Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Μακεδονίτισσας

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Μακεδονίτισσας
Άγιοι του Θεού πρεσβεύετε υπέρ ημών !

Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Χριστός Ανέστη, Χαρά μου!




Αυτές οι δύο λέξεις , με τις οποίες εγκαρδίως και πατρικώς σας χαιρετώ και σας προσφωνώ, σήμερα που γιορτάζουμε το Πάσχα, αποτελούν την ουσία του Ιερού Ευαγγελίου, την ανακεφαλαίωση του κηρύγματός μας , το θεμέλιο της Εκκλησίας μας , την ακένωτη και διαρκώς βρύουσα ζωτική πηγή της αληθινής και άληκτης χαράς μας .
Γιορτάζουμε τη νέκρωση του θανάτου, που είναι ο έσχατος εχθρός του ανθρώπου και πανηγυρίζουμε την καθαίρεση του Άδου, ο οποίος στενάζει και βοά, γιατί ο Εσταυρωμένος Κύριός μας κατέλυσε το κράτος του και απελευθέρωσε τους απ΄ αιώνος δεσμίους του. Βιώνουμε, ως μέλη της Εκκλησίας μας , η οποία είναι το σώμα του Χριστού, την αρχή της νέας βιοτής μας , που είναι αιώνια, γιατί αναστάς εκ του τάφου ο Λυτρωτής , με το παντοδύναμο χέρι Του, συνανέστησε τον Αδάμ και τους απογόνους του και μας έδωσε την αιώνια ζωή και το μέγα έλεος .Δικαιολογημένα, λοιπόν, πανηγυρίζουμε και ευφραινόμαστε μαζί με τον ουρανό και βροντοφωνάζουμε μετά του Ιερού Χρυσοστόμου: "Μηδείς φοβείσθω θάνατον ηλευθέρωσε γάρ ημάς ο του Σωτήρος θάνατος. Έσβεσεν αυτόν υπ΄αυτού κατεχόμενος…Ανέστη Χριστός και ζωή πολιτεύεται Ανέστη Χριστός και νεκρός ουδείς επί μνήματος".
Έγινε ο Αρχηγός της ζωής μας και Σωτήρας μας , πρωτότοκος εκ των νεκρών, και έτσι άνοιξε την οδό της Αναστάσεως για κάθε άνθρωπο. Σκιρτώντες από χαρά, υμνούμε και δοξάζουμε τον αίτιο της γιορτής μας, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, τον υπέρ ημών των αχαρίστων και αγνωμόνων δούλων Του, σαρκωθέντα και παθόντα και ταφέντα και αναστάντα εκ νεκρών. Στεγνώσει ο δι΄ ημάς αποθανών και αυτεξουσίως εγερθείς τους οφθαλμούς μας από του χωρισμού και του θανάτου τα δάκρυα, παύει τους θρήνους μας, γεμίζει με αγαλλίαση την ύπαρξή μας . Κι εμείς οι γηγενείς το όνομά Του ονομάζουμε στο όνομα Του βαπτιζόμαστε, στο όνομά Του κηρύσσουμε μετάνοια, γιατί με το Σταυρό Του χαρίστηκαν οι οφειλές μας κι από τον τάφο Του επήγασε συγγνώμη, στο όνομά Του νικούμε τον υπονομευτή της σωτηρίας και της χαράς μας διάβολο και υπερβαίνουμε τις δυσχέρειες και τα ανιαρά του βίου μας .
Ποθούμε διαρκώς να ζούμε μαζί Του και για χάρη Του. Γι΄ αυτό, προκειμένου να επιτύχουμε το εφετό, ας αγωνιζόμαστε καθημερινά να αφήνουμε τον παλαιό μας άνθρωπο με τις πράξεις και τις επιθυμίες του και να γινόμαστε καινούργιοι.Ας σταυρώνουμε το θέλημά μας για να ακολουθούμε το δικό Του.Ας υποδεχόμαστε αξίως και με πλήρη επίγνωση της αναξιότητός μας το τίμιο Σώμα και το ζωοποιό Αίμα Του, μετέχοντας στο συμπόσιο της πίστεως , στην τράπεζα της Θείας Ευχαριστίας και στον πλούτο της χρηστότητας και δωρεάς Του.
Έτσι η χαρά μας θα είναι μόνιμη και διαρκής και αστράπτουσα.
Θα ζούμε Πάσχα κάθε μέρα.
Δε θα φοβόμαστε το θάνατο.
Θα αγαπούμε τους πάντες και τα πάντα.
Θα πανηγυρίζουμε συνεχώς και θα λέμε όχι μόνο για σαράντα ημέρες , αλλά κάθε ημέρα, σαν τον Άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ, το: Χριστός Ανέστη, Χαρά μου!

O Xαλκίδος Χρυσόστομος



Πέμπτη 13 Απριλίου 2017

Ατενίζοντας τον Εσταυρωμένο Ιησού εν Σιωπή




Ατενίζοντας τον Εσταυρωμένο Ιησού εν Σιωπή
Σοφία Ντρέκου

Η θυσία του Χριστού ήταν πράξη 
ελεύθερη της αγάπης του Θεού 
για τη σωτηρία του αμαρτωλού κόσμου. 
Καμιά ανάγκη δεν επιστάτησε 
στην προσφορά της.[4]


Η σταυρική θυσία του Χριστού

«Όταν εγώ βλέπω τον Εσταυρωμένο γυμνό επάνω στον Σταυρό, όταν βλέπω πόσα υπέφερε από τους ανθρώπους ο Θεός ο αναμάρτητος, όταν βλέπω την αγάπη Του, την ευτέλεια, την ταπείνωσί Του και σκέπτομαι, ότι για μένα σταυρώθηκε από αγάπη, ότι συγχώρησε τους σταυρωτάς Του, ότι συγχώρησε τους αποστόλους, που Τον εγκατέλειψαν, ότι συγχώρησε την αχαριστία και την ασέβεια όλων των ανθρώπων, λέγοντας: «
Πάτερ, άφες αυτοίς. ου γαρ οίδασι τί ποιούσι» (Λουκ. κγ’, 34), πώς εγώ δεν θα υπομείνω, εάν με ταπεινώσουν, εάν με ρεζιλέψουν, εάν με φτύσουν, εάν μου κάνουν ο,τιδήποτε;
Άπαξ και είμαι μαθητής Του Χριστού και είμαι βαπτισμένος στο Όνομά Του και θεωρούμαι παιδί Του και θα κληρονομήσω την Βασιλεία των ουρανών, είναι δυνατόν ποτέ να φανώ οκνηρός κι απάνθρωπος και να μη συγχωρήσω ό,τι ελαφρό μου έκανε ένας αδελφός μου; Ποτέ.

Άρα
κοιτάζοντας τον Εσταυρωμένο μέσα μου αλλάζω, μαλακώνει η καρδιά μου κι απλώνεται η αγάπη. Και μπορώ εκείνη τη στιγμή να τρέξω, να βάλω μετάνοια στον αδελφό μου, να τον αγκαλιάσω και να του πω: «Αδελφέ μου, συγχώρησέ με, που σου έκανα αυτό το πράγμα, κι αν μου έκανες κι εσύ κάτι, Θεός σχωρέσοι». Έτσι θεραπευόμεθα από τα δαγκώματα της αμαρτίας και των παθών, όταν ατενίζουμε στο Χριστό μας, τον Εσταυρωμένο.»[1]

Ατενίζοντας τον Ιησού εν Σιωπή

Κάθε χρόνο, όταν φτάνει η Μεγάλη Εβδομάδα, ο πιστός προσκαλείται για μία επανατοποθέτηση της ζωής του μπρος στο μυστήριο του πάθους του Χριστού. Ο Χριστός μας ατενίζει καθηλωμένος εκεί στα μεσούρανα, στο Σταυρό Του, προσκαλώντας μας και προκαλώντας ταυτόχρονα πιστούς και λιγότερο πιστούς.
Και ποιος άραγε θα μπορούσε να διαβεβαιώσει ότι προσπέρασε το Σταυρό του Χριστού, το αιώνιο αυτό σκάνδαλο της λογικής ανθρώπων και αγγέλων, χωρίς κλυδωνισμούς αμφιβολιών, χωρίς κραδασμούς στο επίπεδο των αυτονόητων ενδοκοσμικών βεβαιοτήτων;

Φέτος, αντικρίζουμε λίγο πριν την Ανάσταση και πάλι το Χριστό, μέσα σε μια πρωτόγνωρη εσχατολογική σύγχυση των άλλοτε αυτονόητων, φαντάζει περισσότερο μόνος: δεμένος σαν κακούργος, περιτριγυρισμένος και λοιδορούμενος από τον όχλο και το αρχοντολόϊ της πολιτικής και εκκλησιαστικής εξουσίας του «καιρού εκείνου»· με τους μαθητές Του αποσυναρμολογημένους, διασκορπισμένους και ανήμπορους να του προσφέρουν κάτι περισσότερο από την άρνηση του Πέτρου.Κι Αυτός σιωπηλός, να ατενίζει όλους, όπως τότε τον Πέτρο πριν λαλήσει ο πετεινός, και να αναμοχλεύει μέσα μας όλες τις αρνήσεις κι όλες τις προδοσίες στο πρόσωπό Του, όλα τα πάθη κι όλες τις πληγές.

Να μας κοιτά με μιαν απέραντα μεγαλόπρεπη Σιωπή -όση κι η αγάπη Του- που θεραπεύει την κούφια και υβριστική πολυλογία των «εκπροσώπων» Του, κάθε μεγαλόστομη και υπερφίαλη καπηλεία της Σιωπής και του Πάθους.


Μία αγιασμένη, πονεμένη Σιωπή για τους πόνους και τις αποτυχίες των ανθρώπων όλων των αιώνων, μυστική φωνή στα μύχια της ψυχής μας. Μία μεγαλειώδης, εύγλωττη, κατανυκτική Σιωπή Αγάπης.

«Ο δε Ιησούς εσιώπα». Στον πόνο και στον θρίαμβο. Και όταν έκανε τα θαύματα, και όταν δεχόταν τα ραπίσματα. Και όταν εισέρχεται θριαμβευτικά στα Ιεροσόλυμα «μετά βαΐων και κλάδων», και όταν ερωτάται από τον αρχιερέα Καϊάφα, τον Πιλάτο, τον βασιλιά Ηρώδη: «Ουδέν αποκρίνη; ουκ ακούεις πόσα σου καταμαρτυρούσιν; Ο δε Ιησούς εσιώπα».Σιωπά όταν ο όχλος και οι στρατιώτες τον χλευάζουν, όταν τον προκαλούν λέγοντας: «Σώσον σεαυτόν ει Υιός ει του Θεού». Όταν καταφέρουν στο άγιο πρόσωπό Του ραπίσματα και με σαρκαστική ειρωνεία τον εξωθούν να «προφητεύσει» ποιος τον εράπισε. Ανταποδίδει στην παράλογη πρόκληση της ανθρώπινης κακότητας την πορφυρά Σιωπή των σταυρωμένων Του χεριών, τη ματωμένη καρδιά της Αγάπης.Σιωπά ο Ιησούς μπροστά στην μισαλλοδοξία εχθρών, στην αλαζονεία και την υποκρισία των «φίλων», γιατί οι λέξεις δεν μπορούν να πουν τίποτα περισσότερο απ' όσα πολυσήμαντα μαρτυρούν τα πάθη, ο Σταυρός και η Ανάστασή Του.

Η Σιωπή του Ιησού είναι διακριτική συνομιλία, ένας αέναος διάλογος αγάπης με τις ψυχές, όταν τα λόγια καθίστανται ανήμπορα να διασπάσουν τα τείχη του ορθολογισμού και της αμφιβολίας που έχουν ερμητικά σφραγίσει τα «ώτα» μας. Όταν τα πάθη έχουν αλλοιώσει την «λογική» ψυχή μας και την έχουν παραδώσει στο παράλογό της τυχαιότητας, το χαοτικό ενήδονο κυνήγι της οδύνης.


Συνομιλεί και τότε «εν τη σιωπή» ο Χριστός μαζί μας, γιατί ο άνθρωπος ποτέ δεν παύει να είναι Εικόνα του Θεού, ποτέ δεν χάνει την ικανότητα να διαισθάνεται, να ξέρει, να «καταλαβαίνει πολύ περισσότερα πράγματα απ' όσα μπορεί να εκφράσει», απ' αυτά που μπορεί να ακούσει. 



Ο Σιωπών Χριστός του Πάθους, μας έχει εξασφαλίσει το προνόμιο, ώστε «νυν και αεί» να μπορούμε να ψιθυρίζουμε το «μνήσθητί μου, Κύριε» του ληστού, ακόμα και πάνω στο σταυρό της πιο μεγάλης ντροπής, της πιο μεγάλης απελπισίας.Ο Χριστός της Σιωπής, είναι ο Χριστός της αγάπης, ο Χριστός της αναμονής, δηλαδή ο Χριστός της ελευθερίας: κανένα δεν εξαναγκάζει, μα αγαπά, σιωπά και περιμένει την μετάνοιά μας. «Η σιωπή είναι ο εσχατολογικός τρόπος με τον οποίον μιλεί και πράττει ο Θεός... Όποιος αγαπά δεν φλυαρεί... μα υποφέρει και υπομένει».

Η Σιωπή του Λόγου! Τα λόγια είναι τα εργαλεία της χρονικότητας. Η κατανόηση της ουσίας των λόγων εισάγει στην αιωνιότητα του υπέρ-λογου, εκεί όπου τα λόγια είναι περιττά. Η «σιωπή είναι η γλώσσα της Βασιλείας του Θεού». «Η σιωπή μυστήριόν εστι του αιώνος του μέλλοντος· οι δε λόγοι όργανόν εστι τούτου του κόσμου» (Ισαάκ ο Σύρος).Η Σιωπή του Λόγου λογοποιεί την παράλογη λογική του πεπτωκότος ανθρώπου. Σιωπηλά ανασκάπτει τις καρδιές, αποκόπτει τα καρκινώματα του άλογου εγωισμού, δένει τα τραύματα, ζωντανεύει την ερειπωμένη πίστη, ετοιμάζει την εξανάσταση.


Μέσα στην σιωπή συντελείται η θεανθρώπινη συνάντηση. «Ιδού, ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός». Ο άνθρωπος εκεί, στη σιγή της ησυχίας, «των υπερφυών γεύεται αγαθών και υπερκοσμίων απολαύει καλών, και της του Θεού αγάπης καθίσταται χώρημα· και ούτω ερωτοληπτείται και χαίρει και ευθυμεί» (άγιος Κάλλιστος).

«Ο φίλος της σιωπής προσεγίζει τον Θεό και συνομιλώντας μυστικά μαζί Του, φωτίζεται απ' Αυτόν» (άγιος Ιωάννης Κλίμακος).
Όσοι αυτή την ύστατη ώρα τη Μεγάλης Εβδομάδος, κατορθώσουμε ατενίζοντες τον Ιησού ν' αφουγκραστούμε ταπεινά τη πολύφθογγη Σιωπή Του, αποφασίσουμε «εν μετανοία» να εναποθέσουμε στα χέρια Του την ζωή μας και μπούμε στη σιωπή του «όλβιου» τάφου, θα λάβουμε σαν δώρο την έξοδο από την πολυδαίδαλη σύγχυση, θα ζήσουμε άλλη μία φορά δια του θανάτου Του την «εκ νεκρών Ανάσταση».[


http://www.sophia-ntrekou.gr/ - Αέναη Επανάσταση




Παρασκευή 7 Απριλίου 2017

Κυπριακό τραγούδι του Λαζάρου


                                                    


Το τραγούδι του Λαζάρου

(Παραδοσιακό Κυπριακό)
Έαρ ημίν επέφανεν, τοις πάσι το μηνύον
την του Λαζάρου έγερσιν, ξένον, φρικτόν σημείον.
Άνθη και ρόδα εύοσμα, κατάνυξις ψυχής τε,
και λέγω σας, ακροαταί, εις την χαράν να είσθε.
Ακούσατε την έγερσιν του τεταρταίου φίλου
και την χαράν, ην έλαβον αι αδελφαί εκείνου,
δια να καταλάβετε τι είναι θεία Αγάπη
και πώς ψυχή λυτρώννεται από πικρόν τον Άδην,
ως και αυτός ο Λάζαρος, όστις είχεν αγάπην
με τον Δεσπότην τον Χριστόν, πολλήν, καθαρωτάτην.
Αρχίζω την διήγησιν κι όλοι ακροασθείτε
με πόθον και με προσοχήν,για να ωφεληθήτε.
Ο Λάζαρος κατήγετο από την Βηθανίαν
και τον Χριστόν εδέχετο με περισσήν φιλίαν.
Είχεν και δύο αδελφάς, την Μάρθαν και Μαρίαν,
είχον αγάπην περισσήν και καθαράν καρδίαν.
Αυτός λοιπόν ησθένησεν ασθένειαν μεγάλην
και πυρετός τον έβαλεν, κι είχεν μεγάλην ζάλην.
Μα ο Χριστός ευρίσκετο εις μίαν άλλην πόλιν
με όχλον πολυάριθμον ομού και αποστόλοι.
Τοις μαθηταίς του έλεγεν με την βραχυλογίαν,
«σηκούτε να υπάγωμεν πάλιν στην Βηθανίαν,
ο Λάζαρος κεκοίμηται και θέλω να κινήσω,
δια να πάγω προς αυτόν και να τον εξυπνήσω.»
Οι μαθηταίς δεν εννοούν το τί ’θελεν να είπη,
ο Λάζαρος απέθανεν, κι είναι μεγάλη λύπη,
ημέρες είναι τέσσερεις, που είναι πεθαμμένος
και εις τον τάφον βρίσκεται κ’ είναι λαζαρωμένος.
Τότε λοιπὸν ξεκίνησαν να παν στην Βηθανίαν
οι αποστόλοι κι ο Χριστός και όλ’ η συνοδεία.
Η Μάρθα τους προϋπαντά με θρήνους και με γόους
και προσκυνούσα τον Χριστόν, λέγει αυτούς τους λόγους:
«Άν ήσο ώδε, Κύριε, o Λάζαρος, ο φίλος
ποτέ δεν θα απέθνησκεν το βέβαιον εκείνος.»
Κι ο Ιησούς μας ο Χριστός τότε συνεκινήθην:
«Μάρθα, Μαρία, μην κλαίτε, μόνον έχετε πίστιν
ο γαρ πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσει.»
Λεγ’ η Μαρία, «Κύριε, ξεύρω, όσ’ αν αιτήσης,
Σου τα χαρίζει ο Θεός, αν θέλης και ορίσης».
Της λέγει «που τεθήκατε τον Λάζαρον τον φίλον,
υπάγετε ουν έμπροσθεν και δείξατέ μοι εκείνον».
Και παρευθύς επρόσταξεν τούτον να ποιήσουν,
τον λίθον εκ του μνήματος να τον αποκυλίσουν.
Επάνωθεν του μνήματος εστάθην και δακρύζει.
Κι ως άνθρωπος εδάκρυσεν με ευσπλαχνίαν,
να δείξει την συμπάθειαν και την επιεικείαν,
και ως Θεός εφώναξεν μίαν φωνήν μεγάλην,
«Λάζαρε, δεύρο έξελθε», κι ηκούσθην εις τον Άδην.
Ο Άδης αναστέναξεν, έτρεμεν, εφοβείτον,
ως ήκουσεν του Ιησού την θεϊκήν φωνήν του
τον Λάζαρον απέλυσεν ευθύς και τον αφίνει
και τον βιάζει μάλιστα μήπως εκεί απομείνη.
Εξήλθεν ουν ο Λάζαρος έξω λαζαρωμένος,
κίτρινος, μαύρος και χλωμός και τεταπεινωμένος.
Επρόσταξεν κι ελύσαν του τας χείρας και τας πόδας,
και πήγεν εις τον oίκον του μονάχος...