Ανέτειλε το 2010. Καινούργιος χρόνος. Έδυσε και έσβησε το 2009. Έγινε παρελθόν μαζί με όλα τα άλλα χρόνια πού πέρασαν. Υποδεχθήκαμε το 2010 με πολλές ευχές, προσδοκίες και όνειρα.
Κάθε φορά όμως πού γιορτάζουμε την αλλαγή τού χρόνου, μαζί με τη χαρά για την είσοδό μας στον καινούργιο χρόνο, πρέπει να σκεπτόμαστε ότι και εμείς αλλάζουμε και γέρνουμε. Γιατί όλοι μας ανεξαιρέτως έχουμε προχωρήσει κατά ένα έτος και βρισκόμαστε πλησιέστερα προς το τέρμα της επίγειας ζωής μας.
Ό άγιος Γρηγόριος ό Θεολόγος στέκεται με δέος και ιερό στοχασμό μπροστά στις εναλλαγές του χρόνου και γράφει: «Τα πάντα ρέουν και φθείρονται». «Θα ήθελα να είμαι πεθαμένος για τα πράγματα αυτού του κόσμου και να ζω την εν Χριστώ κεκρυμμένη ζωή...». Να ανταλλάξω «τα ρέοντα και συρόμενα», αυτά πού συνεχώς παρέρχονται και περνούν, με «τά τών έστώτων και ουρανίων», με εκείνα πού παραμένουν αμετάβλητα και αιώνια».
Ζούμε όλοι μας μέσα στο χρόνο. Και σ' αυτόν όλα είναι «ρέοντα και συρόμενα». Όσα πραγματοποιούνται μέσα στο χρόνο, συνεχώς μεταβάλλονται και περνούν. Κανένα από τα ανθρώπινα πράγματα δεν είναι βέβαιο, σταθερό, ακίνητο και αμετάβλητο. Ό κόσμος ό υλικός, ό μάταιος, περνά και φεύγει. Όπως επίσης περνά και χάνεται ή επιθυμία πού προκαλούν τα αγαθά και οι απολαύσεις αυτού του υλικού κόσμου (Α'Ιω. β' 17).
Την αδιάψευστη αυτή αλήθεια επιβεβαιώνει ή ιστορία- αυτοί πού έπλεαν μέσα στον πλούτο και τη χλιδή- αυτοί πού οι άνθρωποι τούς αποθέωναν, και πολλοί ήταν μάστιγες και φόβητρα των λαών (Ηρώδης, Νέρων κλπ.), αυτοί προς στιγμήν μεσουράνησαν, δοξάστηκαν, άλλα σύντομα έσβησαν και εξαφανίστηκαν. Εφαρμόστηκε και σ' αυτούς ό λόγος του ψαλμωδού «είδα τον άσεβη να ακμάζει, να υπερυψώνεται πανίσχυρος και να απλώνει την επιρροή του σαν τις κέδρους τού Λιβάνου. Και μόλις πρόφθασα να περάσω από εκεί, και ιδού αυτός εν τω μεταξύ είχε εκλείψει. Και πέρασα εκ νέου και τον ζήτησα, και δεν βρέθηκε όχι μόνον αυτός, άλλ' ούτε ό τόπος όπου ζούσε πρωτύτερα υψωμένος και αγέρωχος. Κάθε ίχνος του χάθηκε» (Ψαλ. λς' 35-36). Ό χρόνος λοιπόν άφορα τον παρόντα κόσμο, τον κόσμο της δημιουργίας, και περιλαμβάνει «τα ρέοντα και συρόμενα». Και αυτός ό κόσμος μεταβάλλεται και παρέρχεται. Όποιος στηρίζεται και ελπίζει μόνο στον φθαρτό και εφήμερο αυτό υλικό κόσμο, «ώς άνθος χόρτου παρελεύσεται» (Ιακ. α' 10), αφού στήριξε την ύπαρξη του στη ματαιότητα και τη φθορά.
Αλλά ευτυχώς υπάρχει μετά το χρόνο και ή αίωνιότης. Ή αίωνιότης περιλαμβάνει «τά έστώτα και ουράνια». Αυτά μας καλούν να αρνηθούμε την αμαρτία, να ξεριζώσουμε τα πάθη, να πολεμήσουμε με τη χάρη του Θεού τις αδυναμίες μας. Μάς καλούν να ζούμε την πρόσκαιρη αυτή ζωή προσβλέποντας στα μέλλοντα και αιώνια. Αυτό τα εκφράζει άριστα με τον άγιοπνευματικό του λόγο ό άγιος Γρηγόριος ό Θεολόγος. Γράφει: «νεκρωθήναι τώ βίω και ζήσαι τήν έν Χριστώ κεκρυμμένην ζωήν». Ό πιστός χριστιανός καλείται να ζει και να διέρχεται την επίγεια ζωή του με το ανέσπερο φως, πού είναι ό αιώνιος Νόμος του Χριστού και το άγιο και ιερό Ευαγγέλιο του. Εκείνος δε πού εργάζεται το θέλημα του Θεού, μένει αιωνίως και δεν παρέρχεται (Α' Ίω. β' 17), αφού συνδέεται με τον αιώνιο και αθάνατο φιλάνθρωπο Θεό. Ή αίωνιότης λοιπόν αρχίζει για τον πιστό χριστιανό από αυτή τη ζωή, αφού από τώρα ενώνεται πνευματικώς με τον αθάνατο και αιώνιο Κύριο. Με το Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας ενωνόμαστε μυστηριακώς με τον Χριστό σε ένα σώμα. Μένουμε «έν τώ Χριστώ» και γίνεται ό καθένας μας μέλος δικό του, και Εκείνος μένει στο εσωτερικό μας, το οποίο γίνεται ναός δικός του. Το είπε ό Ίδιος: «Ό τρώγων μου τήν σάρκα και πίνων μου τό αίμα έν έμοί μένει, κάγώ έν αύτώ» (Ιω. ς' 56). Πραγματοποιείται δηλαδή μία μυστηριώδης ένωση με τον αιώνιο Θεό. Με τη συνεπή δε πνευματική εν Χριστώ ζωή ό καθένας μας γίνεται συμπολίτης των άγιων και οικιακός του Θεού (Εφ. β' 19).
Γνωρίζουμε, γράφει ό απόστολος Παύλος, καλά ότι, εάν ή επίγεια κατοικία της ψυχής μας, δηλαδή το σώμα μας, πού είναι κατοικία πρόσκαιρη και διαλύεται εύκολα σαν σκηνή, γίνει ερείπιο από τα δεινά και διαλυθεί από το θάνατο, έχουμε σαν άλλη οικοδομή, πού μάς ετοιμάζεται από τον Θεό, το νέο αθάνατο σώμα. Αυτό πλέον θα είναι σπίτι το οποίο δεν έκτισαν χέρια ανθρώπινα, και θα είναι αιώνιο στους ουρανούς (Β' Κορ. ε' 1).
Κάθε αρχή νέου χρόνου είναι για τον καθένα μας νέα παράταση ζωής σ' αυτόν τον κόσμο τον φθειρόμενο και παρερχόμενο και μία νέα ευκαιρία για αγώνες πνευματικούς, θεοφιλείς, άγιους. Όπως ό άγιος Γρηγόριος ό Θεολόγος, και εμείς να επιθυμήσουμε και να επιδιώξουμε «νεκρωθήναι τώ βίω και ζήσαι τήν έν Χριστώ κεκρυμμένην ζωήν...» ανταλλάσσοντας ό καθένας μας «τά ρέοντα και συρόμενα» με τα μένοντα και ουράνια. Να ανταλλάξουμε και εμείς όλα αυτά πού περνούν και μεταβάλλονται, με τα σταθερά, τα αμετάβλητα και αιώνια.
Ευχή μας προς τούς αγαπητούς αναγνώστες είναι αυτή: να προσπερνούμε με τη χάρη του Σωτήρος μας Κυρίου Ιησού Χριστού τα πρόσκαιρα. Να μη δελεαζόμαστε από τη ματαιότητα του φθαρτού τούτου κόσμου. Αλλά, αγωνιζόμενοι γενναία «τόν καλόν αγώνα τής πίστεως» και ζώντας με πληρότητα και συνέπεια τη νέα εν Χριστώ ζωή, να γευόμαστε από τώρα, μέσα στην αγία Εκκλησία του Χριστού και με τη χάρη των Μυστηρίων της τις μελλοντικές μένουσες αιώνιες πνευματικές δωρεές.(Από τον «ΣΩΤΗΡΑ»)
Μόνο χρόνια πολλά;
Στις μεγάλες γιορτές-Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Πάσχα -στην ονομαστική μας γιορτή άλλα και άλλοτε, μικροί και μεγάλοι με επιστολές και ευχετήριες κάρτες ή με προσωπική επίσκεψη ή τηλεφωνικώς ανταλλάσσουμε ευχές. Το απαιτούν οι χρονιάρες γιορταστικές ήμερες, όπως λέγονται, και το επιβάλλουν οι κοινωνικές μας υποχρεώσεις. Ή ευχή «χρόνια πολλά» είναι ή επικρατέστερη.
Είναι καθήκον μας το να ευχόμαστε πάντοτε ο ένας στον άλλον, ιδιαίτερα σε τέτοιες μεγάλες γιορτές. Αποτελούν σταθμούς στη ζωή μας και δίνουν άλλη διάσταση σ' αυτήν.
Στους χριστιανούς ακόμα περισσότερο επιβάλλεται αυτό. Αποτελούμε μέλη της Εκκλησίας του Χριστού. Είμαστε αδελφοί έν Χριστώ Ιησού, μέλη του αυτού σώματος, με κεφαλή τον Χριστό. Ή χριστιανική αγάπη επιβάλλει να συμμετέχουμε στη χαρά του άλλου και να την μοιραζόμαστε. Του ευχόμαστε λοιπόν να είναι τα χρόνια της ζωής του πολλά, είτε είναι νέος είτε ηλικιωμένος.
Κάθε άνθρωπος θέλει να ζει. Έτσι μας δημιούργησε ό Θεός. «Θάνατον ούκ έποίησεν ό Θεός», «φθόνω δέ διαβόλου είσήλθεν ό θάνατος» στη ζωή του άνθρωπου (Σοφ. Σολ. α' 13, β' 24). Την παρακοή του στο Θεό ακολούθησε ό θάνατος, οι αρρώστιες, τα βάσανα, ό κόπος της ζωής, ό ιδρώτας και πολλά άλλα.
Δεν είναι όμως αρκετή μόνη της αυτή ή ευχή. Μαζί με τα «χρόνια πολλά» να ευχόμαστε στον άλλο τα χρόνια του να είναι και απαλλαγμένα από ασθένειες, βάσανα και στενοχώριες. Να είναι ή ζωή του ειρηνική, με υγεία της ψυχής και του σώματος. Να έχει αληθινή, γνήσια χαρά στη ζωή του. Να του χαρίζει ό Κύριος ακλόνητη και σταθερή πίστη στο Δημιουργό και Σωτήρα και Λυτρωτή μας Ιησού Χριστό και να τον φωτίζει να γνωρίσει την αλήθεια του Ευαγγελίου. Δηλαδή τα χρόνια πολλά να ευχόμαστε να είναι θεοφιλή και θεάρεστα, κάτω από την κραταιά προστασία του αγίου Θεού.
Ό Κύριος μας Ιησούς Χριστός μετά την τριήμερη εκ νεκρών Ανάσταση του εμφανίζεται στις Μυροφόρες γυναίκες. Ήταν καταλυπημένες από τα θλιβερά τραγικά γεγονότα του θανάτου του θείου Διδασκάλου τους. Τούς εύχεται να χαίρονται. «Χαίρετε», τούς είπε. Στους μαθητές, πού ήταν ταραγμένοι και ανήσυχοι για τα όσα θλιβερά προηγήθηκαν με τον θείο Διδάσκαλο τους, τούς εύχεται «ειρήνη ύμίν», να έχουν ειρήνη (Ματθ. κη' 9,Ίω. κ' 19).
Ό ευαγγελιστής της αγάπης Ιωάννης στην Γ’ Καθολική επιστολή του, την οποία απευθύνει προς τον πρεσβύτερο Γάιο, του εύχεται να ευτυχεί σε όλα και να έχει υγεία, καθώς πηγαίνει καλά και προοδεύει ή ψυχή του. «Αγαπητέ, περί πάντων εύχομαι σε εύοδούσθαι και ύ-γιαίνειν, καθώς εύοδούταί σου ή ψυχή» (στίχ. 2). Ανάλογες είναι και οι ευχές του αποστόλου Πέτρου στη δεύτερη επιστολή του (γ' 18).
Ό απόστολος Παύλος στην αρχή της κάθε επιστολής του και στο τέλος διατυπώνει ευχές πνευματικές: «Χάρις ύμίν και ειρήνη άπό Θεού πατρός ημών και Κυρίου Ιησού Χριστού» (Α' Κορ. α' 3). «Χαίρετε, καταρτίζεσθε, παρακαλείσθε, τό αυτό φρονείτε, ειρηνεύετε, και ό Θεός τής αγάπης και ειρήνης έσται μεθ' υμών» (Β' Κορ. ιγ' 11). Να χαίρετε, να εργάζεσθε προς πνευματική τελειοποίηση σας, να παρηγορείσθε, να έχετε το αυτό φρόνημα, να ζείτε με ειρήνη. Και ό Θεός της αγάπης και της ειρήνης θα είναι μαζί σας.
Επομένως και οι δικές μας ευχές μαζί με τα «χρόνια πολλά» πρέπει να έχουν και πνευματικό περιεχόμενο, πού θα άφορα την πνευματική πρόοδο και προκοπή του άλλου, για να έχει την ευλογία του Θεού. Να μην περιορίζονται μόνο σε τετριμμένα και ανούσια εγκόσμια πράγματα.
Ή παράταση της ζωής μας, πού ευχόμαστε να είναι μακρά, είναι χρόνος για βαθύτερη μετάνοια και επίγνωση του θελήματος του Θεού, χρόνος για πλουσιότερη πνευματική καρποφορία και χρόνος προετοιμασίας για την αιωνιότητα (βλ. και Λουκ. ιγ' 6-9).
Ή μακροθυμία του Θεού ακούει τις ευχές μας και παρατείνει τη ζωή μας. Όμως αυτή ή προσφορά του χρόνου είναι παράταση προθεσμίας και μόνιμη υπόμνηση της υποχρεώσεως μας να φιλοτιμηθούμε να προσέξουμε την κατάσταση της ψυχής μας, ώστε να γίνει ευάρεστη στο Θεό και να φέρει καρπό αρετής και αγιασμού.
Μη λησμονούμε όμως ότι ή μακροβιότης καθορίζεται από τον πάνσοφο Θεό, αφού ή ζωή μας είναι δώρο του Θεού. Αυτός είναι πού δίδει «πασι ζωήν και πνοήν και τά πάντα» (Πράξ. ιζ' 25). Δηλαδή, Εκείνος δίνει σ' όλα τα ζώντα δημιουργήματα του ζωή και αναπνοή και όλα όσα χρειάζονται για τη συντήρηση τους. Εμείς ευχόμαστε και επιθυμούμε να είναι πολλά τα χρόνια του καθενός μας. Εκείνο όμως πού έχει ουσιαστική σημασία είναι όχι τόσο τα πόσα άλλα πώς θα ζήσει ό καθένας μας τα λίγα ή πολλά χρόνια της ζωής του.
Αδελφέ μου, όλοι μας ενδιαφερόμαστε για τη μακροζωία. Την ποθούμε, την επιδιώκουμε και προσπαθούμε να την εξασφαλίσουμε. Οι ευχές μας «χρόνια πολλά», «έτη μακρά», «πολλά τα έτη σας» κλπ. αυτό εκφράζουν. Χρόνια πολλά, ναι- αλλά να είναι και χρόνια γεμάτα από τη χριστιανική χαρά, χρόνια καταρτισμού, χρόνια με καρπούς μετανοίας, χρόνια ειρηνικά, γεμάτα από αγάπη, χρόνια κοντά στο Χριστό και μαζί με το Χριστό. Να είμαστε ενωμένοι με Εκείνον πού είναι ό Άγιος, ή Αγάπη, ή Σοφία, πού είναι το φώς μας, ή χαρά μας, το πάν.
.
(Από τον «ΣΩΤΗΡΑ»)
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου