζουν τὸν ἔσω ἄνθρωπο καὶ τὸν συμμαζεύουν, ὅπως ἡ σωφροσύνη καταστέλλει τὶς κινήσεις τῆς σάρκας, ἡ ταπεινοφροσύνη τὰ πετάγματα τοῦ ἐγωισμοῦ, ἡ ὑπομονὴ τὰ ξαφνιάσματα τοῦ χρόνου καὶ ἡ ἀγάπη τὶς ἐνοχλήσεις τῶν ἀδελφῶν. Κάποιες διαλέγει ἀπὸ τὶς ἀρετὲς καὶ κάποια ἀπὸ τὰ πάθη. Αὐτὰ τὰ πάθη τὰ ὁποῖα εἶναι πολὺ λεπτὰ καὶ ἀποτελοῦν τὴ βάση τῆς ἀρρώστιας τῆς ψυχῆς καὶ αὐτὲς τὶς ἀρετὲς ποὺ ἀποτελοῦν τὸ θεμέλιο τῆς ἀνάστασης καὶ τῆς ἀνάτασής της. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἕνα.

Οἱ ἀρετὲς ὡς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ

Τὸ δεύτερο. Οἱ ἀρετὲς σὲ αὐτὴν τὴν προσευχὴ δὲν ἐμφανίζονται σὰν κατάκτηση, σὰν ἀνθρώπινο κατόρθωμα, ἀλλὰ σὰν δωρεὲς τοῦ Θεοῦ. Τὸ ρῆμα ποὺ χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴν ἀπόκτησή τους εἶναι τὸ «Δώρησαί μοι», χάρισέ μου. Δὲν λέει ὅτι θὰ προσπαθήσω νὰ τὰ ἀποκτήσω, ἀλλὰ τὰ ζητάει ὁ προσευχόμενος ἀπὸ τὸν Θεὸ ὡς δῶρα. Οἱ ἀρετὲς εἶναι δῶρα. Δὲν εἶναι κατορθώματα. Εἶναι καρπὸς τῆς χάριτος· ὄχι τοῦ ἀγώνα. Ὁ ἀγώνας ἁπλὰ ἐκφράζει τὸ φιλότιμό μας. Εἶναι τὸ ἀναγκαῖο ἔλασσον. Ἡ χάρις εἶναι τὸ ἐνεργοῦν μεῖζον. Ὅσο κι ἂν προσπαθήσουμε, χωρὶς τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ, τίποτα δὲν θὰ καταφέρουμε. Καὶ ἂν δὲν ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς χάριτος καὶ τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ στὴ ζωὴ μᾶς αὐτὲς οἱ ἀρετές, τότε ὅποιος τὶς εἶχε θὰ δικαιοῦτο νὰ καυχᾶται. Ἐνῶ τώρα, κι ἂν τὶς ἔχεις, δὲν δικαιοῦσαι νὰ καυχηθεῖς, γιατί καὶ ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ ἀγάπη καὶ ἡ σωφροσύνη καὶ ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι μείζονα δῶρα ποῦ τελικῶς τὰ χορηγεῖ ὁ Θεὸς σὲ αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι ἔχουν καταθέσει ὡς ἐλάχιστη προϋπόθεση τὴ συγκατάθεσή τους: «τί δὲ ἔχεις ὃ οὐκ ἔλαβες; εἰ δὲ καὶ ἔλαβες, τί καυχᾶσαι ὡς μὴ λαβών;» (Α´ Κορ. 4,7).

Τὸ «πνεῦμα» ὡς φρόνημα

Ἂς προχωρήσουμε στὴν τρίτη παρατήρηση, στὴ λέξη πνεῦμα. Ὁ ὅσιος προτάσσει τῶν παθῶν καὶ τῶν ἀρετῶν αὐτὴ τὴ λέξη: «πνεῦμα ἀργίας», δὲν λέγει ἀργία. Καὶ μετὰ λέγει «πνεῦμα σωφροσύνης». Τί σημαίνει αὐτὴ ἡ λέξη; Σημαίνει νὰ μοῦ δώσει ὁ Θεὸς τὴ διάθεση, τὸ φρόνημα, τὸν πόθο νὰ λαχταρήσω αὐτὲς τὶς ἀρετές, νὰ μισήσω αὐτὲς τὶς ἀδυναμίες, ὥστε πάνω σ᾿ αὐτὴν τὴν ἐσωτερικὴ κατάσταση καὶ ἐπιθυμία, στὸ ἔδαφος αὐτό, νὰ μπορέσει Ἐκεῖνος νὰ φυτεύσει τὸν σπόρο τῆς ἀρετῆς. Αὐτὸ ποὺ μᾶς χρειάζεται, λοιπόν, καὶ προσευχόμαστε εἶναι τὸ φρόνημα τῆς ἀρετῆς, τὸ πνεῦμα τῆς ἀρετῆς, γιὰ νὰ μπορέσει ὁ Κύριος νὰ μᾶς δώσει τὴν ἴδια τὴν ἀρετή, τὸν καρπὸ τῆς ἀρετῆς.

Δοῦλος καὶ ἀδελφός

Καὶ τὸ τέταρτο εἶναι πολὺ ὡραῖο. Νὰ τὸ ξαναπῶ, γιὰ νὰ δεῖτε δύο λέξεις: «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας μή μοι δῶς». Δὲν θὰ τὸ σχολιάσουμε αὐτό. «Πνεῦμα δὲ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης χάρισαί μοι τῷ σῶ δούλῳ. Ναί, Κύριε, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου».

Ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὁ χριστιανὸς εἶναι δοῦλος καὶ δίπλα στὸν πλησίον εἶναι ἀδελφός. Σὲ αὐτὸ μας καλεῖ ἡ Ἐκκλησία, ὄχι μόνον τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἀλλὰ πάντοτε. Νὰ λέμε «δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν, ὅτι ὃ ὠφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν» (Λουκ. 17,10). Τελικά, καὶ τὰ καλὰ ποὺ κάνουμε εἶναι αὐτὰ ποὺ πρέπει νὰ κάνουμε, γιατὶ εἴμαστε ἄχρηστοι δοῦλοι. Τὸ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Νὰ αἰσθανθεῖ καθένας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τὴν ταπείνωση τοῦ δούλου καὶ δίπλα στὸν πλησίον τὴ χαρὰ τοῦ ἀδελφοῦ.

Ἔτσι ἂν ξεκινήσουμε τὴν πορεία μας τὴν πνευματική, μὲ αὐτὸ τὸ φρόνημα καὶ σὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα ἂν τὴν ἀναβαπτίσουμε, θὰ μπορέσουμε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, νὰ προχωρήσουμε ἀπὸ τὸ ἦθος, ὅπως εἴπαμε προηγουμένως, στὴν κατάσταση τῶν ἀρετῶν. Τότε ὁ Θεὸς θὰ δώσει αὐτὲς οἱ ἀρετὲς νὰ διακρίνουν καὶ τὴ ζωὴ τοῦ καθενός μας σὲ κάποιο βαθμό, ἀλλὰ κυρίως θὰ δώσει νὰ ἀνθίσουν στὸ ἔδαφος τῶν πνευματικῶν κοινοτήτων μας, τῆς ἴδιας μας τῆς Ἐκκλησίας. Ἂν ζούσαμε ὡς Ἐκκλησία αὐτὴν τὴ καθαρότητα, δὲν θὰ χρειαζόταν νὰ μιλᾶμε γιὰ κάθαρση. Ὅταν στὴν Ἐκκλησία μας κυριαρχεῖ ἡ σωφροσύνη, ἡ ταπεινοφροσύνη , ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ ἀγάπη, τότε τί θέση ἔχει ἡ λεγόμενη κάθαρση; Τότε δὲν θὰ ἤμασταν Ἐκκλησία ποὺ τῆς ἀπαιτοῦν κάθαρση , ἀλλὰ θὰ ἤμασταν κοινωνία ποὺ θὰ χόρταινε ἀπὸ γνήσια μαρτυρία.

Ξεκίνησα λέγοντας ὅτι μᾶς μένουν ἀκόμη δύο ἑβδομάδες Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Δύο ἑβδομάδες συνεχοῦς εὐλογημένου ἐπηρεασμοῦ τῆς ψυχῆς μας ἀπὸ τὴν εὐλογία αὐτῆς τῆς προσευχῆς καὶ τῶν ἀληθειῶν της. Νὰ δώσει ὁ Θεὸς ἡ προσευχὴ τοῦ ὁσίου Ἐφραὶμ νὰ εἶναι μία προσευχὴ ποὺ αὐτὸς μὲν τὴν ἔγραψε, ἐμεῖς ὅμως ὡς Ἐκκλησία καὶ πρόσωπα τὴ ζοῦμε. Μία προσευχὴ ποὺ θὰ βγαίνει ἀπὸ τὴν καρδιά μας, θὰ βγαίνει ὅμως καὶ ἀπὸ τὴ ζωή μας.

Τότε, καθὼς θὰ φθάνουμε στὸ Πάσχα, ἡ ψυχή μας θὰ εἶναι ἕτοιμη καὶ καθαρὴ σὰν τὸν κενὸ τάφο νὰ δεχθεῖ τὸν Ἀναστημένο Χριστό. Νὰ δώσει λοιπὸν ὁ Θεὸς πλούσια τὴν εὐλογία Του καὶ κατὰ τὸ ὑπόλοιπο διάστημα τῆς Τεσσαρακοστῆς, καὶ ὅλους νὰ μᾶς ἀξιώσει πανέτοιμοι, ἢ μᾶλλον ὅσο τὸ δυνατὸν ἕτοιμοι, νὰ μποῦμε μέσα στὸ κανάλι αὐτὸ τὸ εὐλογημένο , σὲ αὐτὸν τὸν μετασχηματιστὴ τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, γιὰ νὰ φθάσουμε ἑνωμένοι καὶ ἀγαπημένοι ἐνώπιόν του Θεοῦ ὡς δοῦλοι καὶ μεταξὺ μας ὡς ἀδελφοί,γιὰ νὰ μπορέσουμε ὅλοι μαζὶ καὶ ὁ καθένας ξεχωριστὰ νὰ τὸν ἀντικρύσουμε Ἀναστάντα. Ἀμήν.

πηγή: Νικολάου, μητρ. Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικῆς, «Ἀπὸ τὸ καθ᾿ ἡμέραν στὸ καθ᾿ ὁμοίωσιν», ἐκδ. Ἐν πλῷ, 2008

προέλευση ἀρχικοῦ μονοτονικοῦ κειμένου: http://paterikakeimena.blogspot.com

,

Παρασκευή 2 Μαρτίου 2012

O Λόγος του Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας στην Κυριακή της Ορθοδοξίας

...

Την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η Αγία μας Εκκλησία πανηγυρίζει το θρίαμβο της Ορθοδοξίας, της ορθής πίστης, η οποία καταπάτησε όλες της αιρέσεις και στερεώθηκε για πάντα. Για αυτό η Κυριακή αυτή καλείται Κυριακή της Ορθοδοξίας. Οι αιρέσεις είχαν φανεί ήδη από την αρχή του χριστιανισμού. Οι ίδιοι οι Απόστολοι του Χριστού προειδοποιούσαν τους συγχρόνους τους, και μαζί τους και εμάς, για τον κίνδυνο από τους ψευδοδιδασκάλους.

Ο Απόστολος Πέτρος στη Β' Καθολική επιστολή γράφει το εξής: «Εγένοντο δε και ψευδοπροφήται εν τω λαώ, ως και εν υμίν έσονται ψευδοδιδάσκαλοι, οίτινες παρεισάξουσιν αιρέσεις απωλείας, και τον αγοράσαντα αυτούς δεσπότην αρνούμενοι, επάγοντες εαυτοίς ταχινήν απώλειαν, και πολλοί εξακολουθήσουσιν αυτών ταις ασελγείαις, δι’ ους η οδός της αληθείας βλασφημηθήσεται» (Β΄ Πέτρ. 2:1-2).

Ο δε Απόστολος Παύλος, επιστρέφοντας στην Παλαιστίνη από την Ελλάδα, έκανε στάση στην Έφεσο. Εκεί στους χριστιανούς κατοίκους της πόλεως έλεγε: «Εγώ γαρ οίδα τούτο, ότι εισελεύσονται μετά την άφιξίν μου λύκοι βαρείς εις υμάς μη φειδόμενοι του ποιμνίου, και εξ υμών αυτών αναστήσονται άνδρες λαλούντες διεστραμμένα του αποσπάν τους μαθητάς οπίσω αυτών» (Πράξ. 20: 29-30).

Πολλοί τέτοιοι ψευδοδιδάσκαλοι και σχισματικοί υπήρχαν στους πρώτους αιώνες του χριστιανισμού. Μερικές αιρέσεις τάραζαν την Εκκλησία ολόκληρους αιώνες, όπως για παράδειγμα οι αιρέσεις του Αρείου, του Μακεδονίου, του Ευτυχούς, του Διοσκόρου, του Νεστορίου και επίσης, η αίρεση της εικονομαχίας. Οι αιρέσεις αυτές προκάλεσαν πολλές διαταραχές στην Εκκλησία και την βασάνισαν πολύ. Υπήρξαν πολλοί ομολογητές και μάρτυρες που έχυσαν το αίμα τους υπερασπιζόμενοι την αληθινή πίστη στον αγώνα κατά των ψευδοδιδασκάλων και των αιρετικών. Υπήρξαν, επίσης, και πολλοί και μεγάλοι ιεράρχες οι οποίοι και αυτοί υπέφεραν πολλούς διωγμούς και πολλές φορές εξορίστηκαν. Ο Άγιος Φλαβιανός, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, για παράδειγμα, σε μία σύνοδο υπό την προεδρία του Διοσκόρου, η οποία καλείται «λειστρική», χτυπήθηκε τόσο άγρια που μετά από τρεις ημέρες πέθανε. Η τελευταία στη σειρά των αιρέσεων, η αίρεση της εικονομαχίας, ήταν αυτή που επέφερε τα περισσότερα βάσανα στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Η αίρεση αυτή εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα χρόνια του αυτοκράτορα Λέοντος του Ισαύρου, ο οποίος ανέβηκε στο θρόνο το 717. Ανέβηκε στο θρόνο με τη βοήθεια του στρατού, όπου υπήρχαν πολλοί αντίπαλοι της προσκύνησης των αγίων εικόνων. Επειδή ήθελε να ευαρεστήσει το στρατό άρχισε σκληρό διωγμό κατά των εικονοφίλων. Ο διωγμός αυτός συνεχίστηκε και στα χρόνια του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Κοπρωνύμου, ο οποίος διαδέχτηκε στο θρόνο τον Λέοντα. Οι δύο αυτοί αυτοκράτορες για πολλά χρόνια είχαν την εξουσία στα χέρια τους και προκάλεσαν πολλά δεινά στην Εκκλησία. Μετά από αυτούς υπήρχαν και άλλοι αυτοκράτορες εικονομάχοι, οι οποίοι συνέχισαν το έργο των προκατόχων τους και βασάνισαν την Εκκλησία επί ολόκληρα χρόνια. Δεν μπορούμε να περιγράψουμε τα βάσανα που υπέφερε η Εκκλησία στα χρόνια της εικονομαχίας και ιδιαίτερα οι μοναχοί οι οποίοι βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή του αγώνα των ιερών εικόνων. Οι αυτοκράτορες εικονομάχοι έκλεισαν πολλά μοναστήρια και πολλές εκκλησίες όπου υπήρχαν εικόνες και τις έκαναν αποθήκες. Τους μοναχούς τους βασάνιζαν άγρια. Μόνο, όταν στο θρόνο του Βυζαντίου ανέβηκε η αυτοκράτειρα Ειρήνη σταμάτησε ο διωγμός, αλλά όχι οριστικά. Το 787 η Ειρήνη συγκάλεσε την Ζ' Οικουμενική Σύνοδο, η οποία διατύπωσε την ορθόδοξη διδασκαλία περί της τιμητικής προσκύνησης των ιερών εικόνων. Αλλά και μετά από αυτή τη σύνοδο υπήρξαν αυτοκράτορες εικονομάχοι, όπως, για παράδειγμα, ο Μιχαήλ και άλλοι. Η αίρεση αυτή συντρίφτηκε οριστικά μόνο επί της θεοσεβέστατης Αυγούστας Θεοδώρας, όταν το 842 συγκλήθηκε η τοπική σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη, η οποία επικύρωσε την ορθόδοξη διδασκαλία. Η σύνοδος αυτή αναθεμάτισε όλους αυτούς που τολμούν να λένε ότι η προσκύνηση των ιερών εικόνων είναι ειδωλολατρία και οι ορθόδοξοι χριστιανοί είναι ειδωλολάτρες. Και εδώ οι αιρετικοί μας λένε ακριβώς αυτό το πράγμα. Τολμούν να αποκαλούν τις εικόνες μας είδωλα και εμάς ειδωλολάτρες. Και μέχρι πού φτάνει το θράσος τους; Θα σας πω ένα περιστατικό που έγινε πρόσφατα σε μία πόλη της Σιβηρίας. Την ώρα της λειτουργίας, δύο βαπτιστές μπήκαν μέσα στην εκκλησία και άρχισαν εκεί να φωνάζουν ότι οι ορθόδοξοι είναι ειδωλολάτρες και οι εικόνες τους είδωλα. Πως τολμούν αυτοί να ανοίγουν το ακάθαρτο στόμα τους και να λένε αυτά τα λόγια που στάζουν δηλητήριο, αποκαλώντας μας ειδωλολάτρες και τις εικόνες μας είδωλα; Αυτό δείχνει πως δεν έχουν κατανοήσει σωστά τη δεύτερη εντολή του Μωσαϊκού νόμου: «ου ποιήσεις σ’ εαυτώ είδωλον ουδέ παντός ομοίωμα, όσα εν τω ουρανώ άνω και όσα εν τη γή κάτω και όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γής. Ου προσκυνήσεις αυτοίς ουδέ μη λατρεύσεις αυτοίς» (Έξοδ. 20:4).

Τι σημαίνει αυτή η εντολή; Νομίζω ότι το νόημά της είναι ξεκάθαρο. Η εντολή αυτή απαγορεύει αντί να προσκυνούμε τον Ένα, Μοναδικό και Αληθινό Θεό να κατασκευάζουμε είδωλα και να τα προσκυνούμε. Όπως το έκαναν οι αρχαίοι λαοί, δηλαδή οι Ασσύριοι, οι Βαβυλώνιοι, οι Αιγύπτιοι, οι Έλληνες, οι Ρωμαίοι και άλλοι πολλοί.

Αυτή είναι η ειδωλολατρία. Η δική μας, όμως, η προσκύνηση των ιερών εικόνων μοιάζει σε τίποτα με την ειδωλολατρία; Ασφαλώς όχι. Τα είδωλα απεικόνιζαν κάτι που δεν υπάρχει στην πραγματικότητα, που είναι καρπός φαντασίας. Οι δικές μας εικόνες εικονίζουν την πραγματικότητα. Πραγματικά, δεν ζούσε μεταξύ μας ο Κύριος Ιησούς Χριστός, τον Οποίον δοξάζουμε και τις εικόνες του Οποίου προσκυνούμε; Δεν ζούσε μεταξύ μας η Παναγία, την οποία ζωγράφισε ο Άγιος απόστολος και ευαγγελιστής Λουκάς; Και σε άλλες εικόνες, δεν εικονίζονται πραγματικά πρόσωπα των αγίων του Θεού που ζούσαν εδώ πάνω στη γη;

Να το ξέρετε, να το θυμάστε και να μη συναναστρέφεστε με τους αιρετικούς. Να μην απομακρύνεστε από την Εκκλησία, μη σχίζετε το χιτώνα του Χριστού. Να θυμάστε, ότι ο Χριστός στην αρχιερατική του προσευχή παρακαλούσε τον Πατέρα Του, λέγοντας: «ίνα πάντες εν ώσι, καθώς συ, πάτερ, εν εμοί καγώ εν σοι, ίνα και αυτοί εν ημίν εν ώσιν, ίνα ο κόσμος πιστεύσει ότι συ με απέστειλας» (Ιωάν. 17: 21). Ο Κύριος θέλει ενότητα της Εκκλησίας. Οι σχισματικοί, οι οποίοι βρίσκουν σφάλματα στη διδασκαλία της Εκκλησίας, απομακρύνονται από αυτήν και πιστεύουν ότι θα βρούν τη σωτηρία στις αιρετικές τους οργανώσεις.

Ξέρετε όμως τι έλεγαν οι μεγάλοι άγιοι για τους ανθρώπους που σχίζουν το χιτώνα του Χριστού; Ο Άγιος Κυπριανός, επίσκοπος Καρθαγένης, είπε ότι οι άνθρωποι οι οποίοι απομακρύνονται από την Εκκλησία και δεν έχουν κοινωνία μαζί της και μάρτυρες να είναι, ακόμα και με το αίμα τους, δεν καθαρίζουν την αμαρτία τους, διότι η βαριά αυτή αμαρτία της διαίρεσης της Εκκλησίας δεν καθαρίζεται ούτε με το αίμα. Και ο άγιος ιερομάρτυρας Ιγνάτιος ο Θεοφόρος είπε ότι αυτός που προκαλεί σχίσμα στην Εκκλησία δεν θα κληρονομήσει τη βασιλεία του Θεού. Ο Απόστολος Παύλος λέγει: «Παρακαλώ δε υμάς, αδελφοί, σκοπείν τους τας διχοστασίας και τα σκάνδαλα παρά την διδαχήν ην υμείς εμάθετε ποιούντας, και εκκλίνατε απ’ αυτών» (Ρωμ. 16: 17). Και σε άλλη επιστολή του λέγει το εξής: «ει τις υμάς ευαγγελίζεται παρ’ ο παρελάβετε, ανάθεμα έστω» (Γαλ. 1: 9). Θυμηθείτε και το λόγο του Κυρίου Ιησού Χριστού, ο οποίος είπε στους αποστόλους και μέσω αυτών σε μας τους διαδόχους τους: «Ο ακούων υμών εμού ακούει, και ο αθετών υμάς εμέ αθετεί· ο δε εμέ αθετών αθετεί τον αποστείλαντά με» (Λουκ. 10: 16).

Σήμερα, και χαιρόμαστε και πανηγυρίζουμε το θρίαμβο της Ορθοδοξίας και γι’ αυτό το λόγο ορίστηκε αυτή την ημέρα να ψάλλεται δοξολογία, ως ευχαριστία στον Θεό για την στερέωση της Ορθοδοξίας».

Πηγή: Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας, Λόγοι και Ομιλίες, τόμος Α΄
Επιμέλεια: Δρ Ελένη Ρωσσίδου-Κουτσού, Φιλόλογος-Βυζαντινολόγος



,

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Καθαρά Δευτέρα και Μεγάλη Τεσσαρακοστή .

... ...

Με την Καθαρά Δευτέρα ξεκινά η Σαρακοστή για την Ορθόδοξη εκκλησία, ενώ ταυτόχρονα σημάνει το τέλος των Απόκρεω. Η Καθαρά Δευτέρα ονομάστηκε έτσι γιατί οι Χριστιανοί «καθαρίζονταν» πνευματικά και σωματικά. Είναι μέρα νηστείας αλλά και μέρα αργίας για τους Χριστιανούς.
Την Καθαρά Δευτέρα συνηθίζεται να τρώγεται λαγάνα (άζυμο ψωμί που παρασκευάζεται μόνο εκείνη τη μέρα), και άλλα νηστίσιμα φαγώσιμα, κυρίως λαχανικά, όπως και φασολάδα χωρίς λάδι. Επίσης συνηθίζεται το πέταγμα χαρταετού. Η Καθαρά Δευτέρα εορτάζεται 48 ημέρες πριν την Κυριακή του Πάσχα.
Η μεγαλύτερη και ή πιο αυστηρή περίοδος νηστείας είναι αυτή που ξεκινάμε από σήμερα, Καθαρά Δευτέρα και τελειώνει την Κυριακή του Πάσχα. Σύμφωνα με τους Κανόνες της Εκκλησίας μας επιβάλλεται νά νηστεύουμε το λάδι όλες τις ήμερες, πλην Σαββάτου και Κυριακής. Αν ορισμένοι τώρα τρώνε λάδι και άλλες ήμερες (Δευτέρα, Τρίτη, Πέμπτη), αυτό θα πρέπει νά γίνεται μόνο για λόγους αδυναμίας («δι' άσθένειαν σωματικήν») και ύστερα από έγκριση του Πνευματικού τους. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής καταλύουμε: Ψάρι κατά την εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, όποια μέρα κι αν τύχει, και την Κυριακή των Βαΐων.
Λάδι των αγίων Τεσσαράκοντα μαρτύρων (9 Μαρτίου) και κατά την εορτή της Συνάξεως του αρχαγγέλου Γαβριήλ (26 Μαρτίου). Φτάσαμε λοιπόν στην Μεγάλη Τεσ­σαρακοστή. Και ή περίοδος αύτη, εί­ναι μία ιερή περίοδος πνευματικών αγώνων, μετανοίας και νηστείας.
Γιατί νά νηστεύουμε;
Ασφαλώς όχι για νά φανούμε στους ανθρώπους, ότι νηστεύουμε. Ό Κύριος μας. πριν αρχίσει τη δη­μόσια δράση του. νήστεψε σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες. Ή νηστεία αύτη πού έκανε, έδωσε αφορμή στον Σατανά για νά τον πειράξει. Παρόμοια και μες. ας έτοιμαζώμαστε και ας προγυμναζόμαστε στους αγώνες εναντίον των πνευμα­τικών αντιπάλων. Σε μία αμφίβολη πολεμική συμ­πλοκή, τονίζει ο Μ. Βασίλειος, ή πα­ρουσία συμμάχου στο πλευρό ενός εμπολέμου, προκαλεί την ήττα του άλλου. Το πνεύμα και ή σάρκα βρί­σκονται σε εμπόλεμη κατάσταση. Με ποιόν θα συμμαχήσεις;
"Αν συμμαχήσεις με τη σάρκα θα εξασθένηση το πνεύμα. Ενώ αν συμμαχήσεις με το πνεύμα θα υποδούλωσης τη σάρκα. Εφ' όσον λοιπόν θέλεις νά ισχυρο­ποίησης το πνεύμα σου, δάμασε τη σάρκα με τη νηστεία. Με τη νηστεία δείχνουμε τον σε­βασμό και την υπακοή στον Δημιουρ­γό και Κύριο μας. Γιατί ή πρώτη εντολή πού έδωσε στους πρωτοπλά­στους, τον "Αδάμ και την Εύα. ήταν εντολή νηστείας.
Μέσα στον αληθινό σκοπό της νηστείας υπάρχει ή αγάπη. Ή αγάπη μας πρώτα-πρώτα για τον Χριστό. Γιατί τηρούμε το λόγο πού μας είπε: «"Όταν άπαρθή ό νυμφίος, τότε (οί μαθηταί μου) νηστεύσουσι» (Ματθ. θ' 15). Ό άγιος Μάξιμος ο ομολογητής σημειώνει: «Όποιος αγαπά τον Θεό, ζει αγγελικό βίο στη γη. Γι αυτό νηστεύει και αγρυπνεί, ψάλλει και προσεύχεται και πάντοτε σκέπτεται καλά για όλους τους ανθρώπους». Αλλά νηστεύουμε από αγάπη για τούς φτωχούς, τούς ελαχίστους αδελ­φούς του Χριστού μας.
Δεν τρώμε κρέας σαράντα μέρες π.χ. άλλά απλούστερα φαγητά και τα χρήματα πού εξοικονομούμε τα δίνουμε σε μία φτωχή οικογένεια. Ακόμα νηστεύουμε γιατί διδαχθή­καμε από τον Κύριο μας ότι: «Τούτο το γένος (των δαιμονίων) ούκ εκπο­ρεύεται εί μή έν προσευχή και νηστεία» (Ματθ. ιζ' 21). Ή νηστεία λοιπόν διώ­χνει τα δαιμόνια των παθών πού κυ­ριεύουν και πολεμούν τη σάρκα μας και μολύνουν την ψυχή μας. Είναι για μας ή νηστεία όπλο και φάρμακο.
Είναι πράγματι και πολύτιμο φάρ­μακο ή νηστεία, γιατί προφυλάσσει και θεραπεύει την αρρώστια τής ψυ­χής και του σώματος. Ή γαστριμαργία, ή καταστρεπτική αυτή πολυφα­γία, αποχαυνώνει τον άνθρωπο και βλάπτει ανεπανόρθωτα την υγεία του. Ή νηστεία, λοιπόν, είναι ένα από τα μέσα. για να κατασιγάσουν τα πάθη. Επειδή υποβάλλει σε εκούσιες στερήσεις δοκιμάζει την ηθική δύνα­μη και δαμάζει τα άτακτα σκιρτήμα­τα τής σάρκας. Ό απόστολος Παύλος κάνει λόγο για τη χαλιναγώγηση του σώματος και των επιθυμιών. «Ύποπιάζω μου τό σώμα και δουλαγωγώ μήπως άλ­λοις κηρύξας, αυτός αδόκιμος γένο­μαι» (Α' Κορινθ. θ' 27). Γυμνάζω, λέει, το σώμα μου και το υποβάλλω σε στερήσεις, μήπως και άλλοι, στους οποίους έκήρυξα, βρα­βευθούν και εγώ αποδοκιμασθώ.
Πόσο ρεαλιστική και βαθιά ψυχο­λογημένη και ή παρατήρηση ενός ασκητού, πού έζησε τον πέμπτο αιώ­να: «Θα ρωτήσει κανείς από αυτούς, πού βαριούνται τη νηστεία: Είναι αμαρτία ή χρησιμοποίηση τής τρο­φής: Ασφαλώς όχι. Ή τροφή δεν εί­ναι αμαρτία. Ή αμαρτία μπορεί να έλθει σαν επακόλουθο τής τροφής». Ή νηστεία άλλωστε έχει ένα πλατύ περιεχόμενο. Ή Εκκλησία μας δεν την στενεύει μονάχα στην τροφή. Την βλέπει με ευρύτητα θαυμαστή.
Σ' αυτό το σημείο ιδιαίτερα επι­μένει ο λόγος τού Θεού και ή πατερική σοφία και φρόνηση. Ή νηστεία δεν πρέπει νά είναι ένας ξηρός τύπος. Είναι προπάντων διάθεση ψυχής. Συνδυάζεται πάντα με τις άλλες αρε­τές, την εγκράτεια, την προσευχή, την μετάνοια. «Τιμή γάρ νηστείας ουχί σιτίων αποχή, άλλά αμαρτημάτων άναχώρησις», τονίζει ο ιερός Χρυσό­στομος.
Σε τίποτα, λοιπόν, δεν μάς ωφε­λεί αν δεν είναι έκφραση ειλικρινούς μετανοίας. Ίσα - ίσα μπορεί νά μάς παραπλανά και νά μάς δημιουργεί την ψευδαίσθηση τής πνευματικής αυτάρ­κειας. Μάς το υπογραμμίζει τόσο καθαρά ο Θεός με το στόμα τού προ­φήτη Ησαΐα: «Τη νηστεία και την αργία και τις γιορτές σας τις μισεί ή ψυχή μου... εφ' όσον δεν συνοδεύονται με μετάνοια, ειλικρίνεια, αγάπη και δικαιοσύνη...»
Επομένως ή νηστεία, ως πνευμα­τικός αγώνας, ως αυτοκυριαρχία, ως εγκράτεια, ως άσκηση, πρέπει νά εί­ναι καθημερινό μας μέλημα. "Όχι μόνο υπόθεση Σαρακοστής, άλλά ρυθ­μιστής ζωής.
Καλή Δύναμη , καλό στάδιο και καλό υπόλοιπο Μεγάλης Τεσσαρακοστής


Πηγή : Ιστολόγιο " Σύγχρονοι Προβληματισμοί και σκέψεις "

,

Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2012

Με …μάσκες;

...

Συνηθίσαμε να μιλάμε για μάσκες ή να τις θυμόμαστε κατά την περίοδο της αποκριάς. Λάθος! Οι μάσκες δεν έρχονται μια φορά τον χρόνο και για διασκέδαση. Τις μάσκες τις έχουμε πάντοτε μαζί μας, όλοι! Τις φοράμε κάθε μέρα. Δεν τις αποχωριζόμαστε! Δεν είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα της αποκριάς, όπως νομίζουμε, αλλά κι αυτής της καθημερινότητάς μας και της εποχής μας, αν θέλετε.
Γιατί; Μα η μάσκα έρχεται πάντα να κρύψει ό,τι θέλουμε να μην φαίνεται, να μας δείξει διαφορετικούς, συνήθως καλύτερους, να μας βοηθήσει να ξεγελάσουμε, να παραπλανήσουμε, κάποτε δε και να εξαπατήσουμε τον άλλο. Σε κάθε περίπτωση κρύβει την αλήθεια για το τι πράγματι είμαστε, είναι τελικά το σύμβολο της υποκρισίας!
Καθαρές κουβέντες! Τις μάσκες (κι όχι τη μάσκα!) τις φοράμε, λίγο ως πολύ, σαν τα …ρούχα μας!Δηλαδή, παντού και πάντοτε με διάφορα αξεσουάρ! Δεν είναι μόνο οι μεγάλοι ή οι πολιτικοί, όπως κάποιοι υποστηρίζουν, ούτε κάποιοι παράνομοι και καταζητούμενοι που μεταμφιέζονται. Είναι και οι μικροί, είμαστε όλοι! Ανάλογα του τι θέλουμε να φαινόμαστε, τι θέλουμε να κρύψουμε, πού πηγαίνουμε, ποιος θέλουμε να “κερδίσουμε”, τι ζητάμε να επιτύχουμε! Είναι μια μόνιμη κατάσταση, έγιναν τρόπος συμπεριφοράς…
Πίσω απ’τις μάσκες κρύβεται ο φίλος, ο συμμαθητής, ο συνάνθρωπος! Κρύβεται η υστεροβουλία, η ψευτιά, η ιδιοτέλεια, η εκμετάλλευση, η πονηριά, ο δόλος, ακόμη και η χαιρεκακία! Σε κάθε περίπτωση κρύβεται η γνησιότητα. Δείχνει τάχα την ειλικρίνεια, την αγάπη, τη συμπόνια, τη χαρά, τον ηρωισμό, την ανθρωπιά, το ενδιαφέρον, αλλά και τον φιλάνθρωπο, τον καλό χαρακτήρα, την εξαιρετική προσωπικότητα, τον θεοσεβή, τον Χριστιανό, τον ενάρετο, την αλήθεια, ενώ (ποτέ) δεν είναι… Οπότε τι κρύβεται τελικά; Μα ο χειρότερος εαυτός μας. Ναι!
Σκεφθείτε το! Πόσες φορές πήγαμε να συμπαρασταθούμε σε κάποιον, ενώ μέσα μας δεν το πιστεύαμε; Πόσες φορές είπαμε “συγχαρητήρια” και “μπράβο” σε κάποιον άλλο, ενώ μέσα μας αισθανόμαστε εντελώς το αντίθετο; Πόσες φορές δεν πήγαμε χαμογελαστοί και “αεράτοι” κάπου, προκειμένου να επιτύχουμε το σκοπό μας;
Να γιατί ο Βίκτωρ Ουγκώ έλεγε: “Όλα είναι ένα διαρκές καρναβάλι!”
Και να σκεφθεί κανείς ότι Αμερικάνοι γιατροί προετοιμάζονται για τη μεταμόσχευση ολόκληρου του προσώπου! Δηλαδή, όποιος θέλει, θα μπορεί να έχει όποια μάσκα θέλει, μόνιμα φορεμένη! Μόνο που οι ειδικοί επιστήμονες επισημαίνουν πως “μια τέτοια επέμβαση, θα έθετε σε κίνδυνο την εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους οι ασθενείς, την κοινωνική τους αποδοχή, καθώς και το πόσο φυσιολογικοί νιώθουν”!Έτσι είναι με τις μάσκες και τα …μασκαρέματα!
Αλλά μάσκες δε φορούν μόνο οι άνθρωποι ως πρόσωπα. Φορούν και πολλά πράγματα του καιρού μας, πολλές θελκτικές καταστάσεις του σήμερα. Η “ωραία” τηλεόραση, το θέαμα που υποτίθεται ότι θα μας ψυχαγωγήσει, τα “κεφάτα” κέντρα της διασκέδασης, η “ανάλαφρη” μουσική, το έντυπο που γοητεύει, η παρέα που συγκινεί, το τσιγάρο, το αλκοόλ και οι ναρκωτικές ουσίες που σου υπόσχονται ότι θα νιώσεις αλλιώς!
Ωραίες φαίνονται οι μάσκες, πολύ ωραίες όλες τους. Εξάλλου γι’αυτό τις χρησιμοποιούμε. Ωστόσο είναι βραχύβιες, πρόσκαιρες, στα σίγουρα προσωρινές. Όσο και το ψέμα που συμβολίζουν! Κι αν είπαν πως “το ψέμα δε ζει για να γεράσει”, γιατί κάποιος μπορεί να …γεράσει εξαπατώντας μόνιμα τους άλλους;
Ναι, ποτέ καμιά μάσκα δε μένει αιώνια στο πρόσωπο κανενός, αργά ή γρήγορα πέφτει, οπότε και στο τέλος η αλήθεια λάμπει. Το πρόσωπό μας, το πραγματικό μας πρόσωπο αποκαλύπτεται πλήρως. Κι αλίμονο αν αυτό είναι άσχημο, τραγικό, φοβερό ή αποκρουστικό ή τέλος πάντως αυτό που δεν έδειχνε.
Υπό την έννοια αυτή πάντοτε οι μάσκες μας υποβιβάζουν, μας ταλαιπωρούν και μας εκθέτουν!
Μου άρεσε πολύ τούτος ο λόγος του συγγραφέα Ραλφ Έμερσον. Γράφει: “Η κοινωνία είναι ένας χορός μεταμφιεσμένων, όπου όλοι κρύβουν τον πραγματικό τους χαρακτήρα, και ταυτόχρονα τον αποκαλύπτουν κρυπτόμενοι“! Το προσέξατε αυτό το τελευταίο;
Δέστε κι αυτό που είπε ο Ιρλανδός συγγραφέας Όσκαρ Ουάιλτν: “Ο άνθρωπος είναι λιγότερο ο εαυτός του όταν μιλάει ως ο εαυτός του. Δώσ’ του μια μάσκα και θα σου πει την αλήθεια”!
Άραγε το σκεφτήκαμε ποτέ αυτό, δηλαδή το πόσο αποκαλυπτόμαστε εκεί, που νομίζουμε πως… με τη μάσκα κρυβόμαστε;
Κι ένας άλλος συγγραφές, ο Ιταλός Τσέζαρε Παβέζε, τόνισε τούτη την αλήθεια: “Τα τελευταία χρόνια της ζωής είναι σαν το τέλος ενός “πάρτι μασκέ” και τότε που πέφτουν όλες οι μάσκες”! Τι σας θυμίζει; Μα το ότι τίποτα τελικά δε μένει κρυφό στα μάτια του Θεού, αυτός δεν εξαπατάται από τις ψευτιές και τις υποκρισίες μας και στο τέλος, τότε που θα φύγουμε από τούτη τη ζωή, όχι μόνο όλα θα αποκαλυφθούν, αλλά και θα αμειφθούμε όπως και με ό,τι πρέπει.
Λένε πως, όταν οι Αμερικανοί συνέλαβαν τον Σαντάμ Χουσεΐν, για να είναι βέβαιοι ότι δεν είναι κάποιος απ’τους σωσίες του, τον υπέβαλαν σε τεστ DNA, οπότε και παρέκαμψαν τις μάσκες, τις μεταμφιέσεις και όλα τα μασκαρέματα! Ναι, η μορφή μας με όλα αυτά μπορεί να αλλάζει, όχι όμως και το βάθος του εαυτού μας, η ρίζα του, η φύση του.
Και κάτι ακόμη. Ο Χριστός εκείνο που στηλίτευσε μοναδικά ήταν η υποκρισία. Συγχώρησε κάθε αμαρτία, έδειξε κατανόηση σε κάθε αμαρτωλό. Όχι όμως και την υποκρισία, όπως εκείνη των Φαρισαίων. Γιατί απλούστατα ως αμαρτωλός, υπάρχει περίπτωση να καταλάβεις το σφάλμα σου και να μετανοήσεις. Ως υποκριτής, ποτέ!
Λοιπόν, αφού αυτή είναι η φύση της μάσκας, τότε γιατί τη χρησιμοποιούμε;
Αφού μας “βολεύει” τόσο λίγο, όσο και το ψέμα, πόσο μας χρειάζεται πραγματικά;
Αφού τη φορούν όλοι και όλα γιατί δεν είμαστε υποψιασμένοι, οπότε και μας εξαπατούν;
Σαφώς με τις μάσκες παίζει το παιχνίδι της αμαρτίας, με τον πιο “ωραίο” και παραπλανητικό τρόπο ή είναι τελικά η ίδια η αμαρτία;
Κάτω οι μάσκες, λοιπόν! Θέλουμε να αναπνεύσουμε! Να απελευθερωθούμε από την υποκρισία και τη μόνιμη ψευτιά! Είπαν: “Η πιο σημαντική ελευθερία είναι να είσαι αυτό που είσαι πραγματικά”!
,
Απόσπασμα από το Περιοδικό “Τα κρίνα”Τεύχος 251, Φεβρουαρίου २००६
,

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

Επίστρεψον Κύριε ...

...

Μη οργισθείς εφ' ημάς
Κύριε των δυνάμεων
οργήν μεγάλην.

Επίστρεψον Κύριε
εν οικτιρμώ
ότι ιδού αποστρέψαμεν
από των επιτηδευμάτων ημών των πονηρών.

Επίστρεψον Κύριε Παντοκράτωρ
και ελέησον ημάς.

Επίστρεψον Κύριε
και ταις οδοίς σου πορευσόμεθα.

( Από την ποιητική συλλογή “Τ’ Άθωνα απλωταριά ’’ του Βασίλη Χαραλάμπους )

,

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2012

Το δικαστήριο Του Θεού !

...

Η ώρα της κρίσεως
Ο Παράδεισος
Η ώρα είναι μοναδική και συγκλονιστική. Ο Θεάνθρωπος Κύριος έρχεται μέσα στη θεϊκή του δόξα για να κρίνει την ανθρωπότητα. Τον συνοδεύουν οι αμέτρητες στρατιές των αγίων αγγέλων. Μπροστά στον ένδοξο θεϊκό του θρόνο έχουν συγκεντρωθεί όλοι οι άνθρωποι όλων των αιώνων. Κι ο μέγας Κριτής χωρίζει τους ανθρώπους, όπως ο βοσκός χωρίζει τα πρόβατα από τα γίδια. Στα δεξιά του βάζει τους δίκαιους και στα αριστερά του τους αμετανόητους αμαρτωλούς. Εκείνη τη φοβερή ώρα ακούγεται η θεϊκή φωνή του ουρανίου Κριτού προς τους δικαίους: Ελάτε, οι ευλογημένοι του Πατρός μου, να κληρονομήσετε τη Βασιλεία που είναι ετοιμασμένη για εσάς από τότε που δημιουργήθηκε ο κόσμος. Διότι πείνασα και μου δώσατε τροφή, δίψασα και μου δώσατε νερό, ήμουν ξένος και με φιλοξενήσατε, γυμνός και με ντύσατε, άρρωστος και με επισκεφθήκατε, φυλακισμένος και ήλθατε να με παρηγορήσετε.

Και οι δίκαιοι με έκπληξη και απορία θα πουν: Κύριε, πότε Σε είδαμε πεινασμένο, διψασμένο, ξενιτεμένο, γυμνό, άρρωστο, φυλακισμένο και Σου δείξαμε αγάπη; Και θα αποκριθεί ο Κριτής: Εφόσον το κάνατε στους άσημους αδελφούς μου, είναι σαν να το κάνατε σε μένα. Ελάτε λοιπόν στη Βασιλεία μου.

Πώς όμως θα είναι αυτή η Βασιλεία του Θεού; Όποιες λέξεις κι αν χρησιμοποιήσουμε δεν θα μπορέσουμε να περιγράψουμε την ασύλληπτη ωραιότητα της Βασιλείας των ουρανών, όπως ακριβώς ένας εκ γενετής τυφλός δεν μπορεί να περιγράψει την ωραιότητα της φύσεως. Η Αγία Γραφή βέβαια παρουσιάζει συμβολικές εικόνες του Παραδείσου, ο απόστολος Παύλος τονίζει ότι σαν αυτά που ετοίμασε ο Θεός γι’ αυτούς που Τον αγαπούν, «ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη» (Α’ Κορ. β’ 9). Η ζωή του Παραδείσου όχι μόνο εν μπορεί να περιγραφεί, αλλά ούτε και να συγκριθεί με καμιά άγια χαρά του κόσμου αυτού. Από τη ζωή εκείνη θα απουσιάζει κάθε «ὀδύνη, λύπη καί στεναγμός». Εκεί δεν θα υπάρχουν αδικίες, αρρώστιες, θάνατος. Εκεί θα έχουν σβήσει όλα τα πάθη. Εκεί όλα θα είναι γεμάτα χαρά. Όλα θα είναι φως. Η μεγαλύτερη όμως χαρά και ευτυχία μας θα είναι ότι θα βλέπουμε διαρκώς «πρόσωπον προς πρόσωπον» το απαστράπτον πρόσωπο του Χριστού.

Τα μάτια μας δεν θα χορταίνουν να βλέπουν τη δόξα του· τα αυτιά μας να ακούν τη φωνή του και τις γλυκύτατες ψαλμωδίες των αγγέλων και των αγίων, το στόμα μας να δοξολογεί ακατάπαυστα τον βασιλέα μας· τα χέρια μας να υψώνονται προς Αυτόν. Εκεί θα λάμπουμε όλοι όπως ο ήλιος και θα μοιάζουμε στη μορφή και τη δόξα με τον Χριστό μας. Εκεί θα γίνουμε κατά χάριν θεοί. Εκεί… Αλλά μέχρι να φθάσουμε εκεί, ας στραφούμε προς τα εκεί κάθε μέρα το νου μας κι ας πλημμυρίσει την καρδιά μας ο πόθος της Βασιλείας του Θεού.

Η κόλαση
Κατόπιν ο Κύριος θα στρέψει το βλέμμα Του αριστερά στους αμετανόητους αμαρτωλούς και θα τους πει: Φύγετε από κοντά μου στο πυρ το αιώνιο, που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τους δαίμονες. Διότι επείνασα, και δεν μου δώσατε τροφή, δίψασα, και δεν μου δώσατε νερό, ήμουν ξένος, και δεν με φιλοξενήσατε, γυμνός και δεν με ντύσατε, άρρωστος, και δεν με επισκεφθήκατε, φυλακισμένος, και δεν ήλθατε να με παρηγορήσετε.

Τότε αυτοί θα Του αποκριθούν: Πότε Σε είδα, Κύριε, πεινασμένο, διαψασμένο, ξενιτεμένο, γυμνό, άρρωστο, φυλακισμένο και δεν Σε υπηρετήσαμε; Και ο Κριτής θα τους απαντήσει: Καθετί που δεν κάνατε στους άσημους αδελφούς μου, ούτε σε μένα το κάνατε. Τότε θα φύγουν αυτοί στην αιώνια κόλαση.

Πώς θα ζουν αλήθεια οι άνθρωποι στην αιώνια κόλαση; Ό,τι και να πει κανείς, ελάχιστα μπορεί να περιγράψει τη φρίκη της κολάσεως. Εκεί οι κολασμένοι θα υποφέρουν φρικτά. Θα δοκιμάζουν οδυνηρούς πόνους, ακατάπαυστη δίψα, αφόρητη αγωνία, τύψεις βασανιστικές, απελπισία και θάνατο. Διότι θα είναι περικυκλωμένοι από τους μισάνθρωπους δαίμονες και από όλους τους κολασμένους ανθρώπους. Επιπλέον θα βλέπουν αιωνίως μέσα τους τα αποτυπώματα των αμαρτιών τους, και η ντροπή που θα δοκιμάζουν θα είναι φοβερή. Θα υποφέρουν ακόμη, διότι θα στερούνται όλα εκείνα τα οποία απήλαυσαν στην επίγεια ζωή τους.

Το μεγαλύτερο όμως μαρτύριο των κολασμένων θα είναι ότι θα ζουν χωρίς Θεό. Και μία μόνο ακτίνα της δόξας του αν είχαν, αμέσως ο άδης θα γινόταν Παράδεισος! Οι κολασμένοι θα υποφέρουν μακριά από την αγάπη του Θεού. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη φρίκη από την αιωνιότητα νωρίς τον Χριστό! Δεν υπάρχει μεγαλύτερη κόλαση από το να χάσουμε την Χριστό, ο Οποίος είναι όλος φως, όλος ζωή, όλος ωραιότητα.

Εκείνο λοιπόν το οποίο πρέπει κυρίως να φοβόμαστε ως προς την κόλαση είναι η αιώνια στέρηση της αγάπης του Θεού. Γι’ αυτό ας αγαπήσουμε από τώρα τον Κύριο και τις άγιες και σωτήριες εντολές του κι ας αγωνιζόμαστε καθημερινά να ζούμε όπως θέλει Εκείνος. Για να αντικρίσουμε κι εμείς το ολοφώτεινο πρόσωπό του και να ακούσουμε τη γλυκύτατη φωνή του να μας καλεί κοντά του.


Πηγή : Χριστιανική Φοιτητική Δράση



,

Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2012

Η Κυριακή του Ασώτου

...

Η δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην επίσης καταπληκτική και διδακτική παραβολή του ασώτου υιού (Λουκ.15,13-32). Οι Πατέρες όρισαν να είναι αφιερωμένη η Κυριακή αυτή στην συγκεκριμένη παραβολή του Κυρίου, για να τονισθεί στους πιστούς η απύθμενη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο και το πλούσιο έλεος της συγχώρεσης, που δίνει στους μετανοούντες ανθρώπους.
Αν η προηγούμενη Κυριακή είναι αφιερωμένη στη στηλίτευση της παθολογικής εγωιστικής αυτάρκειας και η κατάδειξη των δεινών συνεπειών της, η δεύτερη Κυριακή είναι αφιερωμένη στη μετάνοια και στα ευλογημένα παρεπόμενά της.
Ο ευαγγελιστής Λουκάς μας διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής: Υπήρχε κάποιος πατέρας που είχε δυο γιους. Ο δεύτερος, κάποια στιγμή, ζήτησε το μερίδιο της κληρονομιάς του και έφυγε σε μακρινές χώρες, όπου σπατάλησε την περιουσία του σε ασωτίες. Τα χρήματα κάποτε τελείωσαν και στην περιοχή έπεσε μέγας λιμός. Αναγκάστηκε να γίνει χοιροβοσκός και να προσπαθεί να χορτάσει από τις βρωμερές και ευτελείς τροφές των χοίρων. Μέσα στη δίνη του θυμήθηκε την αρχοντική ζωή στο πατρικό σπίτι. Θυμήθηκε πως ακόμα και οι δούλοι του πατέρα του ζούσαν ασύγκριτα καλλίτερη ζωή από τη δική του. Τότε πήρε τη μεγάλη απόφαση να γυρίσει στο σπίτι του και να ζητήσει από τον πατέρα του να τον συγχωρήσει και να τον προσλάβει ως δούλο του. Όμως ο στοργικός πατέρας του τον δέχτηκε ως γιο του και τον περιποιήθηκε δεόντως, παρά τις διαμαρτυρίες του μεγάλου γιου του, διότι «νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ήν και ευρέθη» (Λουκ.15,32).
Κάποιοι υποστηρίζουν δικαιολογημένα πως και αν ακόμη είχε χαθεί ολόκληρο το Ευαγγέλιο και είχε σωθεί μόνο αυτή παραβολή, θα μπορούσε αυτή να αποτελέσει κείμενο ελπίδας και σωτηρίας για το ανθρώπινο γένος. Σε καμιά άλλη θρησκεία δε παρουσιάζεται ο Θεός τόσο συμπονετικός, ως στοργικός άνθρωπος πατέρας. Σέβεται απόλυτα την ανθρώπινη ελευθερία και τις επιλογές του κάθε ανθρώπου, ως πρωταρχικό στοιχείο της ανθρώπινης προσωπικότητας. Πνίγει μέσα στα φιλάνθρωπα σπλάχνα Του τον πόνο Του για την αποστασία του καθενός και περιμένει καρτερικά την επιστροφή του. Μόλις αυτή υπάρξει σβήνει με μια μονοκονδυλιά όλες τις άνομες πράξεις του και τον αποκαθιστά στην πρότερη θέση του.
Μετάνοια σημαίνει κατά γράμμα αλλαγή νου. Στην ουσία σημαίνει την οντολογική μετάλλαξη του ανθρώπου από την κατάσταση της εγωπαθούς αυτάρκειας στην κατάσταση της συναίσθησης της αμαρτωλότητας. Είναι η μετάβαση στο πνεύμα της ταπείνωσης και της συντριβής μπροστά στον απόλυτα αγαθό Θεό, του Οποίου το φως φανερώνει άπλετα το σκοτεινό μας εαυτό. Η συνειδητοποίηση της πτωτικής μας καταστάσεως, της επώδυνης τραυματικής εμπειρίας μας και της απουσίας διαύλων της χάριτος του Θεού στον εαυτό μας είναι το πρώτο βήμα για την οντολογική μας αποκατάσταση. Έπεται η υλοποίηση της μεγάλης μας απόφασης για την έμπρακτη αλλαγή της νοοτροπίας μας και τη διόρθωση της πορείας μας προς το Θεό.
Είναι περιττό να τονίσουμε πως η μετάνοια χρειάζεται ιδιαίτερο ηρωισμό και αγωνιστική διάθεση, όπως αποτυπώνεται θαυμάσια στην ευαγγελική περικοπή του ασώτου υιού. Όπως όλα τα αγαθά, έτσι και η σωτηρία μας, είναι αποτέλεσμα ηρωισμού, ασυμβίβαστης αυταπάρνησης και σκληρού αγώνα.
Ένα θαυμάσιο τροπάριο της ημέρας εκφράζει απόλυτα τα υψηλά νοήματα της παραβολής, ως εξής: «Της πατρικής δωρεάς διασκορπήσας τον πλούτον, αλόγοις συνεβοσκόμην ο τάλας κτήνεσι, και τοις αυτών ορεγόμενος τροφής, ελίμωττον μη χορταζόμενος΄ άλλ' υποστρέψας προς τον εύσπλαχνον Πατέρα, κραυγάζω συν δάκρυσι΄ Δέξαι με ως μισθίον, προσπίπτοντα τη φιλανθρωπία Σου, και σώσον με».
Οι πιστοί καλούνται την περίοδο του Τριωδίου να συνειδητοποιήσουν την άμετρη αγάπη του Θεού και να επιστρέψουν, όπως ο άσωτος της παραβολής, σε Αυτόν και να ζητήσουν το έλεός Του. Η κατανυκτική αυτή περίοδος είναι μοναδική για μετάνοια και συντριβή.


,

Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2012

Τριώδιο, Μεγάλη Τεσσαρακοστή, Νηστεία.

...

ΤΡΙΩΔΙΟ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ
Την Κυριακή αυτή διαβάζεται ή ομώνυμη παραβολή, στην οποία διακρίνουμε τα αποτελέσματα της υπερήφανης προσευχής του «δικαίου» Φαρισαίου πού τελικά δεν εισακούστηκε και της ταπεινής προσευχής του αμαρτωλού Τελώνου, του οποίου (ή προσευχή) ανέβη στον ουρανό ως θυμίαμα και εισακούστηκε. Μ' αυτό τον τρόπο ή Εκκλησία μας βοήθα να συνειδητοποιήσουμε την ανάγκη προσεγγίσεως της ύψοποιού ταπεινώσεως, την οποία κάθε χριστιανός πρέπει να επιδιώκει μέσα στην περίοδο της αγίας Τεσσαρακοστής και κατ' επέκταση στη ζωή του. Ό ταπεινός άνθρωπος δεν κινδυνεύει να πέσει. «Ό υποκάτω πάντων ων, που πεσείται;» λέγουν οι Πατέρες. Δηλ. αυτός πού τοποθετεί και θεωρεί τον εαυτόν του κάτω - κάτω, χαμηλότερα άπ' όλους, που θα πέσει; Και ο Μέγας Αντώνιος έλεγε: «Είδα όλες τις παγίδες του εχθρού να έχουν απλωθεί πάνω στη γη και είπα λυπημένος: Ποίος άραγε μπορεί να τις αποφύγει; Και άκουσα φωνή πού έλεγε: Η ταπεινοφροσύνη!» Την Τετάρτη και Παρασκευή αυτής της εβδομάδας τρώγεται και κρέας.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ
Ή παραβολή του «Άσωτου Υιού» είναι γνωστή. Ομιλεί για ένα πλούσιο νέο ο όποιος άσωτα κατασπατάλησε την περιουσία του σε χώρα μακρινή και στο τέλος κατάντησε να βόσκει χοίρους. Τότε μετανόησε και επέστρεψε στον πατέρα του, πού τον δέχθηκε με άπειρη αγάπη και στοργή. Ή παραβολή είναι ανεξάντλητη σε νοήματα, αφού, όπως λέγεται, ολόκληρο το έργο της Θείας Οικονομίας ευρίσκεται μέσα σ' αυτή. Το βαθύτερο νόημα της παραβολής είναι τετραπλό: α. Ή απελπιστική κατάσταση στην οποία φθάνει ο αμαρτωλός. β. Ή ανάγκη μετανοίας και τα σωτήρια αποτελέσματα της. γ. Το μέγεθος της θείας Ευσπλαχνίας στην οποία μπορούν να στηρίζονται καί οι πλέον αμαρτωλοί, ώστε να μη φθάνουν ποτέ στην απελπισία. Κανένα αμάρτημα, όσο μεγάλο κι αν θεωρείται, δεν μπορεί να υπερνικήσει τη φιλάνθρωπη γνώμη του Θεού και δ. Ή αποφυγή του αισθήματος της αυτάρκειας του δικαιωμένου, όπως θεωρούσε τον εαυτό του ο πρεσβύτερος υιός. Εάν λοιπόν συναισθανθούμε την πραγματική πνευματική μας κατάσταση και με ειλικρίνεια ομολογήσουμε τα λάθη μας και την κατασπατάληση των ταλάντων πού μας χάρισε ο Θεός, θα καταλάβουμε ότι αύτη την Κυριακή Όλοι μας εορτάζουμε και όλοι, κατά κάποιο τρόπο, είμαστε άσωτοι υιοί, απομακρυνθέντες από τον «Οίκον του Ουρανίου Πατρός μας». Τετάρτη καί Παρασκευή τηρείται κανονική νηστεία (αλάδωτα).

ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ
Το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω, λέγε - «Σάββατο των Ψυχών» ή Ψυχοσάββατο. Είναι το πρώτο ο τα δύο Ψυχοσάββατα του έτους (το δεύτερο επιτελείται το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής). Ό λόγος πού το καθιέρωσε ή Εκκλησία μας, παρ' ότι κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους, είναι ό έξης: Επειδή πολλοί κατά καιρούς απέθαναν μικροί ή στην ξενιτιά ή στη θάλασσα ή στα όρη και τους κρημνούς ή και μερικοί, λόγω πτώχειας, δεν αξιώθηκαν των διατεταγμένων μνημοσυνών, «οι θείοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι εθέσπισαν το μνημόσυνο αυτό υπέρ πάντων των άπ' αιώνος εύσεβώς τελευτησάντων Χριστιανών». Επειδή την Κυριακή της Απόκρεω ποιούμε ανάμνηση της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού και οι κεκοιμημένοι μας ακόμη δεν κρίθηκαν, τους μνημονεύουμε σήμερα και, επικαλούμενοι το άπειρο έλεος Του, παρακαλούμε τον Θεό με το μνημόσυνο πού κάνουμε, να τους αναπαύσει. Συγχρόνως δε, ενθυμούμενοι και εμείς το θάνατο, «διεγειρόμεθα προς μετάνοιαν...».

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ
Ή Κυριακή αυτή λέγεται έτσι, διότι από την επόμενη ήμερα (Δευτέρα) απέχουμε κρέατος. Δηλ. ή Κυριακή της Άπόκρεω είναι ή τελευταία ημέρα της κρεοφαγίας μέχρι Πάσχα και δεν επιτρέπεται ή κατάλυση κρέατος, εκτός αν πρόκειται για άρρωστους. Οι θείοι Πατέρες έταξαν αυτή την Κυριακή να γίνεται ανάμνηση της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού για να θυμόμαστε, όχι μόνο τη φιλανθρωπία Του (από την Κυριακή του Άσωτου), αλλά και τη δικαιοσύνη Του στην κρίση, πού θα γίνει μερικώς την ήμερα του θανάτου μας, και τελικώς - τελεσιδίκως στη Δευτέρα Παρουσία Του. Έτσι είναι δυνατόν να διεγειρόμαστε από τον ύπνο ή αμελείας προς εργασία των αρετών και καλλιέργεια - αύξηση των ταλάντων μας.

ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΩΝ ΟΣΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
Μετά την προηγηθείσα (με τα προηγούμενα) παιδαγωγία, οι Θεοφόροι Πατέρες σαν άριστοι Στρατηγοί, πού προετοιμάζουν τα στρατεύματα τους για μάχη με τα λαμπρά Παραδείγματα των ηρώων, μας προβάλλουν ήδη προς μίμηση και παρηγοριά όλους τους διαλάμψαντες οσίους και θεοφόρους Πατέρες και Μητέρες - Μοναχούς και Μοναχές πού αγίασαν με νηστεία - αγρυπνία - προσευχή και ταπείνωση. Όλοι αυτοί πού αποτελούν παραδείγματα αγώνος και μετανοίας μας παρακινούν και μας προτρέπουν στον πνευματικό αγώνα πού αρχίζει, προς απόκτηση των αρετών, απόρριψη των κακιών καί τελική κατάκτηση «των έπηγγελμένων ημίν αγαθών» (εγκόσμιων και υπερκοσμίων). Κακώς επικράτησε να θεωρούνται το Σάββατο αυτό και το Α' Σάββατο των Νηστειών (του θαύματος του Αγίου Θεοδώρου) ως Ψυχοσάββατα.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ
Μετά τη διακοπή της κρεοφαγίας, αυτή την εβδομάδα (τρίτη του Τριωδίου), ΟΛΕΣ τις ημέρες της, τρώμε τυροκομικά, αυγά και ψάρια. Γι' αυτό ονομάστηκε «Τυροφάγου» ή «Τυρινής». Ή Εκκλησία μας, χωρίς να θεωρεί μολυσμένη καμία τροφή, επιτρέπει τη βρώση γάλακτος και αυγών και όχι το πρόβατο ή το κοτόπουλο, πού τα παράγουν, ΔΙΟΤΙ ΔΙΑΚΡΙΝΕΙ τις τροφές σε περισσότερο και ολιγότερο βοηθητικές στην εγκράτεια και κατά καιρούς άλλες επιτρέπει και άλλες απαγορεύει. Μαζί με τη νηστεία λοιπόν, πού αρχίζει μερικώς και σταδιακώς από την εβδομάδα αυτή, ή Εκκλησία φέρει ενώπιον μας και μας θυμίζει με τα τροπάρια αυτής της Κυριακής, την εξορία των Πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, πού έγινε λόγω της παρακοής τους (δεν ετήρησαν τη νηστεία, σχετικά με τον απαγορευμένο καρπό). Αντί του Παραδείσου και της αιωνιότητας, βρήκαν το θάνατο. Και εμείς καλούμεθα (με την υμνολογία της ημέρας) αυτό πού έχασε ο Αδάμ με την ακρασία (ανυπακοή, άμετανοησία, εγωισμό και γαστριμαργία), να το κερδίσουμε με την εγκράτεια (υπακοή, μετάνοια, ταπείνωση και νηστεία). Γι' αυτό ή Εκκλησία μας αύτη την Κυριακή μας τονίζει ότι: «Το στάδιον των αρετών ηνέωκται (άνοιξε) οι βουλόμενοι αθλήσαι (όσοι θέλουν ν' αγωνιστούν) εισέλθετε...», ώστε, όσοι είναι καλοπροαίρετοι, ν' αρχίσουν με όρεξη και χαρά τον αγώνα της Τεσσαρακοστής.

ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΗΣ «ΚΑΘΑΡΑΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ»
Την ήμερα αύτη ή Εκκλησία μας θυμάται και εορτάζει το δια των κολλύβων θαύμα του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος, όταν ό αυτοκράτωρ Ιουλιανός ό Παραβάτης σκέφθηκε να μολύνει τους Χριστιανούς την «Καθαρά Εβδομάδα» προσφέροντας τους στην αγορά της Κων/πόλεως μόνο μη νηστήσιμα φαγητά και επί πλέον είδωλόθυτα. Τις προθέσεις αυτές του Ιουλιανού τις απεκάλυψε ό Άγιος Θεόδωρος στον Πατριάρχη Εύδόξιο, παρουσιασθείς στον ύπνο του. Και αυτός, προς αντιμετώπιση του προβλήματος, διέταξε εγκαίρως να κάνουν κόλλυβα με πολύ σιτάρι, ώστε μ' αυτά να τραφούν οι Χριστιανοί. Από παρεξήγηση αυτής της εορτής, πολλοί Χριστιανοί θεωρούν το Σάββατο αυτό σαν Ψυχοσάββατο και πηγαίνουν στους Ναούς κόλλυβα για τους κεκοιμημένους τους. Ή συνήθεια αυτή ωφελεί τους κοιμηθέντας, αλλά εμείς εξηγήσαμε ότι δύο είναι τα Ψυχοσάββατα (παραμονή Απόκρεω και Πεντηκοστής). Επομένως μπορούμε να θυμόμαστε το θαύμα κάνοντας κόλλυβα προς δόξα του Θεού και του Μαρτυρά Του (κόλλυβα Άγιου) και με την ευκαιρία αυτή, να κάνουμε κόλλυβα και υπέρ των κεκοιμημένων μας.

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
Από τη Δευτέρα μετά την Κυριακή της Τυρινής αρχίζει ή Μεγ. Τεσσαρακοστή. Είναι περίοδος αυστηρής νηστείας, εκτενών ιερών ακολουθιών και γενικώς πνευματικής περισυλλογής και μετάνοιας. Στην Α' Οικουμενική Σύνοδο οι Άγιοι Πατέρες έθέσπισαν την 40ήμερη αύτη νηστεία, κατά μίμηση της 40ήμερης νηστείας του Κυρίου, ώστε προετοιμασμένοι με προσευχές και ελεημοσύνες, με νηστείες και αγρυπνίες, με δάκρυα και εξομολόγηση και καθαρή συνείδηση, να εορτάσουμε τις άγιες ήμερες των Παθών και της Αναστάσεως του Κυρίου μας. Νηστεύουμε για τα ιδικά μας αμαρτήματα, λέει ό Άγιος Χρυσόστομος καί όχι για το Πάσχα ή τη Σταύρωση του Κυρίου μας. Λέγεται ή Τεσσαρακοστή αυτή «Μεγάλη», γιατί: α. Είναι μεγάλα τα γεγονότα στα όποια οδηγούμαστε (Πάθη - Ανάσταση). β. Ή νηστεία την περίοδο αύτη είναι αυστηρή και διαφέρει από τη νηστεία της Τεσσαρακοστής των Χριστουγέννων. Δηλ. είναι αλάδωτη, δεν τρώμε λάδι, πλην Σαββάτου και Κυριακής. Όλες τις άλλες ημέρες τρώμε ξηροφαγία ή αλάδωτα φαγητά. Εννοείται ότι αυτή τη νηστεία την έφαρμόζουν οι υγιείς. Όσοι έχουν προβλήματα υγείας, παίρνουν ευλογία από τον Έξομολόγο, τον Πνευματικό τους και ρυθμίζουν το ζήτημα. Ή νηστεία είναι παθοκτόνος και όχι σωματοκτόνος. Ή πρώτη ήμερα της Μεγ. Τεσσαρακοστής λέγεται «Καθαρά Δευτέρα», καθώς και όλη ή πρώτη εβδομάδα «Καθαρά Έβδομάς», επειδή οι πιστοί «καθαίρονται δια της νηστείας».

Πηγή : http://www.zoiforos.gr
,

Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2012

Για να χτιστεί ο νοητός οίκος της ψυχής

...

Τριώδιο και πάλι.

Κι ο άνθρωπος περισσότερο πληγωμένος, μετέωρος, ανέστιος. Ανάγλυφη η ρευστότητα, η ματαιότητα, το γκρέμισμα.

Συνάμα, όμως, σταθερή και αιώνια η πνευματική οικοδομή. Έργο ισόβιο και πολύμοχθο αυτή. Έργο μαρτυρίου και μαρτυρίας. Κατάθεση ψυχής και πλουτισμός ψυχής.

Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης από την προσωπική του εμπειρία μας δίδει τα «υλικά» με τα οποία οικοδομείται ο νοητός αυτός οίκος:

«Καθώς ο αισθητός οίκος για να κατασκευαστεί χρειάζεται γη στερεή, θεμέλιο, λίθους, πηλό, τοίχους, σκεπή και οικοδόμο, έτσι παρόμοια όλα αυτά τα χρειάζεται και ο οίκος ο νοητός.

Και αντί για στερεή γη, χρειάζεται κάποιος να έχει τέλεια υπομονή σε κάθε πειρασμό, που θα προέλθει είτε εξ ανθρώπων, είτε εκ δαιμόνων, είτε εκ της διεφθαρμένης φύσης μας.

Αντί θεμελίου να έχει τη σταθερή και αδιάκριτη πίστη, με την οποία πιστεύουμε, ότι είναι όλα αληθινά, όσα είπε ο Θεός.

Αντί λίθων χρειάζεται ο οίκος αυτός τις διάφορες αρετές.

Αντί πηλού και λάσπης χρειάζεται την ταπείνωση, γιατί όπως με τον πηλό συγκολλούνται οι πέτρες, έτσι και με την ταπείνωση συγκολλούνται και συγκρατούνται όλες οι αρετές.

Αντί 4 τοίχων τις 4 γενικές αρετές, δηλαδή τη φρόνηση, τη σωφροσύνη, την ανδρεία και τη δικαιοσύνη.

Σκεπή αυτού του οίκου είναι η τελεία αγάπη προς το Θεό και προς τον πλησίον.

Και οικοδόμος αυτού είναι η διάκριση και η σοφία, όπως είναι γραμμένο: “Μετά σοφίας οικοδομείται οίκος, και μετά συνέσεως ανορθούται”(Παρ. κδ’ 3). Ή μάλλον, Οικοδόμος του είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός, χωρίς τον Οποίο τίποτα δεν μπορούμε να κάνουμε (Ιω, ιε’ 15), όπως έχει γραφτεί: “Εάν μη Κύριος οικοδομήση οίκον, εις μάτην εκοπίασαν οι οικοδομούντες” (Ψαλμ. ρκς’ [126]).

Πρόσεχε δε να έχεις και θυρωρό να φυλάει το σπίτι αυτό, δηλαδή λογισμό προσεκτικό.

Τέλος, παρακάλα με θερμά δάκρυα, με όλη την ψυχή και την καρδιά σου, τον Αρχιτέκτονα και Οικοδόμο του οίκου αυτού, δηλαδή τον αγαθότατο Χριστό και γλυκύτατο Ιησού, για να έρθει να κατοικήσει σ’ αυτόν, για να σε πλουτίσει με τα χαρίσματά Του».*

Τριώδιο και πάλι.

Περίοδος σύντονης προσευχής, βαθύτερης μετάνοιας, πνευματικής ανασυγκρότησης και οικοδομής.

Γι’ αυτό και συνεχίζουμε να ευπρεπίζουμε τον νοητό οίκο της ψυχής μας. Στολισμός του τα αισθήματα ευγνωμοσύνης και λατρείας προς το Θεό, η φιλάδελφη αγάπη με τους αγαθούς λογισμούς για τους συνανθρώπους μας, η αυταπάρνηση και η συντριβή για τον εαυτό μας.

*Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον, σ। 216-219.

,