«Εγώ, αν δεν δω στα χέρια του τα σημάδια από τα καρφιά και δεν βάλω το δάκτυλό μου στα σημάδια από τα καρφιά και δε βάλω το χέρι μου στη λογχισμένη πλευρά του, δε θα πιστέψω» (Ιω. 20,25).
Η απαίτηση του Αποστόλου Θωμά για απτές αποδείξεις θα παραμένει πάντα η πρόκληση και η επιθυμία του καθενός που θέλει να πιστέψει στο Θεό. Και γιατί όχι; Πού βρίσκεται το λάθος του Αποστόλου που θα καλείτο, όπως οι άλλοι που τον είδαν, να κηρύξει για την Ανάστασή Του, αφού δεν τον έχει δει; Και γιατί είναι μεμπτό και ίσως αμαρτία να θέλει κάποιος να δει το Θεό για να Τον πιστέψει;
Το «πίστευε και μη ερεύνα» είναι μια παρεξηγημένη φράση, που κανένας Πατέρας της Εκκλησίας δεν δίδαξε και ούτε η Ορθόδοξη Εκκλησία δέχεται. Άλλωστε, τι να ερευνήσει, αφού ο Θεός δεν είναι αντικείμενο αλλά πρόσωπο - και μάλιστα τρία πρόσωπα «ασυγχύτως και αδιαιρέτως ενωμένα;».
Το πρόβλημα δεν συνίσταται στο ότι θέλουμε να έχουμε «αποδείξεις περί Θεού», αλλά στον τρόπο με τον οποίο τις θέλουμε. Το λάθος του Αποστόλου Θωμά δεν ήταν που ήθελε να γνωρίσει τον Αναστάντα, αλλά το ότι ήθελε να Τον δει, να Τον αγγίξει , να Τον ακούσει, με τον τρόπο που Τον έβλεπε, Τον άγγιζε και Τον άκουε πριν την Ανάσταση.
Η Ανάσταση του Χριστού δεν ήταν η ίδια με την ανάσταση του Λαζάρου. Ξέρουμε ότι ο Λάζαρος πάλι πέθανε, αφού έζησε όπως πριν το θάνατο και ανάστασή του. Ο Χριστός αναστήθηκε άφθαρτος, γι’ αυτό δεν περιοριζόταν από τον χρόνο και το χώρο – έκφραση φθοράς - ούτε πέθανε ξανά. Νίκησε το θάνατο, νίκησε τη φθορά. Πώς μπορούσε ο Θωμάς να σχετίζεται μαζί Του ως να μην ήταν άφθαρτος;
Όσο θα μένουμε προσκολλημένοι στις απαιτήσεις του λογικού που γνωρίζει ό,τι οι αισθήσεις του υπαγορεύουν, θα παραδέρνουμε υπαρξιακά και θ ’αναζητούμε αυτόν που δεν υπάρχει, θα περιμένουμε αυτόν που δεν θα έλθει. Βέβαια, το Πνεύμα το Άγιο «όπου θέλει πνει», γι αυτό και δεν περιορίζεται από οποιουσδήποτε νόμους- φυσικούς η πνευματικούς. Το θαύμα εξακολουθεί να λειτουργεί στη ζωή μας, αλλά τα τόσα θαύματα του Χριστού δεν έπεισαν τους Φαρισαίους.....
Η γνώση του Αναστάντος Κυρίου γίνεται με τον ερχομό Του και την αποκάλυψή Του. Η όποια προσπάθεια ανακάλυψής Του, στηριγμένη στο λογικό, θα οδηγεί σε φανταστικό Θεό, σε Θεό των φιλοσόφων ή του συναισθήματος. «Ο Θεός των πατέρων ημών» είναι Αυτός που ως πρόσωπο αποκαλύπτεται , διαλέγεται, σέβεται και αναμένει την καρδιακή πρόσκληση.
Η προσωπική επιθυμία για συνάντηση με τον Αναστάντα Χριστό, αν ενεργοποιείται με την προσευχή και την τήρηση των εντολών, θα δώσει καρπούς πολλούς. Ο χώρος όμως της Εκκλησίας και η Θεία Λειτουργία ως σύναξη της Εκκλησίας, θα καταθέτουν ενώπιον του Κυρίου αυτή την προσωπική επιθυμία ως ταπείνωση και ο άνθρωπος θα βεβαιώνει ότι «ανέστη ο Κύριος όντως». Ο Θωμάς στη σύναξη των μαθητών συνάντησε τον Χριστό και βεβαιώθηκε προσωπικά για την Ανάσταση.
Πίσω από την πάλη για αναζήτηση, που εκφράζει ζωντάνια, κρύβεται η ετοιμότητα του Κυρίου Ιησού να συναντηθεί με αυτόν που Τον αναζητεί και να γευτεί, όπως ο Θωμάς , την ευχάριστη έκπληξη ομολογώντας «ο Κύριος μου και ο Θεός μου!».
π. Ανδρέας Αγαθοκλέους
Η απαίτηση του Αποστόλου Θωμά για απτές αποδείξεις θα παραμένει πάντα η πρόκληση και η επιθυμία του καθενός που θέλει να πιστέψει στο Θεό. Και γιατί όχι; Πού βρίσκεται το λάθος του Αποστόλου που θα καλείτο, όπως οι άλλοι που τον είδαν, να κηρύξει για την Ανάστασή Του, αφού δεν τον έχει δει; Και γιατί είναι μεμπτό και ίσως αμαρτία να θέλει κάποιος να δει το Θεό για να Τον πιστέψει;
Το «πίστευε και μη ερεύνα» είναι μια παρεξηγημένη φράση, που κανένας Πατέρας της Εκκλησίας δεν δίδαξε και ούτε η Ορθόδοξη Εκκλησία δέχεται. Άλλωστε, τι να ερευνήσει, αφού ο Θεός δεν είναι αντικείμενο αλλά πρόσωπο - και μάλιστα τρία πρόσωπα «ασυγχύτως και αδιαιρέτως ενωμένα;».
Το πρόβλημα δεν συνίσταται στο ότι θέλουμε να έχουμε «αποδείξεις περί Θεού», αλλά στον τρόπο με τον οποίο τις θέλουμε. Το λάθος του Αποστόλου Θωμά δεν ήταν που ήθελε να γνωρίσει τον Αναστάντα, αλλά το ότι ήθελε να Τον δει, να Τον αγγίξει , να Τον ακούσει, με τον τρόπο που Τον έβλεπε, Τον άγγιζε και Τον άκουε πριν την Ανάσταση.
Η Ανάσταση του Χριστού δεν ήταν η ίδια με την ανάσταση του Λαζάρου. Ξέρουμε ότι ο Λάζαρος πάλι πέθανε, αφού έζησε όπως πριν το θάνατο και ανάστασή του. Ο Χριστός αναστήθηκε άφθαρτος, γι’ αυτό δεν περιοριζόταν από τον χρόνο και το χώρο – έκφραση φθοράς - ούτε πέθανε ξανά. Νίκησε το θάνατο, νίκησε τη φθορά. Πώς μπορούσε ο Θωμάς να σχετίζεται μαζί Του ως να μην ήταν άφθαρτος;
Όσο θα μένουμε προσκολλημένοι στις απαιτήσεις του λογικού που γνωρίζει ό,τι οι αισθήσεις του υπαγορεύουν, θα παραδέρνουμε υπαρξιακά και θ ’αναζητούμε αυτόν που δεν υπάρχει, θα περιμένουμε αυτόν που δεν θα έλθει. Βέβαια, το Πνεύμα το Άγιο «όπου θέλει πνει», γι αυτό και δεν περιορίζεται από οποιουσδήποτε νόμους- φυσικούς η πνευματικούς. Το θαύμα εξακολουθεί να λειτουργεί στη ζωή μας, αλλά τα τόσα θαύματα του Χριστού δεν έπεισαν τους Φαρισαίους.....
Η γνώση του Αναστάντος Κυρίου γίνεται με τον ερχομό Του και την αποκάλυψή Του. Η όποια προσπάθεια ανακάλυψής Του, στηριγμένη στο λογικό, θα οδηγεί σε φανταστικό Θεό, σε Θεό των φιλοσόφων ή του συναισθήματος. «Ο Θεός των πατέρων ημών» είναι Αυτός που ως πρόσωπο αποκαλύπτεται , διαλέγεται, σέβεται και αναμένει την καρδιακή πρόσκληση.
Η προσωπική επιθυμία για συνάντηση με τον Αναστάντα Χριστό, αν ενεργοποιείται με την προσευχή και την τήρηση των εντολών, θα δώσει καρπούς πολλούς. Ο χώρος όμως της Εκκλησίας και η Θεία Λειτουργία ως σύναξη της Εκκλησίας, θα καταθέτουν ενώπιον του Κυρίου αυτή την προσωπική επιθυμία ως ταπείνωση και ο άνθρωπος θα βεβαιώνει ότι «ανέστη ο Κύριος όντως». Ο Θωμάς στη σύναξη των μαθητών συνάντησε τον Χριστό και βεβαιώθηκε προσωπικά για την Ανάσταση.
Πίσω από την πάλη για αναζήτηση, που εκφράζει ζωντάνια, κρύβεται η ετοιμότητα του Κυρίου Ιησού να συναντηθεί με αυτόν που Τον αναζητεί και να γευτεί, όπως ο Θωμάς , την ευχάριστη έκπληξη ομολογώντας «ο Κύριος μου και ο Θεός μου!».
π. Ανδρέας Αγαθοκλέους
,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου