Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Μακεδονίτισσας

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Μακεδονίτισσας
Άγιοι του Θεού πρεσβεύετε υπέρ ημών !

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2016

Το δικό μου μερτικό!

 
 
 

Χρόνια πολλά σε όλους !
 

 
 

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2016

Τα Χριστούγεννα είναι πρόσκληση αγιότητας

 


Έξω στον «κόσμο», οι έμποροι στολίζουν τις βιτρίνες των καταστημάτων και οι εταιρίες δώρων αρχίζουν τον κατακλυσμό των διαφημίσεων. Και στις δύο περιπτώσεις, «Χριστούγεννα» = κάντε δώρα, πάρτε δώρα, στολίστε, αγοράστε, κ.τ.λ.

Σκοπός των εμπορικών στολισμών και του κατακλυσμού των διαφημίσεων, να αυξήσουν οι έμποροι το (δικό τους) οικονομικό κέρδος. (Κακό είναι; Κακό γίνεται όταν κάποιος ξεχνάει το Χριστό, ξεχνάει ακόμα και τον άνθρωπο, και θυμάται κι αγαπάει μόνο τα λεφτά, σαν τον Εμπενίζερ Σκρουτζ - κατά τα άλλα χρειάζεται κι ο γιορτινός διάκοσμος και στο σπίτι μας και στο μαγαζί μας, αλλά για να φανερώσει το Φως που έχουμε μέσα μας, όχι για να το αντικαταστήσει).

Η Εκκλησία επίσης ξεκινάει την πορεία προς τα Χριστούγεννα και σκοπός της είναι το (δικό μας) πνευματικό κέρδος, το αιώνιο κέρδος, η αιώνια ζωή μας. Η Εκκλησία μάς προσκαλεί να απλώσουμε το χέρι και να πάρουμε το Χριστό - μας καλεί στα γενέθλια της Νέας Ανθρωπότητας, αυτής που ενώνεται με το Χριστό και γι' αυτό έχει χαρά, δεν αναζητά τη χαρά στα δώρα, τα στολίδια και τις λιχουδιές.

Ο ορθόδοξος χριστιανός χαίρεται βαθιά και πολύ τα Χριστούγεννα, επειδή ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να γίνουμε εμείς οι άνθρωποι θεοί (άγιοι, φωτεινά όντα γεμάτα αγάπη, ενωμένα με τον απόλυτα Φωτεινό Τριαδικό Θεό διά του Χριστού). Κι επειδή χαίρεται, εκφράζει τη χαρά του με τα στολίδια, τα δώρα και το (οικογενειακό) γιορταστικό τραπέζι.

Ο κόσμος (που δεν έχει ή δε θυμάται την ορθοδοξία) φορτώνεται δώρα, στολίδια και λιχουδιές για να νιώσει χαρά,επειδή δεν έχει χαρά μέσα στην καρδιά του! Γι' αυτό τα Χριστούγεννα στον πρώην χριστιανικό δυτικό κόσμο είναι μια τραγική γιορτή, με αυξημένα τα ποσοστά αυτοκτονιών: επειδή ο πρώην χριστιανός, αν δεν έχει συντροφιά ν' απαλύνει τη μοναξιά του, δεν αντέχει που βλέπει αυτό το φανταχτερό (και καταναλωτικό, αποθέωση του Shoping) χρώμα που απλώνεται παντού, η ζήλεια τον οδηγεί σε απόγνωση και δυστυχία. 

Ενώ ο χριστιανός, ακόμη κι αν δεν έχει φιλική ή συγγενική συντροφιά, έχει τη συντροφιά εκείνων που αγρυπνούν στις εκκλησίες, όπου πηγαίνει κι αυτός και προσεύχεται μαζί τους (κάπου στην πόλη σου θα υπάρχει κάποιος ναός ή μοναστήρι, όπου γίνεται σαρανταλείτουργο αυτές τις μέρες, δηλαδή κάθε μέρα -συνήθως κάθε βράδυ- λειτουργία).

Ακόμη κι αν δεν έχει ανθρώπινη συντροφιά, έχει για συντροφιά το Χριστό, το ξεχωριστό άγιο Μωρό, που το έχω συντροφιά μου καθώς προσεύχομαι, καθώς γονατίζω, καθώς ανάβω το κερί μου, καθώς μεταλαβαίνω το άγιο Σώμα και το πολύτιμο Αίμα Του! Χριστιανισμός = πάντα με συντροφιά. Αυτό άλλωστε είναι κι ο παράδεισος. 

(Από εδώ είναι κι η συνήθεια τα Χριστούγεννα να «θυμόμαστε» τους μοναχικούς ανθρώπους, να τους επισκεπτόμαστε ή να τους καλούμε κ.τ.λ. Είναι κάτι σημαντικό κι αυτό, αλλά φυσικά δε φτάνει και δεν πρέπει ν' αποκοιμίζει τη συνείδησή μας για... όλο τον υπόλοιπο χρόνο).

Πώς μας ετοιμάζει η Εκκλησία για τη μεγάλη ημέρα των Χριστουγέννων;

Από σήμερα, στις εκκλησίες ψέλνουμε χριστουγεννιάτικους ύμνους, και κυρίως τον ύμνο του μεγάλου ποιητή και μουσικού του Βυζαντίου, του αγίου Ρωμανού του Μελωδού, που λέει:

«Η Παρθένος σήμερα έρχεται προς το σπήλαιο, για να γεννήσει μυστηριωδώς τον προαιώνιο Θεό. Άγγελοι μαζί με βοσκούς δοξολογούν, μάγοι ταξιδεύουν μαζί μ' ένα αστέρι, για το ξεχωριστό Παιδί, τον προαιώνιο Θεό, που θέλησε να Τον δούμε».

Στ' αρχαία, ο ύμνος είναι: «Η Παρθένος σήμερον τον προαιώνιον Λόγον εν σπηλαίω έρχεται αποτεκείν απορρήτως. Άγγελοι μετά ποιμένων δοξολογούσι, μάγοι δε μετά αστέρος οδοιπορούσι, βουληθέντα επωφθήναι παιδίον νέον, τον προ αιώνων Θεόν».

[Να εξηγήσω ότι ο στίχος «τον προαιώνιον Λόγον» εννοεί το Χριστό, ο οποίος ονομάζεται «Λόγος του Θεού» στην αρχή του 
κατά Ιωάννην ευαγγελίου. Και ότι η φράση «παιδίον νέον» σημαίνει «καινούργιο παιδί», αλλά μπορεί να έχει την έννοια καινούργιο = διαφορετικό από κάθε άλλο που γεννήθηκε μέχρι τώρα, γι' αυτό το μετέφρασα «ξεχωριστό».]

Η Εκκλησία επίσης αρχίζει την ετοιμασία για τη γιορτή των Χριστουγέννων με την είσοδό μας στη «Μικρή Σαρακοστή», δηλ. τη νηστεία που αρχίζει 15 Νοέμβρη και λήγει τα Χριστούγεννα.

Είναι μια χαρούμενη νηστεία - σε αντίθεση με τη Μεγάλη Σαρακοστή, που είναι πένθιμη νηστεία, επειδή οδηγεί στη Μεγάλη Εβδομάδα και στο Πάθος του Χριστού

Τώρα είναι μια χαρούμενη νηστεία, γι' αυτό και είναι «ελαφρύτερη», δηλαδή μπορούμε να φάμε ψάρια («κατάλυσις ιχθύος»), ενώ τη Μεγάλη Σαρακοστή τρώμε ψάρια μόνο 2 φορές: του Ευαγγελισμού και των Βαΐων.

Ανοίγοντας λοιπόν μια περίοδο, όπου αντικαθίσταται το κρέας με το ψάρι, η σαρακοστή αυτή έχει ΚΑΙ οικολογικό μήνυμα, αλλά και αξία για την υγεία μας. Και είναι μια ευκαιρία ν' αρχίσει να σου αρέσει το ψάρι -να το βλέπεις με άλλο μάτι- και να μη θες κρεατάκι σε καθημερινή βάση. Το να θέλουμε κρέας κάθε μέρα είναι και ανθυγιεινό, αλλά και δηλώνει απληστία. Άσε τώρα που έχουν βγει διάφορα νηστίσιμα εδέσματα που είναι ακριβότερα από τα κρεατικά - δε μιλάμε για τέτοιες διατροφικές συνήθειες, πολύ δαπανηρές, όταν μιλάμε για νηστεία εδώ πέρα.
  • Τα Χριστούγεννα λοιπόν είναι μια γιορτή χαράς, δηλαδή μια πρόσκληση αγιότητας.
Εννοείται πως κάθε μέρα (όπως κι όλο το χρόνο) είσαι καλεσμένος στη θεία Μετάληψη και την εξομολόγηση, δύο άλλες μεγάλες πηγές χαράς!

Η θεία Μετάληψη είναι πηγή μεγάλης χαράς, γιατί φέρνεις μέσα σου το Σώμα + Αίμα του Χριστού και ενώνεσαι μαζί Του. Η εξομολόγηση είναι πηγή μεγάλης χαράς, γιατί λευκαίνεις ξανά τη μαυρισμένη στολή της ψυχής σου και την κάνεις φωτεινή. Παντού υπάρχει χαρά! Ορθοδοξία = αυτό που λένε οι παππούδες μας «χαρά Θεού»!

Ωστόσο, μέσα σ' αυτή τη χαρά, έχω 2 λόγους να είμαι και θλιμμένος: ο ένας λόγος είναι ότι υπάρχουν άνθρωποι που πονάνε ή πεινάνε, άνθρωποι που έχουν πέσει θύματα βίας ή αδικίας κ.τ.λ. Κι ο άλλος λόγος είναι ότι είμαι πολύ αμαρτωλός, γεμάτος πάθη και ελαττώματα, ανάξιος να πλησιάσω το Χριστό, που είναι απόλυτα καθαρός και φωτεινός. 

Αλλά ΑΚΡΙΒΩΣ ΓΙ' ΑΥΤΟ υπάρχουν οι γιορτές, η νηστεία, η θεία Μετάληψη και η εξομολόγηση, για να ανοιχτώ προς το Θεό και να πάρω βοήθεια να πολεμήσω τα πάθη μου και να γίνω φωτεινός και αντάξιος του Χριστού μου! Κι έτσι (τότε - τότε μόνο) θα μπορέσω και να βοηθήσω τους αδελφούς μου τους πονεμένους, γιατί θα μπορώ να κάνω θυσίες γι' αυτούς, από τη θυσία χρήματος μέχρι τη θυσία να ξαγρυπνήσω ένα βράδυ να προσεύχομαι γι' αυτούς. Αγάπη = τι θυσίες μπορείς να κάνεις για κάποιους.

Θάρρος λοιπόν: είμαι αμαρτωλός, αλλά ο Χριστός με κάλεσε. Όχι για να μου πάρει κάθε πόνο (κι όταν καθαριστώ ψυχικά, πάλι θα υπάρχουν άνθρωποι που πονάνε, άρα πάλι θα υπάρχει για μένα μια αιτία θλίψης), αλλά για να μεταμορφώσει τη θλίψη μου σε δύναμη για τη δική μου σωτηρία και τη βοήθεια του πλησίον μου.
 
Πολλά είπαμε και δε χρειάζεται να πούμε άλλα. Το νόημα της νηστείας, όπως και το νόημα της θείας Μετάληψης και της εξομολόγησης (γιατί υπάρχουν;) θα το βρεις, φίλε και φίλη μου, ΕΔΩ. (Πότε νηστεύουμε γενικά, όλο το χρόνο, δες εδώ).

Και επαναλαμβάνω κάτι, που έχουμε πει σ' αυτό το blog από την αρχή: ΕΛΑ ΟΠΩΣ ΕΙΣΑΙ! Όπως κι αν είσαι ντυμένος, χτενισμένος ή βαμμένος, αλλά όπως κι αν είναι η ψυχή σου, όσο αμαρτωλός και πονεμένος κι αν είσαι, ΕΛΑ ΟΠΩΣ ΕΙΣΑΙ! Μάλιστα όσο πιο πολύ ΝΟΜΙΖΕΙΣ ότι «δεν κάνεις» για την εκκλησία, για την προσευχή, για την εξομολόγηση ή τη θεία Μετάληψη, τόσο περισσότερο κάνεις! Τόσο περισσότερο σε καλεί ο Χριστός, που δεν κρίνει, μόνο γιατρεύει.

Η εκκλησία είναι το σπίτι σου, το καταφύγιό σου, ακόμη κι αν ο παπάς της ενορίας σου «δεν είναι εντάξει», θα βρεις έναν άλλο παπά στη διπλανή ενορία ή σε μια μακρινή ενορία, ή έναν απλό χριστιανό (τον παππού σου, τη γιαγιά σου, ένα γείτονα που τον περιφρονούσες ως τώρα γιατί τον θεωρούσες «θρησκόληπτο», μια θεία που τη θεωρούσες «θεούσα») και εσύ κι αυτός μαζί θα γίνεται Εκκλησία και θ' ανάψετε το κερί σας (σαν ένα ελάχιστο δώρο) με ταπείνωση και αγάπη μπροστά στην Αγία Τράπεζα.

ΚΑΛΟ ΑΓΩΝΑ, λοιπόν, αδερφέ μου αγαπημένε,
αδερφέ μου αμαρτωλέ σαν κι εμένα
 
ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!!

 
Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου
 
 
 
 

Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2016

Ο Άγιος Σπυρίδωνας

 
 
Βίος Αγίου Σπυρίδωνος του Θαυματουργού Επισκόπου Τριμυθούντος
 
Ο Άγιος Σπυρίδων ο Θαυματουργός, Επίσκοπος Τριμυθούντος Κύπρου εορτάζεις τις 12 Δεκεμβρίου.
Ανήκει στην ιερή φάλαγγα των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας των πρώτων αιώνων.
Γεννήθηκε το 270 μ.Χ. και έζησε στα χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου (306 - 337) και του γιου του Κωνστάντιου (337 - 361).
Γενέθλια πατρίδα του ο Άγιος Σπυρίδων είχε όχι την Τριμυθούντα της Κύπρου, όπως γράφουν πολλοί και που σήμερα είναι ένα μικρό χωριό με το όνομα Τρεμετουσία, αλλά την γειτονική της κωμόπολη Άσσια.
Αυτό μας λέγει ο Άγιος Τριφύλλιος, πρώτος Επίσκοπος της Λευκωσίας και μαθητής του Αγίου Σπυρίδωνος. «Ούτος ουν ο Άγιος Σπυρίδων αγροίκος μεν ην ειπείν κατά την ανατροφήν, εν χωρίω Ασκία καλουμένω γεννηθείς εις την Κυπρίων επαρχίαν». Το χωριό Ασκία (πιο σωστά Άσκια) είναι η γνωστή κωμόπολη της Άσσιας, που είναι κοντά στην Τριμυθούντα. «Αγροίκος» σημαίνει άνθρωπος απλοϊκός, άνθρωπος που δεν σπούδασε, δεν έμαθε να γράφει και να διαβάζει καλά.
Άνθρωπος, όπως λέμε εμείς σήμερα του βουνού και του κάμπου. Άνθρωπος της υπαίθρου• και τέτοιος πραγματικά ήταν ο Άγιος μας. Τέτοιοι ήσαν και οι γονείς του. Άνθρωποι αγρότες, φτωχοί, αλλά πολύ ενάρετοι και πιστοί. Γι' αυτό και το παιδί τους το ανέθρεψαν με προσοχή και φόβο Θεού. Το ανέθρεψαν, όπως λέγει και ο θείος Παύλος για τον μαθητή του Τιμόθεο, ότι τον ανέθρεψε η γιαγιά του Λωΐδα και η μητέρα του Ευνίκη «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου».
 
Μόρφωση και ζωή
Γράμματα ο Άγιος δεν έμαθε πολλά. Ούτε φοίτησε σε ανώτερες Σχολές, όπως οι άλλοι μεγάλοι ιεράρχες της Εκκλησίας. Η Αγία Γραφή όμως, το βιβλίο του Θεού, ήταν ο καθημερινός και αχώριστος σύντροφός του. Όπου πήγαινε, μαζί του την έπαιρνε. Μαζί του στο σπίτι. Μαζί του και όταν οδηγούσε τα πρόβατα στη βοσκή, γιατί ήταν βοσκός. Μέσα στο σακίδιό του, την γνωστή κυπριακή βούρκα στην οποία είχε βαλμένο το λιτό του γεύμα, είχε και το Ευαγγέλιό του. Πόσο συγκινητική, μα και αξιομίμητη αλήθεια ήταν τούτη η συνήθειά του! Μιλάει μόνη της.
Τούτο προσθέτουμε:
Εκεί στον κάμπο τον πλατύ, όταν τα πρόβατα βοσκάνε, ο Σπυρίδων καθισμένος κάτω από τον ίσκιο κάποιου δένδρου ή πάνω σε κάποιο ψήλωμα μελετούσε μ' ευφροσύνη τα λόγια του Θεού και σαν τον Δαβίδ έψαλλε και δοξολογούσε τα μεγαλεία του. Πολλές φορές ακόμη καλούσε κοντά του τους άλλους βοσκούς και με στοργή και αγάπη παραδειγματική τους δίδασκε του Θεού τον νόμο, και αγωνιζόταν ώρες να οδηγήσει τις ψυχές τους στα χλοερά λιβάδια της χριστιανικής πίστης.
Από τα πρώτα του βήματα το λουλούδι αυτό του Ουρανού και όργανο του Αγίου Πνεύματος φρόντιζε να σκορπίσει παντού της Ορθοδοξίας τα αρώματα. Κάθε μέρα που περνούσε, ο ζήλος του για την σωτηρία των γύρω του, μα και η αγάπη και η ταπείνωσή του, τον ανέβαζε και σε ψηλότερες βαθμίδες αρετής και ηθικής τελειώσεως. Και γινόταν για τις δύσκολες ημέρες της εποχής του, εποχής σκληρών διωγμών και ειδωλολατρίας, πρότυπο θάρρους και χριστιανικής ομολογίας. Στον διωγμό, που εξαπέλυσε ενάντια στους Χριστιανούς ο Μαξιμίνος (308 - 313) συνελήφθη και ο ιερός Σπυρίδων. Ο φλογερός και υπέρμαχος της χριστιανικής αλήθειας του Θεού επίσκοπος δεν μπορούσε να αγνοηθεί. Τα βασανιστήρια πολλά. Σ' ένα απ' αυτά όπως μας λέγει κάποιος συναξαριστής, είχε εξαρθρωθεί και το πόδι του και είχε βλαφθεί και το ένα του μάτι.
Τους παλμούς της καρδιάς του και την αγάπη του όμως στον Χριστό τίποτα δεν μπόρεσε να μειώσει. Μια ευφροσύνη πλημμύριζε ολόκληρο το είναι του, σαν σκεφτόταν ότι έπασχε για την πίστη του στον Σωτήρα Χριστό. «Οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἠμᾶς». (Ρωμ. η΄ 18), έλεγε και επαναλάμβανε από μέσα του, σαν δεχόταν τα ραπίσματα και τους άλλους εξευτελισμούς.
Μετά την έκδοση του «εδίκτου του Μεδιολάνου» (313), του διατάγματος δηλαδή του Μεγάλου Κωνσταντίνου και του Λικινίου με το οποίο επιβαλλόταν στην αυτοκρατορία η ανεξιθρησκεία, ο άγιος Σπυρίδων επέστρεψε στην Τριμυθούντα.
 
Ο Άγιος δημιουργεί οικογένεια
Μα και στις ημέρες της ευτυχίας και της οικογενειακής θαλπωρής που απολάμβανε μετά την απελευθέρωσή του, που έγινε πιθανόν ύστερα από την κυκλοφορία του διατάγματος των Μεδιολάνων, η φλόγα της πίστεώς του στον Χριστό έμεινε αμείωτη και η αγάπη του πάντα υποδειγματική. Είπα στις ημέρες της οικογενειακής θαλπωρής, γιατί νέος ο Άγιος μας, κατόπιν πιέσεως των γονιών του δημιούργησε οικογένεια. Δυστυχώς όμως πολύ νωρίς έχασε την προσφιλή του σύντροφο. Την κάλεσε ο Κύριος κοντά του. Έτσι ο Σπυρίδων έμεινε μόνος με συντροφιά την χαριτωμένη κόρη του, την Ειρήνη του. Ο πόνος υπήρξε μεγάλος.
Όμως, ποτέ δεν παραπονέθηκε. Τα λόγια του πολύαθλου Ιώβ ήταν πάντα στο στόμα του. «Ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλατο. Ὡς τῷ Κυρίω ἔδοξεν, οὕτω καί ἐγένετο. Εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον εἰς τούς αἰώνας» (Ιώβ α΄ 21). Παρηγοριά στην θλίψη του βρήκε πάλι στα λόγια του Θεού. Γιατί μόνο τα λόγια του Θεού τις στιγμές αυτές είναι ικανά να ξεκουράσουν ψυχικά τον άνθρωπο και να τον οδηγήσουν στην σωτηρία.
Η πανθομολογουμένη από όλους ευσέβεια και αρετή του κατέστησε τον Άγιο σεβαστό και αγαπητό, όχι μονάχα στην πόλη του, μα και στα γύρω χωριά. Σ' αυτόν έβρισκαν καταφύγιο οι δυστυχισμένοι. Αυτόν είχαν προστάτη οι πονεμένοι. Αυτόν έβλεπαν πατέρα τα ορφανά. Σε κάθε ανάγκη σ' αυτόν κατέφευγαν όλοι, γιατί στο πρόσωπό του ήταν βέβαιοι πως θα βρίσκανε αυτό που ήθελαν, αυτό που ποθούσαν. Την παρηγοριά και την ανακούφιση.
 
Ο Σπυρίδων ποιμένας ψυχών
Έτσι, όταν κάποτε πέθανε ο ιερέας του τόπου εκείνου, μικροί και μεγάλοι μ' ένα στόμα τον Σπυρίδωνα κάλεσαν και τον έπεισαν να χειροτονηθεί ποιμένας των ψυχών τους.
Αργότερα κλήρος και λαός με τις παρακλήσεις τους πάλι ανέδειξαν τον Άγιο πρώτο Επίσκοπό της Τριμυθούντος. Και την θέση αυτή τίμησε και δόξασε όσο κανένας άλλος ο απλοϊκός βοσκός. Την τίμησε και την δόξασε, γιατί ήταν ο πράος και ταπεινός. Τα λόγια του θείου Διδασκάλου «μάθετε ἀπ' ἐμοῦ, ὅτι πράος εἰμί καί ταπεινός τή καρδία» (Ματθ. ια΄ 29) ήταν γι' αυτόν σύνθημα ζωής, ήταν καθημερινό βίωμα.
Ο Σπυρίδων ήταν ακόμη η προσωποποίηση της αγάπης και καλοσύνης. Η πόρτα του σπιτιού του ήταν πάντα ανοιχτή για κάθε ξένο και περαστικό, και για κάθε οδοιπόρο. Τα λόγια του θείου Παύλου «τήν φιλοξενίαν διώκετε» ήταν γι' αυτόν τρόπος ζωής. Ο Άγιος αγαπούσε τον κάθε άνθρωπο. Όποιος ερχόταν σπίτι του έπρεπε να καθίσει να ξεκουραστεί, να διανυκτερεύσει, να φάει και να πιεί. Πολλές φορές ο ίδιος ο Επίσκοπος μιμούμενος τον Κύριο έφερνε νερό και έπλενε με αγάπη τα πόδια των κουρασμένων στρατοκόπων για να τους ξεκουράσει. Σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του ο ταπεινός και πράος εκπρόσωπος της νέας πίστεως ήταν ο γνήσιος ακόλουθος Εκείνου, που ήταν και είναι «η οδός και η αλήθεια και η ζωή». Η αγιότητά του υπήρξε θαυμαστή. Γι' αυτό και ο Πανάγαθος Θεός πλούσια τον αντάμειψε από τον καιρό που ήταν ακόμη στη ζωή.
Άπειρα είναι τα θαύματα που έκαμε με τη βοήθεια του Χριστού. Θαύματα μεγάλα, αναμφισβήτητα, συγκινητικά. Δίκαια η Εκκλησία του έδωκε την προσωνυμία του Θαυματουργού. Αξίζει να δούμε και να γνωρίσουμε όλοι οι χριστιανοί, πόσο χαριτώνει ο Κύριος εκείνους, που με σταθερότητα και ειλικρίνεια αληθινή του δίδουν την καρδιά τους.
 
Συμμετοχή σε Συνόδους
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες που υπάρχουν ο άγιος Σπυρίδων έλαβε μέρος στις εργασίες της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, πού συνεκλήθη στη Νίκαια της Βιθυνίας το έτος 325, από τον Μέγα Κωνσταντίνο. Είναι η εποχή κατά την οποία διάφοροι εκκλησιαστικοί άντρες ασχολούνταν με το ζήτημα της θεότητας του Ιησού Χριστού. Ο πλέον συστηματικός πολέμιος της θεότητας του Χριστού υπήρξε ο Άρειος, πρεσβύτερος της Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας. Αν και ο Άρειος καθαιρέθηκε από τον Αλεξανδρείας Αλέξανδρο και η διδασκαλία του αποδοκιμάστηκε από τοπική Σύνοδο, ο ίδιος και οι οπαδοί του συνέχισαν να αναστατώνουν την Εκκλησία με τις αιρετικές απόψεις τους. Έτσι ο Μέγας Κωνσταντίνος συγκάλεσε την Α΄ οικουμενική Σύνοδο, στην οποία μεταξύ των 318 πατέρων ήταν και ο άγιος Σπυρίδων, ο οποίος μάλιστα διεκρίθη. Και να πως η χάρη και ο φωτισμός του Θεού χρησιμοποίησαν τον χωρίς σπουδαία μόρφωση άγιο Σπυρίδωνα να υποστηρίξει τη θεότητα του Ιησού Χριστού: Ο Άρειος και όσοι τον ακολουθούσαν, χρησιμοποιούσαν τη λογική και τη φιλοσοφία προκειμένου να στηρίξουν τα κατά της θεότητας του Χριστού επιχειρήματα τους. Τότε ο άγιος Σπυρίδων, ο απλός και ταπεινός αυτός επίσκοπος, θέλοντας να αποδείξει ότι ο Θεός είναι τριαδικός και ο Υιός είναι «ὁμοούσιος τῷ Πατρί», και ότι «ἐγεννήθη ἐκ τοῦ Πατρός πρό πάντων τῶν αἰώνων», άρα δεν είναι κτίσμα του, πήρε στα χέρια του ένα κεραμίδι. Κάνοντας δε το σημείο του σταυρού, σφίγγει το κεραμίδι λέγοντας! «Εις το όνομα του Πατρός», και από το κεραμίδι βγαίνει μία φλόγα• «Και του Υιού», και από το κεραμίδι στάζει νερό• «Και του Άγιου Πνεύματος», και στο χέρι του μένει το χώμα. Και μπροστά στα έκπληκτα μάτια όλων εξηγεί με λόγια απλά: Το χώμα, το νερό και η φωτιά, δηλαδή τρία υλικά στοιχεία, έκαναν το ένα κεραμίδι. Το ίδιο συμβαίνει και με την Άγια Τριάδα. Είναι ένας Θεός, αποτελείται όμως από τρία Πρόσωπα• τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, ομοούσια μεταξύ τους. Άρα ο Υιός δεν είναι κτίσμα του Πατρός. Έτσι η Α΄ οικουμενική Σύνοδος, με τη συμβολή και του αγίου Σπυρίδωνος, θέσπισε την ομοουσιότητα του Χριστού με τον Θεό Πατέρα και αναθιμάτισε τον Άρειο και όσους υποστήριξαν τις αιρετικές του απόψεις.
Ο άγιος Τριμυθούντος έλαβε μέρος και στις εργασίες της Συνόδου που συνεκλήθη το 342-43 στη Σαρδική (σημερινή Σόφια) και υπέγραψε τα Πρακτικά της, όπως αναφέρει στη Β΄ Απολογία του ο Μέγας Αθανάσιος.
 
Το μακάριο τέλος
Ήλθε όμως ο καιρός, η ευλογημένη αυτή ζωή, μια ζωή υποδειγματικής πραότητας και ταπεινοφροσύνης, μια ζωή άδολης αγάπης και καλοσύνης, μια ζωή γεμάτη από θεία χάρη να εγκαταλείψει τον μάταιο τούτο κόσμο και να μεταπηδήσει από το επίγειο στο ουράνιο θυσιαστήριο του Κυρίου, για να συνεχίσει εκεί τις υπηρεσίες του. Αυτό έγινε το 348 μ.Χ. με τον θάνατο του Αγίου στην επισκοπή του στην Τριμυθούντα. Έφυγε ο καλός ποιμήν. Έφυγε από το ποίμνιό του. Η αγάπη όμως και το ενδιαφέρον του για τα λογικά πρόβατα του Χριστού που ζητάνε την μεσιτεία του και τις πρεσβείες του προς τον Κύριο, δεν σταμάτησαν. Συνεχίζονται ως σήμερα. Και θα συνεχίζονται μέχρι που θα θέλει ο Τριαδικός Θεός.
Τα πνευματικά του παιδιά θρήνησαν για καιρό την κοίμησή Του. Το λείψανό του στην ανακομιδή που έγινε μετά από πολλά χρόνια είχε μείνει άφθαρτο και ευωδίαζε. Γι' αυτό και οι κάτοικοι της προνομιούχου πόλεως, που τον είχε ποιμένα ψυχών, το έβαλαν σε μία μαρμάρινη λάρνακα, που έστησαν δίπλα στην είσοδο του ναού από τον νάρθηκα, για να είναι προσκύνημα των πιστών.
Η λάρνακα βρίσκεται ακόμη στο ίδιο μέρος αλλά χωρίς τον θησαυρό. Χωρίς το άγιο λείψανο. Όταν άρχισαν οι αραβικές επιδρομές η επιδρομές των Σαρακηνών (648 μ.Χ.) το λείψανο για ασφάλεια μεταφέρθηκε από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό Β΄ στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί λίγο καιρό πριν να πέσει η βασιλίδα των πόλεων στα χέρια των Τούρκων, ένας ιερέας που ονομαζόταν Γρηγόριος Πολύευκτος, το πήρε από τον ναό που φυλασσόταν μαζί με το λείψανο της Αυγούστας Θεοδώρας και το μετέφερε μέσον της Θράκης, Μακεδονίας και Σερβίας στην Παραμυθιά της Ηπείρου και ύστερα στην Κέρκυρα γύρω στο 1460. Επί τρία ολάκερα χρόνια ο ευσεβής εκείνος ιερέας περιπλανιόταν από τόπο σε τόπο μέχρις ότου φτάσει στην Κέρκυρα. Σ' όλο αυτό το διάστημα τα δύο λείψανα τα είχε κρυμμένα σε δύο σακιά άχυρα για τα οποία, σαν τον ρωτούσε κανείς έλεγε, πως τα άχυρα εκείνα ήταν τροφή για το υποζύγιό του.