«Η γέννησίς σου, Θεοτόκε χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη…»
Η Γέννηση της Υπεραγίας Θεοτόκου γιορτάζεται από την Εκκλησία μας στις 8 Σεπτεμβρίου και είναι η πρώτη Θεομητορική εορτή του εκκλησιαστικού έτους. Η Γέννηση της Θεοτόκου είναι όντως μεγάλο δώρο του Θεού όχι μόνο για τους γονείς της, τον Ιωακείμ και την Άννα, που δεν μπορούσαν να τεκνοποιήσουν, αλλά είναι και ένα μεγάλο δώρο του Θεού για όλο τον κόσμο, διότι το γεγονός της γεννήσεώς της Θεοτόκου είναι το προμήνυμα της σωτηρίας του κόσμου, γι’ αυτό και ο υμνωδός λέγει «Η γέννησίς σου, Θεοτόκε χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη…».
Η Θεοτόκος ήταν κόρη του πλούσιου κτηνοτρόφου Ιωακείμ και της Άννας, που καταγόταν από το βασιλικό γένος του Δαυίδ. Επειδή ήταν άτεκνοι, παρακαλούσαν για πολλά χρόνια το Θεό να τους χαρίσει ένα παιδί, με την υπόσχεση ότι το παιδί που θα γεννηθεί, θα το αφιερώσουν σ’ Αυτόν. Πρέπει εδώ να αναφέρουμε ότι η ατεκνία την εποχή εκείνη ήταν ντροπή και θεωρείτο κατάρα για ένα ανδρόγυνο και όλοι τους περιφρονούσαν μέσα στην κοινωνία. Η πολύ βαθιά τους πίστη στο Θεό και η μεταξύ τους αγάπη έφερε το μήνυμα ότι η Άννα θα γεννούσε παιδί άγιο.
Η γέννηση της Θεοτόκου δεν προήλθε από άσπιλη σύλληψη, όπως πιστεύει η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, αλλά μετά από τη φυσική συνάφεια του Ιωακείμ και της Άννας, όπου λύθηκε η φυσική στειρότητα της Άννας, χάρις στην παρέμβαση του Θεού, ως απάντηση, στις προσευχές των δικαίων Θεοπατόρων. Γεννήθηκε σε εννέα μήνες και ονομάστηκε Μαριάμ (Μαρία εξελληνισμένο). Μόνον ο Χριστός γεννήθηκε ασπίλως, διακόπτοντας την δια της φυσικής γεννήσεως διαδοχική μετάδοση του προπατορικού αμαρτήματος, διότι η δική Του σύλληψη δεν ήταν φυσική, αλλά υπερφυσική, δεν συνελήφθη εκ θελήματος και εκ της συνάφειας ανδρός και γυναικός, αλλά ασπόρως «εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου». Η Υπεραγία Θεοτόκος ήταν «απείρανδρος» και «απειρόγαμος», δεν είχε δηλαδή πείρα ανδρός και γάμου, και ήταν ακόμη «άνανδρος», αφού ουδέποτε είχε σύζυγο ή άνδρα. Ο Ιωσήφ, ο Μνήστωρ, ήταν απλώς προστάτης και κηδεμόνας της, γι αυτό και όταν διαπίστωσε, ότι ήταν έγκυος, μη γνωρίζοντας ακόμη τη θαυμαστή, εκ Πνεύματος Αγίου σύλληψη, «εβουλήθη λάθρα απολύσαι αυτήν» (Ματθ. 1, 18- 19).
Η Θεοτόκος είναι το μεταίχμιο μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης. Για την Παλαιά αποτελούσε το κήρυγμα των Προφητών, την προσδοκία των Δικαίων, ενώ για την Καινή Διαθήκη, γίνεται ο γλυκασμός των Αγγέλων, η δόξα των Αποστόλων, το θάρρος των Μαρτύρων, το εντρύφημα των Οσίων, το καύχημα του ανθρωπίνου γένους, γι’ αυτό και μακαρίζεται από «πάσα γενεά».
Η Παναγία είναι η κλίμακα «δι’ ης κατέβη ο Θεός», όπως διαβάζουμε στους Χαιρετισμούς της Θεοτόκου. Ο Υιός και Λόγος του Θεού σαρκώνεται στα σπλάχνα της Υπεραγίας Θεοτόκου, γίνεται άνθρωπος για τη σωτηρία μας. Έτσι η Θεοτόκος γίνεται η πρόξενος και αιτία της σωτηρίας των ανθρώπων. Γι’ αυτό και η γέννηση της προξένησε χαρά σε όλη την οικουμένη. Το γενέσιο της Θεοτόκο είναι λοιπόν μια μεγάλη και σημαντική Θεομητορική εορτή, που εορτάζεται με λαμπρότητα από σύμπασα την Ορθοδοξία.
( Ηλιάνας Κάουρα, Θεολόγου )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου