Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Μακεδονίτισσας

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Μακεδονίτισσας
Άγιοι του Θεού πρεσβεύετε υπέρ ημών !

Πέμπτη 18 Αυγούστου 2011

Η χειροτονία Διακόνων και Πρεσβυτέρων

...

Μέσα στην εκκλησιαστική ζωή όλα τα πράγματα είναι αυτονόητα και πρέπει να γίνωνται σύμφωνα με την διδασκαλία του Χριστού, των Αποστόλων, των Πατέρων και των αποφάσεων των Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων. Αυτό το αντιλαμβάνονται όσοι διαθέτουν και το ελάχιστο όριο εκκλησιαστικού φρονήματος.
Από το περιοδικό:"Εκκλησιαστική Παρέμβαση"
Σε καιρούς όμως εκκλησιαστικών κρίσεων χρειάζεται να υπενθυμίζωνται μερικές αυτονόητες αλήθειες και να καθορίζωνται τα πλαίσα μέσα στα οποία πρέπει να εκφράζεται το εκκλησιαστικό φρόνημα. Αυτό συνέβαινε πάντοτε σε περιπτώσεις που δοκησίσοφοι και αιρετικοί αμφισβητούσαν τα δεδομένα και τα αυτονόητα στην Εκκλησία. Τότε οι Πατέρες της Εκκλησίας εξαναγκάζονταν να εκφράζουν τις αρχές που διέπουν το εκκλησιαστικό πολίτευμα, το οποίο έχει Κανόνες και πνευματικούς νόμους που διαφέρουν σαφώς από τους νόμους που διέπουν τις ανθρώπινες μεταπτωτικές κοινωνίες. Για ένα τέτοιο αυτονόητο, που αμφισβητείται στις ημέρες μας, θα γίνη στην συνέχεια λόγος.
1. Η χειροτονία των Κληρικών είναι αρμοδιότητα του Επισκόπου
Ο Επίσκοπος είναι διάδοχος των αγίων Αποστόλων και έχει αναλάβει με την χειροτονία του και την αποστολή του στην συγκεκριμένη Επισκοπή την ευθύνη της ομολογίας της αποκεκαλυμμένης αλήθειας και την ποιμαντική των Χριστιανών που ανήκουν στο συγκεκριμένο λογικό ποίμνιο, που οπωσδήποτε είναι ποίμνιο του Θεού. Ο Χριστός έδωσε την εξουσία, που όμως είναι πνευματική, στους Αποστόλους να ποιμαίνουν το ποιμνιό Του και οι Απόστολοι διεβίβασαν αυτήν την πνευματική εξουσία στους διαδόχους τους, και βεβαίως αυτή η διαδοχή φθάνει μέχρι τις ημέρες μας.
Ένα από τα βασικά έργα των Επισκόπων είναι η εκλογή των καταλλήλων υποψηφίων Κληρικών, που έχουν όλα τα κανονικά προσόντα και τις εκκλησιαστικές προϋποθέσεις, ώστε με την χειροτονία τους να κατευθύνουν τους Χριστιανούς “εις νομάς σωτηρίους”. Ίσως είναι το βασικότερο έργο των Επισκόπων αυτό, γιατί ένας ορθόδοξος Κληρικός θα βοηθήση αποτελεσματικά τους Χριστιανούς, ενώ ένας κακόδοξος και κακότροπος Κληρικός θα γίνη αιτία να βλασφημήται το όνομα του Θεού.
Η χειροτονία των Διακόνων και των Πρεσβυτέρων είναι κατ' εξοχήν έργο των Επισκόπων. Ο Απόστολος Παύλος έγραφε στον μαθητή του Τίτο, Επίσκοπο Κρήτης: “Τούτου χάριν κατέλιπόν σε εν Κρήτη, ίνα τα λείποντα επιδιορθώση, και καταστήσης κατά πόλιν πρεσβυτέρους, ως εγώ σοι διεταξάμην...”. Στην συνέχεια απαριθμεί μερικά προσόντα που πρέπει να έχουν οι υποψήφιοι για να γίνουν Πρεσβύτεροι, καθώς επίσης γράφει τα πάθη από τα οποία δεν πρέπει να διακατέχωνται. Μεταξύ των άλλων γράφει: “Εισί γαρ πολλοί και ανυπότακτοι, ματαιολόγοι και φρεναπάται, μάλιστα οι εκ περιτομής, ούς δει επιστομίζειν, οίτινες όλους οίκους ανατρέπουσι διδάσκοντες ά μη δει αισχρού κέρδους χάριν” (Τίτ. α΄, 5-11).
Ο Απόστολος Παύλος και στον μαθητή του Τιμόθεο αναφέρεται στο σοβαρό αυτό θέμα και περιγράφει τις αρετές και τα προσόντα των υποψηφίων Επισκόπων, που εδώ εννοούνται οι Πρεσβύτεροι, και των Διακόνων. Για να γίνη κανείς Πρεσβύτερος, εκτός των άλλων, “δεί δε αυτόν και μαρτυρίαν καλήν έχειν από των έξωθεν, ίνα μη εις ονειδισμόν εμπέση και παγίδα του διαβόλου”, και για να γίνουν Διάκονοι πρέπει να έχουν “τό μυστήριον της πίστεως εν καθαρά συνειδήσει. και ούτοι δε δοκιμαζέσθωσαν πρώτον, είτα διακονείτωσαν ανέγκλητοι όντες” (Α΄ Τιμ. γ΄, 1-10).
Το σημαντικό είναι ότι ο αρμόδιος να επιλέξη κάποιον να γίνη Διάκονος και Πρεσβύτερος είναι ο Επίσκοπος μιας επαρχίας, αυτός είναι ο διαπιστευμένος από τον Θεό και υπεύθυνος ενώπιον του Θεού για το έργο αυτό, και ο Επίσκοπος πρέπει να ελέγχη εάν κάποιος είναι κατάλληλος για να αναλάβη αυτήν την ποιμαντική διακονία.
2. Η αρμοδιότητα του Επισκόπου για την χειροτονία των Κληρικών, κατά την παράδοση της Εκκλησίας
Μέσα στα πλαίσια αυτά κινείται ολόκληρη η παράδοση της Εκκλησίας. Γι' αυτό ο Επίσκοπος έχοντας την ευθύνη ενώπιον του Θεού και την αρμοδιότητα να επιλέγη τους κατάλληλους κάθε φορά Κληρικούς για την ποιμαντική διακονία, που θα γίνεται με την δική του πνευματική καθοδήγηση, κάνει με φόβο και προσευχή αυτό το έργο, ήτοι την εκλογή και την χειροτονία των Κληρικών. Αυτός είναι υπόλογος ενώπιον του Θεού για επιπολαιότητες πάνω στο θέμα αυτό. Και εκείνος που χειροτονείται χωρίς να έχη τα ουσιαστικά κανονικά προσόντα, είναι Ιερεύς, αλλά όμως υπόλογος ενώπιον του Θεού είναι κατ' εξοχήν ο Αρχιερεύς που τον χειροτόνησε, αλλά και ο χειροτονούμενος, όπως και εκείνος που συμμαρτυρεί.
Το ότι ο Ιερεύς έχει εξάρτηση από τον Επίσκοπό του φαίνεται και από τα όσα γράφει ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης. Γράφει ότι καίτοι ο Ιερεύς μπορεί να τελή το μυστήριο της θεογενεσίας, ήτοι το Βάπτισμα, και το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, εν τούτοις όμως ούτε την ιερά θεογενεσία μπορεί να τελέση “τού θειοτάτου μύρου χωρίς”, ούτε την θεία Ευχαριστία μπορεί να τελέση “μή τω θειοτάτω θυσιαστηρίω των κοινωνικών επιτεθέντων συμβόλων”, αλλά και ούτε μπορεί να είναι Ιερεύς “μή προς των ιεραρχικών τελειώσεων εις τούτο κεκληρωμένος”. Και βεβαίως το ιερό μύρον εξαγιάζεται από τους Επισκόπους (τό Οικουμενικό Πατριαρχείο) και δίδεται στον Κληρικό από τον Επίσκοπο, το Θυσιαστήριο και το αντιμήνσιο εξαγιάζονται από τον Επίσκοπο, και ο Κληρικός λαμβάνει την ιερωσύνη από τον Ιεράρχη που είναι η αρχή των ιεραρχικών τελειώσεων. Έτσι η μετάδοση της ιερωσύνης, ο εγκαινιασμός της Αγίας Τραπέζης και ο αγιασμός του μύρου γίνονται από τον Επίσκοπο, και γι' αυτό χωρίς αυτόν δεν γίνονται και τα άλλα μυστήρια που μπορεί με την άδεια του Επισκόπου να κάνη ο Πρεσβύτερος. Όπως λέγει στην συνέχεια ο άγιος Διονύσιος η “ιεραρχική τάξις” είναι “η της τελειωτικής δυνάμεως αναπεπλησμένη” και αυτή είναι εκείνη που επιτελεί κατά αποκλειστικότητα (=εκκρίτως) “τά τελεσιουργά της ιεραρχίας”, μυεί στα ιερά μυστήρια και διδάσκει στους μυουμένους τις ανάλογες με την δεκτικότητά τους ιερές έξεις και δυνάμεις. Γι' αυτό κανένας δεν μπορεί να αντικαταστήση τον Επίσκοπο σε αυτό το έργο.
Ο άγιος Επιφάνιος Επίσκοπος Κύπρου αναφερόμενος σε απόψεις που διετύπωναν μερικοί την εποχή εκείνη ότι ο Επίσκοπος είναι ίσος με τον Πρεσβύτερο, γράφει ότι αυτή η άποψη “αφροσύνης εστι το πάν έμπλεων”. Και στην συνέχεια γράφει ότι η τάξη των Επισκόπων είναι “πατέρων γεννητική τάξις· πατέρας γαρ γεννά τη Εκκλησία”, η δε τάξη των Πρεσβυτέρων δεν μπορεί να γεννήση πατέρας και διδασκάλους στην Εκκλησία, αλλά μόνο “διά της λουτρού παλιγγενεσίας τέκνα γεννά τη Εκκλησία”. Και βεβαίως και αυτό το τελευταίο πρέπει να ερμηνευθή ότι και το μυστήριο του Βαπτίσματος το τελεί με την άδεια και την ευλογία του Επισκόπου του, οπότε τα τέκνα είναι τέκνα της Εκκλησίας. Έτσι ο Επίσκοπος γεννά πατέρας στην Εκκλησία, ενώ ο Ιερεύς γεννά με το Βάπτισμα, με την ευλογία του Επισκόπου, τέκνα στην Εκκλησία.
Ο άγιος Συμεών ο Θεσσαλονίκης, αναφερόμενος σε Χριστιανούς που δεν υπήκουαν στους Επισκόπους, γράφει ότι όλα τα καλά ενεργούνται από τον Αρχιερέα, όπως “χειροτονίαι ιερατικαί”, “καθιερώσεις ναών”, “η το λύειν και δεσμείν δύναμις”, αλλά “καί κοινωνία Χριστού, ιλασμός τε δι' ευχής αγίου ελαίου” κ.ά.
Σε άλλο σημείο ο ίδιος παρουσιάζοντας την αξία του Αρχιερέως στην Εκκλησία και την αρμοδιότητά του, γράφει: “Ο Αρχιερεύς φωτιστικός και μεταδοτικός των θείων φώτων λέγεται, διότι όλοι λαμβάνουν την χάριν δι' αυτού, οι μεν δήλα δη ιερείς και ο κλήρος την χειροτονίαν και την σφραγίδα? οι δε ναοί τις καθιερώσεις και ο λαός το Βάπτισμα, την άφεσιν, τον αγιασμόν και την των μυστηρίων κοινωνίαν, τα οποία όλα εκ πηγής φωτός και χάριτος είναι, της τάξεως του επισκόπου. Ο πρεσβύτερος δε λέγεται τελεστικός, καθότι έχει χάριν μόνον τελεστικών εις τας τελετάς, ουχί όμως και μεταδοτικήν? βαπτίζει μεν και ιερουργεί, δεν δύναται όμως να χειροτονή ιερέα ή άλλης τάξεως κληρικόν, διότι, ως είπομεν πολλάκις, τούτα ανήκουσι τω ιεράρχη”.
Επομένως, ο φωτιστικός και μεταδοτικός των θείων φώτων είναι ο Αρχιερεύς-Επίσκοπος σε κάθε Τοπική Εκκλησία, ανεξάρτητα από την προσωπική του πνευματική κατάσταση.
Η παρουσία του Επισκόπου στην Τοπική Εκκλησία είναι σημαντική και καθοριστική. Κανείς δεν μπορεί να του αφαιρέση τις αρμοδιότητες που του εδόθησαν από τον Θεό δια της Εκκλησίας, εκτός εάν καθαιρεθή, και κανείς δεν μπορεί να εισέρχεται στα πνευματικά του καθήκοντα για τα οποία θα δώση λόγο στον Θεό, αφού είναι ο κατ' εξοχήν και κύριος υπόλογος ενώπιόν Του.
Αυτό συμβαίνει κυρίως και κατ΄ εξοχήν για την χειροτονία Διακόνων και Πρεσβυτέρων. Η αρμοδιότητά του αυτή είναι δεδομένη και αποκλειστική και δεν εκχωρείται σε κανένα άλλο εκκλησιαστικό, πολύ δε περισσότερο κοσμικό όργανο.
Ο β΄ Κανόνας των αγίων Αποστόλων σαφώς διαγορεύει: “Πρεσβύτερος υπό ενός επισκόπου χειρονοτείσθω, και διάκονος, και οι λοιποί Κληρικοί”. Ερμηνεύοντας τον Κανόνα αυτόν ο Ζωναράς γράφει: “Και την επιλογήν και την χειροτονίαν των πρεσβυτέρων και διακόνων τω επισκόπω ανατίθησιν ο κανών, ω υποκείσθαι μέλλουσιν οι χειροτονούμενοι”. Πρέπει εδώ να υπογραμμισθή ότι την επιλογή και την χειροτονία “τώ επισκόπω ανατίθησιν ο κανών”. Δηλαδή, οι Πρεσβύτεροι και οι Διάκονοι επιλέγονται και χειροτονούνται κατά αποκλειστική αρμοδιότητα από τον Επίσκοπο, κάτω από την καθοδήγηση του οποίου θα εργασθούν. Ο Βαλσαμών ερμηνεύοντας αυτόν τον Κανόνα γράφει ότι δεν χειροτονεί ο Επίσκοπος Πρεσβύτερο, Διάκονο, Κληρικό, μετά από ψηφοφορία άλλων, ακόμη και εκκλησιαστικών οργάνων, όπως γίνεται με την εκλογή των Επισκόπων. “Ουδέ γαρ ψηφίζεσθαι πρότερον πρεσβύτερον, ή διάκονον, ή έτερον κληρικόν, εδιδάχθημεν, και ούτω χειροτονείσθαι αυτόν”.
Ο Επίσκοπος, ως μόνος αρμόδιος για την χειροτονία ενός Κληρικού πρέπει να εξετάση τον υποψήφιο που θα προσφερθή και ύστερα με την αποκλειστική του ευθύνη θα αποφασίση να προχωρήση στην χειροτονία ή να ματαιώση την χειροτονία, για τους λόγους που αυτός θα διακριβώση. Ο ιερός Φώτιος στον Νομοκάνονά του, στον οποίο κωδικοποίησε τους Κανόνας αλλά και την πολιτική νομοθεσία, και αναφερόμενος στην δεύτερη περίπτωση γράφει ότι εάν δεν προηγήθηκε εξέταση των προϋποθέσεων ενός Κληρικού και χειροτονηθή χωρίς εξετάσεως, την οποία θα κάνη ο αρμόδιος Επίσκοπος, τότε τιμωρούνται και ο χειροτονηθείς και ο χειροτονήσας. “Της δε χειροτονίας προ εξετάσεως γενομένης, ο μεν χειροτονηθείς εξωθείται, ο δε χειροτονήσας επί ενιαυτόν της ιεράς λειτουργίας χωρίζεται και πάσα η ουσία αυτού τη κατ' αυτόν Εκκλησία προσκυρούται”.
Επειδή ο Επίσκοπος είναι ο μόνος αρμόδιος, βάσει των εκκλησιαστικών κριτηρίων που πρέπει να διαθέτη, για να προχωρήση σε χειροτονίες, γι' αυτό και οι ιεροί Κανόνες απαγορεύουν την παρέμβαση του όχλου, των ανθρώπων εκείνων που δεν γνωρίζουν αυτά τα κριτήρια, και επεμβαίνουν με αυθαιρεσία και θρασύτητα στην άσκηση βίας και εκβιασμού στον Επίσκοπο προκειμένου να χειροτονηθή κάποιος Κληρικός. Ο ιγ‘ Κανόνας της Λαοδικείας διαγορεύει: “Περί του μη τοις όχλοις επιτρέπειν τας εκλογάς ποιείσθαι των μελλόντων καθίστασθαι εις ιερατείον”. Και ο ερμηνευτής Ζωναράς γράφει ότι όχι μόνον εμποδίστηκαν να γίνονται οι εκλογές των Επισκόπων από τους όχλους, “αλλά ουδέ ιερείς εκλέγεσθαι παρεχωρήθησαν”.
3. Τα κανονικά αδικήματα της αρχοντικής δυναστείας και της σιμωνίας
Μέσα στην εκκλησιαστική ιστορία παρατηρήθηκαν και διάφορα έκτροπα τα οποία οδήγησαν τους αγίους Πατέρας να αντιμετωπίσουν με σύνεση και με εκκλησιαστική συνείδηση τον τρόπο της χειροτονίας των Διακόνων και των Πρεσβυτέρων.
Ένα από τα έκτροπα είναι όταν χρησιμοποιούνται χρήματα που οι Επίσκοποι λαμβάνουν και οι υποψήφιοι Κληρικοί δίδουν για να γίνη κάποια χειροτονία. Το κανονικό αυτό αδίκημα που λέγεται σιμωνία, κατά το παράδειγμα του Σίμωνος Μάγου, που ζήτησε να λάβη την Χάρη του Αγίου Πνεύματος προσφέροντας χρήματα, είναι βαρύτατο. Συγκεκριμένα ο κθ΄ αποστολικός Κανόνας διαγορεύει: “Εί τις επίσκοπος δια χρημάτων της αξίας ταύτης εγκρατής γένοιτο, ή πρεσβύτερος, ή διάκονος, καθαιρείσθω και αυτός και ο χειροτονήσας, και εκκοπτέσθω παντάπασι και της κοινωνίας, ως ο Σίμων ο μάγος υπ' εμού Πέτρου”. Όσοι έλαβαν την χάρη της ιερωσύνης με χρήματα καθαιρούνται, αλλά καθαιρείται και εκείνος ο αρχιερεύς που μετέδωσε την ιερωσύνη λαμβάνοντας χρήματα.
Το κανονικό αδίκημα της σιμωνίας οι ιεροί Κανόνες, αλλά και οι ερμηνευτές τους, το συνδέουν με το κανονικό αδίκημα του να λαμβάνη κανείς την ιερωσύνη ύστερα από πίεση που ασκούν οι κοσμικοί άρχοντες, και γενικά οι ευρισκόμενοι εν δυναστεία. Γι' αυτό αμέσως μετά τον κθ΄ αποστολικό Κανόνα περί σιμωνίας, ακολουθεί ο λ΄ αποστολικός Κανόνας ο οποίος σαφώς επιτάσσει: “εί τις επίσκοπος κοσμικοίς άρχουσι χρησάμενος, δι' αυτών εγκρατής εκκλησίας γένοιτο, καθαιρείσθω, και αφοριζέσθω· και οι κοινωνούντες αυτώ πάντες”. Οι ιεροί ερμηνευτές ερμηνεύουν μαζί και τους δύο αυτούς Κανόνες, που σημαίνει ότι αφ' ενός μεν συνδέουν το κανονικό αδίκημα της απόκτησης της ιερωσύνης με προσφορά χρημάτων με το κανονικό αδίκημα της χρησιμοποιήσεως της κοσμικής εξουσίας, αφ' ετέρου δε και τα δύο αυτά αδικήματα τα αναφέρουν τόσο στην λήψη του βαθμού του Επισκόπου όσο και του βαθμού του Πρεσβυτέρου και του Διακόνου.
Ο Ζωναράς ερμηνεύοντας αυτούς τους δύο Κανόνες γράφει: “Και δια τούτο προς τη καθαιρέσει, οι δια χρημάτων ή δυναστείας αρχοντικής την ιερωσύνην κτησάμενοι, και οι ούτω παρασχόντες αυτήν, και της εκκλησίας παντάπασιν απελαύνονται”. Και μνημονεύει εγκύκλιο του Πατριάρχου Νέας Ρώμης Γενναδίου περί του Κληρικού που έλαβε την ιερατική εξουσία με τέτοιους αντικανονικούς τρόπους, σύμφωνα με την οποία “έστω τοινυν και έστιν αποκήρυκτος, και πάσης ιερατικής αξίας τε και λειτουργίας αλλότριος, και τη κατάρα του αναθέματος υποκείμενος”.
Ο δε Βαλσαμών, ερμηνεύοντας και τους δύο αυτούς αποστολικούς Κανόνες, ήτοι τον κθ΄ και λ΄ , και απαντώντας στο εάν οι Κανόνες αυτοί περί λήψεως της ιερωσύνης “διά προστασίας άρχοντος” ή “διά δόσεως χρημάτων”, αναφέρονται μόνον στον βαθμό του Επισκόπου, ή και τον βαθμό του Διακόνου και του Πρεσβυτέρου, γράφει ότι βεβαίως ισχύουν τα ίδια και για τους Διακόνους και τους Πρεσβυτέρους αλλά “καί τους κοινωνούντας αυτοίς”.
Ο γ΄ Κανόνας της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου σαφώς διαγορεύει ότι κάθε ψηφοφορία Επισκόπου, Πρεσβυτέρου ή Διακόνου που γίνεται με επέμβαση κοσμικών αρχόντων, πρέπει να θεωρήται άκυρος। Και ο Ζωναράς, ερμηνεύοντας τον Κανόνα αυτόν λέγει ότι δεν εννοεί εδώ ψηφοφορία που γίνεται από τους άρχοντες, αλλά για ψηφοφορία που γίνεται “κατά εξουσίαν αρχοντικήν” και περί ψήφων “ήτοι χειροτονιών πρεσβυτέρων ή διακόνων, προβαινουσών κατά κέλευσιν ομοίαν”.

,
Από το περιοδικό " Εκκλησιαστική Παρέμβαση "

,

,

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου