Ατενίζοντας τον Εσταυρωμένο Ιησού εν Σιωπή
Σοφία Ντρέκου
Η θυσία του Χριστού ήταν πράξη
ελεύθερη της αγάπης του Θεού
για τη σωτηρία του αμαρτωλού κόσμου.
Καμιά ανάγκη δεν επιστάτησε
στην προσφορά της.[4]
Η σταυρική θυσία του Χριστού
«Όταν εγώ βλέπω τον Εσταυρωμένο γυμνό επάνω στον Σταυρό, όταν βλέπω πόσα υπέφερε από τους ανθρώπους ο Θεός ο αναμάρτητος, όταν βλέπω την αγάπη Του, την ευτέλεια, την ταπείνωσί Του και σκέπτομαι, ότι για μένα σταυρώθηκε από αγάπη, ότι συγχώρησε τους σταυρωτάς Του, ότι συγχώρησε τους αποστόλους, που Τον εγκατέλειψαν, ότι συγχώρησε την αχαριστία και την ασέβεια όλων των ανθρώπων, λέγοντας: «Πάτερ, άφες αυτοίς. ου γαρ οίδασι τί ποιούσι» (Λουκ. κγ’, 34), πώς εγώ δεν θα υπομείνω, εάν με ταπεινώσουν, εάν με ρεζιλέψουν, εάν με φτύσουν, εάν μου κάνουν ο,τιδήποτε;
Άπαξ και είμαι μαθητής Του Χριστού και είμαι βαπτισμένος στο Όνομά Του και θεωρούμαι παιδί Του και θα κληρονομήσω την Βασιλεία των ουρανών, είναι δυνατόν ποτέ να φανώ οκνηρός κι απάνθρωπος και να μη συγχωρήσω ό,τι ελαφρό μου έκανε ένας αδελφός μου; Ποτέ.
Άρα κοιτάζοντας τον Εσταυρωμένο μέσα μου αλλάζω, μαλακώνει η καρδιά μου κι απλώνεται η αγάπη. Και μπορώ εκείνη τη στιγμή να τρέξω, να βάλω μετάνοια στον αδελφό μου, να τον αγκαλιάσω και να του πω: «Αδελφέ μου, συγχώρησέ με, που σου έκανα αυτό το πράγμα, κι αν μου έκανες κι εσύ κάτι, Θεός σχωρέσοι». Έτσι θεραπευόμεθα από τα δαγκώματα της αμαρτίας και των παθών, όταν ατενίζουμε στο Χριστό μας, τον Εσταυρωμένο.»[1]
Ατενίζοντας τον Ιησού εν Σιωπή
Κάθε χρόνο, όταν φτάνει η Μεγάλη Εβδομάδα, ο πιστός προσκαλείται για μία επανατοποθέτηση της ζωής του μπρος στο μυστήριο του πάθους του Χριστού. Ο Χριστός μας ατενίζει καθηλωμένος εκεί στα μεσούρανα, στο Σταυρό Του, προσκαλώντας μας και προκαλώντας ταυτόχρονα πιστούς και λιγότερο πιστούς.Και ποιος άραγε θα μπορούσε να διαβεβαιώσει ότι προσπέρασε το Σταυρό του Χριστού, το αιώνιο αυτό σκάνδαλο της λογικής ανθρώπων και αγγέλων, χωρίς κλυδωνισμούς αμφιβολιών, χωρίς κραδασμούς στο επίπεδο των αυτονόητων ενδοκοσμικών βεβαιοτήτων;
Φέτος, αντικρίζουμε λίγο πριν την Ανάσταση και πάλι το Χριστό, μέσα σε μια πρωτόγνωρη εσχατολογική σύγχυση των άλλοτε αυτονόητων, φαντάζει περισσότερο μόνος: δεμένος σαν κακούργος, περιτριγυρισμένος και λοιδορούμενος από τον όχλο και το αρχοντολόϊ της πολιτικής και εκκλησιαστικής εξουσίας του «καιρού εκείνου»· με τους μαθητές Του αποσυναρμολογημένους, διασκορπισμένους και ανήμπορους να του προσφέρουν κάτι περισσότερο από την άρνηση του Πέτρου.Κι Αυτός σιωπηλός, να ατενίζει όλους, όπως τότε τον Πέτρο πριν λαλήσει ο πετεινός, και να αναμοχλεύει μέσα μας όλες τις αρνήσεις κι όλες τις προδοσίες στο πρόσωπό Του, όλα τα πάθη κι όλες τις πληγές.
Να μας κοιτά με μιαν απέραντα μεγαλόπρεπη Σιωπή -όση κι η αγάπη Του- που θεραπεύει την κούφια και υβριστική πολυλογία των «εκπροσώπων» Του, κάθε μεγαλόστομη και υπερφίαλη καπηλεία της Σιωπής και του Πάθους.
Μία αγιασμένη, πονεμένη Σιωπή για τους πόνους και τις αποτυχίες των ανθρώπων όλων των αιώνων, μυστική φωνή στα μύχια της ψυχής μας. Μία μεγαλειώδης, εύγλωττη, κατανυκτική Σιωπή Αγάπης.
«Ο δε Ιησούς εσιώπα». Στον πόνο και στον θρίαμβο. Και όταν έκανε τα θαύματα, και όταν δεχόταν τα ραπίσματα. Και όταν εισέρχεται θριαμβευτικά στα Ιεροσόλυμα «μετά βαΐων και κλάδων», και όταν ερωτάται από τον αρχιερέα Καϊάφα, τον Πιλάτο, τον βασιλιά Ηρώδη: «Ουδέν αποκρίνη; ουκ ακούεις πόσα σου καταμαρτυρούσιν; Ο δε Ιησούς εσιώπα».Σιωπά όταν ο όχλος και οι στρατιώτες τον χλευάζουν, όταν τον προκαλούν λέγοντας: «Σώσον σεαυτόν ει Υιός ει του Θεού». Όταν καταφέρουν στο άγιο πρόσωπό Του ραπίσματα και με σαρκαστική ειρωνεία τον εξωθούν να «προφητεύσει» ποιος τον εράπισε. Ανταποδίδει στην παράλογη πρόκληση της ανθρώπινης κακότητας την πορφυρά Σιωπή των σταυρωμένων Του χεριών, τη ματωμένη καρδιά της Αγάπης.Σιωπά ο Ιησούς μπροστά στην μισαλλοδοξία εχθρών, στην αλαζονεία και την υποκρισία των «φίλων», γιατί οι λέξεις δεν μπορούν να πουν τίποτα περισσότερο απ' όσα πολυσήμαντα μαρτυρούν τα πάθη, ο Σταυρός και η Ανάστασή Του.
Η Σιωπή του Ιησού είναι διακριτική συνομιλία, ένας αέναος διάλογος αγάπης με τις ψυχές, όταν τα λόγια καθίστανται ανήμπορα να διασπάσουν τα τείχη του ορθολογισμού και της αμφιβολίας που έχουν ερμητικά σφραγίσει τα «ώτα» μας. Όταν τα πάθη έχουν αλλοιώσει την «λογική» ψυχή μας και την έχουν παραδώσει στο παράλογό της τυχαιότητας, το χαοτικό ενήδονο κυνήγι της οδύνης.
Συνομιλεί και τότε «εν τη σιωπή» ο Χριστός μαζί μας, γιατί ο άνθρωπος ποτέ δεν παύει να είναι Εικόνα του Θεού, ποτέ δεν χάνει την ικανότητα να διαισθάνεται, να ξέρει, να «καταλαβαίνει πολύ περισσότερα πράγματα απ' όσα μπορεί να εκφράσει», απ' αυτά που μπορεί να ακούσει.
Ο Σιωπών Χριστός του Πάθους, μας έχει εξασφαλίσει το προνόμιο, ώστε «νυν και αεί» να μπορούμε να ψιθυρίζουμε το «μνήσθητί μου, Κύριε» του ληστού, ακόμα και πάνω στο σταυρό της πιο μεγάλης ντροπής, της πιο μεγάλης απελπισίας.Ο Χριστός της Σιωπής, είναι ο Χριστός της αγάπης, ο Χριστός της αναμονής, δηλαδή ο Χριστός της ελευθερίας: κανένα δεν εξαναγκάζει, μα αγαπά, σιωπά και περιμένει την μετάνοιά μας. «Η σιωπή είναι ο εσχατολογικός τρόπος με τον οποίον μιλεί και πράττει ο Θεός... Όποιος αγαπά δεν φλυαρεί... μα υποφέρει και υπομένει».
Να μας κοιτά με μιαν απέραντα μεγαλόπρεπη Σιωπή -όση κι η αγάπη Του- που θεραπεύει την κούφια και υβριστική πολυλογία των «εκπροσώπων» Του, κάθε μεγαλόστομη και υπερφίαλη καπηλεία της Σιωπής και του Πάθους.
Μία αγιασμένη, πονεμένη Σιωπή για τους πόνους και τις αποτυχίες των ανθρώπων όλων των αιώνων, μυστική φωνή στα μύχια της ψυχής μας. Μία μεγαλειώδης, εύγλωττη, κατανυκτική Σιωπή Αγάπης.
«Ο δε Ιησούς εσιώπα». Στον πόνο και στον θρίαμβο. Και όταν έκανε τα θαύματα, και όταν δεχόταν τα ραπίσματα. Και όταν εισέρχεται θριαμβευτικά στα Ιεροσόλυμα «μετά βαΐων και κλάδων», και όταν ερωτάται από τον αρχιερέα Καϊάφα, τον Πιλάτο, τον βασιλιά Ηρώδη: «Ουδέν αποκρίνη; ουκ ακούεις πόσα σου καταμαρτυρούσιν; Ο δε Ιησούς εσιώπα».Σιωπά όταν ο όχλος και οι στρατιώτες τον χλευάζουν, όταν τον προκαλούν λέγοντας: «Σώσον σεαυτόν ει Υιός ει του Θεού». Όταν καταφέρουν στο άγιο πρόσωπό Του ραπίσματα και με σαρκαστική ειρωνεία τον εξωθούν να «προφητεύσει» ποιος τον εράπισε. Ανταποδίδει στην παράλογη πρόκληση της ανθρώπινης κακότητας την πορφυρά Σιωπή των σταυρωμένων Του χεριών, τη ματωμένη καρδιά της Αγάπης.Σιωπά ο Ιησούς μπροστά στην μισαλλοδοξία εχθρών, στην αλαζονεία και την υποκρισία των «φίλων», γιατί οι λέξεις δεν μπορούν να πουν τίποτα περισσότερο απ' όσα πολυσήμαντα μαρτυρούν τα πάθη, ο Σταυρός και η Ανάστασή Του.
Η Σιωπή του Ιησού είναι διακριτική συνομιλία, ένας αέναος διάλογος αγάπης με τις ψυχές, όταν τα λόγια καθίστανται ανήμπορα να διασπάσουν τα τείχη του ορθολογισμού και της αμφιβολίας που έχουν ερμητικά σφραγίσει τα «ώτα» μας. Όταν τα πάθη έχουν αλλοιώσει την «λογική» ψυχή μας και την έχουν παραδώσει στο παράλογό της τυχαιότητας, το χαοτικό ενήδονο κυνήγι της οδύνης.
Συνομιλεί και τότε «εν τη σιωπή» ο Χριστός μαζί μας, γιατί ο άνθρωπος ποτέ δεν παύει να είναι Εικόνα του Θεού, ποτέ δεν χάνει την ικανότητα να διαισθάνεται, να ξέρει, να «καταλαβαίνει πολύ περισσότερα πράγματα απ' όσα μπορεί να εκφράσει», απ' αυτά που μπορεί να ακούσει.
Ο Σιωπών Χριστός του Πάθους, μας έχει εξασφαλίσει το προνόμιο, ώστε «νυν και αεί» να μπορούμε να ψιθυρίζουμε το «μνήσθητί μου, Κύριε» του ληστού, ακόμα και πάνω στο σταυρό της πιο μεγάλης ντροπής, της πιο μεγάλης απελπισίας.Ο Χριστός της Σιωπής, είναι ο Χριστός της αγάπης, ο Χριστός της αναμονής, δηλαδή ο Χριστός της ελευθερίας: κανένα δεν εξαναγκάζει, μα αγαπά, σιωπά και περιμένει την μετάνοιά μας. «Η σιωπή είναι ο εσχατολογικός τρόπος με τον οποίον μιλεί και πράττει ο Θεός... Όποιος αγαπά δεν φλυαρεί... μα υποφέρει και υπομένει».
Η Σιωπή του Λόγου! Τα λόγια είναι τα εργαλεία της χρονικότητας. Η κατανόηση της ουσίας των λόγων εισάγει στην αιωνιότητα του υπέρ-λογου, εκεί όπου τα λόγια είναι περιττά. Η «σιωπή είναι η γλώσσα της Βασιλείας του Θεού». «Η σιωπή μυστήριόν εστι του αιώνος του μέλλοντος· οι δε λόγοι όργανόν εστι τούτου του κόσμου» (Ισαάκ ο Σύρος).Η Σιωπή του Λόγου λογοποιεί την παράλογη λογική του πεπτωκότος ανθρώπου. Σιωπηλά ανασκάπτει τις καρδιές, αποκόπτει τα καρκινώματα του άλογου εγωισμού, δένει τα τραύματα, ζωντανεύει την ερειπωμένη πίστη, ετοιμάζει την εξανάσταση.
Μέσα στην σιωπή συντελείται η θεανθρώπινη συνάντηση. «Ιδού, ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός». Ο άνθρωπος εκεί, στη σιγή της ησυχίας, «των υπερφυών γεύεται αγαθών και υπερκοσμίων απολαύει καλών, και της του Θεού αγάπης καθίσταται χώρημα· και ούτω ερωτοληπτείται και χαίρει και ευθυμεί» (άγιος Κάλλιστος).
«Ο φίλος της σιωπής προσεγίζει τον Θεό και συνομιλώντας μυστικά μαζί Του, φωτίζεται απ' Αυτόν» (άγιος Ιωάννης Κλίμακος).
Όσοι αυτή την ύστατη ώρα τη Μεγάλης Εβδομάδος, κατορθώσουμε ατενίζοντες τον Ιησού ν' αφουγκραστούμε ταπεινά τη πολύφθογγη Σιωπή Του, αποφασίσουμε «εν μετανοία» να εναποθέσουμε στα χέρια Του την ζωή μας και μπούμε στη σιωπή του «όλβιου» τάφου, θα λάβουμε σαν δώρο την έξοδο από την πολυδαίδαλη σύγχυση, θα ζήσουμε άλλη μία φορά δια του θανάτου Του την «εκ νεκρών Ανάσταση».[
http://www.sophia-ntrekou.gr/ - Αέναη Επανάσταση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου